Ξεκίνησε την Τετάρτη 13 Ιουλίου στο Ανώτερο Δικαστήριο του Λονδίνου η εκδίκαση της υπόθεσης της πρόσβασης στα αποθέματα χρυσού της Βενεζουέλας, αξίας σχεδόν 2 δισ. δολαρίων, τα οποία βρίσκονται «παγωμένα» στην Τράπεζα της Αγγλίας.
Το δικαστήριο καλείται να αποφασίσει αν η αναγνώριση του Χουάν Γκουαϊδό ως «προσωρινού προέδρου» της Βενεζουέλας από τη Μεγάλη Βρετανία, επιτρέπει στη βρετανική κυβέρνηση να αγνοήσει τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βενεζουέλας και να χαρίσει την πρόσβαση στα αποθέματα χρυσού στον Γκουαϊδό.
Το «πάγωμα» των αποθεμάτων χρυσού της Βενεζουέλας είχε έλθει έπειτα από πιέσεις των ΗΠΑ στη βρετανική κυβέρνηση, και εν μέσω της αναγνώρισης του αυτοανακηρυχθέντα «προσωρινού προέδρου» Χουάν Γκουαϊδό και των επανειλημμένων προσπαθειών για την πραγματοποίηση πραξικοπήματος στη Βενεζουέλα με τη στήριξη της Δύσης.
Στο βιβλίο του «The room where it happened», ο τότε σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, Τζον Μπόλτον — που πρόσφατα παραδέχτηκε ζωντανά στην αμερικανική τηλεόραση τη συμμετοχή του στον σχεδιασμό πραξικοπημάτων — έγραψε πως ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Μ. Βρετανίας, Τζέρεμι Χαντ, ήταν «ενθουσιασμένος» για να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ σε μια σειρά «μέτρων» ενάντια στη νόμιμη κυβέρνηση της Βενεζουέλας, μεταξύ των οποίων και η αρπαγή των αποθεμάτων χρυσού.
Η αξία των αποθεμάτων χρυσού, που αποτιμώνται περίπου στα 2 δισ. δολάρια, είναι εξαιρετικά σημαντική για την κυβέρνηση της Βενεζουέλας, που έχει δηλώσει ότι επιθυμεί να τα χρησιμοποιήσει για την ενίσχυση του συστήματος υγείας της χώρας, εν μέσω της διαρκούς πανδημίας της Covid-19. Ως μέτρο σύγκρισης, οι εισαγωγές τροφίμων και φαρμάκων της Βενεζουέλας κατά το έτος 2018, ανήλθαν σε περίπου 2,6 δισ. δολάρια.
Το σύστημα υγείας της Βενεζουέλας έχει πληγεί από τις πολυετείς κυρώσεις που έχουν επιβάλλει οι ΗΠΑ στη χώρα, μεταξύ των οποίων και το πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων της που κρατούνται σε τράπεζες του εξωτερικού. Η Ειδική Εισηγήτρια των Ηνωμένων Εθνών για τις αρνητικές επιδράσεις των κυρώσεων, Αλένα Ντούχαν, έχει εκθέσει τη ζημιά που έχουν προκαλέσει οι κυρώσεις στην οικονομία της Βενεζουέλας και ιδιαίτερα «στη δυνατότητά της να αντιμετωπίσει την πανδημία της Covid-19». Η Ντούχαν έχει καλέσει τις κυβερνήσεις των δυτικών χωρών και τις διοικήσεις των τραπεζών τους «να ξεπαγώσουν τα περιουσιακά στοιχεία της Τράπεζας της Βενεζουέλας ώστε να αγοραστούν φάρμακα, εμβόλια, τρόφιμα, ιατρικός και άλλος εξοπλισμός».
Οι κυβερνήσεις της Δύσης έχουν μέχρι στιγμής αγνοήσει τις προτροπές της και συνεχίζουν να αναγνωρίζουν τον Χουάν Γκουαϊδό ως «προσωρινό πρόεδρο», παρά το γεγονός ότι σχεδόν κανείς στη Βενεζουέλα δεν στέκεται πλέον στο πλάι του και παρά την επανέναρξη συνομιλιών των ΗΠΑ με τη νόμιμη κυβέρνηση του Νικολάς Μαδούρο.
Τα έξοδα του Χουάν Γκουαϊδό, μεταξύ των οποίων και τα δικαστικά έξοδα στη Μεγάλη Βρετανία, πληρώνονται όλο αυτό το διάστημα από τα λεηλατημένα περιουσιακά στοιχεία της Βενεζουέλας. Περισσότερα από 300 εκατ. δολάρια που ανήκαν στην Κεντρική Τράπεζα της Βενεζουέλας είχαν κατασχεθεί τον Απρίλιο του 2020 από τις ΗΠΑ και είχαν μεταφερθεί σε λογαριασμό στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα Αποθεμάτων των ΗΠΑ. Έπειτα, σε μία κίνηση που χαρακτηρίστηκε από την κυβέρνηση της Βενεζουέλας ως «χυδαία λεηλασία», δόθηκε πρόσβαση σε αυτόν τον λογαριασμό στο ορισμένο από τον Γκουαϊδό «προσωρινό προεδρείο της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας», δηλαδή ουσιαστικά στον Γκουαϊδό και τους συνεργάτες του.
Τμήμα αυτών των χρημάτων έχει χρησιμοποιηθεί για να πληρωθούν οι δικηγορικές εταιρείες που εκπροσωπούν τον Γκουαϊδό, αλλά και εταιρείες λόμπινγκ που ασκούν πίεση υπέρ του. Από τα χρήματα αυτά έχουν πληρωθεί βουλευτές της αντιπολίτευσης στη Βενεζουέλα, ενώ πληρωμές από αυτόν τον λογαριασμό γίνονται και στον ίδιο τον Γκουαϊδό και τους συνεργάτες του. Τέλος, περίπου 100 εκατ. δολάρια από αυτόν τον λογαριασμό προωθήθηκαν σε ένα «Ταμείο Απελευθέρωσης», του οποίου δεν έχει ξεκαθαριστεί η λειτουργία.
Αν η απόφαση του βρετανικού δικαστηρίου δώσει στον Γκουαϊδό πρόσβαση στα αποθέματα χρυσού της Βενεζουέλας, υπάρχουν βάσιμοι φόβοι ότι αυτά θα χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση άλλης μιας απόπειρας πραξικοπήματος στη Λατινοαμερικανική χώρα, με την τελευταία να λαμβάνει χώρα τον Απρίλιο του 2019 και να αποτυγχάνει παταγωδώς.