του Ανδρέα Κοσιάρη
Ένας ηγέτης, που το σύνολο σχεδόν των ΜΜΕ της χώρας του τον εκθειάζει, όμως ο ίδιος αντιμετωπίζει μομφές για την ακρίβεια και την ποιότητα ζωής των πολιτών, την παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη διασπάθιση δημοσίου χρήματος, περπατά στη Νέα Υόρκη, όπου βρίσκεται στο πλαίσιο της συνδιάσκεψης του ΟΗΕ.
Ξάφνου, συναντά κάποιον άγνωστο ο οποίος τον προσεγγίζει ή τον φωνάζει φιλικά και έχουν μια μικρή εγκάρδια συζήτηση. Εντελώς τυχαία, στέλεχος της κουστωδίας του ηγέτη απαθανατίζει τη στιγμή σε βίντεο, το οποίο αμέσως διοχετεύεται σε όλα τα προαναφερθέντα ΜΜΕ, κρατικά και μη.
Είναι πολύ πιθανόν να είδατε κι εσείς την ιστορία αυτή στις οθόνες της τηλεόρασης ή του υπολογιστή σας, ή σε κάποια εφημερίδα. Είναι μάλιστα πολύ πιθανόν να την είδατε περισσότερο από μία φορά, διότι το ίδιο «τυχαίο συμβάν» με ελάχιστες διαφορές συνέβη και στον Ταγίπ Ερντογάν και στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
«Ευχαριστώ πρόεδρε, για όσα σε βολεύει να σε ευχαριστώ»
Διαβάζουμε στο πρακτορείο Anadolu: «Ο Τούρκος πρόεδρος το Σάββατο [σ.σ. 17 Σεπτεμβρίου] βγήκε μια βόλτα στο Σέντραλ Παρκ της Νέας Υόρκης (…) τράβηξε την προσοχή όσων βρίσκονταν στο πάρκο, ήρθε σε επαφή μαζί τους κι επίσης έβγαλε φωτογραφίες. Ενώ καθόταν σε ένα παγκάκι, ένα άτομο τον πέτυχε και τον ευχαρίστησε για τον ρόλο του στη συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία».
Ο Ερντογάν δηλαδή πήγε «για μια βόλτα» στη Νέα Υόρκη, εντελώς τυχαία υπήρχε εκεί ο φωτογράφος του και ένας βιντεολήπτης, και εντελώς τυχαία ένας τυχαίος Νεοϋορκέζος όχι απλά τον αναγνώρισε, αλλά μπήκε στον κόπο να κάτσει δίπλα του και μέσω μεταφραστή να τον ευχαριστήσει «για όλη σας τη δουλειά στην Ουκρανία (…) για τα σιτηρά που πέρασαν (…) και επειδή βοηθήσατε να γίνει το ΝΑΤΟ πιο δυνατό».
Είναι δύσκολο να αποδειχτεί το προφανές, ότι δηλαδή το «τυχαίο συμβάν» ήταν ολωσδιόλου στημένο από τον τουρκικό μηχανισμό προπαγάνδας. Τα σημάδια όμως είναι εκεί. Ολόκληρο το βίντεο της «βόλτας» του Ερντογάν στο Σέντραλ Παρκ είναι γεμάτο από συναντήσεις με περαστικούς. Η συντριπτική πλειοψηφία δεν γνωρίζει ποιος είναι, τους τραβά την προσοχή η κάμερα και οι μπράβοι, ρωτούν να μάθουν (ή ενημερώνονται χωρίς προτροπή από την ακολουθία) και όταν μαθαίνουν τον χαιρετούν ή βγαίνουν μια φωτογραφία μαζί του. Ένας μόνο είναι αυτός που κάθεται μαζί του και συζητά για πολιτικά ζητήματα, και εντελώς τυχαία τον επικροτεί ακριβώς για τα ζητήματα τα οποία βολεύουν τον Σουλτάνο να βρίσκονται στη δημόσια συζήτηση: τον διαμεσολαβητικό του ρόλο στο ρωσο-ουκρανικό, τις εξαγωγές σιτηρών από την εμπόλεμη ζώνη και την αμφισβητήσιμη από ορισμένους εκ των συμμάχων «ενίσχυση του ΝΑΤΟ».
