του Ανδρέα Κοσιάρη
Οι ηθοποιοί στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ενώνουν τις φωνές τους με τους σεναριογράφους, χτίζοντας τη μεγαλύτερη απεργία στην ιστορία της αμερικανικής βιομηχανίας του θεάματος. Βρίσκονται αντιμέτωποι με τους κολοσσούς της βιομηχανίας, που θέλουν με τη βοήθεια της νέας τεχνολογίας στον τομέα των μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης να γιγαντώσουν ακόμα περισσότερο το περιθώριο κέρδους τους.
Με ομόφωνη απόφασή του το απόγευμα της Πέμπτης 13 Ιουλίου 2023, το Εθνικό Συμβούλιο του Screen Actors Guild–American Federation of Television and Radio Artists (SAG-AFTRA) αποφάσισε την κάθοδο των μελών του σε απεργία, από ένα λεπτό μετά τα μεσάνυχτα της Παρασκευής μέχρι την ικανοποίηση των αιτημάτων του.
Τα περίπου 160.000 μέλη του σωματείου, ηθοποιοί του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, συναντούν στα πεζοδρόμια τους περίπου 11.000 σεναριογράφους του Writers Guild of America (WGA), που βρίσκονται σε απεργία από τις 2 Μαΐου. Είναι η πρώτη φορά εδώ και περισσότερα από 60 χρόνια, που συμπίπτουν οι απεργίες των δύο κλάδων — όμως την προηγούμενη φορά, το 1960, το σωματείο ηθοποιών είχε μόλις 13.000 μέλη, κάτι που σημαίνει πως η σημερινή είναι η μεγαλύτερη σε συμμετοχή απεργία στην ιστορία της αμερικανικής βιομηχανίας του θεάματος. Επιπλέον, ενώ οι σεναριογράφοι διεκδικούν σχετικά συχνά τα δικαιώματά τους χρησιμοποιώντας το μέσο της απεργίας, αυτή είναι η πρώτη απεργία των ηθοποιών από το 1980.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η απόφαση άργησε — η συλλογική σύμβαση των ηθοποιών έχει λήξει από τις 30 Ιουνίου, ενώ στις αρχές του προηγούμενου μήνα, το 98% των μελών του SAG-AFTRA ψήφισε υπέρ της έγκρισης απεργίας. Όμως η ηγεσία του σωματείου καθυστέρησε χαρακτηριστικά, λέγοντας κοντά στη λήξη της ισχύος της συλλογικής σύμβασης πως οι διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους των περίπου 350 εταιρειών παραγωγής τηλεοπτικού και κινηματογραφικού υλικού είναι «εξαιρετικά παραγωγικές». Χρειάστηκε μία επιστολή 2.000 μελών του σωματείου στα τέλη Ιούνη, με την οποία προειδοποιούσαν την ηγεσία να μην υποκύψει στις επιθυμίες των στούντιο, αλλά και μία προκλητική συνέντευξη του Διευθύνοντος Συμβούλου της Disney, Μπομπ Άιγκερ, που προβλήθηκε το πρωί της Πέμπτης, για να επιδείξει το Εθνικό Συμβούλιο την απαιτούμενη πυγμή.
Η προκλητική απληστία του ποντικιού
Η Disney αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα της απληστίας των εταιρειών παραγωγής περιεχομένου. Έχει πάψει εδώ και δεκαετίες να είναι απλά μια εταιρεία κινουμένων σχεδίων, και πλέον μονάχα ο κινηματογραφικός και τηλεοπτικός της βραχίονας είναι η τέταρτη μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής, ενσωματώνοντας μεταξύ πολλών άλλων έπειτα από εξαγορές τα κινηματογραφικά στούντιο της 20th Century, το υπερηρωϊκό σύμπαν της Marvel, τα κινούμενα της Pixar και τον κόσμο του Star Wars μέσω της Lucasfilms.
Το σύνολο της εταιρείας είχε το 2022 έσοδα πάνω από 82 δισ. δολάρια, ενώ τα στούντιο της εταιρείας έχουν κυκλοφορήσει οκτώ από τις δέκα ταινίες με τις υψηλότερες εισπράξεις όλων των εποχών. Βάσει αυτών των δεδομένων, η εμφάνιση του CEO της Disney, Μπομπ Άιγκερ, το πρωί της Πέμπτης στο τηλεοπτικό δίκτυο CNBC — ιδιοκτησίας της Comcast, που κατέχει μεταξύ πολλών άλλων και την Universal Pictures, #1 εταιρεία κινηματογραφικών παραγωγών — έμοιαζε φτιαγμένη για να τραβήξει τη διαμάχη στα άκρα.
