του Ανδρέα Κοσιάρη
Η σχέση του ελληνικού κράτους με τα πογκρόμ που διαπράττουν ακροδεξιοί φασίστες εναντίον προσφύγων και μεταναστών είναι διαχρονική, τουλάχιστον από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας. Η ένταση της δράσης τους στον Έβρο έχει γίνει από το 2020 με ευθεία κυβερνητική προτροπή — οι ίδιες ομάδες φασιστών δρουν και σήμερα, ορμώμενες και πάλι από την οργανωμένη παραπληροφόρηση που διακινείται από την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ που τη στηρίζουν.
Την ώρα που ο τόπος τους τυλιγόταν στις φλόγες, δεκάδες και πιθανά εκατοντάδες κάτοικοι του Έβρου οργάνωσαν πολιτοφυλακές. Δεν τις οργάνωσαν για να βοηθήσουν στην πυρόσβεση, ούτε για να δημιουργήσουν προληπτικά έργα της τελευταίας στιγμής, ούτε για να συνδράμουν σε εκκενώσεις και μέριμνα για όσους άφησαν τα σπίτια τους. Αν και η πλήρης παράδοση του ελληνικού κράτους στις πυρκαγιές είναι μπροστά στα μάτια τους, εντούτοις αυτό που επέλεξαν να κάνουν ήταν να βγουν παγανιά και να κυνηγήσουν τρομαγμένους και αβοήθητους ανθρώπους.
Ένας από αυτούς, μάλιστα, μετέδωσε σε ζωντανή σύνδεση το έργο του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επιδεικνύοντας ένα τρέιλερ όπου ήταν κλεισμένοι 25 άνθρωποι, «25 κομμάτια» όπως τους αποκαλούσε ο ίδιος χωρίς ίχνος ντροπής. Περίπου την ίδια ώρα, 26 απανθρακωμένοι άνθρωποι (μεταξύ των οποίων παιδιά) βρέθηκαν στην περιοχή του Έβρου, με τις ακριβείς συνθήκες του θανάτου τους να είναι προς ώρας άγνωστες.
Είναι παραπάνω από γελοίο να ισχυρίζεται κανείς πως το ελληνικό κράτος δεν γνωρίζει για αυτή τη δράση. Μέσω πολλαπλών διόδων, έχει στηρίξει, συντονίσει, εξυμνήσει και προπαγανδίσει τη δράση αυτών των φασιστικών πολιτοφυλακών στην περιοχή τουλάχιστον από το 2020 και το περιβόητο «έπος του Έβρου», εκείνη την ένοπλη δράση στρατού και πολιτών έναντι άοπλων ανθρώπων. Όπως συμμετείχε, έμμεσα και άμεσα, στα πογκρόμ των ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής την περίοδο της κορύφωσης της δράσης τους από το 2010 έως το 2013.
Η κατόπιν εορτής σύλληψη του εν λόγω φασίστα δεν αλλάζει τίποτα από όλα όσα μας έχουν οδηγήσει εδώ, σε αυτή τη μακρά πορεία της χώρας προς τον φασισμό.
Τι θα γινόμασταν χωρίς πράκτορες;
Η πρακτορολογία είναι πλέον αναμενόμενη μετά από κάθε καταστροφή, σαν τα χελιδόνια την άνοιξη. Διαδίδεται κάθε φορά χωρίς κανένα στοιχείο, χωρίς κανένα αποτέλεσμα, και διαδίδεται συντονισμένα από τον μηχανισμό του ελληνικού κράτους. Κάθε φορά, λες και δεν υπήρξαν όλες οι προηγούμενες, βρίσκονται πρόθυμα μέσα να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους για να προσπαθήσει το ελληνικό κράτος να δικαιολογήσει την απραγία του. Δημοσιογράφοι και ΜΜΕ αναπαράγουν αυτούσια τα non-paper για «συμμετοχή της ΕΥΠ» και επιχειρηματολογούν με παντελή έλλειψη μνήμης και λογικά άλματα για να καλύψουν τις ευθύνες του κράτους για την καταστροφή.
Πολιτικάντηδες, που μπορεί να μην ανήκουν πάντα άμεσα στο κυβερνητικό στρατόπεδο αλλά είναι στον πυρήνα αυτού που αποτελεί στην Ελλάδα το «βαθύ κράτος» (το τρίγωνο στρατού-αστυνομίας-εκκλησίας) παίρνουν τη σκυτάλη και σπρώχνουν την προπαγάνδα αυτή στα άκρα της, καλώντας ουσιαστικά ευθέως σε πογκρόμ. Στη σημερινή περίπτωση, οι πολιτικάντηδες αυτοί είναι ο βουλευτής Έβρου της Ελληνικής Λύσης, Πάρης Παπαδάκης, και ο πρόεδρός της, Κυριάκος Βελόπουλος.
Το μίσος για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, αυτή η δαιμονοποίηση του «άλλου», που όλοι οι μελετητές του φασισμού συμφωνούν πως είναι αναπόσπαστος πυλώνας του, δεν ήρθε φυσικά ξαφνικά ή από το πουθενά. Από τις εποχές που το μπουλούκι αρχαιολατρείας, χριστιανισμού και φασισμού του Καρατζαφέρη προέτρεπε σε δολοφονίες, μέχρι τη μνημονιακή περίοδο που οι κραυγές του έγιναν επίσημη πολιτική του ελληνικού κράτους και τα τελευταία χρόνια που τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι επαναπροωθήσεις και οι πνιγμοί, οι ληστείες και οι ξυλοδαρμοί προσφύγων και μεταναστών έχουν γίνει αόρατη καθημερινότητα, η κάθοδος της Ελλάδας προς τον φασισμό χτίζεται μεθοδευμένα και προοδευτικά.
