Woke: ο πόλεμος δυο καραφλών για μια τσατσάρα*

Άρης Χατζηστεφάνου | Η Εφημερίδα των Συντακτών 18/03/2023

Καθώς η ανθρωπότητα κρατούσε την αναπνοή της παρακολουθώντας την κατάρρευση της Silicon Valley Bank, στις ΗΠΑ διεξαγόταν ακόμη μια μάχη ενός κλιμακούμενου πολιτισμικού πολέμου. Οι Ρεπουμπλικανοί αποφάνθηκαν ότι για όλα έφταιγαν ένας μαύρος και ένας ομοφυλόφιλος στο διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας.

Νέα Υόρκη

Υπάρχουν πολλές διαφορετικές ερμηνείες για τα αίτια που οδήγησαν στην κατάρρευση της Silicon Valley Bank (SVB) και καθένας μπορεί να διαλέξει ανάλογα με τις πολιτικές και ιδεολογικές του θέσεις. Όσοι ζητούν αυστηρότερη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος μας θυμίζουν ότι τα στελέχη της τράπεζας πριόνισαν το κλαδί επάνω στο οποίο κάθονταν αφού ανέθεσαν σε λομπίστες να ακυρώσουν τις δικλίδες ασφαλείας οι οποίες θα είχαν αποτρέψει την κατάρρευση.

Άλλοι αποδίδουν το σύνολο της ευθύνης στην αμερικανική κεντρική τράπεζα – είτε για τη σημαντική αύξηση των επιτοκίων χωρίς σοβαρή μελέτη των επιπτώσεων είτε γιατί πριν από δύο χρόνια επέτρεψε τη συγχώνευση της SVB με την Boston Private Bank από την οποία προέκυψε ένα ευμέγεθες και ασταθές τραπεζικό μόρφωμα. Όλα τα επιχειρήματα, που άλλοτε είναι αντικρουόμενα και άλλοτε συμπληρωματικά, στηρίζονται σε κάποιες αρχές οικονομικών.

Αντίθετα, αν ρωτήσεις την ακροδεξιά πτέρυγα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος θα σου πουν ότι για όλα φταίει η πολιτική ορθότητα της Καλιφόρνιας και το γεγονός ότι στο διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας υπήρχε ένας μαύρος, ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και δύο βετεράνοι του αμερικανικού στρατού. Εν συντομία «η τράπεζα ήταν woke».

Ο συγκεκριμένος όρος που προέρχεται από την αφροαμερικανική αργκό χρησιμοποιούνταν αρχικά για να περιγράψει όσους καταδίκαζαν τις προκαταλήψεις και τις διακρίσεις εναντίον μειονοτήτων. Για τους Ρεπουμπλικανούς όμως εξελίχθηκε σε μια λέξη-πασπαρτού με την οποία περιγράφουν οτιδήποτε δεν τους αρέσει ή και δεν καταλαβαίνουν. Έτσι ο Ντόναλντ Τραμπ τζούνιορ υποστήριξε ότι «η κατάρρευση της SVB ήταν αναμενόμενη από τη στιγμή που η τράπεζα προωθούσε μια αριστερή/woke ιδεολογία σε βάρος της κοινής επιχειρηματικής λογικής». Στην ίδια γραμμή ο ακροδεξιός κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον Ντεσάντις, που διεκδικεί το χρίσμα για την προεδρία, υποστήριξε ότι η τράπεζα «αμέλησε τα καθήκοντά της γιατί την απασχολούσαν μόνο η DEI (Διαφορετικότητα, Ισότητα, Συμπερίληψη) και διάφορα άλλα πολιτικά πράγματα».

Υπάρχουν δύο βασικά προβλήματα σε αυτή τη συλλογιστική. Ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι για την κατάρρευση μιας τράπεζας δεν ευθύνεται ο καπιταλισμός-καζίνο αλλά η πολιτική ορθότητα, η SVB ήταν λιγότερο woke από πολλές άλλες τράπεζες ανάλογου μεγέθους στις ΗΠΑ. Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι σε μεγάλο ποσοστό οι Ρεπουμπλικανοί χρησιμοποιούν τον όρο woke περισσότερο σαν βρισιά αφού συχνά δεν ξέρουν τι σημαίνει. Πριν από μερικές ημέρες έγινε viral μια συνέντευξη της Αμερικανίδας συγγραφέα Μπέθνι Μάντελ η οποία χρησιμοποιούσε δεκάδες φορές τη λέξη woke. Όταν όμως η δημοσιογράφος τη ρώτησε τι σημαίνει ο όρος αυτή τα έχασε. Για περίπου 45 δευτερόλεπτα (μια αιωνιότητα τηλεοπτικού χρόνου) κοιτούσε αποσβολωμένη την κάμερα μην μπορώντας να τοποθετήσει τρεις λέξεις στη σειρά.

