Του Βασίλη Λιόση
Έκρηξη των θανάτων λόγω κορονοϊού, δυσαρέσκεια σε ευρέα κοινωνικά τμήματα από την πολιτική της κυβέρνησης (εκπαιδευτικοί, καλλιτέχνες, υγειονομικοί, μικρομεσαίες επιχειρήσεις κ.ά.), δυσφορία στο δημοκρατικό σώμα της κοινωνίας από την άνευ προηγουμένου αυταρχικοποίηση της πολιτικής της κυβέρνησης, στοχοποίηση της νεολαίας, εκδηλώσεις και πράξεις κυβερνητικών στελεχών κατάφορτες αλαζονείας και θράσους. Κι όμως!
Η μία μετά την άλλη δημοσκόπηση βγαίνει στη δημοσιότητα και όλες επιβεβαιώνουν το ίδιο. Η ΝΔ λαμβάνει το 39% στην πρόθεση ψήφου και η διαφορά της από τον δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ αγγίζει το 18%. Θα υπάρξουν πολλοί που θα αμφισβητήσουν την εγκυρότητα των δημοσκοπήσεων, αλλά σε αυτό το σημείο υπάρχει ισχυρός αντίλογος: πρώτον, πριν τις τελευταίες εκλογές οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώθηκαν σε μεγάλο βαθμό και δεύτερον, τα αποτελέσματα αυτών των δημοσκοπήσεων δεν τα αμφισβητεί ούτε και ο περισσότερο άμεσα ενδιαφερόμενος, ο ΣΥΡΙΖΑ. Αν, λοιπόν, έτσι είναι τα πράγματα πώς εξηγείται, όχι μόνο η ανθεκτικότητα, αλλά και μία μικρή άνοδος της ΝΔ, με όλη αυτή την κατάσταση που βιώνουμε;
Ας μην ξεχνάμε πως μαζί με την εικόνα που περιγράψαμε αρχικά υπάρχουν και τα απόνερα ή καλύτερα το τσουνάμι που δημιούργησε η κρίση του 2010. Δεν θα ήταν φυσιολογικό κι επόμενο με όλα αυτά η ΝΔ να έχει υποστεί, αν όχι καθίζηση, μία έστω διακριτή μείωση της εκλογικής της επιρροής;
Ό,τι σχήματα κι αν φτιάχνουμε στα κεφάλια μας η πραγματικότητα είναι πεισματάρα. Στην κοινωνία δεν χωρούν γραμμικές εξελίξεις. Αυτές είναι μόνο για φυσικά φαινόμενα και μάλιστα σε ιδανικές περιπτώσεις. Με άλλα λόγια, η φτώχεια και η καταπίεση δεν επιφέρουν αναγκαστικά ριζοσπαστικές ανατροπές στην ψυχολογία, τις ιδέες και τις πράξεις των ανθρώπων. Ας επιχειρήσουμε μία πρώτη προσέγγιση για να ερμηνεύσουμε την ανθεκτικότητα της ΝΔ παρόλο το υπάρχον πλαίσιο.
Πρώτο, η δυσαρέσκεια για ένα τομέα της ζωής δεν φέρνει τη συνολική ανατροπή στις αντιλήψεις του κόσμου. Για παράδειγμα, ενώ η εικόνα για την αποδοχή της κυβερνητικής πολιτικής στον τομέα της υγείας έχει υποστεί σοβαρά ρήγματα (από σχεδόν 90% στην πρώτη καραντίνα έχει πέσει στο μισό), δεν οδηγεί σε τροποποιήσεις της εκλογικής συμπεριφοράς. Εδώ αναμφισβήτητα παίζουν ρόλο και τα ΜΜΕ και ο τρόπος που αυτά διαμορφώνουν συνειδήσεις, πώς πλασάρουν εικόνες, τι επιλογές κάνουν στην ειδησιογραφία τους, τι αποκρύπτουν κ.λπ. Ας μην ξεχνάμε πως τα ΜΜΕ είναι μπουκωμένα από εκατομμύρια ευρώ και πρέπει να ανταποδώσουν το δώρο της κυβέρνησης. Όπως και να έχει, όταν ακόμη και σήμερα η αποδοχή που αφορά την πολιτική στον τομέα της υγείας υπερβαίνει το 40%, δηλαδή ένα ποσοστό μεγαλύτερο του εκλογικού ποσοστού της ΝΔ, δεν είναι μικρή. Αυτό μπορεί να σημαίνει πως υπάρχει ένας μεγάλος και παραδοσιακός πυρήνας ψηφοφόρων της ΝΔ που είναι αρκετά συμπαγής.
