Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Τυπικά, η κρίση του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος που ξέσπασε το 2010 και κορυφώθηκε το 2012 αποτελεί παρελθόν. Κάτι τα μέτρα νομισματικής χαλάρωσης του εφάρμοσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρχής γενομένης του Μαρτίου του 2015 ύψους 60 δισ. ευρώ μηνιαίως (και 80 δισ. μηνιαίως από τον Μάρτιο του 2016 όταν συμπεριελήφθησαν στο καλάθι των αγορών και εταιρικά ομόλογα), κάτι η πλήρης παράδοση στους πιστωτές κι η στροφή 180 μοιρών του ΣΥΡΙΖΑ με αποτέλεσμα την εξαφάνιση του πολιτικού κινδύνου (από τα αριστερά), κάτι η ανάπτυξη που ακολούθησε (παρότι ήταν και είναι αναιμική) ο κύκλος της κρίσης φαίνεται να έκλεισε.
Και κάπου εδώ, ενώ το Brexit μπήκε σε μια τροχιά, που δεν αντιπροσωπεύει και το χειρότερο σενάριο για το Βερολίνο κι ο κίνδυνος της Λεπέν αποσοβήθηκε – προς μεγάλη χαρά της Γερμανίας, εμφανίζεται η μόνιμα θορυβώδης και πολιτικά απρόβλεπτη Ιταλία, με πρωταγωνιστή όπως πάντα τις τελευταίες δεκαετίες τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Αυτή τη φορά προκάλεσε πονοκεφάλους αποκαλύπτοντας μια φιλόδοξη πρωτοβουλία του που ως τελικό ζητούμενο έχει να ενώσει την ιταλική Δεξιά, εν όψει των βουλευτικών εκλογών που θα διεξαχθούν μέχρι τον Μάιο του 2018.
Η πλατφόρμα επάνω στην οποία θα επιτευχθούν οι αναγκαίες συγκλίσεις αφορά τη διαδικασία εξόδου από το ευρώ, που ως πρώτο βήμα έχει την εισαγωγή παράλληλου νομίσματος. Μέχρι στιγμής τα κόμματα που κρατούν από επιφυλακτική μέχρι καθαρά αρνητική στάση απέναντι στο κοινό νόμισμα έχουν την καθαρή πλειοψηφία, με βάση όλες τις δημοσκοπήσεις. Συγκεκριμένα, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο, που βρίσκεται στην πρώτη θέση των προτιμήσεων, συγκεντρώνει το 28%. Η ακροδεξιά Λίγκα του Βορρά 15% και η Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι 13%. Από τα μεγάλα κόμματα το μοναδικό που τάσσεται αναφανδόν υπέρ του ευρώ είναι το κεντρο-αριστερό Δημοκρατικό Κόμμα που συγκεντρώνει το 27%.
Το σχέδιο του Καβαλιέρε, που επανήλθε με αφορμή μια συνέντευξή του η οποία μέσα σε λίγες ώρες έστειλε στα ύψη τα επιτόκια των ιταλικών ομολόγων, έχει δύο στόχους, σύμφωνα με τα δικά του λεγόμενα: αρχικά την ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας και στη συνέχεια την υποστήριξη της εγχώριας κατανάλωσης. Επιμένει μάλιστα δηλώνοντας ότι το παράλληλο νόμισμα είναι συμβατό και δεν αντιβαίνει με τις ευρωπαϊκές συνθήκες, ενώ υποστηρίζει ότι το σχέδιο θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το Σεπτέμβριο.
Με άλλα λόγια ο Μπερλουσκόνι δεν επιζητά σύγκρουση με τη Γερμανία και μια έξοδο με όρους ρήξης, αλλά ένα βελούδινο διαζύγιο. Έχει ενδιαφέρον ότι οι επεξεργασίες στο πλαίσιο της ιταλικής Δεξιάς έχουν προχωρήσει τόσο πολύ ώστε η ξενοφοβική Λίγκα του Βορρά εισηγείται επίσημα την έκδοση μιας κρατικής υποσχετικής (ονόματι mini-BoT) μικρής αξίας, χωρίς επιτόκιο και βραχείας χρονικής διάρκειας που θα χρησιμοποιείται ως εσωτερικό νόμισμα για την πληρωμή κρατικών προμηθευτών, φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλειας.
«Όλες οι σημαντικές χώρες, από τις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι την Μεγάλη Βρετανία, την Ρωσική Ομοσπονδία και την Ιαπωνία καταπολέμησαν την κρίση κόβοντας νόμισμα. Θα έπρεπε να το κάνουμε και εμείς, λαμβάνοντας υπόψη ότι στην φάση αυτή, ο πληθωρισμός είναι σχεδόν ανύπαρκτος», δήλωσε ο πρώην ιταλός πρωθυπουργός.