Φυσικά δεν είναι τόσο απλό και εύκολο να πλησιάσει κανείς έναν πρόεδρο χώρας όπως ο Ερντογάν. Σε ορισμένα πλάνα του βίντεο γίνεται εμφανές το πόσο μεγάλο κλοιό γύρω του έχουν κάνει οι άνδρες της ασφάλειάς του και αναμφίβολα, πριν τον «συναντήσουν», οι διάφοροι περαστικοί πέρασαν από κάποιον έστω υποτυπώδη έλεγχο για να γίνει σίγουρο ότι δεν θα αποτελέσουν απειλή και δεν θα πουν κάτι που δεν πρέπει. Όμως ο ευγνωμονών Νεοϋορκέζος φάνηκε να είναι και εξαιρετικά δασκαλεμένος.
Ένας τυχαίος Έλληνας ταρίφας σε μια τυχαία διάβαση της Νέας Υόρκης
Από την πλευρά του Έλληνα πρωθυπουργού, το «τυχαίο» σόου ήταν σίγουρα λιγότερο εντυπωσιακό, αλλά προσομοίαζε περισσότερο σε μια τυχαία συνάντηση. Περπατώντας στους δρόμους της Νέας Υόρκης — διότι, βλέπετε, ο πρωθυπουργός είναι απλός και περπατά στον δρόμο με την πλέμπα, δεν πάει στις συναντήσεις του με λιμουζίνα — «έτυχε» να βρεθεί ένας Έλληνας ομογενής ταξιτζής στη διάβαση από όπου περνούσε ο Κυριάκος. Τόσοι είναι άλλωστε οι Έλληνες στην αμερικανική μητρόπολη, που είναι πιστευτό να βρέθηκε τυχαία ένας στην ίδια διάβαση με τον Μητσοτάκη.
Ο ταξιτζής τον φώναξε φιλικά, είχαν μια σύντομη εγκάρδια συζήτηση τύπου «πού είσαι ρε μεγάλε;» και «από πού είσαι εσύ; Από την Τρίπολη;» κι έπειτα ο Κυριάκος, πάντα χαμογελαστός (σε αντίθεση με τον πιο μαζεμένο Ταγίπ) συνέχισε να περπατά. Κι όλο αυτό, εντελώς τυχαία, το τραβούσε σε βίντεο στο κινητό της μία από τις ακολούθους του Μητσοτάκη.
Ένα τέτοιο επικοινωνιακό «δώρο θεού» δεν θα μπορούσε παρά να ανέβει αμέσως στον λογαριασμό του πρωθυπουργού στο Instagram κι από εκεί να αναπαραχθεί άκριτα σε όλα τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ. Διατηρώντας ένα ίχνος σοβαρότητας, το θέμα δεν βρίσκεται αναρτημένο στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, θα το βρείτε όμως στην ΕΡΤ και σε σχεδόν όποιο άλλο ΜΜΕ αποταθείτε. Κι ενώ όσα ελληνικά ΜΜΕ ασχολήθηκαν με το αντίστοιχο σόου του Ερντογάν, έμπαιναν στον κόπο να βάλουν εισαγωγικά στη λέξη «τυχαίο», δεν έκαναν το ίδιο στη συνάντηση του Κυριάκου με τον ταρίφα.
Αν, βέβαια, δεν μαγευτείτε από την απλότητα και την αμεσότητα του Κυριάκου, ίσως να προσέξετε ότι το βίντεο που αναρτήθηκε ξεκινά με την προσφώνηση του ταξιτζή, σε μία μάλλον άκομψη κοπή της έναρξής του, και δεν μας δείχνει απολύτως τίποτα από την πρότερη βόλτα του Μητσοτάκη, όπου θα μπορούσε να φανεί πόσο «τυχαίο» ήταν όντως το συμβάν. Επίσης, διακρίνεται στα δεξιά του πλάνου ένα μαύρο βανάκι με αναμμένα τα αλάρμ, που δείχνει να έχει κλείσει την κυκλοφορία στον δρόμο που διασχίζει ο Έλληνας πρωθυπουργός, αλλά μακριά από εμάς η υπόθεση πως όλο το συμβάν είχε στηθεί από τους συμβούλους επικοινωνίας του Μαξίμου. Άλλωστε, δεν έχουμε κανέναν λόγο να αμφισβητήσουμε ότι ο ομογενής ταξιτζής είναι αυτό που δηλώνει.