Ο Άιγκερ κατηγόρησε τους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους ηθοποιών και σεναριογράφων ότι προσθέτουν «αναστάτωση» στη βιομηχανία, που σύμφωνα με τον ίδιο πλήττεται από «ανατρεπτικές δυνάμεις» και «προκλήσεις». «Υπάρχει ένα επίπεδο προσδοκιών που έχουν, που είναι απλά μη ρεαλιστικό. Και προσθέτουν στο σύνολο των προκλήσεων που ήδη αντιμετωπίζει αυτή η βιομηχανία που είναι, ειλικρινά, πολύ αποδιοργανωτικό», είπε ο Άιγκερ, δηλώνοντας μάλιστα «πολύ ενοχλημένος» από τις διεκδικήσεις των ηθοποιών και των σεναριογράφων.
Το γεγονός πως ο ίδιος ο Άιγκερ, που μόλις τον Νοέμβριο του 2022 επανήλθε πλήρως στον ρόλο του CEO της εταιρείας, πληρώθηκε στην πενταετία 2018-2022 περισσότερα από 200 εκ. δολάρια, ενώ ο μέσος μισθός σεναριογράφου στο Χόλιγουντ είναι κάτι λιγότερο από 70.000 δολάρια τον χρόνο (πραγματική μείωση 23% σε μία δεκαετία), κάνει περισσότερο από εμφανή τη θέση αναισθησίας από την οποία διαπραγματεύονται οι εταιρείες παραγωγής. Κωδικοποιώντας την κατάσταση, ο Άιγκερ μιλά για «έλλειψη ρεαλισμού» των πλήρως απαραίτητων για τη βιομηχανία του εργαζομένων, την ώρα που ο ίδιος βγάζει σε μία ημέρα περισσότερα από όσα ο μέσος σεναριογράφος βγάζει σε έναν χρόνο.
Οι πλατφόρμες και τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης
Κεντρικό σημείο των διεκδικήσεων σεναριογράφων και ηθοποιών είναι η χρήση από τις εταιρείες των νέων τεχνολογικών μέσων για να αποφύγουν να πληρώσουν τους υπαλλήλους τους, μεγιστοποιώντας το κέρδος τους. Αυτό αφορά πρακτικές που ήδη εφαρμόζονται, αλλά και πρακτικές που η βιομηχανία θέλει να εισάγει στο άμεσο μέλλον.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του υπερκέρδους της βιομηχανίας αφορά τις πλατφόρμες streaming, όπως το Netflix, HBO Max και Disney+. Όταν μια σειρά ή μια ταινία επαναπροβάλλεται στη συμβατική (ελεύθερη ή συνδρομητική) τηλεόραση ή ενοικιάζεται συμβατικά ή επαναπροβάλλεται σε κινηματογράφο, οι σεναριογράφοι και οι ηθοποιοί λαμβάνουν ένα μερίδιο από τα κέρδη που ονομάζεται «υπολειπόμενο» (residual) και του οποίου το ύψος καθοριζόταν από τις συλλογικές τους συμβάσεις. Όμως η περίπτωση του streaming δεν καλυπτόταν από την προηγούμενη σύμβαση, κάτι που επέτρεπε στις εταιρείες να πληρώνουν τα λιγότερα δυνατά υπολειπόμενα στους δημιουργούς. Ένα παράδειγμα της διαφοράς έδωσε η δημιουργός της επιτυχημένης σειράς Abbott Elementary, Μπρίτανι Νίκολς: ενώ η επαναπροβολή μιας σεζόν της σειράς στο τηλεοπτικό δίκτυο ABC μπορεί να αποφέρει στους σεναριογράφους μέχρι και 13.500 δολάρια, από τη διάθεσή της στις πλατφόρμες λαμβάνουν μόλις 700.
