Λούτζερατ αστυνομία ορυχείο λιγνίτη γερμανία πράσινοι
Αστυνομικοί προστατεύουν έναν γιγαντιαίο σκαπανέα που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την επέκταση του ορυχείου λιγνίτη στο χωριό Λούτσερατ της δυτικής Γερμανίας.

Γερμανία: «Πράσινο» ξύλο για χάρη ενός ορυχείου λιγνίτη

του Ανδρέα Κοσιάρη

Ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις από όλη τη Γερμανία επιτέθηκαν την Τετάρτη σε περιβαλλοντικούς ακτιβιστές στο μικρό χωριό Λούτσερατ στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, για να εφαρμοστεί η επέκταση ενός γιγαντιαίου ορυχείου λιγνίτη που πρόκειται να «καταπιεί» το χωριό. Η επέκταση του ορυχείου, όπως και η καταστολή των αντιδράσεων, φέρει μεταξύ άλλων και την υπογραφή του υποτιθέμενα περιβαλλοντικού και φιλειρηνικού κόμματος των «Πρασίνων».

Περισσότεροι από 1000 Γερμανοί αστυνομικοί εισέβαλαν την Τετάρτη το πρωί στο μικρό χωριό Λούτσερατ στη δυτική Γερμανία, για να απομακρύνουν δια της βίας περιβαλλοντικούς ακτιβιστές που έχουν στρατοπεδεύσει εκεί από το 2020 σε μια προσπάθεια να το προστατέψουν από τη σχεδιαζόμενη επέκταση ενός γιγαντιαίου ορυχείου λιγνίτη.

Οι αστυνομικοί, που προέρχονταν από δυνάμεις σε ολόκληρη τη Γερμανία, επιτέθηκαν με γκλοπ και χημικά στους ακτιβιστές που διαμαρτύρονται για την περιβαλλοντική επιβάρυνση που θα προκαλέσει η επέκταση της εξόρυξης ενός από τα πιο βρώμικα καύσιμα, αλλά και για την καταστροφή μεγάλης έκτασης γόνιμης γης. Η μάχη για το Λούτσερατ θυμίζει έντονα μια προηγούμενη μεγάλη μάχη του περιβαλλοντικού κινήματος στη Γερμανία, αυτή για το δάσος Χάμπαχ, που διήρκησε από το 2012 μέχρι το 2020 και την οριστική νίκη της προστασίας του δάσους.

Όπως και τότε, οι ακτιβιστές στο Λούτσερατ βρίσκονται αντιμέτωποι με τα συμφέροντα της γερμανικής πολυεθνικής RWE — μόνο που τώρα έχουν απέναντί τους, με τη μορφή των ομοσπονδιακών και τοπικών αρχών, και εκπροσώπους του υποτιθέμενα περιβαλλοντικού κόμματος των «Πρασίνων».

Το ορυχείο και η πιο βρώμικη εταιρεία στην Ευρώπη

Το επιφανειακό ορυχείο Garzweiler 2 πρόκειται να φτάσει σε έκταση τα 48 τετρ. χιλιόμετρα — πέρα από το Λούτσερατ, από το 2006 που ξεκίνησε τις εργασίες του ορυχείο έχουν εκκενωθεί περισσότερα από 20 χωριά, επηρεάζοντας πάνω από 12.000 ανθρώπους. Το γειτονικό Garzweiler 1 που λειτουργεί από τη δεκαετία του 1980, έχει έκταση 66 τετρ. χιλιόμετρα και απαίτησε τη μετακίνηση περισσότερων από 30.000 ανθρώπων.

Το Garzweiler ανήκει στη γερμανική πολυεθνική εταιρεία RWE, που θεωρείται η περιβαλλοντικά πιο βρώμικη εταιρεία στην Ευρώπη. Έχοντας ξεκινήσει τη λειτουργία του πρώτου της εργοστασίου παραγωγής ενέργειας το 1900, η RWE έφτασε το 2018 να είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην Ευρώπη.

Στην περιοχή του Garzweiler 2 πιστεύεται ότι βρίσκονται 1,3 δισ. τόνοι λιγνίτη, από τους οποίους η εταιρεία σχεδιάζει να εξορύξει περισσότερα από 600 εκατ. Η επέκταση του ορυχείου σχεδιάζεται τουλάχιστον από το 2013, όμως μια σειρά νομικών ενεργειών είχαν μέχρι πρόσφατα αναβάλλει την εφαρμογή της.

Τον περασμένο Οκτώβριο, όμως, το ομοσπονδιακό κράτος και οι αρχές του κρατιδίου Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας ήρθαν σε συμφωνία με την RWE. Ειρωνικά, η συμφωνία προωθήθηκε ως «φιλική για το περιβάλλον», καθώς προβλέπει τη μη καταστροφή πέντε άλλων χωριών στην περιοχή και επισπεύδει τη σταδιακή κατάργηση της παραγωγής ενέργειας με λιγνίτη στην περιοχή από το 2038 του εθνικού στόχου στο 2030.

Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα ξεπούλημα των περιβαλλοντικών προταγμάτων — δίνεται η δυνατότητα στην RWE να κερδοσκοπήσει εντείνοντας την παραγωγή λιγνίτη στην περιοχή, και έπειτα να επενδύσει τα κέρδη αυτά στην ανάπτυξη άλλων πηγών ενέργειας, τσιμεντώνοντας την εταιρική της κυριαρχία στον τομέα.