Δεν είναι δα πως ο επικοινωνιακός μηχανισμός του Μητσοτάκη έχει ξανακάνει κάτι τέτοιο. Θυμάστε εσείς κάποιο περιστατικό όπου ο Κυριάκος να συνάντησε τυχαία κάποια γυναίκα (τυχαία στέλεχος της ΝΔ) που τον θαύμασε για το πόσο «κούκλος» είναι; Ή κάποιον καουμπόι στον κάμπο της Λάρισας που τον φωνάζουν «Ντάλτον» κι αποκάλεσε τον πρωθυπουργό «ήρωα»;
Όχι πως άλλοι Έλληνες πολιτικοί δεν είχαν στο παρελθόν κι αυτοί τις τυχαίες τους συναντήσεις. Είθισται βέβαια αυτές οι «τυχαιότητες» να συμβαίνουν όχι εκεί που ο πολιτικός περπατά αμέριμνος, αλλά ενώ έχει βγει συγκεκριμένα με σκοπό να συναντήσει κόσμο. Έτσι, ο Τσίπρας έβρισκε κυρίες να τον αγκαλιάζουν κλαίγοντας κι ο Γιωργάκης Παπανδρέου συνταξιούχους να του λένε να τους κόψει κι άλλο τη σύνταξη. Σίγουρα αν κανείς ψάξει στο παρελθόν θα βρει κι άλλα τέτοια ενσταντανέ.
Φεμινιστικά τσιγάρα και photobombing
Στη σύγχρονη μορφή του, το είδος αυτό επικοινωνιακής τυχαιότητας είναι φυσικά αμερικανικό φρούτο. Ονομάζεται publicity stunt (ελεύθερα: κόλπο δημοσιότητας), όρος που περικλείει ένα μεγάλο εύρος πρακτικών του τομέα των δημοσίων σχέσεων και της διαφήμισης. Πρόκειται για στημένα γεγονότα, συχνά σχεδιασμένα να σοκάρουν και να προκαλέσουν, ώστε να προωθήσουν ένα προϊόν ή έναν άνθρωπο-προϊόν.
Ένα από τα πρώτα σύγχρονα τέτοια «κόλπα» οργανώθηκε από τον θεωρούμενο ιδρυτή του κλάδου των δημοσίων σχέσεων, Αμερικανό Έντουαρντ Μπερνέιζ. Το 1928, ο Μπερνέιζ προσελήφθη από τον πρόεδρο της καπνοβιομηχανίας American Tobacco Company, Τζορτζ Ουάσινγκτον Χιλ, για να προωθήσει τα προϊόντα της εταιρείας στις γυναίκες. Βλέπετε, τω καιρώ εκείνω οι γυναίκες είχαν μόλις ξεκινήσει να διεκδικούν την ισότιμη συμμετοχή τους στην κοινωνική και πολιτική ζωή. Το κάπνισμα από γυναίκες σε δημόσια θέα, αν δεν απαγορευόταν ρητά, ήταν πάντως σίγουρα σοβαρό κοινωνικό ταμπού.
Ο Μπερνέιζ είπε λοιπόν να εκμεταλλευτεί το κίνημα χειραφέτησης των γυναικών για να πουλήσει τσιγάρα. Δανείστηκε από ένα ψυχαναλυτή την έκφραση «Πυρσοί Ελευθερίας» για τα τσιγάρα (ο Μπερνέιζ είχε στενή σχέση με το επάγγελμα όντας ανιψιός του Σίγκμουντ Φρόιντ) και προσέλαβε γυναίκες να περπατήσουν καπνίζοντας στην παρέλαση της Κυριακής του Πάσχα του 1929 στη Νέα Υόρκη. Οι γυναίκες αυτές, σύμφωνα με τις οδηγίες του Μπερνέιζ, έπρεπε «να είναι εμφανίσιμες, αλλά όχι πολύ σαν μοντέλα» ώστε να υποδεικνύεται μία γοητευτική απλότητα. Και φυσικά ο διαβόητος δημοσιοσχεσίτης προσέλαβε δικούς του φωτογράφους, ώστε να σιγουρευτεί πως οι φωτογραφίες που θα έκαναν αμέσως τον γύρο του κόσμου θα έδειχναν αυτό ακριβώς που ήθελε: τα τσιγάρα ως «Πυρσούς Ελευθερίας» για τις γυναίκες.
