«Αγαπητοί μου συμπολίτες. Βαριά τη καρδία και με επίγνωση των καθηκόντων που πηγάζουν από τη θέση μου, διεταξα την πολεμική μας αεροπορία να εκτελέσει στρατιωτικές επιχειρήσεις με συμβατικά όπλα προκειμένου να σταματήσουμε την εγκατάσταση πυρηνικού οπλοστασίου στην Κούβα». Το παραπάνω διάγγελμα δεν αναγνώστηκε ποτέ. Και αν είχε αναγνωστεί το πιθανότερο είναι ότι κανένας από εμάς δεν θα ήταν σήμερα ζωντανός για να διαβάζει αυτές τις γραμμές.
Όπως αποκαλύφθηκε πριν από μερικές ημέρες, έτσι ξεκινούσε το κείμενο που θα διάβαζε ο Αμερικανός πρόεδρος Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι σε περίπτωση κλιμάκωσης της περίφημης κρίσης των πυραύλων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν εντοπίσει τις εγκαταστάσεις πυρηνικών πυραύλων που είχε τοποθετήσει η πρώην ΕΣΣΔ στο έδαφος της Κούβας και ο Κένεντι είχε απαντήσει με ναυτικό αποκλεισμό του νησιού.
Το διάγγελμα λοιπόν, θα παρουσιαζόταν στον αμερικανικό λαό, εάν η Σοβιετική Ένωση του Χρουστσόφ παραβίαζε τον αποκλεισμό. Το σχέδιο που είχε συντάξει το Πεντάγωνο, για λογαριασμό του Λευκού Οίκου προέβλεπε 500 αεροπορικές επιδρομές και την αποστολή τουλάχιστον 90.000 στρατιωτών, οι οποίοι κυριολεκτικά θα ισοπέδωναν το νησί.
Πριν από δέκα χρόνια είχα την τύχη να παρακολουθήσω μιας από τις τελευταίες ομιλίες του Αμερικανού πρώην υπουργού Άμυνας Ρόμπερτ ΜακΝαμάρα, ο οποίος έπαιξε ίσως τον καθοριστικότερο ρόλο στην κρίση των πυραύλων για λογαριασμό των ΗΠΑ. «Δεν θα καταλάβετε ποτέ πόσο κοντά έφτασε η ανθρωπότητα στην ολοκληρωτική της εξαφάνιση» έλεγε ο πάλαι ποτέ ιέρακας της Αμερικανικής πολιτικής και πολεμικής μηχανής. Λίγες ημέρες αργότερα ο Νόαμ Τσόμσκι αναλάμβανε να εξηγήσει τι ακριβώς είχε συμβεί εκείνο τον Οκτώβρη του 1962. Σε ένα από τα πολλά περιστατικά, εξηγούσε ο Αμερικανός διανοούμενος, αμερικανικά καταδρομικά επιτέθηκαν σε δυο υποβρύχια της ΕΣΣΔ. Δυο κυβερνήτες των υποβρυχίων πίστεψαν ότι είχε ξεκινήσει ήδη ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος και διέταξαν την εκτόξευση πυρηνικών κεφαλών. Η εντολή ακυρώθηκε ελάχιστα λεπτά πριν από την εκτέλεσή της χάρη στην απόφαση ενός τρίτου διοικητή. «Χάρη σε αυτό τον άνθρωπο, ο οποίος έπρεπε να πάρει ολα τα νόμπελ ειρήνης της ιστορίας» συνέχισε ο Νόαμ Τσόμσκι «είμαστε σήμερα εδώ και μπορούμε να συζητάμε.
Ποιός κέρδισε την κρίση των πυραύλων;
Στα πρώτα χρόνια που ακολούθησαν την κρίση των πυραύλων οι Ηνωμένες Πολιτείες παρουσιάστηκαν σαν αδιαμφισβήτητος νικητής της αντιπαράθεσης καθώς η Μόσχα αποδέχτηκε να απομακρύνει τις πυραυλικές εγκαταστάσεις από το έδαφος της Κούβας. Αργότερα έγινε γνωστό ότι στο απόρρητο σκέλος της συμφωνίας περιλαμβανόταν και ρήτρα που ανάγκαζε τις ΗΠΑ να απομακρύνουν τα δικά τους πυρηνικά όπλα από την Τουρκία. Οι δυο υπερδυνάμεις της εποχής κατάφεραν δηλαδή να τερματίσουν την πιο επικυνδινη σκακιστική παρτίδα της ιστορίας με ένα πατ. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η Ουάσινγκτον κέρδισε τον τίτλο της ανυποχώρητης υπερδύναμης. Σε συνδυασμό με την τρομακτική μεταπολεμική ανάπτυξη οι ΗΠΑ φάνταζαν για χρόνια ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του Δυτικού κόσμου – αίσθηση η οποία κάμφθηκε αλλά δεν εξαφανίστηκε μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ και την κατάρρευση της οικονομικής αρχιτεκτονικής του Μπρέτον Γουντς.
