Του Ανδρέα Κοσιάρη
Δε χρειαζόταν η πανέξυπνη παρέμβαση των γυναικών που υπογράφουν ως «10 “στρατιωτάκια” της υπο-κριτικής τέχνης», εμπνευσμένη από το «γελοίο βάδισμα» των Μόντι Πάιθον, για να γεννηθεί η απορία, αλλά είναι σίγουρα μια καλή ευκαιρία να τη θέσουμε ξανά, χωρίς βέβαια κάποια ελπίδα να απαντηθεί. Δε νομίζετε ότι κινδυνεύει λίγο εύκολα η πατρίδα;
Ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία του «γελοίου βαδίσματος» στη μαθητική παρέλαση της Νέας Φιλαδέλφειας, ήταν οι αντιδράσεις που προκάλεσε στο κοινό που ήθελε να προβοκάρει. Στο κοινό των συντηρητικών, των «πιστών» της έννοιας του έθνους, των «περήφανων Ελλήνων». Και οι αντιδράσεις αυτές επιβεβαίωσαν στο έπακρο τις προσδοκίες ακόμα και του πιο αισιόδοξου προβοκάτορα.
Ο περήφανος Έλληνας φαντασιώθηκε κάθε λογής τιμωρία για αυτές τις 10 κοπέλες. Από την πιο «ανώδυνη» της αποβολής από το σχολείο (δρώντας υπό την υπόθεση ότι τα «στρατιωτάκια» είναι μαθήτριες) — μέχρι ένα πλούσιο μπουκέτο από απειλές σωματικής και, φυσικά, σεξουαλικής βίας εναντίον τους.
Ακόμα και όσοι συγκράτησαν τα ένστικτα και τις φαντασιώσεις τους, δεν παρέλειψαν να στηλιτεύσουν την καλλιτεχνική παρέμβαση των κοριτσιών, φωνασκώντας για προσβολή νεκρών, προσβολή ατόμων με ειδικές ανάγκες και, το σημαντικότερο, προσβολή της πατρίδας.
Και αν για τους νεκρούς πολεμιστές του ’40 και τους ανθρώπους με αναπηρία, το συναίσθημα της προσβολής πηγάζει από τη δυσκολία κατανόησης του μηνύματος και της στόχευσης της παρέμβασης, στο ζήτημα της προσβολής της πατρίδας, του έθνους, τα πράγματα γίνονται λίγο περίεργα.
Όπως και με την «πολιτισμική αλλοίωση» από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, αυτή η πανίσχυρη και παντοδύναμη «Ιδέα», φαίνεται να είναι πολύ ευάλωτη και ευαίσθητη στην παραμικρή απειλή.
Υποτίθεται, σύμφωνα με τον ιδρυτικό μύθο του σύγχρονου ελληνικού κράτους, ότι ο ελληνικός πολιτισμός είναι τρισχιλιετής, μια αδιάλειπτη συνέχεια από την αρχαιότητα, διαμέσου της «Βυζαντινής» αυτοκρατορίας, και μέχρι την επανάσταση του 1821 και τον υπέρλαμπρο εορτασμό αυτής, που ετοιμάζει η εθνική διοργανώτρια Γιάννα σε λιγότερο από δύο χρόνια.
Ο τρισχιλιετής ελληνικός πολιτισμός, το έθνος των Ελλήνων, υπέστη κατακτήσεις, εποικίσεις, σκλαβιές και σφαγές, αλλά διδασκόμαστε να πιστεύουμε πως άντεξε. Ο ιδεατός Έλληνας βγήκε νικητής από το βάθος της Ιστορίας διότι αποτελεί μοναδικό παράδειγμα, είναι παντοδύναμος, σκληρόπετσος, δεν υπομένει ζυγό και άλλα τέτοια δοξασμένα.
Άρα πώς ξαφνικά απειλείται από δύο λεπτά «γελοίου βαδίσματος»; Δεν τον έκαμψαν «400 χρόνια σκλαβιάς», αλλά τρέχει πανικόβλητος να απειλήσει με κρέμασμα και βιασμό 10 γυναίκες που επέλεξαν να κοροϊδέψουν την ομοιομορφία και την πειθαρχία του στρατιωτικού βαδίσματος;
Ή αντίστοιχα, πώς ακριβώς θα αλλοιώσουν μερικές χιλιάδες ξένοι τον ελληνικό πολιτισμό; Υποτίθεται ότι δεν αλλοιώθηκε ποτέ, έμεινε απαράλλαχτος από τον Περικλή και τον Σόλωνα, στον Ιουστινιανό και τους Παλαιολόγους (κι ας γκρέμιζαν σωρηδόν οι Χριστιανοί αρχαιοελληνικούς ναούς), κι αργότερα σε Μεταξάδες, Ράλληδες, Παπανδρέου και Μητσοτάκηδες. Ρωμαίοι, Σλάβοι και Οθωμανοί, εγκαταστάθηκαν στον Ελλαδικό χώρο για χιλιετίες, αλλά ο ελληνικός πολιτισμός είναι τόσο ισχυρός, που δεν αλλοιώθηκε από όλους αυτούς. Κινδυνεύει τώρα από, συγκριτικά ελάχιστους, κατατρεγμένους και ταλαιπωρημένους ανθρώπους;
Είναι πραγματικά απορίας άξιο πώς αυτά τα δύο πράγματα μπορούν να συνυπάρξουν ταυτόχρονα στο μυαλό των ανθρώπων. Από τη μία η Ισχύς, η Πυγμή, η Παντοδυναμία, κι από την άλλη ο Κίνδυνος, με κεφαλαίο κάππα, αλλά με πολύ μικρή αφορμή.
Μπορεί φυσικά να εξηγηθεί ψυχολογικά το συγκεκριμένο νοητικό οξύμωρο σχήμα. Αλλά νομίζω ότι ίσως πιο δόκιμη εξήγηση να είναι ότι ο ελληνικός πολιτισμός είναι άρρωστος, ασθενεί. Αν είναι έτσι, πρέπει να δούμε εάν η ασθένεια αυτή είναι κολλητική. Αν ο ελληνικός πολιτισμός αποτελεί «υγειονομική βόμβα» για την κοινωνία μας. Γιατί ξέρετε τι κάνουμε με τις υγειονομικές βόμβες, έτσι δεν είναι; Καραντίνα, εγκλεισμός και απέλαση. Γουίνκ-γουίνκ, νατζ-νατζ.