Το κόλπο δούλεψε και μάλιστα πολύ γρήγορα. Ενώ το 1923 μόλις το 5% των τσιγάρων που πωλούνταν στις ΗΠΑ αγοράζονταν από γυναίκες, στο τέλος του 1929, αμέσως μετά το κόλπο δημοσιότητας του Μπερνέιζ, είχε ανέβει στο 12% και το 1935 στο 18,1%. Τρεις δεκαετίες αργότερα, ο Μπερνέιζ θα είχε ενεργό ρόλο στο πραξικόπημα στη Γουατεμάλα για λογαριασμό της United Fruit Company.
Στον τομέα της πολιτικής, τέτοια κόλπα άργησαν κάπως να υιοθετηθούν. Σε μεγάλο κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας η πολιτική καταδυναστευόταν από σοβαροφάνεια, οπότε ο χώρος για την απαραίτητη στο κόλπο πρόκληση ήταν λίγος. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το ταμπού έσπασε ο υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον το 1992, με την εμφάνισή του στην εκπομπή του μαύρου κωμικού Αρσένιο Χολ, ιστορικά πρώτη υποψήφιου για την προεδρία σε ασόβαρη, μη δημοσιογραφική εκπομπή. Είναι η εμφάνιση από την οποία έχει μείνει η φωτογραφία με τον Κλίντον να παίζει το σαξόφωνό του, θεμελιώνοντας την εικόνα του απλού, του λαϊκού πολιτικού, που βοήθησε τα μάλλα στην εκλογή του.
Από εκεί και έπειτα, τα publicity stunts έγιναν σταδιακά αναπόσπαστο κομμάτι της αμερικανικής πολιτικής επικοινωνίας, με τις ίδιες διαφημιστικές εταιρείες που τα οργανώνουν να επεκτείνονται και στον τομέα του astroturfing, της οργάνωσης δηλαδή ψεύτικων «κινημάτων βάσης» για την προώθηση ενός πολιτικού σκοπού (περισσότερα για αυτό μπορείτε να διαβάσετε στο νέο βιβλίο του Άρη Χατζηστεφάνου που θα κυκλοφορήσει προσεχώς από τις εκδόσεις Τόπος).
Και με την Αμερική να αποτελεί δυστυχώς «παράδειγμα», η πρακτική δεν άργησε να επεκταθεί και στον υπόλοιπο κόσμο. Διάσημη, λόγου χάριν, είναι η «συνήθεια» του πρωθυπουργού του Καναδά, Τζάστιν Τρουντό, να κάνει photobombing, να εμφανίζεται δηλαδή «τυχαία» στις φωτογραφίες αγνώστων ενώ κάνει τζόγκινγκ ή σερφ. «Θύματα» αυτών των «τυχαίων» περιστατικών έχουν πε΄σει ΜΜΕ όπως το BBC και το Time, που προώθησαν ως αυθεντικά τα αποδεδειγμένα στημένα περιστατικά.
Αρχαίοι ημών πρόγονοι
Πέρα όμως από τη σύγχρονη εκδοχή τους, τα κόλπα δημοσιότητας είναι με κάποια μορφή τόσο παλιά όσο τουλάχιστον η αρχαία Ελλάδα. Στο βιβλίο του «Πολιτική και Δρόμος στη Δημοκρατική Αθήνα», ο καθηγητής του τμήματος ελληνικής και ρωμαϊκής ιστορίας του Temple University, Άλεξ Γκότεσμαν, αφιερώνει ένα κεφάλαιο στα «Κόλπα δημοσιότητας στην Αθηναϊκή πολιτική». Εκεί αναλύει μέσα από ιστορικές πηγές περιστατικά στημένων «σκηνών θεατρικότητας» από Αθηναίους πολιτικούς του 5ου αιώνα π.Κ.Χ., για τα οποία προτείνει τον όρο «πολιτικαί μηχαναί», με την αρχαιοελληνική έννοια της λέξης.
Στο πολύ ενδιαφέρον, εν γένει, βιβλίο του Γκότεσμαν, μπορείτε να δείτε γιατί το επικοινωνιακό ψέμα μπορεί μεν να ήρθε στην ελληνική πολιτική από την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, αποτελεί όμως δε «δημοσιοσχεσίτικο αντιδάνειο» και θα μπορούσε κάποιος σαν τον Άδωνι να ισχυριστεί ότι «είναι στο DNA μας».