της Δανάης Κισκήρα – Μπαρτσώκα
Πηγή: Documento
Έτοιμος για νέο εμφύλιο που «από τη μία πλευρά θα είναι οι εθνικιστές και από την άλλη οι αναρχικοί και οι μετανάστες» δήλωνε λίγο μετά την εκλογή της Χρυσής Αυγής στο κοινοβούλιο σε συνέντευξή του στον Βρετανό δημοσιογράφο Πολ Μέισον ο καταδικασμένος για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση Ηλίας Παναγιώταρος.
Η δήλωση αυτή δεν ήταν τυχαία καθώς ανέκαθεν η πρόθεση του ναζιστικού μορφώματος ήταν να προκαλέσει έναν εμφύλιο πόλεμο χαμηλής έντασης, να δημιουργήσει έναν υποτιθέμενο εχθρό, να τον βαφτίσει τρομοκράτη και να οδηγήσει στην επέμβαση από το βαθύ ακροδεξιό παρακράτος, δημιουργώντας έτσι μια ιδιότυπη δικτατορία, ακολουθώντας πιστά τη στρατηγική της ιταλικής ακροδεξιάς της δεκαετίας του 1970. Ακριβώς γι’ αυτό οι χρυσαυγίτες προτιμούσαν και προτιμούν πάντα τον ένα και μεγάλο παρά τους πολλούς και μικρούς εχθρούς.
Με τα παραπάνω μπορεί κάπως να εξηγηθεί η παράλογη υπόθεση των δύο διωκόμενων για επιθέσεις στα γραφεία της Χρυσής Αυγής, οι οποίοι συνελήφθησαν τον Δεκέμβριο του 2019 και μόλις λίγες μέρες πριν από την Παρασκευή 18 Νοεμβρίου, τρία ολόκληρα χρόνια μετά, έκλεισε η διαδικασία της ανάκρισης, αφού πρώτα προστέθηκε ακόμη μία δίωξη σε βάρος τους. Οι δύο άντρες, ηλικίας 38 και 39 ετών σήμερα, αρχικά κατηγορούνταν ότι εμπλέκονται σε δύο εμπρηστικές επιθέσεις σε γραφεία της Χρυσής Αυγής που έλαβαν χώρα στην Αθήνα τον Μάιο και τον Νοέμβριο του 2019, ενώ με τη συμπληρωματική δίωξη προστέθηκε στη δικογραφία και η επίθεση στα γραφεία της εγκληματικής οργάνωσης στον Ασπρόπυργο τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους.
Κατηγορούνται για συγκρότηση και ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση στην οποία αποδίδουν ενέργειες με τη συμμετοχή ακόμη «εννέα άγνωστων στην ανάκριση προσώπων», με χρόνο δράσης από τον Μάρτιο του 2017 έως τον Νοέμβριο του 2019 και στόχο χώρους και μέλη της Χρυσής Αυγής. Σύμφωνα με τις δικαστικές αρχές η οργάνωση αυτή ονομάζεται «Ταξιαρχία» και, όπως έχουν αποφανθεί, είχε πανομοιότυπο τρόπο δράσης και στην ανάληψη ευθυνών αλλάζει την υπογραφή της κατά το δεύτερο συνθετικό.
Δηλαδή, ενώ έχουμε επιθέσεις κατά των γραφείων της Χρυσής Αυγής από διάφορες οργανώσεις, όπως για παράδειγμα Ταξιαρχία Παύλος Φύσσας, Ταξιαρχία Σαχζάτ Λούκμαν και άλλες, οι δικαστικές και αστυνομικές αρχές τις βάζουν αυθαίρετα κάτω από την ομπρέλα μιας γενικής ονομασίας.
Εν προκειμένω μάλιστα, σε ό,τι αφορά δηλαδή τη δικογραφία-μπλέντερ, προκύπτει κι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο που προκαλεί αλγεινή εντύπωση. Ως υποστήριξη της κατηγορίας παρίσταται ο πρωτόδικα καταδικασμένος για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης Νίκος Μιχαλολιάκος.
Τον συμφέρει να είναι ενιαίες οι επιθέσεις
Και ένα είναι σίγουρο: ο φιρερίσκος της Χρυσής Αυγής έχει μεγάλο συμφέρον οι επιθέσεις αυτές να παρουσιαστούν ως κάτι ενιαίο και όχι ως διαφορετικά γεγονότα.
Το ακόμη πιο παράδοξο στην υπόθεση της παράστασης αυτής είναι η αποσιώπησή της. Ο Ν. Μιχαλολιάκος παρίσταται ως πολιτικός ενάγων από τις 10 Μαρτίου 2020. Τότε είχε ήδη απολογηθεί ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, το οποίο λίγους μήνες μετά τον έκρινε ένοχο όπως και άλλα μέλη του διευθυντηρίου της εγκληματικής οργάνωσης και του επέβαλε ποινή κάθειρξης 13 ετών.
