του Λεωνίδα Βατικιώτη
Πηγή: KOMMON
Ακόμη περισσότερο επιδείνωσε τη θέση του ο πρωθυπουργός με το διάγγελμα που απηύθυνε τη Δευτέρα 8 Αυγούστου στις 2 το μεσημέρι, προκειμένου να απολογηθεί για τις παρακολουθήσεις.
Στο διάγγελμά του δεν κατάφερε να απαντήσει ακόμη και στο πιο απλό και στοιχειώδες ερώτημα που προέκυψε μετά την αποκάλυψη της επιχείρησης παρακολούθησης του τηλεφώνου του ευρωβουλευτή τότε Νικ. Ανδρουλάκη: Γιατί παρακολουθούσαν το κινητό του; Κι αν όλα όσα έγιναν ήταν νόμιμα όπως υποστήριξε γιατί παραιτήθηκαν ο επικεφαλής της ΕΥΠ Κοντολέων και ο εξ απορρήτων και πρώτος του ξάδερφος Δημητριάδης; Από το διάγγελμα ωστόσο μια φράση του θα μείνει, δηλωτική της προσπάθειας αποποίησης κάθε ευθύνης: «δεν το γνώριζα». Κι αυτή όμως η πολιτική επιλογή αποστασιοποίησης, δεν πείθει δεδομένου ότι από την επομένη κιόλας της νίκης του στις εκλογές του 2019 έσπευσε με προεδρικό διάταγμα να πάρει υπό τον έλεγχό του την ΕΥΠ. Το πόσο ολοκληρωτικός ήταν ο έλεγχος του πρωθυπουργού στην ΕΥΠ φάνηκε από την αλλαγή του νόμου ώστε να μπορεί να αναλάβει επικεφαλής της ο ανεπαρκέστατος τυπικά Κοντολέων, αλλά και από σειρά εσωτερικών αλλαγών, με πιο πρόσφατη την έξοδο από την υπηρεσία 200 περίπου στελεχών της…
Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων εκθέτει ανεπανόρθωτα την κυβέρνηση γιατί αποκαλύπτει τις μεθόδους που σταθερά χρησιμοποιεί για την πολιτική της επιβίωση. Σε ό,τι αφορά τον Ν. Ανδρουλάκη συγκεκριμένα ζητούμενο πιθανά ήταν η ήττα του στις εκλογές του ΚΙΝΑΛ τον Δεκέμβριο του 2021, προς όφελος του Α. Λοβέρδου, με τον οποίο η ΝΔ διατηρεί πολιτικές σχέσεις… Η στροφή δε του γραμματέα του ΚΙΝΑΛ προς τον ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους μήνες (στον αντίποδα μιας πολιτικής ανοιχτών θυρών που ακολουθούσε τόσο προς τα δεξιά όσο και προς τα αριστερά του την πρώτη περίοδο της εκλογής του) επιτάχυνε τα σχέδια πολιτικής εξόντωσής του. Η απογείωσή τους δε ήρθε τις ημέρες της παραίτησης Δημητριάδη και Κοντολέοντα, όταν ο Ανδρουλάκης βρέθηκε στη θέση του απολογούμενου, θυμίζοντας τα θύματα του Λιγνάδη, που στην ακροαματική διαδικασία στοχοποιήθηκαν κι έπρεπε να απολογηθούν!
Το διάγγελμα του Μητσοτάκη του γύρισε μπούμερανγκ γιατί απέδειξε την αδυναμία και τις ευθύνες του. Κι αν μέχρι το πρόσφατο παρελθόν τα ΜΜΕ δημιουργούσαν μια επίπλαστη εικόνα για τον ίδιο και την κυβέρνησή του, αυτή η εποχή ανήκει στο παρελθόν οριστικά και αμετάκλητα. Πλέον, κατά της κυβέρνησης δεν στρέφονται μόνο διεθνή ΜΜΕ που συγκρίνουν την Ελλάδα του σήμερα με τη χούντα όπως έκανε ο Guardian, αλλά όλο και περισσότερο θα το κάνουν κι εγχώρια.
Στις αποκαλύψεις για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων της κυβέρνησης της ΝΔ σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν ανεξάρτητα ΜΜΕ και δημοσιογράφοι που εντόπισαν και πρόβαλλαν τις παρακολουθήσεις των κινητών. Εξ ίσου… μαχητικά όμως δραστηριοποιήθηκαν και δημοσιογράφοι που μόνο για την ανεξαρτησία τους δεν μπορούν να καυχηθούν. Οι αποκαλύψεις, που αποτέλεσαν ένα μη αναστρέψιμο πλήγμα για τη ΝΔ και τον Μητσοτάκη προσωπικά σηματοδοτώντας το πολιτικό του τέλος, φαίνεται ότι ήταν η κοινή συνισταμένη τριών πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων που σε ένα σημαντικό βαθμό έδρασαν συντονισμένα.
Πρώτο, εγχώριων οικονομικών κέντρων που εξ αρχής αντιμετώπιζαν με επιφύλαξη την ανορίωτη αλαζονεία του πρωθυπουργού. Τα κέντρα αυτά πρόκριναν τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών την άνοιξη του 2022, έστω την εξαγγελία τους για το φθινόπωρο του τρέχοντος, όχι μάλιστα ως πρώτη Κυριακή λόγω της απλής αναλογικής, με το βλέμμα στραμμένο στη δεύτερη όπου η ΝΔ θα εξασφάλιζε λόγω πλειοψηφικού συστήματος την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αλλά, ως μέσο για συγκυβέρνηση με το ΚΙΝΑΛ. Η αλλαγή στάσης απέναντι στην κυβέρνηση με αφορμή τις υποκλοπές συγκροτημάτων και δημοσιογράφων που ήταν λιβανιστήρια του Μητσοτάκη, μόνο τυχαία δεν είναι. Απώτερο ζητούμενο δε, είναι να εισακουσθούν όλα τα τμήματα και τα αιτήματα της ελληνικής ολιγαρχίας, μακριά από οικονομικές… μονοκαλλιέργειες.