Τα αιτήματα των σεναριογράφων στον τομέα των πληρωμών, θα κόστιζαν περίπου 600 εκ. δολάρια, για μία βιομηχανία της οποίας οι έξι μεγαλύτερες εταιρείες υπολογίζεται ότι κέρδισαν 28 δισ. δολάρια το 2021. Αυτή τη συνθήκη υπερκερδοφορίας είναι που επιθυμούν να διαιωνίσουν οι εταιρείες παραγωγής, αρνούμενες να συμφωνήσουν σε (ελάχιστα) πιο δίκαιο διαμοιρασμό κερδών, είτε με τους σεναριογράφους είτε με τους ηθοποιούς.
Επιπλέον, όμως, οι εταιρείες αρνούνται να διασφαλίσουν στους δημιουργούς πως η δουλειά τους και ο μισθός τους δεν θα απειληθούν από την εισαγωγή της τεχνητής νοημοσύνης στη δημιουργία τηλεοπτικού και κινηματογραφικού περιεχομένου.
Αναμφίβολα, ο φόβος αυτός αφορά κυρίως το μέλλον, όχι όμως το μακροπρόθεσμο. Τα γλωσσικά μοντέλα, που είναι το έσχατο παράδειγμα μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης που έχουμε δει, δεν έχουν ακόμα τη δυνατότητα να δημιουργήσουν από μόνα τους ένα καλό σενάριο. Όπως έχουμε δει, το παραγόμενο προϊόν των μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί ουσιαστικά αναπαραγωγή των πληροφοριών που εισάγονται σε αυτά — όταν ζητείται από τα μοντέλα να «δημιουργήσουν», η δημιουργίες τους είναι γεμάτες λάθη, ανακρίβειες και παραλογισμούς.
Όμως, η ταχύτητα με την οποία τέτοια μοντέλα μπορούν να παράξουν μεγάλο όγκο περιεχομένου, δημιουργεί ήδη στο μυαλό των σεναριογράφων ένα πολύ ρεαλιστικό… σενάριο. Οι εταιρείες παραγωγής μπορούν κάλλιστα να αναθέσουν σε ένα μοντέλο ΤΝ να δημιουργήσει μεγάλο όγκο σεναρίου, κι έπειτα να προσλάβουν σεναριογράφους για να «σουλουπώσουν» το δημιούργημα. Σε αυτό το παράδειγμα, οι σεναριογράφοι θα πληρώνονταν πολύ χαμηλότερο μισθό και δεν θα κατοχύρωναν δικαιώματα επί του έργου, με τις εταιρείες να αποφεύγουν να πληρώσουν τα υπολειπόμενα και όποιες άλλες πληρωμές θα προέκυπταν από μία «συμβατική» συγγραφή σεναρίου.
Είναι τέτοιου είδους διασφαλίσεις που τα στούντιο αρνούνται να παραχωρήσουν στους σεναριογράφους, αλλά και στους ηθοποιούς — εκεί το καίριο ζήτημα είναι η κατοχύρωση δικαιωμάτων για την «ψηφιακή εικόνα» ενός ή μιας ηθοποιού. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει τεχνολογικά άλματα, με ψηφιακές «από-γηράνσεις» ηθοποιών και αναπαραγωγή της φωνής άλλων που έχουν φύγει εδώ και χρόνια από τη ζωή.
Στις πρόσφατες αποτυχημένες διαπραγματεύσεις των στούντιο με το σωματείο SAG-AFTRA, οι εταιρείες κατέθεσαν αυτό που αποκάλεσαν «πρωτοποριακή πρόταση» για τα ψηφιακά αντίγραφα των ηθοποιών. «Αυτή η “πρωτοποριακή” πρόταση τεχνητής νοημοσύνης που μας έδωσαν χθες, πρότειναν να μπορούν οι ερμηνευτές μας να σαρώνονται στο παρασκήνιο, λαμβάνοντας μισθό μίας ημέρας, και οι εταιρείες θα έχουν υπό την ιδιοκτησία τους αυτή τη σάρωση, την εικόνα τους, το ομοίωμά τους, και θα μπορούν να το χρησιμοποιούν για το υπόλοιπο της αιωνιότητας σε όποιο έργο επιθυμούν, χωρίς συναίνεση και χωρίς αποζημίωση», δήλωσε την Πέμπτη ο επικεφαλής διαπραγματευτής της SAG-AFTRA, Ντάνκαν Κράμπτρι-Άιρλαντ.
