Από το λογαριασμό της Ζωής Μαυρουδή στο Facebook
Το έργο του Banksy που “αυτοκαταστράφηκε” live σε δημοπρασία του οίκου Sotheby’s αμέσως μετά την πώλησή του για αστρονομικό ποσό, στην πραγματικότητα δεν αυτοκαταστράφηκε καθόλου.
Το λεγόμενο art market, αυτό το υπετροφικό χρηματιστήριο τέχνης σχεδιασμένο να δημιουργεί υπεραξία στα έργα τέχνης όπως το κανονικό χρηματιστήριο δημιουργεί στα προϊόντα και υπηρεσίες άλλων τομέων, μπορεί κάλλιστα να ξαναπακετάρει και να ξαναπουλήσει τις λωρίδες του κομματιασμένου καμβά. Η δε δημοσιότητα που πήρε το γεγονός τoυ κομματιάσματος του καμβά μέσα στον οποίο φαίνεται ότι ο Banksy είχε εγκαταστήσει έναν μηχανισμό shredding-καταστροφής εγγράφων που ενεργοποιήθηκε αμέσως μετά την πώληση (και άρα την επίσημη δημόσια κοστολόγηση του έργου) ίσως και να ανεβάσει την αξία του ακόμα περισσότερο.
Ακόμα κι αν δεν γίνει αυτό, σίγουρα ανεβάζει την αξία του brand Banksy στην καλλιτεχνική αγορά ως εναλλακτικού καλλιτέχνη που δεν εντάσσει τον εαυτό του στις παραδοσιακές μεθόδους αγοράς και πώλησης έργων.
Ο Banksy έχει παίξει δεξιοτεχνικά με αυτήν την φήμη. Η ανωνυμία του τον προστατεύει από την κριτική των μεθόδων και προθέσεών του με το να αφήνει τα ερωτήματα για το αν και πόσο πληρώνεται για την πώληση των έργων του αναπάντητα. Έτσι μπορεί για παράδειγμα να αφήνει το stencil ενός ποντικού πάνω στο ρολόι ενός κτιρίου που είναι έτοιμο να γκρεμιστεί από real estate developers, οι οποίοι στη συνέχεια να πουλούν το καλλιτεχνικό πια έργο-ρολόι για μεγάλα ποσά χωρίς εμείς να ξέρουμε αν ο Banksy έβγαλε ποσοστά απ’την πώληση.
Απουσία αυτής της γνώσης για τη συμμετοχή ή μη του καλλιτέχνη στην αγοραπωλησία του έργου, η δημιουργία του γίνεται αντιληπτή ως σχόλιο απέναντι στην επέλαση των developers στον αστικό ιστό των δυτικών μεγαλουπόλεων όπως το shredding του πίνακα χτες έγινε αντιληπτό από πολύ κόσμο ως σχόλιο κατά της εμπορευματοποίησης της τέχνης. Η δε απολιτίκ αφαίρεση που χαρακτηρίζει τα περισσότερα έργα του Banksy -το παιδί με το μπαλόνι που καταστράφηκε είναι ξεκάθαρα family friendly πίνακας- απαλλάσσει τους developers, τους συλλέκτες και τους οίκους δημοπρασιών απ’την συμμετοχή στην διάδοση τέχνης η οποία υποθάλπει το ρόλο τους, έστω και θεωρητικά-αισθητικά.
H σχέση τέχνης και ιδιωτικής χρηματοδότησης είναι περίπλοκη. Για να το πω λίγο χυδαία, αλλά ίσως κατανοητά: όλοι ξεπουλιόμαστε κάποια στιγμή στον καπιταλισμό. Άλλο όμως η συμμετοχή σε ένα σύστημα και η αποδοχή των κανόνων του και άλλο η προσποίηση ότι μέσω της συμμετοχής μας έστω και με ανατρεπτική διάθεση και σχολιασμό διαβάλλουμε επί της ουσίας τους κανόνες του.
Άλλο επανάσταση, άλλο performance. To πρώτο ποινικοποιείται, το δεύτερο καμιά φορά (μάλλον) ανταμοίβεται αδρά.