Το ένα τρίτο των στελεχών της μεταβατικής ομάδας Πενταγώνου του εκλεγέντος προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, έχει σχέση με οργανισμούς που χρηματοδοτούνται από τη βιομηχανία όπλων.
Τον Ιούλιο του 2019, εν μέσω της εκστρατείας του για το χρίσμα των Δημοκρατικών για την προεδρία, ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε σε μία ομιλία του για την εξωτερική πολιτική, «Είναι πλέον καιρός να σταματήσουμε τους Αιώνιους Πολέμους, που μας έχουν κοστίσει ανείπωτο αίμα και χρήμα». Αλλά ο εκλεχθείς πρόεδρος — που ως αντιπρόεδρος επίβλεψε πολέμους στην Υεμένη, τη Λιβύη, το Αφγανιστάν και αλλού — ήδη εναγκαλίζεται με προσωπικό που έχει ισχυρούς δεσμούς με το στρατιωτικό σύστημα που καθοδηγεί αυτές τις χωρίς τέλος μάχες.
Στις 10 Νοεμβρίου, ο Μπάιντεν ανακοίνωσε τις μεταβατικές του ομάδες για κάθε υπουργείο. Από τα 23 άτομα που αποτελούν τη μεταβατική ομάδα του υπουργείου Άμυνας, οι οκτώ — ή λίγο πάνω από το ένα τρίτο — αναφέρουν ως «πιο πρόσφατη θέση εργασίας» οργανισμούς, θινκ τανκ ή εταιρείες που είτε δέχονται απευθείας χρηματοδότηση από, είτε αποτελούν τμήμα της βιομηχανίας όπλων. Ο αριθμός αυτός ίσως αποτελεί υποτίμηση — δεν υπάρχει η δυνατότητα να ερευνηθεί η χρηματοδότηση κάθε ενός από τους προηγούμενους εργοδότες.
Το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών (Center for Strategic and International Studies – CSIS) είναι δηλωμένο ως «προηγούμενος εργοδότης» τριών ατόμων από την ομάδα υπουργείου Άμυνας του Μπάιντεν. Το CSIS είναι ένα φιλοπόλεμο και με επιρροή θινκ τανκ που χρηματοδοτείται από την General Dynamics Corporation, την Raytheon, την Northrop Grumman Corporation, την Lockheed Martin και άλλες εταιρείες κατασκευής όπλων, αμυντικούς εργολάβους και πετρελαϊκές εταιρείες.
Δύο από τα άτομα που βρίσκονται στη μεταβατική ομάδα του Μπάιντεν για το υπουργείο Άμυνας, δηλώνουν ως προηγούμενο εργοδότη τους το θινκ τανκ Κέντρο για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια (Center for a New American Security – CNAS). Το CNAS λαμβάνει σημαντικό κομμάτι της χρηματοδότησής του από την Northrop Grumman, όπως επίσης και από το υπουργείο Εξωτερικών (άνω των 500.000 δολαρίων και στις δύο περιπτώσεις), και από την Lockheed Martin, την Raytheon και μια σειρά από άλλες εταιρείες, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και πετρελαϊκές.
Η εκλεχθείς αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις βασίστηκε στο CNAS για συμβουλές στην κούρσα της για το χρίσμα των Δημοκρατικών. Το θινκ τανκ είναι γνωστό για την φιλοπόλεμη πολιτική του και για τη διάθεση κλιμάκωσης απέναντι στη Ρωσία και την Κίνα.
Τρία άτομα από την ομάδα προέρχονται από την RAND Corporation, ένα φιλοπόλεμο θινκ τανκ που λαμβάνει σημαντική χρηματοδότηση από τον αμερικανικό Στρατό και το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας.
Άλλα μέλη της ομάδας του Μπάιντεν έχουν δουλέψει για οργανισμούς όπως η New America, που αυτοαποκαλείται ένα «εθνικό δίκτυο καινοτόμων επιλυτών προβλημάτων» και λαμβάνει χρηματοδότηση από την Raytheon, την Northrop Grumman, την General Atomics Aeronautical Systems και το Κολλέγιο Πολέμου του Στρατού των ΗΠΑ. Ή για εταιρείες όπως η CACI International, που παρέχει τεχνολογία πληροφοριών για τα οπλικά συστήματα του αμερικανικού Στρατού.
Η CACI έχει στο παρελθόν μηνυθεί από Ιρακινούς πρώην κρατούμενους της διαβόητης αμερικανικής στρατιωτικής φυλακής του Αμπού Γκράιμπ, για τον άμεσο ρόλο που ισχυρίζονται ότι έπαιξε στον βασανισμό τους. Η μήνυση δεν έχει τελεσιδικήσει ακόμα.
Η είδηση προκάλεσε απογοήτευση στις αντιπολεμικές οργανώσεις. «Ο Μπάιντεν χτίζει μια ομάδα από άτομα με συνδέσεις με κατασκευαστές όπλων και το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα, κάτι που είναι εξαιρετικό παράδειγμα του δικομματικού χαρακτήρα του μιλιταρισμού και του ιμπεριαλισμού», λέει ο Σίντνεϊ Μιραλάο, που συμμετέχει στους Dissenters, μια οργάνωση νέων ανθρώπων που αντιτίθενται στον μιλιταρισμό των ΗΠΑ και τη βιομηχανία πολέμου. «Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι ομού διαιωνίζουν και κερδοσκοπούν πάνω στον πόλεμο και τη βία στις κοινότητές μας εδώ και στο εξωτερικό. Συνεχίζοντας την κληρονομιά τις περιστρεφόμενης πόρτας με την αμυντική βιομηχανία, ο Μπάιντεν και η ομάδα του ετοιμάζουν εαυτούς για να συνεχίσουν να μεγαλώνουν τον στρατό και να ενδυναμώνουν την αφήγηση ότι ο πόλεμος είναι απαραίτητος για την ασφάλεια».
«Έχει ο Μπάιντεν ήδη ξεχάσει ποιος τον τοποθέτησε στη θέση που βρίσκεται;», αναρωτιέται ο Ραμόν Μεχία, εθνικός οργανωτής της Grassroots Global Justice Alliance, μιας συμμαχίας κοινοτικών οργανώσεων. «Ο μόνος λόγος που είναι εκλεχθείς πρόεδρος είναι διότι Μαύροι, Καφέ και Αυτόχθονες νεολαίοι κινητοποιήθηκαν για να ψηφίσουν την αποχώρηση του Τραμπικού φασισμού. Ο Μπάιντεν δεν πρέπει να κάνει το λάθος που οι Δημοκρατικοί είναι γνωστό ότι κάνουν, δηλαδή να εγκαταλείπουν τους ανθρώπους που τους ενίσχυσαν».
Πηγή: In These Times