Η αργή βία της παραπληροφόρησης

της Εύης Μπίρμπα

Με αφορμή την πρόσφατη έκδοση ενός συλλογικού βιβλίου από 17 δημιουργούς κόμικς, Ιρανικής και διεθνής καταγωγής υπό τον τίτλο «Woman, Life, Freedom», που συντονίζει η δημιουργός του Persepolis Marjane Satrapi, η ίδια δηλώνει έκπληκτη με το πόσο επαναστατικά αντέδρασε η νεότερη γενιά της χώρας της στο θάνατο της νεαρής Masha Amini από την αστυνομία ηθικής, δύο χρόνια πριν. Υποκλίνεται στο πόσο ατρόμητα οι νέοι Ιρανοί και Ιρανές διεκδικούν την αληθινή τους ταυτότητα και ουσιαστικά την ελευθερία τους, κόντρα στην εκπαίδευση που λαμβάνουν, αλλά και στις παραδόσεις της παλαιότερης γενιάς, μέρος της οποίας είναι και η ίδια. Αναπόφευκτα, δεν μπορεί κανείς παρά να απογοητεύεται με το πώς λιγότερα δραματικά προβλήματα στην «προοδευτική» Δύση, όχι μόνο δεν πυροδοτούν έστω ηπιότερες αντιδράσεις από τη νέα γενιά, αλλά αντίθετα κανονικοποιούνται σε ένα κύμα αργής, δομικής βίας που εκπορεύεται και λειτουργεί προς όφελος της εκάστοτε εξουσίας.

Η ειδοποιός διαφορά της αργής («slow violence») από την άμεση, φυσική βία είναι ότι επειδή είναι απρόσωπη και σταδιακά κλιμακούμενη, είναι δύσκολο κανείς να τη δει ή να τη μετρήσει. Αυτό δεν την κάνει λιγότερο επικίνδυνη για τα άτομα και τις ομάδες που τη βιώνουν. Εξαιτίας ακριβώς αυτής της φύσης της, δημιουργεί περισσότερες ανισότητες ανάμεσα στις πιο ευάλωτες και πιο προνομιούχες πληθυσμιακές ομάδες, μειώνοντας δραματικά κατά αυτόν τον τρόπο τις δυνατότητες που έχουν οι πρώτες για μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Οι οριζόντιες ανισότητες ειδικότερα, που λαμβάνουν χώρα ανάμεσα σε ομάδες με κοινά χαρακτηριστικά, με σημαντικότερα το φύλο, τη φυλή, την ηλικία, την εθνικότητα, τη γεωγραφική θέση, δεν συγκεντρώνουν την προσοχή που θα περίμενε κανείς, δεδομένης της αδικίας που γεννούν σε ευρεία κλίμακα. Ενώ οι πολλαπλές ταυτότητες των ατόμων θα έπρεπε πρωτίστως να αποτελούν πηγή αλληλεγγύης και όχι διακρίσεων, παρατηρεί κανείς σε πολλές περιπτώσεις και σε αρκετά μεγάλο βαθμό ένα έλλειμμα ενσυναίσθησης. Προβλήματα όπως η μακροχρόνια έκθεση στην περιβαλλοντική υποβάθμιση, η οικονομική, κοινωνική ανέχεια και ανασφάλεια δεν αγνοούνται μόνο από την εξουσία αλλά και την κοινή γνώμη. Από μόνο του άραγε το γεγονός αυτό δεν υποδηλώνει μία μειωμένη πολιτική συνείδηση, απαραίτητη όμως για την εύρυθμη λειτουργία μιας δημοκρατικής κοινωνίας και για αυτό άκρως ανησυχητική; Δεν καθιστά για τον ίδιο λόγο απαραίτητη την ανάγκη εισαγωγής της αγωγής του πολίτη από νωρίς στην εκπαίδευση;

Η Amanda Ruggeri, σε άρθρο της στο BBC, παραθέτει τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Γάζα ως παραδείγματα της παρατηρούμενης αυτής αρνητικής εξοικείωσης ή απευαισθητοποίησης σε γεγονότα που αρχικά ξάφνιασαν και σόκαραν την κοινή γνώμη. Διανύοντας τον δεύτερο και πρώτο χρόνο αντίστοιχα, η μειωμένη μιντιακή τους κάλυψη φαίνεται ότι ευθυγραμμίζεται με το αντίστοιχο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης που μοιάζει πλέον να έχει κουραστεί από εξοργιστικά, στην πραγματικότητα, γεγονότα. Παρόμοια αισθήματα θα έπρεπε να της προκαλούν και μια σειρά από, όχι τόσο άμεσα ορατά ίσως, αλλά μακροπρόθεσμα εξίσου επιζήμια θέματα που περιλαμβάνουν από την κλιματική αλλαγή και τη νεανική βία στο κέντρο των πόλεων έως την καταπίεση των πολιτών σε απολυταρχικά καθεστώτα όπως το Ιράν από τη μία και αρκετές Δυτικές Δημοκρατίες από την άλλη.1 Δεν είναι άξιο απορίας με τη σειρά του λοιπόν πώς ακολουθία του συνδρόμου αυτού «κούρασης», νέα άτομα, είτε απέχοντας συνειδητά από την ενημέρωση συνολικά, είτε αδυνατώντας να πλοηγηθούν στον ωκεανό της πληροφορίας που τους πλημμυρίζει, δεν έχουν άποψη για θέματα που τους αφορούν άμεσα. Αυτό όμως είναι το κενό στο οποίο ευδοκιμεί η εσκεμμένη παραπληροφόρηση («disinformation»), την οποία έχει εργαλειοποιήσει η συντηρητική δεξιά, προκειμένου να νομιμοποιήσει ακραίες απόψεις εις βάρος ευάλωτων ατόμων και ομάδων, αλλά και των ίδιων των πολιτικών δικαιωμάτων μας.

