του Ανδρέα Κοσιάρη
Πώς γίνεται η δίωξη και σύλληψη ενός πρώην προέδρου να είναι ταυτόχρονα ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, αλλά και μια πλήρως ασόβαρη υπόθεση; Αν μιλάμε για τις ΗΠΑ και τον Ντόναλντ Τραμπ, γίνεται.
Η είδηση έκανε τον γύρο του κόσμου: ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ διώκεται από την εισαγγελία της Νέας Υόρκης, έπειτα από απόφαση σώματος ενόρκων. Το απόγευμα της Τρίτης 4 Απριλίου, όλες οι κάμερες του πλανήτη ήταν στραμμένες στο γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα του Μανχάταν για να παρακολουθήσουν τον Τραμπ να παραδίδει εαυτόν στις αρχές.
Αυτή, η πρώτη στην ιστορία των ΗΠΑ απαγγελία κατηγοριών ενώπιον δικαστηρίου σε άνθρωπο που έχει θητεύσει ως πρόεδρος, είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα. Όχι μόνο για το ίδιο το γεγονός και την ιστορικότητά του, αλλά και για όσα άγνωστα θα το ακολουθήσουν. Για παράδειγμα, η καμπάνια για την επανεκλογή του Τραμπ έχει ήδη χρησιμοποιήσει το γεγονός της δίωξης για να αυξήσει την εισροή χρημάτων από δωρεές των οπαδών του πρώην προέδρου.
Παράλληλα, υπάρχουν ενδείξεις ότι η δίωξη θα δώσει περαιτέρω ώθηση στην υποψηφιότητα του Τραμπ, που εσχάτως συναντούσε αντιθέσεις από το ίδιο το Ρεπουμπλικανικό κόμμα που ίσως θα προτιμούσε να διεκδικήσει την προεδρία ο «σοβαρός Τραμπ» (κατά το «σοβαρή Χρυσή Αυγή»), κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις. Επιπλέον, η δίωξη έχει οδηγήσει σε όξυνση του ήδη τοξικού πολιτικού διαλόγου στις ΗΠΑ, με τον Τραμπ να χρησιμοποιεί (όχι και τόσο) εν κρυπτώ αντισημιτική γλώσσα για να κατηγορήσει τους διώκτες του πως «πληρώνονται από τον Σόρος».
Όμως αυτό καθεαυτό το περιεχόμενο της δίωξης, είναι πλήρως ασόβαρο. Όπως και το γεγονός ότι η ιστορική αυτή στιγμή συνδέεται αναπόφευκτα με πράξεις που μόνο σε σκανδαλοθηρικά περιοδικά θα είχαν θέση.
Ο Τραμπ διώκεται ουσιαστικά για «παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων». Πρόκειται για συνολικά 34 κατηγορίες που εκπορεύονται από την πληρωμή χρημάτων στην πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2016, ώστε αυτή να μην δημοσιοποιήσει τις σεξουαλικές τους σχέσεις από το μακρινό 2006. Τα χρήματα δόθηκαν στην Ντάνιελς από τον τότε δικηγόρο του Τραμπ, Μάικλ Κόεν, ο οποίος πλέον έχει αλλάξει τη στάση του και συνεργάζεται με τις αρχές εναντίον του πρώην πελάτη του. Ο Τραμπ έπειτα αποζημίωσε τον Κόεν για τα χρήματα που αυτός έδωσε στην Ντάνιελς, δηλώνοντάς τα ως «νομικά έξοδα». Εκεί έγκεινται ουσιαστικά και οι κατηγορίες εναντίον του.
Η «παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων» είναι από μόνη της κατηγορία πλημμεληματικού χαρακτήρα υπό το νομικό καθεστώς της πολιτείας της Νέας Υόρκης — μπορεί όμως να αναβαθμιστεί σε κακούργημα, εάν η πράξη γίνεται για τη συγκάλυψη άλλου εγκλήματος. Δηλαδή, ο Τραμπ κατηγορείται για το γεγονός ότι δήλωσε ψευδώς ως «νομικά έξοδα» την αποζημίωση στον δικηγόρο του, ώστε να συγκαλύψει τις πληρωμές στην πορνοστάρ που από μόνες τους μπορούν να θεωρηθούν παραβίαση του ομοσπονδιακού νομικού καθεστώτος για τη χρηματοδότηση προεκλογικών εκστρατειών, καθώς η εξαγορασμένη σιωπή της Ντάνιελς βοήθησε στην εκλογή του Τραμπ.
