Από το λογαριασμό του Γ.Βασσάλου στο Facebook
H Ελλάδα χτυπιέται βάναυσα από την κλιματική αλλαγή (σήμερα καίγεται, αύριο θα πλημμυρίζει) και το κοινωνικό και οικονομικό κόστος θα μεγαλώνει χρόνο με το χρόνο όσο δε γίνεται προτεραιότητα η αντιμετώπισή της. Όσο αφορά την πρόβλεψη και πυρόσβεση, οι λογικές του λιγότερου κράτους και της ανάθεσης στην ιδιωτική κερδοφορία έχουν ήδη δείξει την κατάληξή τους: κατάρρευση των δυνατοτήτων τη στιγμή που οι ανάγκες πολλαπλασιάζονται.
Όπως και ο covid, οι πυρκαγιές δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι σύγχρονες κοινωνίες χρειάζονται γενναία χρηματοδοτημένες δημόσιες υπηρεσίες που να λειτουργούν με μοναδικό γνώμονα την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, του περιβάλλοντος και της υγείας. Όλα αυτά τονίζονται επαρκώς από πολλούς φίλους εδώ μέσα. Υπάρχει όμως και το ζήτημα της αντιμετώπισης των αιτιών της κλιματικής αλλαγής, δηλαδή το ζήτημα της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (C02), το οποίο η ελληνική κοινωνία δε μπορεί να συνεχίζει να αντιμετωπίζει σαν κάτι δευτερεύον. Ενώ πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο, που χρειάζεται παγκόσμια αντιμετώπιση, η συμβολή της κάθε χώρας και ειδικά αυτών που χτυπιούνται τόσο σκληρά είναι καθοριστική.
Η Ελλάδα είναι πάνω από το Μ.Ο. της ΕΕ σε εκπομπές CO2 ανά κάτοικο . Ό,τι μέτρα έχει πάρει για τη μείωση τους, είναι αυτά (αμβισβητούμενης κατά τη γνώμη μου αποτελεσματικότητας) που της επιβλήθηκαν από την ΕΕ. Για να αποκτήσει πραγματική κλιματική πολιτική όμως, η Ελλάδα χρειάζεται κάτι που καθόλου δεν έχει αυτή τη στιγμή: ένα κλιματικό κίνημα που θα διεκδικεί δυναμικά την ένταξη του στόχου της μείωσης των εκπομπών σε όλες τις πλευρές οργάνωσης της ζωής.
Σε προηγούμενο ποστ έγραψα για την ανάγκη αλλαγής μεταφορικού μοντέλου. Ακόμα σημαντικότερη είναι η ανάγκη αλλαγής ενεργειακού μοντέλου: ριζική μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων και ριζική αύξηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Η Ελλάδα σκοράρει χαμηλά σε ΑΠΕ, καίει ακόμα πάρα πολύ πετρέλαιο, ακολουθεί την ΕΕ στο λάθος δρόμο της αύξησης κατανάλωσης φυσικού αερίου και σχεδιάζει νέες εξορύξεις στο Αιγαίο και τις υπόλοιπες θάλασσες που την περιβάλλουν.
Οι ΑΠΕ αναπτύσσονται μέχρι τώρα χωρίς κανένα κεντρικό σχεδιασμό και καμία αποτίμηση των θετικών και αρνητικών συνεπειών στο εθνικό σύνολο και τις τοπικές κοινωνίες και με μόνο οδηγό το ιδιωτικό κέδρος με όρους μάλιστα ληστρικούς ως προς τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού και τα νοικοκυριά.
Η εύλογη αντίθεση στο στρεβλό αυτό τρόπο ανάπτυξης καθιστά δύσκολη τη συνειδητοποίηση διάκριση ότι παρόλα αυτά οι ΑΠΕ είναι πλήρως απαραίτητες. Η διάκριση αυτή όμως είναι θεμελιώδης, όπως είναι θεμελιώδες το να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχει κι άλλος τρόπος ανάπτυξης τους, εφαρμόσιμος εδώ και τώρα. Μία από τις πρωτοπόρες χώρες στις ΑΠΕ είναι η Δανία. Κι εκεί η ανάπτυξη τους από μεγάλες εταιρείες προκάλεσε αντιδράσεις. Σήμερα όμως το 80% των δανέζικων ανεμογεννητριών είναι υπό δημόσιο τοπικό ή/και συνεταιριστικό έλεγχο. Και ήταν αυτή ακριβώς η αρχή της εμπλοκής και ιδιοκτησίας των τοπικών κοινωνιών που εκανε δυνατή την ανάπτυξη των ΑΠΕ σε αυτό το βαθμό. Υπάρχει ακόμα και νόμος που επιβάλει κάθε ανεμογεννήτρια να είναι συνεταιριστική τουλάχιστον κατά 20%.
Σε σειρά από χώρες λειτουργούν συνεταιριστικές ΑΠΕ, που σε αντίθεση με τον τρόπο που αναπτύσσονται στην Ελλάδα, ρίχνουν αντί να ανεβάζουν τις τιμές. Και υπάρχει και στην Ελλάδα ένα πρωτοπόρο σχέδιο που είναι έτοιμο να μπει σε εφαρμογή: o Ενεργειακός και Αναπτυξιακός Συνεταιρισμός Σίφνου είναι έτοιμος να δώσει ενεργειακή αυτονομία στο νησί, αντί να το λεηλατεί προς όφελος του κάθε Μυτιλιναίου Πρόκειται για μοντέλο που μπορεί να εφαρμοστεί σε σειρά νησιών και άλλων τόπων.
O συνδυασμός δημοσίων επενδύσεων, κεντρικού σχεδιασμού και δημόσιας και συνεταιριστικής ιδιοκτησίας μπορούν να πετύχουν εκεί που οι μεγάλες εταιρείες αποτυγχάνουν : στην απεξάρτηση της χώρας από τα μολυντικά πετρέλαιο και φυσικό αέριο και στην παραγωγή καθαρής και φθηνής ενέργειας που να εξασφαλίζει υψηλό βιοτικό επίπεδο για όλους.