Σε ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις για όσα οδήγησαν στις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου, αλλά και για την πολιτική στρατηγική του ισραηλινού κράτους έπειτα από αυτές, προχώρησε ο πρώην διοικητής της Υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφάλειας του Ισραήλ (γνωστής ως Σαμπάκ ή Σιν Μπετ) και πρώην επικεφαλής του Ναυτικού, Άμι Αγιαλόν, μιλώντας σε διαδικτυακή συνέντευξη.
Ο Αγιαλόν, επί χρόνια στέλεχος του ισραηλινού κόμματος Λαμπόρ, δηλαδή μιας κεντροαριστεράς που όμως ποτέ δεν αμφισβήτησε τις πρακτικές του κράτους του Ισραήλ, δήλωσε πως για τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου τη σημαντικότερη ευθύνη φέρει «η πολιτική ιδεολογική δομή του Ισραήλ». Αυτή συνίστατο στην πολιτική του «διαίρει και βασίλευε», με το Ισραήλ να εργάζεται σκληρά ώστε «να σιγουρευτεί πως οι Παλαιστίνιοι δεν θα έχουν μια ενιαία πολιτική εκπροσώπηση». Έτσι, το Ισραήλ επέτρεψε και ενθάρρυνε τη χρηματοδότηση και κυριαρχία της Χαμάς στη Γάζα και αντίστοιχα την κυριαρχία της Φατάχ στη Δυτική Όχθη, με βασικό στόχο οι δύο οργανώσεις να βρίσκονται σε συνεχή αντιπαράθεση. Το αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον Αγιαλόν, ήταν πως η Χαμάς «έγινε ο μόνος παράγοντας που πολεμούσε ενάντια στην ισραηλινή κατοχή και για τον σκοπό της παλαιστινιακής ελευθερίας», ενώ η Φατάχ και η Παλαιστινιακή Αρχή έγιναν στα μάτια των Παλαιστίνιων «συνεργάτες του Ισραήλ».
Σύμφωνα με την προσωπική του εκτίμηση, «το 70-80% των Παλαιστινίων στηρίζουν τη Χαμάς, μονάχα διότι η Χαμάς γίνεται αντιληπτή ως αυτή που μάχεται για την ελευθερία» — αυτό είναι, για τον Αγιαλόν, το γεγονός που δεν κατάλαβε ποτέ το Ισραήλ, δίνοντας ως παράδειγμα τα γεγονότα του Μαΐου 2021. Τότε, σε μάχες δύο εβδομάδων, σκοτώθηκαν περίπου 300 Παλαιστίνιοι έναντι 17 Ισραηλινών. Το Ισραήλ, είπε ο Αγιαλόν, θεώρησε ότι η Χαμάς «υπέστη μια τεράστια απώλεια και μια τεράστια στρατιωτική ήττα», αλλά από την άποψη της Χαμάς ήταν «μια τεράστια νίκη», διότι οδήγησε τη Χαμάς, για πρώτη φορά, να λάβει «πάνω από 50% υποστήριξη από τον παλαιστινιακό λαό».
Την πιο σημαντική του διαπίστωση, όμως, την έκανε για τη στρατηγική του Ισραήλ στην εκτυλισσόμενη επίθεσή του στη Γάζα. Ο «πολιτικός στόχος» πολλών ανθρώπων στην παρούσα κυβέρνηση, «κάποιοι από τους οποίους ήταν κάποτε φίλοι μου», όπως είπε, «είναι η δημιουργία μιας ανθρώπινης καταστροφής στη Γάζα, διότι από το χάος θα μπορέσουμε να ξεκινήσουμε ξανά». Αυτού του είδους η στρατηγική είναι, σύμφωνα με τον Αγιαλόν, «ακριβώς η θεωρία των πιο ριζοσπαστικών, φονταμενταλιστικών μουσουλμανικών οργανώσεων — αυτή ακριβώς είναι η θεολογία και η στρατηγική του ISIS και της Αλ Κάιντα. Μέσω του χάους θα επιβιώσουμε».