Δεύτερο, διεθνών κέντρων και ειδικότερα κέντρων από Βρυξέλλες και Βερολίνο που αμφισβητούν την ακεραιότητα της κυβέρνησης Κ. Μητσοτάκη να διαχειριστεί τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, λόγω υπερβολικών εξαρτήσεων της. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για επιτροπή ελέγχου των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης μόνο τυχαία δεν ήταν, όπως και η απόρριψή της από την κυβέρνηση. Ποιος ξεχνάει άλλωστε το άρθρο του Euroactive τον Φεβρουάριο του 2022 που ανέφερε ότι κύκλοι της Κομισιόν πιέζουν για τον σχηματισμό κυβέρνησης τεχνοκρατών στην Ελλάδα; Κι αν μια τέτοια απαίτηση φαίνεται υπερβολική, αρκεί μια ματιά στη γειτονική Ιταλία και στον διορισμό του τραπεζίτη Ντράγκι…
Τρίτο, λόγω πιέσεων από την ίδια τη ΝΔ. Οι πιέσεις που ασκούνται στον Μητσοτάκη προέρχονται από τα μεσαία και ανώτερα στελέχη της ΝΔ που ποτέ δεν είδαν με καλό μάτι την οικογενειοκρατία των Μητσοτάκηδων κι επίσης την εγκατάλειψη της κεντροδεξιάς γραμμής υπέρ της πλήρους υποταγής στα οικονομικά συμφέροντα και τον ΣΕΒ. Μόνο τυχαία δεν ήταν η αφωνία βουλευτών και υπουργών της ΝΔ από τη μέρα της παραίτησης των δύο «μπροστινών» μέχρι το διάγγελμα της Δευτέρας, όταν το σύστημα Μητσοτάκη πέρασε στην αντεπίθεση. Τα πυρά μάλιστα προς τον Μητσοτάκη προέρχονται τόσο από το κέντρο όσο και από την ακροδεξιά–εθνικιστική πτέρυγα του κόμματος. Κατά βάση δε πρόκειται για προσωπικές κι ελάχιστα ή καθόλου για πολιτικές αντιπαραθέσεις.
Το παραπάνω ανάγλυφο ακόμη κι αν οδηγήσει στην πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, δεν εγγυάται τίποτε θετικό για τα δημοκρατικά δικαιώματα, που με αφορμή τις παρακολουθήσεις αποδείχθηκαν… πουκάμισο αδειανό. Είναι ενδεικτικά κι ανατριχιαστικά τα στοιχεία που έχουν δοθεί επίσημα στη δημοσιότητα: Το 2020 για παράδειγμα πραγματοποιήθηκαν 13.751 άρσεις απορρήτου επικοινωνιών κατόπιν εισαγγελικής εντολής, αυξήθηκαν οι συνακροάσεις έπειτα από δικαστικά βουλεύματα κατά 39%, κοκ.
Οι πραγματικές δε άρσεις του απορρήτου είναι πολλαπλάσιες γιατί αφορούν κι επεκτείνονται «αυτόματα» και σε εκείνους τους τηλεφωνικούς αριθμούς με τους οποίους επικοινωνεί ο αριθμός για τον οποίο δόθηκε αρχικά άδεια από την εισαγγελέα. Καταλαβαίνει ο καθένας ότι έτσι μπορούν οι πράκτορες της ΕΥΠ να παρακολουθούν τους πάντες! Με άλλα λόγια έχει στηθεί ένα κανονικό παρακράτος με ευθύνη της ΕΥΠ και του ίδιου του Μητσοτάκη που έχει στα αρχεία του εκατομμύρια συνδιαλέξεις κι είναι έτοιμο να τις χρησιμοποιήσει κάθε ώρα και στιγμή αξιοποιώντας θεμιτούς κι αθέμιτους τρόπους, κοινώς μαφιόζικους εκβιασμούς για να πετύχει τους σκοπούς του.
Σε αυτή τη συγκυρία απαιτείται όχι μόνο να δοθούν απαντήσεις στα βασικά ερωτήματα, όπως ποιοι και γιατί παρακολουθούνται, αλλά και να απαγορευτεί εξ ορισμού κάθε είδους και μορφής παρακολούθηση των πολιτών. Όλες οι μορφές ελέγχου και διαφάνειας μέχρι σήμερα έχουν αποδειχθεί διαβλητές. Αποδείχθηκε περίτρανα τον Απρίλιο του 2021 όταν με μια τροπολογία που ψηφίστηκε νύχτα η ΑΔΑΕ έπαψε να έχει υποχρέωση να γνωστοποιεί τις παρακολουθήσεις. Η παρακολούθηση μάλιστα, είτε προέρχεται από δημόσιο είτε από ιδιωτικό φορέα είτε αφορά τηλεφωνικές συνδιαλέξεις είτε αφορά ίχνη στο διαδίκτυο, να αποτελέσει ιδιώνυμο αδίκημα για όποιον το πράττει ή το επιχειρεί. Μόνο έτσι θα αποκτήσουν πραγματικό περιεχόμενο τα άρθρα του συντάγματος που εγγυώνται το απόρρητο των επικοινωνιών (άρθρο 19), το απαραβίαστο της οικογενειακής και ιδιωτικής ζωής (άρθρο 9) και την προστασία των προσωπικών δεδομένων (άρθρο 9α). Διαφορετικά είναι προπέτασμα καπνού…