Είναι εμφανές ότι όσο προχωρά αυτή η συζήτηση, τόσο θα νομιμοποιείται η διερεύνηση δρόμων εξόδου από το ευρώ, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το ποσοστό όσων τάσσονται υπέρ της εξόδου από το κοινό νόμισμα, μεταξύ των Ιταλών ψηφοφόρων.
«Αυτό καθιστά την Ιταλία πολύ μεγαλύτερη πηγή πιθανής ανησυχίας για την Ευρωπαϊκή Ένωση απ’ ότι οι περισσότεροι άνθρωποι εκτιμούν. Όχι μόνο επειδή μπορεί η Ιταλία να εισάγει παράλληλο νόμισμα, αλλά επειδή μπορεί να το κάνουν κι άλλες χώρες», γράφουν οι Financial Times. Και συνεχίζουν με κάποια σχόλια εξόχως ενδιαφέροντα, που προσγειώνουν τη σχετική συζήτηση, μακριά από τη δαιμονοποίηση και την καταστροφολογία που συνοδεύει το διάλογο στην Ελλάδα, με αποκλειστική ευθύνη της Εθνικής της Υποτέλειας που ξεκινάει από την άκρα Δεξιά, συμπεριλαμβανομένης της Χρυσής Αυγής και καταλήγει στην Αριστερά, με το ΣΥΡΙΖΑ καταφύγιο έσχατης ανάγκης κάθε ευρωλιγούρη.
«Τι σημαίνει αυτό για το ευρύτερο σύστημα της ΕΚΤ, φυσικά, δεν είναι βέβαιο. Δεν υπάρχει καμιά εγγύηση ότι η κίνηση για το ιταλικό νόμισμα θα είναι επιτυχής επειδή είναι κυβερνητική πρωτοβουλία. Όπως συμβαίνει με όλα τα επιτυχημένα νομισματικά φαινόμενα οι χρήστες σε τελική ανάλυση είναι αυτοί που καθορίζουν την επιτυχία του. Αν οι ιταλικές επιχειρήσεις, τα άτομα και οι οφειλέτες συνεχίσουν να είναι προσκολλημένοι στα ευρώ τους μετά το διαχωρισμό, το παράλληλο νόμισμα θα είναι μια αποτυχία. Αν, όμως, στο πνεύμα του οικονομικού εθνικισμού οι Ιταλοί υποστηρίξουν το παράλληλο νόμισμα για πολιτιστικούς και συναισθηματικούς λόγους, είναι δύσκολο να δούμε πώς θα το ανταγωνιστεί το ευρώ».
Η συζήτηση έχει βάθος και δεν είναι μόνο τεχνική, παρότι στις περισσότερες περιπτώσεις η τεχνική διερεύνηση είναι ο μεγάλος απών. Η συζήτηση έχει κυρίως πολιτικές αφετηρίες που ξεκινούν από την οικονομική στασιμότητα που έχει προκαλέσει το κοινό νόμισμα (με την Ιταλία να καταγράφει κάθε έτος ή τρίμηνο ρυθμούς μεγέθυνσης στο ήμισυ του μέσου όρου της ευρωζώνης) και τη συνακόλουθη φτώχεια και φτάνουν στη στάση των Ιταλών απέναντι στο ΕΕ, που ισοδυναμεί με πλήρη απαξίωση. Χαρακτηριστικά, ενώ το 2010 σχεδόν το 75% είχε θετική διάθεση πλέον θετικά απέναντι στην ΕΕ διάκεινται λιγότεροι από το 40%, δηλαδή η μειοψηφία.
Παρόλα αυτά η συζήτηση στην Ιταλία έχει ξεκινήσει από τη Δεξιά και την ίδια την αστική τάξη, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα όπου η αστική τάξη εξ αιτίας των άμεσων και στενών συμφερόντων της παραμένει προσδεμένη στο ευρώ και τη Γερμανία.
Στη γείτονα η Αριστερά είναι απούσα από τη σχετική συζήτηση, με αποτέλεσμα το σχέδιο εξόδου να μη διαθέτει ριζοσπαστικά κοινωνικά χαρακτηριστικά. Δηλαδή να μη συνδέεται με ένα σχέδιο κοινωνικής ρήξης και αλλαγής. Συγκροτείται επομένως ερήμην των ταξικών, λαϊκών συμφερόντων τα οποία προσκολλώνται στο κεφάλαιο αναζητώντας μέσα από τη βελτίωση της δική του θέσης και τη δική τους αναβάθμιση…
Σε κάθε περίπτωση οι ήσυχες μέρες που περιμένει η Γερμανία από πουθενά δεν διακρίνονται στον ορίζοντα. Το ευρώ και κατ’ επέκταση και η ΕΕ αποτελώντας σχέδια διεθνούς οικονομικής (στο εξωτερικό) και ταξικής (στο εσωτερικό) κυριαρχίας θα παράγουν διαρκώς καινούργιες αντιθέσεις, θέτοντας την Αριστερά προ των ευθυνών της, αν δε θέλει φυσικά να είναι ουρά του Τέταρτου Ράιχ…