Αν όλο αυτό σας φαίνεται κάπως μπερδεμένο, δεν έχετε άδικο. Το σκεπτικό του εισαγγελέα δεν έχει δημοσιοποιηθεί και υπάρχει σοβαρή περίπτωση η υπόθεση να μην φτάσει ποτέ σε δίκη. Η επόμενη παρουσία του Τραμπ στο δικαστήριο είναι προγραμματισμένη για τις 4 Δεκεμβρίου του 2023 και εάν καταδικαστεί, αντιμετωπίζει ποινή έως τέσσερα χρόνια φυλάκιση για κάθε μία από τις κατηγορίες — η ποινή είναι όμως στην κρίση του δικαστή, που μπορεί και να αποφασίσει να μην υπάρξει φυλάκιση.
Είναι τουλάχιστον τραγικωμικό πως αυτό το έγκλημα είναι που οδήγησε στην πρώτη ιστορικά δίωξη Αμερικανού προέδρου. Δεν είναι μόνο το γεγονός πως ο ίδιος ο Τραμπ έχει στο παλμαρέ του άλλα, πολύ πιο σοβαρά εγκλήματα, όπως για παράδειγμα η οργάνωση της εισβολής στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021, ή η καταγεγραμμένη τηλεφωνικά προσπάθειά του να «εφευρεθούν» μερικές χιλιάδες ψήφοι στην πολιτεία της Τζόρτζια ώστε να ανατραπεί το εναντίον του εκλογικό αποτέλεσμα τον Νοέμβριο του 2020. Για αυτές τις υποθέσεις υπάρχουν υποτίθεται ανοικτές έρευνες που ίσως να οδηγηθούν κι αυτές σε δίωξη.
Πιο τραγικό (και πιο κωμικό) είναι πως σε μια Ιστορία γεμάτη με εγκληματίες προέδρους, η πρώτη δίωξη γίνεται για αυτό που είναι κατ’ουσίαν ένα σεξουαλικό σκάνδαλο. Όπως σημείωνε ο δημοσιογράφος Τζέρεμι Σκέιχιλ σε πρόσφατο άρθρο του στο the Intercept, «Αυτή η υπόθεση εναντίον του Τραμπ θα ήταν μια απλή υποσημείωση της Ιστορίας, μολονότι θυελλώδης, αν οι ΗΠΑ όντως πίστευαν στη λογοδοσία προέδρων και άλλων ανώτατων αξιωματούχων για τα εγκλήματά τους, συμπεριλαμβανόμενων όσων έγιναν κατά τη διάρκεια της θητείας τους».
Μονάχα η τελευταία εικοσαετία της αμερικανικής ιστορίας περιέχει την έναρξη πολέμων με εν γνώσει των αξιωματούχων ψεύτικα στοιχεία, τη διενέργεια εκτεταμένων βασανιστηρίων, εξωδικαστικές απαγωγές, φυλακίσεις και εκτελέσεις χιλιάδων ανθρώπων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη, εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα ειρήνης, μαζικά συστήματα παρακολουθήσεων, κ.ο.κ.
Το αμερικανικό πολιτικό σύστημα συνεργάζεται αγαστά, παρά τις επιφανειακές αντιθέσεις των δύο πλευρών του, στην αποσιώπηση αυτών των εγκλημάτων. Ο Δημοκρατικός πρόεδρος Ομπάμα είχε διαβεβαιώσει τη CIA πως κανείς δεν επρόκειτο να πληρώσει για το πρόγραμμα απαγωγών, βασανιστηρίων κι εκτελέσεων που η υπηρεσία είχε εφαρμόσει και η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόσι είχε αρνηθεί ρητά να κινήσει διαδικασίες εναντίον του Τζορτζ Γ. Μπους.
Και φυσικά, όπως έχουμε τονίσει και στο παρελθόν, η έλλειψη λογοδοσίας των Αμερικανών αξιωματούχων δεν εξαντλείται μονάχα στο εσωτερικό της υπερδύναμης. Οι ΗΠΑ όχι απλά δεν αναγνωρίζουν το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, αλλά έχουν ανοιχτά απειλήσει αξιωματούχους του Δικαστηρίου. Μάλιστα, με νόμο που έχει περάσει από τα δύω σώματα του αμερικανικού Κογκρέσου ήδη από το 2002, οι ΗΠΑ διατηρούν το δικαίωμα να εισβάλλουν στην Ολλανδία ώστε να απελευθερώσουν τυχόν Αμερικανούς αξιωματούχους ή αξιωματούχους συμμάχων που θα συλληφθούν στο πλαίσιο δίωξης από το ΔΠΔ.
Η δίωξη Τραμπ αποδεικνύει για άλλη μία φορά πως οι ΗΠΑ είναι χώρα οξύμωρων σχημάτων. «Γη της ελευθερίας» που έχει μια παθολογική εμμονή με σεξουαλικά σκάνδαλα, «μπάτσος του πλανήτη» που αρνείται να λογοδοτήσει παρά μόνο για τις γελοιωδέστερες των κατηγοριών, μια υπερδύναμη που αναλώνεται σε ασόβαρες υποθέσεις με σοβαρότατες προεκτάσεις.