Ο Μπολσονάρο δε μένει μόνο στο θαυμασμό για τη στρατιωτική δικτατορία της πατρίδας του. Σύμφωνα με απόρρητα έγγραφα, σχεδιάζει την αναβίωση ενός χουντικού σχεδίου για την εκμετάλλευση του Αμαζονίου.
Την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας που κυβέρνησε τη Βραζιλία από το 1964 έως το 1985, το σχέδιο ονομαζόταν «Επιχείρηση Αμαζόνιος». Με πρόσχημα την απειλή εισβολής από ξένες χώρες μέσω του αραιοκατοικημένου Αμαζόνιου, η Βραζιλιάνικη χούντα προχώρησε στη διάνοιξη δρόμων στο τροπικό δάσος, την ανάπτυξη αγροτικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και τη μετακίνηση πληθυσμών από τα νότια, τα νοτιοανατολικά και τα παράλια της χώρας στην περιοχή του Αμαζονίου.
Τα αποτελέσματα ήταν εξίσου καταστροφικά με προηγούμενες προσπάθειες «ανάπτυξης» του Αμαζονίου — για το ίδιο το δάσος, αλλά και για τους ιθαγενείς κατοίκους του. To 1975, ο συνταγματάρχης João Tarcísio Cartaxo Arruda, επικεφαλής του τάγματος κατασκευής ενός μεγάλου αυτοκινητοδρόμου από την πόλη Μαναούς, μέχρι το βορειότερο άκρο της λεκάνης του ποταμού, δήλωσε: «Αυτός ο δρόμος είναι σημαντικός και πρέπει να κατασκευαστεί, ανεξαρτήτως κόστους. Δε θα αλλάξουμε τη διαρρύθμισή του και το μόνο βάρος των ταγμάτων μας θα είναι ο κατευνασμός των Ινδιάνων».
Ο κατευνασμός αυτός ήρθε μέσω της επίδειξης δύναμης απέναντι στη φυλή Waimiri-Atroari — με πολυβόλα, χειροβομβίδες και δυναμίτη. Χιλιάδες αυτοχθόνων σφαγιάσθηκαν στη δράση των ταγμάτων της Βραζιλιάνικης χούντας στον Αμαζόνιο. Το 1972, η φυλή Waimiri-Atroari είχε πληθυσμό 3.000· μέχρι το 1983, ο αριθμός τους μειώθηκε στους 350. Η Εθνική Επιτροπή Αλήθειας υπολογίζει πως τουλάχιστον 8.350 αυτόχθονες σκοτώθηκαν από τη στρατιωτική δικτατορία.
Η Επιχείρηση Αμαζόνιος είχε επίσης τεράστιο περιβαλλοντικό κόστος. Περίπου 15.000 χιλιόμετρα δρόμων κατασκευάστηκαν μέσα σε μια επταετία. Εξορυκτικοί και αγροτικοί βιομήχανοι εισέβαλαν στην περιοχή, μολύνοντας και απομυζώντας πόρους. Στις σχεδόν δύο δεκαετίες δικτατορίας, η αποψίλωση του δάσους του Αμαζονίου τριπλασιάστηκε.
Σήμερα, με τον Αμαζόνιο να φλέγεται και τα κίνητρα του Μπολσονάρο για τη μη αντιμετώπιση των πυρκαγιών να είναι παγκόσμιο θέμα συζήτησης, έγγραφα που ήρθαν στην κατοχή του ηλεκτρονικού περιοδικού The Intercept αποκαλύπτουν ότι η κυβέρνηση Μπολσονάρο επιχειρεί την αναβίωση της χουντικής Επιχείρησης Αμαζόνιος.
Με την ονομασία «Πρόγραμμα Βαρώνος του Ρίο Μπράνκο», το σχέδιο χρησιμοποιεί τις ίδιες ακριβώς προφάσεις με τον χουντικό προκάτοχό του, περί διασφάλισης των συνόρων της Βραζιλίας μέσω της ανάπτυξης ανεκμετάλλευτων περιοχών του τροπικού δάσους. Τα έγγραφα περιέχουν σχέδια για εξορύξεις, κατασκευή υδροηλεκτρικού φράγματος και καλλιέργειες στην Ασπίδα της Γουιάνας, μια περιοχή που έχει χαρακτηριστεί ως «το θερμοκήπιο του πλανήτη» και συμπεριλαμβάνει τις επαρχίες Amapá, Roraima, Pará και Amazonas της Βραζιλίας, καθώς και τα κράτη Γαλλική Γουιάνα, Σουρινάμ και Γουιάνα, μεγάλο μέρος της Βενεζουέλας και ένα μικρό κομμάτι της Κολομβίας. «Είναι όλα ουσιαστικά ανεξερεύνητα εδάφη», λέει για τις περιοχές αυτές της Βραζιλίας η παρουσίαση του σχεδίου, «Είναι όλα εκεί, δίπλα στα πλούτη του Βορρά».
Είτε το Πρόγραμμα Ρίο Μπράνκο είναι επιτυχημένο στο στόχο της οικονομικής επέκτασης και της εθνικής ασφάλειας, είτε όχι, η προσπάθεια ανάπτυξης, εκβιομηχάνισης και «διασφάλισης» της περιοχής θα έχει κατά πάσα πιθανότητα τα ίδια αποτελέσματα με τις αντίστοιχες προσπάθειες προηγούμενων κυβερνήσεων της Βραζιλίας: καταστροφή του περιβάλλοντος και συμφορά για τις κοινότητες που αποκαλούν τον Αμαζόνιο σπίτι τους.