Το ελληνικό κράτος εκτρέφει αυτό το μίσος, γιατί πολύ απλά το βολεύει. Γιατί υπάρχουν πολλοί πρόθυμοι να πιστέψουν τα ψέματά του και να του προσφέρουν ένα εξαιρετικά βολικό άλλοθι για την εσκεμμένη απραγία του.
Η «καλλιέργεια» αυτή έχει υπάρξει τόσο επιτυχημένη, που πλέον το μίσος αυτό προκαλείται παβλοφικά, μόλις ηχήσει το καμπανάκι της παραπληροφόρησης. Τι σημασία έχει αν στον Έβρο η αιτία πρόκλησης της πυρκαγιάς ήταν γνωστή από την πρώτη στιγμή, και αναφέρθηκε πολλές φορές σε επίσημες ενημερώσεις της πυροβεστικής: ισχυρή τοπική καταιγίδα με δεκάδες κεραυνούς; Τι σημασία έχει αν σε κάθε πυρκαγιά με δυνατό άνεμο τη βλέπουμε να δημιουργεί πολλαπλές εστίες, να υπερπηδά δρόμους και χέρσα τμήματα κάνοντας «άλματα» δεκάδων ή και εκατοντάδων μέτρων; Τι σημασία έχει αν οι όντως υπεράνθρωπες προσπάθειες των πυροσβεστών είναι τραγικά ανεπαρκείς λόγω έλλειψης προσωπικού και μέσων;
Μόλις ηχήσει το καμπανάκι από τα ΜΜΕ, όλα ξεχνιούνται και το άλογο μίσος κυριαρχεί. Πριν τα ΜΜΕ, μηχανισμοί παραπληροφόρησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν κάνει ήδη την προεργασία, διαδίδοντας μούφες για δήθεν εύρεση εμπρηστικών μηχανισμών και «πληροφορίες» από σπασμένο τηλέφωνο για «εμπρηστές μετανάστες». Μερικές από τις ψεύτικες εικόνες που διαδίδονταν στα social media ήταν τελικά κατασκευές παιδιών στο δάσος της Νυμφαίας και καμμένα μελίσσια — αλλά ήταν ήδη πολύ αργά για να μπορέσει η πραγματικότητα να καταπολεμήσει την οργανωμένη πληροφόρηση.
Όμως η δουλειά της ανεπίσημης και υπόγειας παραπληροφόρησης, δεν ολοκληρώνεται μέχρι την επισημοποίησή της, σε πρωτοσέλιδα εφημερίδων — όχι μόνο ακροδεξιών ψεκασμένων, αλλά και πιο «σοβαρών» που εξυμνούν σε καθημερινή βάση την κυβέρνηση και το κράτος — και στα ασυνάρτητα λόγια δημοσιογράφων τηλεπαρουσιαστών.
Συντονισμός και βοήθεια
Και βέβαια, η συμμετοχή του κράτους στα πογκρόμ δεν εξαντλείται στην παραπληροφόρηση. Στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, η Χρυσή Αυγή δρούσε με την κάλυψη της Ελληνικής Αστυνομίας και ενώ συνομιλούσε άμεσα με την κυβέρνηση Σαμαρά μέσω του τότε γραμματέα της (και νυν προέδρου της ΕΠΟ) Παναγιώτη Μπαλτάκου.
Στο «έπος του Έβρου» το ελληνικό κράτος προσέφερε πλήρη κάλυψη στη δράση των πολιτοφυλακών στον ακριτικό νομό, όπου δρούσαν με τη συνεπικουρία του στρατού και της αστυνομίας. Όλα τα τελευταία χρόνια, το κράτος συνεχίζει να καλύπτει τη δράση μασκοφόρων αυτόκλητων τιμωρών στα σύνορα, αρνούμενο την ύπαρξή τους παρά τις καταγραφές και τις μαρτυρίες.
Και στη σημερινή τους δράση, το παρακάτω βίντεο αποκαλύπτει πως η δράση τους είναι σε πλήρη γνώση της ΕΛ.ΑΣ. και υπό τον έστω μερικό συντονισμό της με μόνο περιορισμό το «όχι μαχαίρια και όπλα, παιδιά».
Βρισκόμαστε πλέον (θα έλεγε κανείς εδώ και καιρό) σε ένα σημείο από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή. Ο φασισμός του ελληνικού κράτους έχει εξαπλωθεί σε τεράστιο τμήμα του πληθυσμού. Ο αριθμός των θυμάτων του θα παραμείνει για πάντα άγνωστος, αλλά μετριέται σε χιλιάδες και μπορεί μόνο να αυξηθεί. Εκτός κι αν πάρουμε επιτέλους την απόφαση να τον αναγνωρίσουμε για αυτό που είναι και να πούμε ένα μαζικό «Όχι». Με πολιτική απεργία διαρκείας, με καθημερινή παρουσία στον δρόμο, με πλήρη και δημόσια επικοινωνιακή αλλά έμπρακτη αντίθεση σε αυτόν.
Οι δημοσιογράφοι, τα κόμματα, οι θεσμοί, οι σύλλογοι και τα σωματεία, αλλά και καθένας από εμάς ξεχωριστά έχει πλέον τεράστια ευθύνη για την κυριαρχία αυτού του φασισμού. Πρέπει όλοι να λάβουμε θέση.