Οι συγγραφείς δύο αμφισβητήσιμων «ρεπορτάζ» μεγάλων αμερικανικών ΜΜΕ φέρονται να έχουν δεσμούς με τον μηχανισμό προπαγάνδας του ισραηλινού κράτους.

«Δημοσιογράφοι» των ΝΥΤ και WSJ έχουν δεσμούς με τον ισραηλινό μηχανισμό προπαγάνδας

Πρόσφατα, οι New York Times και η Wall Street Journal δημοσίευσαν δύο «ρεπορτάζ» με σοβαρούς, εμπρηστικούς ισχυρισμούς που προσφέρθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν ως δικαιολόγηση για τις μαζικές δολοφονίες Παλαιστινίων στη Γάζα από το Ισραήλ. Αμφότερες οι ιστορίες, που έχουν τις ρίζες τους σε ανυπόστατες/ανέλεγκτες αφηγήσεις, βρέθηκαν στο επίκεντρο έντονου δημόσιου ελέγχου λόγω ερωτημάτων για την αληθοφάνεια του περιεχομένου τους. Όπως αποκαλύπτει όμως η δημοσιογραφική έρευνα, μεταξύ άλλων και από το the Intercept, υπάρχουν και σημαντικά ηθικά ζητήματα που αφορούν ορισμένους από τους συντάκτες αυτών των ρεπορτάζ και τους δεσμούς τους με επιχειρήσεις ισραηλινής προπαγάνδας.

Τα δύο ρεπορτάζ συνυπογράφτηκαν από προσωπικότητες με αντιπαλαιστινιακές προκαταλήψεις που εμφανίζονταν ως αντικειμενικοί δημοσιογράφοι. Το ρεπορτάζ των NYT «Screams Without Words» («Ουρλιαχτά δίχως λέξεις») υποστήριξε ότι υπήρχε ένα συστηματικό, εκτεταμένο πρόγραμμα βιασμών και σεξουαλικής βίας που διαπράχθηκε από Παλαιστίνιους στις 7 Οκτωβρίου. Η ιστορία στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό σε υπονοούμενα και όχι σε τεκμηριωμένα γεγονότα, ενώ η οικογένεια ενός από τα φερόμενα ως θύματα αμφισβητεί την ακρίβεια του άρθρου και δηλώνει ότι η συνέντευξη μαζί τους έγινε με ψευδή προσχήματα.

Η συν-συγγραφέας της ιστορίας των Times, Anat Schwartz, έχει κάνει «like» σε πολλαπλές αναρτήσεις που υποστήριζαν ρητά τη γενοκτονία στη Γάζα (έκτοτε έχει διαγράψει και αλλάξει τους λογαριασμούς της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης). Μεταξύ αυτών ήταν και μια ανάρτηση που αναφέρθηκε από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ως δήλωση πιθανής υποκίνησης σε γενοκτονία. Μαζί με έναν άλλο από τους συγγραφείς του άρθρου, τον Adam Sella που τυγχάνει να είναι ανιψιός της, η Schwartz φέρεται να πίεσε μία μάρτυρα της 7ης Οκτωβρίου να συνεργαστεί με την ιστορία των Times, λέγοντάς της ότι ήταν «σημαντικό (…) για την ισραηλινή hasbara» (προπαγάνδα). Τέλος, η Schwartz φαίνεται να μην έχει εργαστεί ως δημοσιογράφος πριν από τον Νοέμβριο του 2023, αλλά ως «κινηματογραφίστρια». Είναι τουλάχιστον περίεργο εν μέσω μίας κρίσης στο Μεσανατολικό οι NYT να επιλέγουν να δώσουν δουλειά σε ένα άτομο που δεν έχει πρότερη εμπειρία στο αντικείμενο. Πόσο μάλλον όταν το άτομο αυτό έχει στο παρελθόν υπηρετήσει στην υπηρεσία Πληροφοριών της ισραηλινής Αεροπορίας.