Η παράδοση του Λούτσερατ στα «νύχια» της RWE δεν ικανοποιεί κανέναν από τους δηλωμένους «στόχους» της: σύμφωνα με σειρά πρόσφατων μελετών, η Γερμανία διαθέτει ήδη αρκετό λιγνίτη για να ανταπεξέλθει στην «απεξάρτησή» της από το ρωσικό αέριο. Ακόμα κι αν τον είχε ανάγκη αυτή τη στιγμή, ο λιγνίτης από την επέκταση του ορυχείου στο Λούτσερατ δεν πρόκειται να έρθει εγκαίρως για να ελαφρύνει το ενεργειακό βάρος που προκαλεί η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία.

Η RWE ήταν τα προηγούμενα χρόνια πρωταγωνίστρια και σε μία ακόμα μάχη με τους περιβαλλοντικούς ακτιβιστές, για το δάσος Χάμπαχ στο ίδιο κρατίδιο της δυτικής Γερμανίας. Με σύμμαχό της πάντα το γερμανικό κράτος, η RWE είχε χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις της αστυνομίας επανειλημμένα για να εκκενώσει το δάσος και να επεκτείνει το κοντινό ορυχείο λιγνίτη.

Η εταιρεία είχε εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι η άδεια για εξορύξεις στην περιοχή είχε δοθεί τη δεκαετία του 1970, για να μην παρουσιάσει μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αφού στο μακρινό παρελθόν τέτοιες μελέτες δεν απαιτούνταν. Το 2018, περισσότεροι από 50.000 ακτιβιστές είχαν συμμετάσχει στην υπεράσπιση του δάσους, το οποίο ανήκει στο δίκτυο «Natura 2000» ως προστατευόμενος βιότοπος. Οι ακτιβιστές είχαν δεχθεί επανειλημμένα επιθέσεις από τη γερμανική αστυνομία, μέχρι το 2020 οπότε και η κυβέρνηση έκανε πίσω υιοθετώντας νόμο για την προστασία του δάσους.

Τέλος, παρά της διαβεβαιώσεις της ότι στοχεύει σε ουδέτερο αποτύπωμα εκπομπών άνθρακα, η RWE πρωταγωνιστεί στη νομική υπόθεση κατά του ολλανδικού κράτους για το κλείσιμο των εργοστασίων λιγνίτη, ζητώντας 1,6 δισ. δολάρια αποζημίωση.

Τα «πράσινα» τα λόγια τα μεγάλα

Σημαντικό μερίδιο ευθύνης για όσα συμβαίνουν στο Λούτσερατ φέρει το γερμανικό κόμμα των «Πρασίνων» που συγκυβερνά στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση με τους Σοσιαλδημοκράτες, αλλά και στην κυβέρνηση της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας με τους Χριστιανοδημοκράτες.

Ειδικά σε ό,τι αφορά το κρατίδιο της δυτικής Γερμανίας, μέχρι τις τελευταίες τοπικές εκλογές οι «Πράσινοι» ήταν ενάντια στην επέκταση του ορυχείου Garzweiler 2 και υπέρ της διάσωσης όλων των χωριών της περιοχής. Όπως και στην ομοσπονδιακή, έτσι και στην τοπική κυβέρνηση οι απόψεις τους άλλαξαν.

Πίσω από τη συμφωνία με τη RWE για την καταστροφή του Λούτσερατ βρίσκονται η υπουργός Οικονομικών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Μόνα Νόιμπαουρ, και ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών, Ρόμπερτ Χάμπεκ, αμφότεροι από το κόμμα των «Πρασίνων». Μέλος του κόμματος είναι και ο αρχηγός της αστυνομίας του Άαχεν, Ντιρκ Γουάινσπαχ, που έχει την άμεση ευθύνη της αστυνομικής βίας ενάντια στους υπερασπιστές του Λούτσερατ.

Το κόμμα των «Πρασίνων» έχει πραγματοποιήσει μια ολοκληρωτική μεταστροφή στις περιβαλλοντικές και φιλειρηνικές του θέσεις έπειτα από τη συμμετοχή του στην ομοσπονδιακή αλλά και στις τοπικές κυβερνήσεις. Πέρα από τη συναίνεσή του στην επέκταση της εξόρυξης και καύσης λιγνίτη, έχει δεχτεί τον μεγάλης κλίμακας επανεξοπλισμό του γερμανικού στρατεύματος, αλλά και την επιβολή ενός νέου δόγματος «Νόμου και Τάξης» που στοχεύει κυρίως σε μειονότητες και πληθυσμούς μεταναστών.

Ουσιαστικά, τα «πράσινα» λόγια των «Πρασίνων» αποδεικνύονται ένα μεγάλο ψέμα, καθώς δεν μπορούν παρά να υπερασπίζονται τα συμφέροντα της τάξης την οποία εκπροσωπούν — οι «Πράσινοι» προέρχονται από την ανώτερη μεσαία τάξη, της οποίας τα συμφέροντα συνδέονται άρρηκτα με την κερδοσκοπία των καπιταλιστικών ομίλων. Η εκμετάλλευση του περιβάλλοντος και ο πόλεμος είναι τεράστια τμήματα αυτής της κερδοσκοπίας — μια συμμαχία της εργατικής τάξης και της νεολαίας με αντικαπιταλιστικά προτάγματα είναι ο μεγαλύτερος φόβος της.

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