Από τότε λοιπόν μέχρι και τον Οκτώβριο του 2022, δηλαδή δυόμισι χρόνια μετά, οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων παρά το γεγονός ότι όλα αυτά τα χρόνια είχαν λάβει αντίγραφα της δικογραφίας, δεν είχαν λάβει το έγγραφο παράστασης του Ν. Μιχαλολιάκου. Κανείς δεν γνώριζε ότι απέναντι στους δύο κατηγορούμενους βρίσκεται ο φιρερίσκος που εκτίει την πρωτόδικη ποινή του για την εγκληματική οργάνωση ΧΑ Ν. Μιχαλολιάκος. Το πληροφορήθηκαν μόλις πρόσφατα, λίγες ημέρες προτού κλείσει η ασυνήθιστα πολύχρονη διαδικασία της ανάκρισης.
Εδώ, λοιπόν, αν αυτή η υπόθεση παραπεμφθεί σε ακροατήριο, θα έχουμε το εξής τραγελαφικό: στο εδώλιο δύο κατηγορούμενοι για σύσταση τρομοκρατικής οργάνωσης χωρίς σοβαρές ενδείξεις ενοχής και με το κατηγορητήριο να υποστηρίζεται από καταδικασθέντα για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την 1η Νοεμβρίου 2019, ημέρα της εμπρηστικής επίθεσης στα γραφεία της οδού Δηλιγιάννη για την οποία μάλιστα δεν υπάρχει ανάληψη ευθύνης, υπήρξε ανάρτηση στον επίσημο ιστότοπο της Χρυσής Αυγής με την οποία απέδιδε τότε την επίθεση σε κάποιο «παρακράτος», επιμένοντας στην παρουσία της Αντιτρομοκρατικής και της αστυνομίας στον χώρο, κάνοντας λόγο χαρακτηριστικά για «μια επίθεση που έχει όλα τα χαρακτηριστικά του παρακράτους». Το ίδιο όμως υποστήριξαν και στο φύλλο της εφημερίδας «Χρυσή Αυγή» που κυκλοφόρησε στις 6 Νοεμβρίου 2019. Την ίδια ημέρα δε, 6 Νοεμβρίου, ο Ν. Μιχαλολιάκος κατά την απολογία του δεν ανέφερε ούτε λέξη για την επίθεση. Ενώ η μυστικότητα την οποία ήθελαν να διατηρήσουν σχετικά με την παράσταση πολιτικής αγωγής φαίνεται και από το γεγονός ότι δεν καταγράφεται ούτε στον ιστότοπο ούτε στα δύο φύλλα της εφημερίδας εκείνης της περιόδου (π.χ. 1.176 στις 11.3.2020, 1.177 στις 18.3.2020).
Τα στοιχεία που… δεν υπάρχουν
Κατά των δύο εμπλεκομένων έχει αποδοθεί βαρύτατο κατηγορητήριο με ανύπαρκτα στοιχεία, αφού το μοναδικό που επικαλούνται οι αρχές ως στοιχείο εναντίον τους είναι κάποιες… ενοικιάσεις αυτοκινήτων, τις οποίες είχαν κάνει οι κατηγορούμενοι με τα πραγματικά τους στοιχεία, χωρίς ωστόσο κανένα από αυτά τα οχήματα να έχει ταυτοποιηθεί με τις επιθέσεις στα γραφεία της Χρυσής Αυγής ή με οποιαδήποτε άλλη έκνομη ενέργεια.
Εύλογο είναι το ερώτημα, λοιπόν, πώς θα σταθεί στο ακροατήριο μια υπόθεση με δύο κατηγορούμενους που έχουν απλώς νοικιάσει κάποιο όχημα με τα πραγματικά τους στοιχεία και κατηγορούνται ότι μ’ αυτά πραγματοποιούσαν επιθέσεις στο πλαίσιο μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, χωρίς να έχουν ταυτοποιηθεί ούτε οι ίδιοι ούτε τα συγκεκριμένα αυτοκίνητα.
Και στις τρεις επιθέσεις που τους αποδίδονται οι δράστες είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά τους, ενώ η σύλληψη των δύο δεν οφείλεται σε κάποια αναγνώριση. Ωστόσο κατηγορούνται για σύσταση τρομοκρατικής οργάνωσης, στην οποία αποδίδονται ενέργειες με τη συμμετοχή ακόμη «εννέα άγνωστων στην ανάκριση προσώπων», από τα οποία δεν έχει εντοπιστεί κανείς.