Με τη συμπλήρωση όμως πενήντα χρόνων από την κρίση των πυραύλων δεκάδες αναλυτές σε όλο τον κόσμο επιχείρησαν να σκιαγραφήσουν το σημερινό προφίλ της αμερικανικής υπερδύναμης.
Σύμφωνα με τον Φίλιπ Μπρέμερ, ιστορικό στο American University, παρά την έλλειψη του αντίπαλου δέους της ΕΣΣΔ η Ουάσινγκτον είναι σήμερα πολύ πιο ανίσχυρη να επιβάλλει τη θέλησή της στη Λατινική Αμερική. Αν και ο ίδιος αναγνωρίζει ότι οι συνθήκες στη λεγόμενη «πίσω αυλή» των ΗΠΑ δεν είναι ίδιες με αυτές της δεκαετίας του ’60, η σύγκριση δεν είναι εντελώς αβάσιμη. «Οι χώρες της περιοχής» σημείωνε χαρακτηριστικά ο Μπρέμερ δεν αντιμετωπίζουν την Ουάσινγκτον σαν αδιαμφησβήτητο ηγέτη ενώ αρκετές αναζητούν ένα πρότυπο για το μέλλον στην Κούβα. Άλλοι αναλυτές, όπως ο Αλεξ Σάντσεζ από το Συμβούλιο Δυτικού ημισφαιρίου υποστηρίζει ότι η σημερινή διείσδυση της Μόσχας στη Λατινική Αμερική, μέσω χωρών όπως η Βενεζουέλα ή η Βολιβία, είναι πολύ σημαντικότερη από αυτή που είχε επιτύχει η Σοβιετική Ένωση στα χρόνια της μεγαλύτερης ισχύος της.
Η Ρωσία του Πούτιν όμως έδειξε αυτές τις ημέρες και με έναν ακόμη τρόπο την απεξάρτησή της από την αμερικανική ισχύ. Όπως ανακοίνωσε το υπουργείο εξωτερικών στη Μόσχα η Ρωσία δεν πρόκειται να ανανεώσει τη συμφωνία Νούν- Λούγκαρ με την οποία οι δυο χώρες είχαν αναλάβει να καταστρέψουν τα πυρηνικά όπλα που είχαν απομείνει στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Αν και η απόφαση έχει πλέον περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα είναι ενδεικτική της προσπάθειας της Μόσχας να αποτινάξει και τα τελευταία κατάλοιπα της αμερικανικής επιρροής στη ρωσική σφαίρα επιρροής. Η απόφαση λαμβάνεται σε συνδυασμό με τους νέους περιορισμούς που προωθεί το Κρεμλίνο για δυτικές Μη Κυβερνητικές οργανώσεις – αρκετές από τις οποίες λειτουργούσαν για χρόνια σαν Πέμπτη φάλαγγα της αμερικανικής ισχύος στο εσωτερικό της Ρωσίας.
Το «κράτος τρομοκράτης»
Από εντελώς διαφορετική σκοπιά προτίμησε να σχολιάσει τα πενήντα χρόνια από την κρίση των πυραύλων ο Νόαμ Τσόμσκι. Χωρίς να αρνείται την υποχώρηση της αμερικανικής ισχύος σε παγκόσμιο επίπεδο ο αμερικανός διανοητής υποστήριξε την περασμένη εβδομάδα ότι οι ΗΠΑ συμπεριφέρθηκαν τότε σαν «κράτος-τρομοκράτης» – μια πολιτική που σύμφωνα με τον ίδιο δεν έχει αλλάξει έκτοτε. Για τον Τσόμσκι πίσω από την αντιπαράθεση με την πρώην ΕΣΣΔ κρυβόταν η εμμονή των αδερφών Κένεντι να ανατρέψουν με κάθε μέσο την επαναστατική κυβέρνηση του Φιντέλ Κάστρο και του Τσε Γκεβάρα. Πρόκειται, όπως λέει και ο ίδιος για την πολιτική «ανατροπής καθεστώτων» που ακολουθείται τα τελευταία χρόναι από τις ΗΠΑ απέναντι στο Ιράκ, τη Λιβύη και τοσες άλλες χώρες.
Ο πρόσφατος αποχαρακτηρισμός των προσωπικών αρχείων του Ρόμπερτ Κένεντι φαίνεται να επιβεβαιώνει τον διάσημο καθηγητή του ΜΙΤ. Ανάμεσα σε άλλα έγγραφα του Λευκού Οίκου στα αρχεία του Ρόμπερτ Κένεντι βρέθηκαν και αδιάψευστα στοιχεία ότι οι Κένεντι συνομιλούσαν ανοιχτά με την αμερικανική μαφία για τη δολοφονία του Κάστρο, πληροφορία η οποία ήταν γνωστή εδώ και χρόνια αλλά τώρα επιβεβαιώνεται και από ιστορικά ντοκουμέντα.
Άρης Χατζηστεφάνου
Περιοδικό Επίκαιρα – 25 Οκτωβρίου 2012