Η πρόταση των στούντιο θυμίζει εξαιρετικά ένα πρόσφατο επεισόδιο της δυστοπικής σειράς επιστημονικής φαντασίας Black Mirror. Μπορεί η τεχνολογία να μην είναι ακόμα σε αυτό το επίπεδο, όμως η στιγμή που θα φτάσει εκεί δεν αργεί πολύ και τα στούντιο προσπαθούν από τώρα να οχυρώσουν όχι απλά τα ήδη δυσθεώρητα κέρδη τους, αλλά τη δυνατότητά τους να τα μεγιστοποιήσουν στο έπακρο.
Ισχύς εν τη ενώσει
Η συμμετοχή του σωματείου των ηθοποιών στην απεργία, απειλεί σημαντικά τη σιγουριά που είχαν οι εταιρείες πως μπορούν να κερδίσουν σε αυτή τη διαμάχη. Όσο απεργούσαν μονάχα οι σεναριογράφοι, οι εταιρείες ήταν κυνικά πρόθυμες να μη συμφωνήσουν σε τίποτα. Μόλις στις 11 Ιουλίου, ο ιστότοπος καλλιτεχνικών νέων Deadline είχε αποκαλύψει πως η στρατηγική των εταιρειών στη διαμάχη με τους σεναριογράφους είχε χαραχθεί προτού καν οι τελευταίοι πάρουν απόφαση να απεργήσουν.
Επικαλούμενο ανώνυμες πηγές μέσα από τις εταιρείες, το δημοσίευμα κάνει λόγο για στρατηγική απόφαση να τραβήξει η διαμάχη μέχρι τουλάχιστον το φθινόπωρο, με σκοπό να «σπάσουν το WGA [σ.σ. το σωματείο σεναριογράφων]». «Ο τελικός στόχος είναι να αφήσουμε την κατάσταση να τραβήξει έως ότου τα μέλη του σωματείου αρχίσουν να χάνουν τα διαμερίσματά τους και να χάνουν τα σπίτια τους», δήλωσε ένα στέλεχος, με άλλα να επαναλαμβάνουν παρόμοια λόγια. Ένα άλλο στέλεχος αποκάλεσε τη στρατηγική «ένα σκληρό, αλλά αναγκαίο κακό».
Κεντρικό σημείο αυτής της στρατηγικής ήταν η απομόνωση των σεναριογράφων και ο αποκλεισμός της αλληλεγγύης προς αυτούς αλλά και σχετιζόμενων διεκδικήσεων από άλλους κλάδους της βιομηχανίας. Τα στούντιο είχαν καταφέρει εν μέρει αυτή την απομόνωση, ερχόμενα γρήγορα σε συμφωνία με το συνδικάτο των σκηνοθετών για νέα συλλογική σύμβαση — κάτι όχι και τόσο δύσκολο. Κάτι παρόμοιο επιθυμούσαν να πράξουν και με τους ηθοποιούς — όμως η απόφαση των τελευταίων για απεργία, δημιουργεί ένα πολύ μεγαλύτερο και πιο ενωμένο τείχος απέναντι στα «θέλω» των εταιρειών.
Επιπρόσθετα, η μαχητική απόφαση των ηθοποιών είναι πολύ πιθανό να δώσει νέα ώθηση και σε άλλους εργαζόμενους της βιομηχανίας κινηματογραφικών και τηλεοπτικών παραγωγών. Μια μεγάλη γκάμα επαγγελμάτων στα πέριξ της βιομηχανίας (όπως οδηγοί, χειριστές ζώων, διευθυντές ακροάσεων και ανιχνευτές τοποθεσιών) εκπροσωπούνται από το συνδικάτο Teamsters, το μεγαλύτερο της χώρας. Οι δικές του συλλογικές συμβάσεις λήγουν στα τέλη Ιουλίου, και είναι πολύ πιθανό οι συνολικά πάνω από 1,3 εκ. εργαζόμενοι τους οποίους εκπροσωπεί να ενωθούν κι αυτοί σε απεργία, δημιουργώντας ένα απεργιακό κύμα γιγαντιαίο για τα αμερικανικά δεδομένα.
Η κατάσταση είναι πλέον, ξεκάθαρα στα χέρια των εργαζόμενων. Οφείλουν να μην αφήσουν τις ηγεσίες των σωματείων τους να υποκύψουν στις πιέσεις των εταιρειών και να συνεχίσουν να διεκδικούν «αναστατώνοντας» τα κέρδη της βιομηχανίας και «ενοχλώντας» καλοπληρωμένα παράσιτα όπως ο Μπομπ Άιγκερ.