Δεύτερο, οι κινηματικές διαδικασίες βρίσκονται σε ένα τέλμα εδώ και περίπου πέντε χρόνια αλλά στην παρούσα φάση το τέλμα βάθυνε λόγω των αντικειμενικών δυσκολιών. Η πανδημία δεν επιτρέπει τις συλλογικές διαδικασίες (γενικές συνελεύσεις σωματείων, συνεδριάσεις διοικητικών συμβουλίων, επισκέψεις συνδικαλιστών στους εργασιακούς χώρους κ.ά). Η δυσκολία πραγματοποίησης όλων αυτών των διαδικασιών, καθώς και των πορειών και απεργιών, δημιουργεί μία εικόνα παθητικότητας και αποδοχής της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής.
Τρίτο, οι αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις της κυβέρνησης με τις απαγορεύσεις της πορείας του Πολυτεχνείου και της συγκέντρωσης στη μνήμη του Αλέξη Γρηγορόπουλου, ο άγριος προπηλακισμός διαδηλωτών, οι συλλήψεις, οι απαγορεύσεις που ανακοινώνονται ως νόμος από την ηγεσία της αστυνομίας, είναι πρωτοφανείς διαδικασίες που μας παραπέμπουν σε άλλες εποχές. Ποιος, όμως, μπορεί με βεβαιότητα να ισχυριστεί ότι όλο αυτό λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο που θα λειτουργούσε όπως και σε μία εποχή «κανονικότητας»; Ακόμη και κόσμος που δεν ανήκει παραδοσιακά στη συντηρητική παράταξη δεν αποκλείεται να επικροτεί έστω και σιωπηλά τους κυβερνητικούς χειρισμούς, φοβούμενος τις επιπτώσεις της πανδημίας και παραβλέποντας ή αγνοώντας τα ψέματα και τις αντιφάσεις της κυβέρνησης.
Τέταρτο, ας μην ξεχνάμε τι επιπτώσεις επήλθαν από την πεντάχρονη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Οι σχετικές δημοσκοπήσεις που πραγματοποιήθηκαν είναι αποκαλυπτικές. Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε σοβαρή ιδεολογική μετατόπιση στο εκλογικό σώμα. Για παράδειγμα, ενώ στην αυτοτοποθέτηση των ερωτώμενων η καμπύλη «αριστερά» υπερείχε σαφώς της καμπύλης «δεξιά», στο τέλος της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ η εικόνα έχει αντιστραφεί. Επομένως, καταγράφηκε μία σημαντική συντηρητικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας. Η ΝΔ ενώ είχε φτάσει μετά την εφαρμογή μνημονίων σε ιστορικό χαμηλό 19%, κέρδισε τις τελευταίες εκλογές με διπλάσιο ποσοστό! Τι άλλο από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτό που εκτόξευσε εκλογικά τη ΝΔ;
Πέμπτο, τα τελευταία χρόνια συμπεριλαμβανομένων και κάποιων χρόνων προ πανδημίας και κρίσης του 2010, έχουν διαμορφωθεί λαϊκά στρώματα που έχουν εμπεδώσει ως μία πραγματικότητα την πολιτική των επιδομάτων, των χαμηλών μισθών, των μικρών συντάξεων, της ανεργίας και της ημιανεργίας κ.λπ. Ακριβώς αυτή η εδραιωμένη αντίληψη είναι που δημιουργεί ένα φάσμα αποδοχής της υπάρχουσας πολιτικής. Ένα φάσμα που εκτείνεται ανάμεσα στην παθητικότητα και την ευαρέσκεια λόγω της λήψης των επιδομάτων πείνας των 500 ευρώ. Με άλλα λόγια, η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης μπορεί να δημιουργεί αντιδράσεις και δυσφορία στις πιο προηγμένες πολιτικές συνειδήσεις, αλλά η ριζοσπαστική σκέψη και διάθεση δεν είναι κτήμα του συνόλου των λαϊκών στρωμάτων.
Συμπέρασμα (πρόχειρο και σύντομο): δεν αποκλείεται καθόλου η εικόνα των δημοσκοπήσεων να είναι αληθινή. Ίσως, οι λόγοι που προαναφέρθηκαν να ερμηνεύουν ως ένα βαθμό αυτό που καταγράφουν οι έρευνες. Για να αντιστραφεί η εικόνα απαιτούνται υπερβάσεις. Και μία υπέρβαση ήταν αυτή που έγινε από ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ και ΜΕΡΑ 25 στην επέτειο του Πολυτεχνείου (σε αντίστοιχες μελλοντικές πρωτοβουλίες χωράνε κι άλλες δυνάμεις). Η υπέρβαση αυτή δεν απαιτείται μόνο και μόνο για την ανατροπή της εικόνας των δημοσκοπήσεων, αλλά αφορά κυρίως την πορεία του λαϊκού κινήματος.