Το ρεπορτάζ της WSJ «Intelligence Reveals Details of U.N. Agency Staff’s Links to Oct. 7 Attack» («Πληροφορίες αποκαλύπτουν λεπτομέρειες των δεσμών υπαλλήλων Υπηρεσίας του ΟΗΕ με την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου») επιχείρησε να ξεπλύνει την αμφιβόλου ποιότητας ισραηλινή προπαγάνδα που παρουσίασε την UNRWA, την πιο ζωτική ανθρωπιστική οργάνωση που δραστηριοποιείται στη Γάζα, ως μια οργάνωση-βιτρίνα της Χαμάς, με μέλη της να συμμετέχουν άμεσα στις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου.

Πρόκειται ουσιαστικά, όπως το χαρακτήρισε ο δημοσιογράφος Τζέρεμι Σκέιχιλ του Intercept, για μια «υπηρεσία παράδοσης ισραηλινών ισχυρισμών, τους οποίους ακόμη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ λέει τώρα ότι δεν μπορεί να επιβεβαιώσει». Το ρεπορτάζ χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει την περικοπή της χρηματοδότησης της UNRWA από τις ΗΠΑ και άλλες κυβερνήσεις. Η συν-συγγραφέας αυτής της ιστορίας, Carrie Keller-Lynn, υπηρέτησε στον ισραηλινό στρατό μαζί με στενή της φίλη, στην οποία η ίδια αποδίδει τον ρόλο ανάπτυξης στρατηγικής μέσων κοινωνικής δικτύωσης για τον ισραηλινό στρατό κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Γάζα το 2009. Η Keller-Lynn υπήρξε επίσης ακτιβίστρια κατά του κινήματος Μποϊκοτάζ, Αποεπένδυσης και Κυρώσεων (Boycott, Divestment, Sanctions – BDS) όταν φοιτούσε στο πανεπιστήμιο στις ΗΠΑ. Αφού άρχισαν να κυκλοφορούν φωτογραφίες της με τη στολή των IDF, η Keller-Lynn κλείδωσε τον λογαριασμό της στο X (πρώην Twitter), και προηγούμενα άρθρα και podcasts που περιγράφουν λεπτομερώς την ιστορία και τις απόψεις της διαγράφηκαν από το διαδίκτυο.

Όπως τονίζει σε ανάρτηση του ο Τζέρεμι Σκέιχιλ, πρόκειται για σοβαρά ζητήματα δεοντολογίας, πέραν των αυξανόμενων ερωτημάτων σχετικά με την ακρίβεια των ίδιων των ιστοριών. Πρόκειται για δημοσιεύματα με τεράστιο αντίκτυπο, σε δύο από τα μεγαλύτερα ΜΜΕ του πλανήτη — η επίδρασή τους εκτείνεται τόσο στην πολιτική όσο και στην κατανόηση του πολέμου από το κοινό. Πώς γίνεται να επικαλούνται ανεξαρτησία όταν οι άνθρωποι που επιλέγουν για σχολιασμό είναι τόσο ενσωματωμένοι με τη μία πλευρά της σύγκρουσης;

Ο Σκέιχιλ μας καλεί να κάνουμε μια απλή σύγκριση — να αντιπαραβάλλουμε αυτή την κατάσταση, δηλαδή προσωπικότητες με ξεκάθαρη αντιπαλαιστινιακή προκατάληψη να γράφουν υποτιθέμενα «ειδησεογραφικά» άρθρα γεμάτα ανακρίβειες, με τις περιπτώσεις Παλαιστίνιων και Αράβων δημοσιογράφων, ή Δυτικών δημοσιογράφων με φιλοπαλαιστινιακές απόψεις, που έχουν λογοκριθεί ή και απολυθεί από Δυτικά μέσα για τη στάση τους κατά της γενοκτονίας στη Γάζα.

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