Του Βασίλη Λιόση
Αυτές τις ημέρες εκπαιδευτικοί και μαθητές βιώνουν μία κατάσταση μάλλον πρωτόγνωρη. Κάνουν μάθημα σε αίθουσες που έχουν-δεν έχουν 12 μαθητές. Από το πρώτο λεπτό η διαφορά γίνεται απόλυτα αντιληπτή. Υπάρχει ησυχία στην τάξη, ακούνε όλοι ή σχεδόν όλοι προσεκτικά, δίνεται η ευκαιρία για περισσότερο διάλογο άρα μάθημα με ενεργό συμμετοχή του μαθητή, ο εκπαιδευτικός είναι πιο ήρεμος και ο χρόνος τον πιέζει πολύ λιγότερο, σχεδόν δεν τον πιέζει.
Τούτη η μορφή του μαθήματος φέρνει στα μυαλά μας αναγκαστικά ερωτήματα:
- Γιατί δεν θα μπορούσε το μάθημα να είναι μόνιμα έτσι και όχι μόνο απόρροια ειδικών συνθηκών;
- Θα χρειαζόταν τότε να λειτουργούν τα φροντιστήρια, αυτή η χρόνια αιμορραγία της ελληνικής οικογένειας;
- Γιατί την τόσο απλή σκέψη που διατυπώνουμε δεν μπορούν να την έχουν οι κρατούντες; Είναι θέμα ευφυΐας ή κάτι άλλο;
Ασφαλώς και δεν τίθεται ζήτημα ευφυΐας. Άλλωστε η εκμετάλλευση των ανθρώπων και το να τους ξεγελάς επανειλημμένως απαιτεί έναν ορισμένο βαθμό εξυπνάδας. Πρόκειται για συνειδητή επιλογή. «Δώστε λεφτά για την παιδεία», φωνάζει εδώ και χρόνια το πανεκπαιδευτικό κίνημα. Αυτή είναι η λύση! Να αλλάξει η αναλογία εκπαιδευτικών-μαθητών. Να διοριστούν χιλιάδες εκπαιδευτικοί. Να σταματήσει η ταλαιπωρία των αναπληρωτών που γυρνάνε όλη την Ελλάδα και όλοι συμφωνούν πως εξυπηρετούν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Να ομορφύνουν οι χώροι των σχολείων. Να αλλάξουν τα βιβλία και να μαθαίνουν τα παιδιά πώς λειτουργεί η κοινωνία, η φύση και η νόηση. Αλλά γιατί δεν γίνονται όλα αυτά; Μα γιατί τα χρήματα πάνε αλλού. Πάνε σε άχρηστους νατοϊκούς εξοπλισμούς. Πάνε σε ρεμούλες. Πάνε στην ενίσχυση των ισχυρών. Διότι δεν φορολογείται το μεγάλο κεφάλαιο και ειδικά οι εφοπλιστές.
Αντί όλων αυτών η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας μέσα από το σχετικό νομοσχέδιο προβλέπει τη μείωση του αριθμού των αναπληρωτών, την αφαίρεση του μαθήματος της κοινωνιολογίας, την αύξηση των μαθητών ανά τάξη σε νηπιαγωγεία και δημοτικά (αν και αυτό φαίνεται να αποσύρεται μετά από τις θυελλώδεις αντιδράσεις), την επαναφορά της τράπεζας θεμάτων και την αύξηση των εξετάσεων καθιστώντας το σχολείο περισσότερο απωθητικό και βεβαίως την τοποθέτηση καμερών. Και όλα αυτά τα «διαβουλεύτηκε» εν μέσω πανδημίας! Τόσο δημοκρατικά!
Επειδή ακριβώς, λοιπόν, είναι τόσο απλή η λύση που περιγράψαμε παραπάνω, η μη εφαρμογή της δεν μπορεί να αποδοθεί στην αδυναμία να τη σκεφτούν οι εκάστοτε ηγεσίες. Μαθητές που μαθαίνουν να σκέφτονται γίνονται επικίνδυνοι για την επαύριον. Ακριβώς για αυτό η τόσο απλή λύση είναι ταυτόχρονα και τόσο δύσκολη.