Η πολιτισμική βία δεν είναι ένα νέο φαινόμενο. Η σύνδεσή της όμως με τα αυξανόμενα εκλογικά ποσοστά της συντηρητικής ακροδεξιάς στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, ενόψει μάλιστα των Ευρωεκλογών, είναι χωρίς άλλο τρομακτική. Στο πρόσφατο βιβλίο της, «Επίθεση εκ των έσω: πώς η παραπληροφόρηση σαμποτάρει την Αμερική» (Attack From Within: How Disinformation is Sabotaging America), η πρώην Γενική εισαγγελέας, Barbara McQuade, προειδοποιεί για τους κινδύνους που ενέχει αυτή η εισχώρηση σε όλες τις όψεις της ζωής των Αμερικανών πολιτών συγκεκριμένα. Χαρακτηριστικά αναφέρει πώς μέλη του κινήματος MAGA (Make America Great Again) των Ρεπουμπλικανών αξιοποιήσαν τη δυσκολία του να αποδείξει κανείς ότι κάτι δεν συνέβη, για να πείσουν μεγάλο μέρος της αμερικανικής κοινής γνώμης ότι οι εκλογές του 2020 ήταν άδικες και η νίκη του Donald Trump εκλάπη. Ενώ, όπως υποστηρίζει στο podcast του one point η ίδια, η διαφορά στα εκλογικά ποσοστά Biden–Trump ήταν 7,5 μονάδες και οι 61 αγωγές και αμέτρητοι έλεγχοι απέδειξαν ότι οι εκλογές του 2020 έγιναν με ακρίβεια και ασφάλεια, εντούτοις έρευνα της Washington Post στα τέλη του 2023, δείχνει ότι 36% των Αμερικανών – 7% αύξηση από το 2021 – πιστεύει αυτό το επαναλαμβανόμενο ψέμα. Πέρα από την έκπληξη και την αηδία που το γεγονός αυτό προκαλεί, η ερώτηση είναι μία: πώς γίνεται αυτό;

Οι απαντήσεις που η McQuaid δίνει ουσιαστικά έχουν να κάνουν με το ότι άτομα με πολιτικές σκοπιμότητες, όπως ο Trump, που φυσικά ξέρουν τι ισχύει και τι όχι, χρησιμοποιούν αποτελεσματικές τακτικές, ιδιαίτερα την εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που όλα διαδίδονται με ταχύτητα φωτός, προκειμένου να χειραγωγήσουν κατάλληλα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης. Η επανάληψη και οι γνωστικές λειτουργίες του ανθρώπινου μυαλού είναι δύο από αυτές. Έτσι, ένα ψέμα που επαναλαμβάνεται από διαφορετικές πηγές βρίσκει πρόσφορο έδαφος στα άτομα που ήδη είναι επιρρεπή σε θεωρίες συνωμοσίες και τρέφουν πολλούς φόβους. Αν και το ανθρώπινο μυαλό είναι καλωδιωμένο κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αναζητά μοτίβα και να κατηγορεί άλλους για όσα του συμβαίνουν, είναι τα ασταθή μυαλά εν προκειμένω που «τσιμπάνε» και πιστεύουν ακραίες θεωρίες, όπως αυτή της Αντικατάστασης ή ιδεολογίες σαν τον Χριστιανικό εθνικισμό. Η εφόρμηση των οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο είναι το αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα για το πώς η εσκεμμένη παραπληροφόρηση τροφοδοτεί την πολιτική ένταση και βία.

Η απόλυτη ερμηνεία της πρώτης Τροποποίησης του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών [ΣτΕ: περί ελευθερίας της έκφρασης] και του άρθρου 230 του Νόμου για τη ρύθμιση των παρόχων των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης από την άλλη, κάνουν πιο ευάλωτο το Αμερικανικό ιδίως έδαφος για τη διάδοση της παραπληροφόρησης. Πού αρχίζει και πού τελειώνει η ελευθερία του λόγου; Οι τεχνολογικοί γίγαντες πρέπει να λειτουργούν όπως τα παραδοσιακά Μέσα Ενημέρωσης, έχοντας έλεγχο του περιεχόμενού τους ή απλώς να παρέχουν χώρο για να εκφράζει ο καθένας την άποψή του, απολαμβάνοντας μια ιδιαίτερη ασυλία; Εάν και η ρύθμιση των social media προβάλλει ως η άμεση απάντηση στην παραπληροφόρηση, τόσο η McQuaid, όσο και η Ruggeri προτάσσουν τον Εγγραμματισμό στα Μέσα Επικοινωνίας και την Εκπαίδευση στην Αγωγή του Πολίτη ως πιο δραστικές λύσεις για την αντιμετώπιση της παρατηρούμενης, ιδίως στα νέα άτομα, κυνικής απάθειας και απευαισθητοποίησης στα δυσάρεστα γεγονότα που εκτυλίσσονται γύρω τους.

Σημειώσεις

1 σύμφωνα και με την ετήσια αναφορά ηγετικού δικτύου πολιτικών ελευθεριών που έχει την έδρα του στο Βερολίνο, το κράτος δικαίου γνωρίζει την κατιούσα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