Αναζητώντας αντιστοιχίες στην ελληνική πραγματικότητα θα λέγαμε ότι οι Ρεπουμπλικανοί χρησιμοποιούν το woke όπως ο Μπογδάνος τη φράση «Βίγκαν λεσβίες αναρχικές μπαχαλοσατανίστριες» και ο Γεωργιάδης τη λέξη «θολοκουλτουριάρηδες». Ενώ όμως αυτοί οι δύο ακροδεξιοί πολιτικοί ανήκουν στην κατηγορία των γραφικών, στις ΗΠΑ το φαινόμενο του woke δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα, εξίσου ακροδεξιά αλλά και απόλυτα σουρεαλιστική. Ο δημόσιος διάλογος για ορισμένα από τα σημαντικότερα προβλήματα (από την ολοκληρωτική κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος μέχρι την εξαφάνιση κάθε ίχνους ζωής στον πλανήτη) πραγματοποιείται σε ένα νεφέλωμα το οποίο υπερίπταται χωρίς να ακουμπά την πραγματικότητα.

Στην Ελλάδα μπορεί να ζητάμε διαλεύκανση των αιτιών της τραγωδίας στα Τέμπη και αντί για αυτό ο εισαγγελέας να εξετάζει υποθέσεις δεκαπενταετίας αλλά τουλάχιστον όλοι συζητούν για το ίδιο θέμα: την ασφάλεια των τρένων. Στις ΗΠΑ αυτό δεν είναι πλέον δεδομένο. Όταν η κυβέρνηση Μπάιντεν πρότεινε, στις αρχές του 2023, να απαγορευτούν οι κουζίνες υγραερίου που κατηγορούνται ότι απελευθερώνουν καρκινογόνα στοιχεία, κορυφαία στελέχη των Ρεπουμπλικανών απάντησαν ότι πρόκειται για μια woke επίθεση στο πλαίσιο του πολιτισμικού πολέμου (culture war) που έχουν κηρύξει οι ελίτ απέναντι στους Αμερικανούς πολίτες – η μια πλευρά, δηλαδή, μιλούσε για κουζίνες υγραερίου και η άλλη απαντούσε με επιχειρήματα εναντίον των δικαιωμάτων των μειονοτήτων!

Προφανώς η φιλελεύθερη Αμερική του «επιχειρείν» και της «καινοτομίας» δεν είναι άμοιρη ευθυνών για αυτή την κωμικοτραγική κατάσταση. Την τελευταία δεκαετία πολυεθνικές αλλά και πολιτικοί συγκαλύπτουν εγκληματικές πράξεις και παραλείψεις τους πίσω από μια βιτρίνα «διαφορετικότητας» και «συμπερίληψης» η οποία δεν απαντά σε καμία από τις εναντίον τους κατηγορίες. Η Amazon, λόγου χάριν, παρουσιάζει τα εργασιακά της κάτεργα σαν όαση προστασίας της διαφορετικότητας. Αντίστοιχα η McKinsey, ο κολοσσός στον χώρο των συμβούλων επιχειρήσεων, ενώ καταδίκαζε τον «ρατσισμό, το μίσος και τη μισαλλοδοξία», είχε αναλάβει να στήσει την απάνθρωπη πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ για τους μετανάστες. Ήταν μάλιστα η εταιρεία που πρότεινε να μειώσουν τις μερίδες του φαγητού που προσφέρονται στους μετανάστες-κρατούμενους προκειμένου να εξοικονομηθούν χρήματα αλλά και σαν μέσο αποτροπής της εισόδου νέων μεταναστών.

Καθώς οι ΗΠΑ απειλούν να πυροδοτήσουν άλλη μια παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η συζήτηση στο εσωτερικό της χώρας μοιάζει να αφορά κάποιον άλλο πλανήτη. Ο κόσμος μπορεί να τελειώσει με κρότο ή με λυγμό αλλά στις ΗΠΑ απλώς δεν θα ξέρουν τι τους βρήκε.

* Φράση που χρησιμοποιούσε ο συγγραφέας Χόρχε Λουίς Μπόρχες για να περιγράψει τον πόλεμο Βρετανίας–Αργεντινής για τα νησιά Φόκλαντ/Μαλβίνας

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