Τα μη επαρκή στοιχεία φαίνονται και από το γεγονός ότι και οι δύο μετά τις απολογίες τους, και το 2019 αλλά και τώρα, δεν προφυλακίστηκαν και αφέθηκαν ελεύθεροι παρά το γεγονός ότι κατηγορούνται με το 187Α του ΠΚ. Ακόμη ένα στοιχείο που προβληματίζει είναι η πολύχρονη διαδικασία της ανάκρισης που διήρκεσε τρία ολόκληρα χρόνια, αλλάζοντας μάλιστα τρεις φορές ανακριτικά χέρια.
Ύστερα λοιπόν από τρία ολόκληρα χρόνια άσκοπης και εν είδει ομηρίας ανάκρισης (και οι δύο βαρύνονται με σκληρούς περιοριστικούς όρους) η υπόθεση περαιώθηκε και η δικογραφία χρεώθηκε σε εισαγγελέα, ο οποίος θα αναλάβει να μελετήσει τα στοιχεία για να υποβάλει προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο εισήγηση περί της παραπομπής σε δίκη ή όχι των δύο κατηγορουμένων.
Το ερώτημα που εύλογα ανακύπτει είναι αν οι δικαστικές αρχές θα στείλουν στο ακροατήριο ακόμη μια υπόθεση χωρίς στοιχεία, μετά μάλιστα και το πρόσφατο φιάσκο της δίκης μελών του Ρουβίκωνα για ανθρωποκτονία από πρόθεση, οι οποίοι κηρύχτηκαν πανηγυρικά αθώοι. Επρόκειτο για απόφαση-μονόδρομο που επισφράγισε μια ακροαματική διαδικασία κατά τη διάρκεια της οποίας αναδείχθηκε ότι το κατηγορητήριο είχε στηθεί στη ΓΑΔΑ, με μάρτυρες καθοδηγούμενους, οι οποίοι δεν κατέθεσαν εναντίον των κατηγορουμένων στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο.
Και οι δύο δικογραφίες σχηματίστηκαν όταν στο τιμόνι του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη βρισκόταν ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης.
Στο μοτίβο δράσης των αρχών κυριαρχούν τα… ανώνυμα τηλεφωνήματα που έδιναν συγκεκριμένα ονόματα αλλά αόριστα στοιχεία.
Αννυ Παπαρούσου – Συνήγορος υπεράσπισης κατηγορουμένου: «Πιστεύουμε ότι το συμβούλιο θα θέσει τα δεδομένα στην πραγματική τους διάσταση»
Η δίωξη αυτή χαρακτηρίστηκε από την αρχή από τις διογκωμένες κατηγορίες οι οποίες δεν είχαν καμία σχέση με τα πραγματικά περιστατικά. Καταλαβαίνουμε και από την παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας, την οποία τώρα λάβαμε υπ’ όψιν, ότι θα υπήρχε πίεση για επιβολή του αυστηρότερου ποινικού πλαισίου σε σχέση με αυτή την υπόθεση.
Αυτό που είναι δυσεξήγητο είναι το πώς τελικά βλέπουμε αυτή η παράσταση προς υποστήριξη κατηγορίας να επέδρασε στον χρόνο που διήρκεσε η ανάκριση και στην περαιτέρω διόγκωση των κατηγοριών, οι οποίες δεν βασίζονται σε κανένα πραγματικό στοιχείο. Σήμερα έκλεισε επιτέλους ύστερα από τρία χρόνια η ανάκριση και η υπόθεση παραπέμπεται στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, όπου πιστεύουμε ότι τα δεδομένα θα έρθουν στην πραγματική τους διάσταση. Στην πραγματικότητα δεν πρέπει να ασκηθεί καμία ποινική δίωξη ελλείψει πραγματικών αποδεικτικών στοιχείων, κάτι που πιστεύουμε ότι θα επιλυθεί από το συμβούλιο που θα αναλάβει την υπόθεση.
Μαρίνα Δαλιάνη – Συνήγορος υπεράσπισης κατηγορουμένου: «Η σκοπιμότητα της παράστασης Μιχαλολιάκου»
Ο ήδη πρωτοδίκως καταδικασθείς ως διευθυντής εγκληματικής οργάνωσης γενικός γραμματέας της Χρυσής Αυγής Νίκος Μιχαλολιάκος επιλέγει μια δικογραφία στα πλαίσια της οποίας φθορές αγνώστων σε γραφεία της οργάνωσής του έχουν αυθαιρέτως αναβαθμιστεί σε τρομοκρατικές πράξεις, προκειμένου να δηλώσει παράσταση προς υποστήριξη της έωλης κατηγορίας σε βάρος αθώων πολιτών. Με αυτό τον τρόπο επιχειρεί να υφαρπάξει από την ελληνική Δικαιοσύνη την αναγνώριση ότι η Χρυσή Αυγή δεν τρομοκρατεί αλλά είναι δήθεν η ίδια θύμα τρομοκρατίας.