Ο Αγιαλόν σημειώνει πως αυτή η στρατηγική δεν μπορεί να είναι βιώσιμη ως πολιτικός στόχος. «Όλοι όσοι σπουδάσαμε κάτι σε οποιοδήποτε πανεπιστήμιο καταλαβαίνουμε πως δεν μπορείς να στέλνεις νεαρούς στον πόλεμο χωρίς να προσδιορίσεις έναν πολιτικό στόχο. Ένας στρατιωτικός στόχος δεν είναι ποτέ ο τελικός στόχος. Ο στρατός είναι ένα εργαλείο. Ο πόλεμος δεν είναι ο σκοπός. … Η νίκη δεν μετριέται ποτέ με στρατιωτικούς όρους. Άρα όταν λέμε “η επόμενη ημέρα” προσπαθούμε να ορίσουμε την έννοια, την ιδέα της νίκης. Και δεν το κάνουμε, είναι μια τεράστια αποτυχία».
Αυτό που επισημαίνει εδώ ο Αγιαλόν είναι πως το Ισραήλ δεν έχει μια ουσιαστική πολιτική στρατηγική για το τι προσπαθεί να επιτύχει με την επίθεσή του στη Γάζα, πέρα από αυτήν της «ανθρώπινης καταστροφής», του «χάους», όπως το αποκαλεί. Το ίδιο έχουν παρατηρήσει από την αρχή των επιθέσεων και πολλοί άλλοι αναλυτές, με τους περισσότερους να επιρρίπτουν αυτήν την απουσία ουσιώδους στρατηγικής στην επιθυμία του Νετανιάχου για τη δική του, προσωπική πολιτική επιβίωση.
Σύμφωνα με τον Αγιαλόν, μοναδική λύση είναι η λύση δύο κρατών, η οποία μάλιστα έπειτα από όσα έχουν συμβεί είναι σύμφωνα με τον ίδιο πιο πιθανή, «ακόμα κι αν πάρει 10 ή 20 χρόνια». Το παλαιστινιακό έχει γίνει πλέον «παγκόσμιο ζήτημα», λέει ο Αγιαλόν, και «το μόνο πράγμα στο οποίο συμφωνούν όλοι οι παγκόσμιοι παίκτες είναι η έννοια των δύο κρατών: η Αμερική, η Ευρώπη, η Ρωσία, η Κίνα, οι Άραβες, όλοι καταλαβαίνουν». «Μέχρι τώρα», συνεχίζει, «δεν είχε πολλή σημασία γιατί οι Παλαιστίνιοι δεν υπήρχαν [εννοεί πως δεν είχαν την προσοχή της παγκόσμιας σφαίρας]. Αλλά τώρα, που είναι μια περιφερειακή σύγκρουση, η οποία θα δημιουργήσει αστάθεια παντού στη Μέση Ανατολή και θα επηρεάσει ακόμα και … την αντιπαράθεση μεταξύ Αμερικής και Κίνας, πραγματικά ελπίζω πως κάποιος θα το θέσει στο τραπέζι».
Θα πρέπει να σημειωθεί πως η συζήτηση αυτή δεν γίνεται μεταξύ υποστηρικτών των δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού ή ακτιβιστών υπέρ της ειρήνης. Πέρα από τον Αγιαλόν, συμμετείχε και ο πρώην διοικητής του Ινστιτούτου Πληροφοριών και Ειδικών Επιχειρήσεων (της κεντρικής υπηρεσίας πληροφοριών του Ισραήλ, γνωστής ως Μοσάντ), Εφραΐμ Χαλεβί. Η κουβέντα πραγματοποιήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου για λογαριασμό του Ιδρύματος Κάρνεγκι για την Παγκόσμια Ειρήνη, ενός αμερικανικού think-tank, ενώ συντονιστής της συζήτησης ήταν ο Αμερικανός αναλυτής Μέσης Ανατολής, Άαρον Ντέιβιντ Μίλλερ.
Μπορείτε να την παρακολουθήσετε στο σύνολό της στο παρακάτω βίντεο: