Του Δημήτρη Καλτσώνη* / Μαρξιστική Σκέψη, τ. 28
Μέχρι το 1990 τα επιτεύγματα της κουβανικής επανάστασης υπήρξαν σημαντικά. Ειδικά τη δεκαετία του 1970 και 1980 η οικονομία της Κούβας αναπτυσσόταν κατά 10% κάθε χρόνο. Ο ρυθμός αύξησης της κατανάλωσης των εργαζομένων αυξανόταν κατά 2,8% ετησίως. Οι κοινωνικές δαπάνες κατ’ άτομο αυξάνονταν 7,1% ετησίως. Ο μέσος εργαζόμενος στην Κούβα είχε αναμφισβήτητα καλύτερο επίπεδο ζωής από τον μέσο εργαζόμενο στην Καραϊβική αλλά και σε όλη τη Λ. Αμερική. Ιδιαίτερα υψηλό ήταν και παραμένει το επίπεδο της δημόσιας υγείας και της δημόσιας παιδείας, το οποίο μπορεί να συγκριθεί με τα υψηλότερα επίπεδα των πλέον αναπτυγμένων χωρών. Το προσδόκιμο ζωής, που ήταν 41 έτη το 1958 είχε ανεβεί το 1985 ήδη στα 74,2 έτη. Σήμερα το προσδόκιμο ζωής σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ βρίσκεται στα 79 έτη για τους άντρες και στα 81 για τις γυναίκες.
Η Κούβα διαθέτει την υψηλότερη αναλογία γιατρών προς τον πληθυσμό σε όλο τον κόσμο. Διαθέτει επίσης πολύ υψηλής ποιότητας φαρμακευτική βιομηχανία. Ήδη τα πρώτα κιόλας χρόνια μετά την επανάσταση εξαλείφθηκε ταχύτατα ο αναλφαβητισμός. Το 1958 υπήρχαν 1 εκατομμύριο αναλφάβητοι (23,6% του πληθυσμού άνω των 10 ετών), 1 εκατομμύριο ημιαναλφάβητοι, 600 χιλιάδες παιδιά που δεν πήγαιναν σχολείο και 10 χιλιάδες άνεργοι δάσκαλοι. Στις μέρες μας η Κούβα διαθέτει την υψηλότερη αναλογία εκπαιδευτικών προς τον πληθυσμό σε όλο τον κόσμο[1].
Από το 1991 η διεθνής κατάσταση άλλαξε δραματικά. Η χώρα έχασε τους βασικούς εμπορικούς της εταίρους εξαιτίας της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στη Σοβιετική Ένωση και τα άλλα πρώην σοσιαλιστικά κράτη. Όχι μόνο απώλεσε τις “δίκαιες εμπορικές σχέσεις” με τα σοσιαλιστικά κράτη[2] αλλά βρέθηκε πλήρως απομονωμένη, χωρίς να μπορεί να πουλήσει ή να αγοράσει τα στοιχειώδη στην παγκόσμια αγορά. Ο αποκλεισμός των ΗΠΑ, που είχε επιβληθεί με την επικράτηση της επανάστασης και ήταν ήδη δυσβάσταχτος, απέκτησε καταθλιπτική επίδραση. To ΑΕΠ της Κούβας έπεσε τουλάχιστον κατά 35%. Το βιοτικό επίπεδο του λαού σημείωσε δραματική πτώση. Διαφυλάχτηκαν ωστόσο οι σημαντικότερες κατακτήσεις σε υγεία και παιδεία.
Για να επιβιώσει, η Κούβα προσανατολίστηκε στην ελεγχόμενη συνεργασία με το ξένο κεφάλαιο στον τομέα ιδίως του τουρισμού και σε ένα περιορισμένο άνοιγμα στην αγροτική μικροϊδιοκτησία. Σε συνθήκες πλήρους καπιταλιστικής απομόνωσης η χώρα ήταν αναγκασμένη να προβεί σε ελεγχόμενο, περιορισμένο άνοιγμα στις εμπορευματικές σχέσεις, προκειμένου να επιβιώσει και να επιτύχει τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού. Για τον ίδιο λόγο διατήρησε τη δημόσια ιδιοκτησία στα βασικά μέσα παραγωγής και τον κρατικό σχεδιασμό στην οικονομία. Η πολιτική αυτή αποτυπώθηκε στην αναθεώρηση του Συντάγματος το 1992.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται, αργά και επίπονα αλλά σταθερά. Τα δομικά όμως προβλήματα δεν έπαψαν να υπάρχουν εφόσον και ο διεθνής περίγυρος παρέμεινε εχθρικός. Σήμερα, υπό την επίδραση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης έχει πληγεί ο τουρισμός, μια από τις βασικές πηγές εισοδήματος της Κούβας. Ο αριθμός των τουριστών μειώθηκε λόγω της πτώσης των εισοδημάτων των εργαζομένων στις καπιταλιστικές χώρες. Οι τιμές των ειδών εισαγωγής αυξήθηκαν δραματικά. Μόνο για το 2011 η αύξηση των διεθνών τιμών προκάλεσε μια επιπλέον επιβάρυνση 800 εκατομμυρίων δολαρίων στις εισαγωγές της Κούβας.
Παράλληλα, η τιμή του βασικού εξαγώγιμου αγαθού της, του περιζήτητου άλλοτε νικελίου, έχει υποχωρήσει στο 1/3 της τιμής του 2008. Η αγροτική παραγωγή παραμένει προβληματική λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας. Οι καταστροφές από τους τυφώνες που σάρωσαν τα τελευταία χρόνια το νησί δεν έχουν ακόμη ξεπεραστεί. Οι ρυθμοί ανάπτυξης του ΑΕΠ ήταν 1% το 2014, 4,4% το 2015, 1,6% το 2017, 2% το 2018. Παρόλα αυτά, τα αποτελέσματα της κουβανικής οικονομίας κρίνονται σχετικά θετικά, δεδομένων των επιπτώσεων της παγκόσμιας κρίσης που επιδρούν αρνητικά στην οικονομία όλης της Λατινικής Αμερικής[3].
Οι νέες οικονομικές κατευθύνσεις
Η οικονομική κρίση, λοιπόν, μαζί με μια σειρά συγκυριακούς παράγοντες και χρόνιες αδυναμίες του οικονομικού συστήματος της Κούβας οδήγησαν την ηγεσία της χώρας στην απόφαση να εισηγηθεί μια σειρά περαιτέρω αλλαγές στο 6ο και 7ο συνέδριο του ΚΚ Κούβας (2011 και 2016 αντίστοιχα)[4]. Επιχειρείται έκτοτε ένα ευρύτερο άνοιγμα στις εμπορευματικές σχέσεις. Υιοθετήθηκε η “επικαιροποίηση του κουβανικού σοσιαλιστικού μοντέλου”[5]. Ορισμένοι αναλυτές τείνουν ίσως να την ερμηνεύουν όχι ως αναγκαστική, ιστορικά προσωρινή, περιορισμένη παραχώρηση στις καπιταλιστικές σχέσεις αλλά ως ένα αυτοτελές οικονομικό μοντέλο, πράγμα που σημαίνει ότι αντικειμενικά θεωρείται προθάλαμος της καπιταλιστικής παλινόρθωσης[6].
Βασικοί οικονομικοί στόχοι της τρέχουσας οικονομικής πολιτικής είναι η άνοδος της αγροτικής παραγωγής, η αύξηση της παραγωγικότητας του δημόσιου τομέα, η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού. Δίνονται κίνητρα μετακίνησης σε αγροτικές παραγωγικές δραστηριότητες ώστε να αυξηθεί η εγχώρια παραγωγή. Παραχωρούνται (για ατομική ή συνεταιριστική εκμετάλλευση) εκτάσεις που μέχρι πρόσφατα έμεναν ακαλλιέργητες. Στόχος είναι η υποκατάσταση των εισαγωγών τροφίμων και η διατροφική επάρκεια της Κούβας.
Παράλληλα, στον τομέα των υπηρεσιών (εστιατόρια, ταξί κλπ) έχει επιτραπεί η ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα ή και η συνένωση των ατομικών παραγωγών σε συνεταιρισμούς. Το τελευταίο δεν είναι εντελώς νέο για την κουβανική κοινωνία. Με τα νέα μέτρα καταβάλλεται προσπάθεια να υπάρξει ένας εξορθολογισμός αφού τέτοιες δραστηριότητες υπήρχαν είτε νόμιμα είτε παράνομα. Με τη νομιμοποίηση τέτοιων επιχειρήσεων επιχειρήθηκε να ελεγχθεί οικονομικά, άρα και κοινωνικά, το τμήμα αυτό του πληθυσμού που είχε συσσωρεύσει παράνομα εισοδήματα.
Πεντακόσιες χιλιάδες εργαζόμενοι μεταφέρθηκαν από τον υπερπλήρη δημόσιο τομέα της οικονομίας στις νέες αυτές δραστηριότητες. Σήμερα το 13% του εργατικού δυναμικού ανήκει πλέον στην κατηγορία των αυτοαπασχολουμένων με ή χωρίς προσωπικό. Στο πλαίσιο της προσπάθειας ανόδου της παραγωγικότητας των κρατικών επιχειρήσεων τους παραχωρήθηκε επίσης μεγαλύτερη αυτονομία στις οικονομικές αποφάσεις. Η αυτοτέλεια αυτή δεν έχει οδηγήσει στην πλήρη αυτονόμησή τους και στην κατάργηση του κεντρικού οικονομικού σχεδιασμού. Καρπός αυτών των πολιτικών είναι το Σύνταγμα του 2019, το οποίο τις θεσμοποιεί αλλά χαράσσει και κατευθύνσεις για το μέλλον.
Η διαδικασία προς το νέο Σύνταγμα
H διαδικασία υιοθέτησης νέου Συντάγματος ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2018 με την δημοσιοποίηση του σχεδίου στο οποίο κατέληξε η Εθνοσυνέλευση μετά από συζήτηση κάποιων μηνών. Ακολουθήθηκε η διαδικασία που όριζε το άρθρο 137 του ισχύοντος Συντάγματος. Δηλαδή, το νέο Σύνταγμα έπρεπε να ψηφιστεί από τουλάχιστον 2/3 των βουλευτών της Εθνοσυνέλευσης. Στη συνέχεια υποβλήθηκε σε δημοψήφισμα, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 137, καθώς κάποιες από τις αλλαγές αφορούσαν θέματα σχετικά με την κατάστρωση των αρμοδιοτήτων των οργάνων εξουσίας και τα δικαιώματα.
Ωστόσο, δεν πρόκειται ακριβώς για αναθεώρηση του Συντάγματος. Οι Κουβανοί ιθύνοντες την χαρακτηρίζουν ολική αναθεώρηση[7]. Στις τελικές διατάξεις του νέου Συντάγματος ορίζεται ότι καταργείται το Σύνταγμα του 1976/78/92/02[8]. Εξάλλου, ο συνολικός αριθμός και κυρίως η διάταξη των άρθρων διαφέρουν στο σημερινό Σύνταγμα.
Το σχέδιο Συντάγματος υποβλήθηκε σε διάλογο στην κοινωνία που διάρκεσε 4 μήνες[9]. Πραγματοποιήθηκαν πάνω από 130 χιλιάδες συνελεύσεις σε γειτονιές και εργασιακούς χώρους. Συμμετείχαν σχεδόν 9 εκατομμύρια άνθρωποι. Πάνω από ένα εκατομμύριο 700 χιλιάδες πολίτες πήραν το λόγο και διατύπωσαν παρατηρήσεις επί του σχεδίου Συντάγματος. Με βάση αυτές έγιναν από την αρμόδια επιτροπή της Εθνοσυνέλευσης τροποποιήσεις στο σχέδιο Συντάγματος.
Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε ουσιαστική συζήτηση και έγιναν νέες τροποποιήσεις από τους βουλευτές στην Εθνοσυνέλευση[10]. Το τελικό κείμενο ψηφίστηκε από την Εθνοσυνέλευση το Δεκέμβριο του 2018. Ψηφίστηκε ομόφωνα από τους παρόντες. Απουσίαζαν ελάχιστοι μόνο βουλευτές. Η σύγκριση του αρχικού σχεδίου και του τελικού κειμένου δείχνει ότι έγιναν ουσιαστικές και όχι μόνο δευτερεύουσες αλλαγές. Στη συνέχεια τυπώθηκε σε πολλά εκατομμύρια αντίτυπα και τέθηκε σε δημοψήφισμα για έγκριση ή απόρριψη από το εκλογικό σώμα στις 24 Φεβρουαρίου 2019.
Το νέο Κουβανικό Σύνταγμα παρουσιάζει καινοτομίες σε τρεις βασικούς τομείς: στις διατάξεις που αφορούν στην οικονομία, στην οργάνωση των κεντρικών οργάνων εξουσίας και στην κατάστρωση των συνταγματικών δικαιωμάτων. Το νέο Σύνταγμα έρχεται να επικυρώσει μια σειρά αλλαγές που έχουν ήδη γίνει στην κοινωνικο-οικονομική και πολιτική πραγματικότητα της Κούβας, κυρίως όμως ανοίγει νέους δρόμους με τις καινούργιες συνταγματικές ρυθμίσεις που εισάγει.
Αναβαθμίζεται ο ρόλος του ίδιου του Συντάγματος και του νομικού συστήματος. Αυτό φαίνεται ιδίως από το άρθρο 1 που ορίζει την Κούβα ως σοσιαλιστικό κράτος δικαίου και από το άρθρο 7 που ξεκαθαρίζει ότι το Σύνταγμα είναι ο ανώτατος νομικός κανόνας.
Το σημερινό Κουβανικό Σύνταγμα ακολουθεί την παράδοση των προηγούμενων Κουβανικών Συνταγμάτων αλλά και των Συνταγμάτων των σοσιαλιστικών κρατών του 20ού αιώνα, τα οποία διέθεταν ειδικό κεφάλαιο ή ομάδα άρθρων σχετικών με την οικονομία. Το κεφάλαιο ακολουθεί αμέσως μετά τις πρώτες, γενικές κατευθυντήριες διατάξεις. Το οικονομικό Σύνταγμα του σημερινού Συντάγματος περιλαμβάνεται στα άρθρα 18 έως 31. Τέσσερα ειδικότερα σημεία πρέπει να αναλυθούν: τα θεμέλια του οικονομικού συστήματος, ο σχεδιασμός της οικονομίας, οι μορφές ιδιοκτησίας και το εύρος του δημόσιου τομέα.
Τα θεμέλια του οικονομικού συστήματος
Το πρώτο είναι ο καθορισμός του οικονομικού συστήματος. Αυτό γίνεται στα άρθρα 18 και 19. Το άρθρο 18 δίνει ήδη με σαφήνεια το περίγραμμα. Ορίζει πως στην Κούβα κυριαρχεί το οικονομικό σύστημα που βασίζεται στην σοσιαλιστική ιδιοκτησία όλου του λαού στα βασικά μέσα παραγωγής, ως κύρια (αλλά όχι μοναδική) μορφή ιδιοκτησίας, και στη σχεδιασμένη διεύθυνση της οικονομίας. Το οικονομικό σύστημα προσδιοριζόταν καταρχήν με τον ίδιο τρόπο στο αναθεωρημένο Σύνταγμα του 1992. Εκεί, στο άρθρο 14 χρησιμοποιούνταν η ίδια διατύπωση περί οικονομικού συστήματος βασισμένου στη σοσιαλιστική ιδιοκτησία όλου του λαού στα βασικά μέσα παραγωγής. Υπάρχουν όμως δυο διαφορές.
Η πρώτη συνίσταται στο ότι το προγενέστερο άρθρο δεν προσδιόριζε τη σοσιαλιστική ιδιοκτησία όλου του λαού ως κύρια. Η ανάγκη να προσδιοριστεί ως κύρια προέκυψε σήμερα καθώς το Σύνταγμα αναγνωρίζει, όπως θα φανεί αμέσως παρακάτω και την ιδιωτική ιδιοκτησία.
Η δεύτερη διαφορά έγκειται στο ότι η προγενέστερη διατύπωση ανέφερε την εξάλειψη της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, δηλαδή την εξάλειψη των καπιταλιστικών σχέσεων. Το σημερινό Σύνταγμα δεν περιλαμβάνει τέτοιο εδάφιο προφανώς γιατί, όπως θα αναλυθεί παρακάτω, αναγνωρίζει έστω και περιορισμένα την ιδιωτική ιδιοκτησία σε κάποια μέσα παραγωγής.
Να σημειωθεί ότι το Κουβανικό Σύνταγμα του 1976, πριν δηλαδή την αναθεώρησή του το 1992, στο άρθρο 14 αναφερόταν στην σοσιαλιστική ιδιοκτησία όλου του λαού στα μέσα παραγωγής γενικά και όχι μόνο στα βασικά μέσα παραγωγής. Η αλλαγή αυτή έγινε το 1992 και διατηρείται και σήμερα εξαιτίας του γεγονότος ότι η Κούβα διεύρυνε το πεδίο δράσης της μικροϊδιοκτησίας.
Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι στο ακροτελεύτιο άρθρο 229 του σημερινού Συντάγματος αναφέρεται ότι σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αναθεωρηθεί το άρθρο 4 του Συντάγματος το οποίο ορίζει πως το σοσιαλιστικό σύστημα που κυρώνεται από το παρόν Σύνταγμα είναι οριστικό. Το στοιχείο αυτό ενισχύεται και από την αναφορά του προοιμίου στο ότι η Κούβα δεν θα επιστρέψει ποτέ στον καπιταλισμό. Έχει σημασία να σημειωθεί ότι η τελευταία αυτή αναφορά προστέθηκε στο προοίμιο κατόπιν αιτήματος που προέκυψε κατά τη δημόσια συζήτηση. Με τον ίδιο τρόπο ενσωματώθηκαν στο προοίμιο και στο άρθρο 5 αναφορές στον κομμουνισμό ως στόχο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης[11].
Στο δημόσιο διάλογο κατατέθηκαν 30 προτάσεις για να εξαλειφθεί ο όρος σοσιαλιστικό σύστημα και σοσιαλιστική οικονομία και 262 προτάσεις για να απαλειφθεί το άρθρο που αναφέρεται στον καθοδηγητικό ρόλο του ΚΚ Κούβας. Υπήρξαν αντίθετα 4 χιλιάδες 800 προτάσεις για να μετονομαστεί η χώρα από Κουβανική Δημοκρατία σε Κουβανική Σοσιαλιστική Δημοκρατία. Καμιά από τις παραπάνω προτάσεις αυτές δεν έγινε δεκτή[12].
Ο σχεδιασμός της οικονομίας
Στα θεμελιώδη στοιχεία του οικονομικού συστήματος τα άρθρα 18 και 19 του σημερινού Συντάγματος ορίζουν τη σχεδιασμένη διεύθυνση της οικονομίας. Το ίδιο συνέβαινε με το άρθρο 16 του Συντάγματος του 1992. Η διαφοροποίηση του σημερινού Συντάγματος έγκειται στην προσθήκη ότι η σχεδιασμένη διεύθυνση της οικονομίας λαμβάνει υπόψη, ρυθμίζει και ελέγχει την αγορά με βάση τα συμφέροντα της κοινωνίας. Αναγνωρίζεται δηλαδή συνταγματικά η ύπαρξη αγοράς αλλά παράλληλα αυτή εντάσσεται στο ρυθμιστικό έλεγχο και στο πλαίσιο που ορίζει το κράτος μέσω του σχεδιασμού.
Σύμφωνα με το άρθρο 19, ο κρατικός σχεδιασμός αποτελεί το κεντρικό συστατικό της οικονομικής διεύθυνσης και φροντίζει ιδίως για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης. Το κράτος διευθύνει, ρυθμίζει και ελέγχει την οικονομική δραστηριότητα σε όφελος της κοινωνίας.
Μια σημαντική πλευρά του σχεδιασμού είναι η λαϊκή συμμετοχή σε αυτόν. Η εμπειρία των επαναστάσεων του 20ού αιώνα έδειξε ότι ο κεντρικός σχεδιασμός στα κράτη που οικοδομούσαν μια σοσιαλιστική κοινωνία κατέληξε από ένα σημείο και έπειτα να είναι αναποτελεσματικός καθώς αποτελούσε προϊόν γραφειοκρατικών αποφάσεων της ηγεσίας και όχι καρπό της λαϊκής συμμετοχής και βούλησης.
Το σημερινό Κουβανικό Σύνταγμα αφιερώνει ένα ξεχωριστό άρθρο στο ζήτημα αυτό. Στο άρθρο 20 ορίζεται ότι οι εργαζόμενοι συμμετέχουν στις διαδικασίες σχεδιασμού, ρύθμισης και ελέγχου της οικονομίας, ενώ για τα ειδικότερα σχετικά θέματα παραπέμπει, όπως είναι φυσικό, στην κοινή νομοθεσία. Έχει ενδιαφέρον να επισημανθεί ότι στο σχέδιο Συντάγματος που κατατέθηκε αρχικά, υπήρχε μεν αναφορά στη συμμετοχή των εργαζομένων στο σχεδιασμό όχι σε ξεχωριστό άρθρο αλλά ως δεύτερη παράγραφος στο άρθρο περί κρατικού οικονομικού σχεδιασμού. Από τη συζήτηση που διεξήχθη προέκυψε η ανάγκη αναβάθμισης της διάταξης σε ξεχωριστό άρθρο.
Σύμφωνα με τις αναλύσεις των Κουβανών ειδικών, ως συμμετοχή των εργαζομένων δεν νοείται η “αυτοδιαχείριση” γιουγκοσλαβικού τύπου ή οι ανάλογες εφαρμογές στη Σοβιετική Ένωση επί Γκορμπατσόφ. Οι εμπειρίες αυτές συνιστούσαν στην πραγματικότητα αποδυνάμωση του κεντρικού σχεδιασμού και μετέτρεπαν τις επιχειρήσεις σε συλλογική ιδιοκτησία των εργαζομένων κάθε επιχείρησης. Αναιρούσαν έτσι τον κοινωνικό τους χαρακτήρα και τη δημόσια ιδιοκτησία. Συμμετοχή των εργαζομένων σημαίνει τη συμμετοχή τους στη λήψη των αποφάσεων σε επιχειρησιακό και πανεθνικό επίπεδο μαζί με τους εργαζόμενους όλων των άλλων επιχειρήσεων και παραγωγικών κλάδων[13].
Και στα προηγούμενα Κουβανικά Συντάγματα υπήρχαν αναφορές στη συμμετοχή των εργαζομένων και γενικότερα της κοινωνίας στη χάραξη του σχεδιασμού. Στο Σύνταγμα του 1976 το άρθρο 16, που αφορούσε τον κρατικό σχεδιασμό της οικονομίας και τους στόχους του αναφερόταν επίσης στη λαϊκή συμμετοχή κατά την επεξεργασία και εφαρμογή των οικονομικών πλάνων. Στο Σύνταγμα του 1992 υπήρχε μια πιο εμφατική αναφορά με μια ξεχωριστή δεύτερη παράγραφο στο άρθρο 16.
Αξιοσημείωτη εδώ είναι η διαφοροποιημένη κουβανική συνταγματική παράδοση σε σχέση με την εμπειρία της Σοβιετικής Ένωσης. Στο Σύνταγμα του 1977 της τελευταίας, στο οικείο άρθρο 16 που αφορούσε στον κρατικό οικονομικό σχεδιασμό δεν υπήρχε καμιά αναφορά στη συμμετοχή των εργαζομένων σε αυτόν[14]. Ούτε το άρθρο 11 του Σοβιετικού Συντάγματος του 1936 είχε κάποια σχετική αναφορά στη συμμετοχή των εργαζομένων στον κρατικό οικονομικό σχεδιασμό[15]. Σχετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης το άρθρο 9 του Συντάγματος της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας. Υπήρχε μια πολύ αδύναμη διατύπωση ότι ο κεντρικός σχεδιασμός της οικονομίας συνδεόταν με την πρωτοβουλία των εργαζομένων και όχι με τη συμμετοχή τους στη χάραξη της οικονομικής πολιτικής και στη λήψη των σχετικών αποφάσεων[16].
Οι μορφές ιδιοκτησίας
Το νέο Κουβανικό Σύνταγμα αναγνωρίζει ρητά για πρώτη φορά την ιδιωτική ιδιοκτησία. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 22 αναφέρονται οι μορφές ιδιοκτησίας: η σοσιαλιστική όλου του λαού (κρατική), η συνεταιριστική, η ιδιοκτησία των πολιτικών, συνδικαλιστικών και άλλων οργανώσεων, η ιδιωτική, η μικτή, η ιδιοκτησία των διάφορων ενώσεων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και η προσωπική.
Όλες οι μορφές ιδιοκτησίας, πλην της ιδιωτικής, αναγνωρίζονταν ήδη με το Σύνταγμα του 1992. Το Σύνταγμα του 1976 δεν περιελάμβανε την ιδιωτική αλλά ούτε τη μικτή ιδιοκτησία. Και τα δυο όμως αυτά προηγούμενα συνταγματικά κείμενα αναγνώριζαν την ιδιοκτησία των μικρών αγροτών, εκείνων δηλαδή που δεν συμμετείχαν στους αγροτικούς συνεταιρισμούς.
Ως ιδιωτική ιδιοκτησία ορίζεται στο σημερινό άρθρο 22 εκείνη που ασκείται πάνω σε συγκεκριμένα μέσα παραγωγής από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εγχώρια ή του εξωτερικού. Ο ρόλος της όμως προσδιορίζεται συγκεκριμένα, ως συμπληρωματικός στην οικονομία. Ο βασικός τομέας της οικονομίας είναι ο δημόσιος. Στο ζήτημα αυτό υπήρξε πλούσιος διάλογος στην κουβανική κοινωνία ακόμη και πριν την συζήτηση του σχεδίου Συντάγματος. Διατυπώθηκαν απόψεις, που δεν επικράτησαν, οι οποίες υποστήριζαν ότι ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να διαδραματίσει καίριο ρόλο στην οικονομία[17].
Όπως είναι εμφανές από τη διατύπωση του άρθρου του Συντάγματος, η αναγνώριση της ιδιωτικής οικονομίας δεν περιλαμβάνει μόνο την ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα χωρίς μίσθωση εργατικής δύναμης. Μπορεί να περιλαμβάνει και επιχειρήσεις μεσαίου χαρακτήρα που μισθώνουν εργατική δύναμη. Το Σύνταγμα του 1992 στο άρθρο 21, διασφάλιζε την ιδιοκτησία επί μέσων και εργαλείων, ατομικών ή οικογενειακών, με την προϋπόθεση όμως ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη μίσθωση – εκμετάλλευση εργασίας άλλου προσώπου.
Ωστόσο, και το σημερινό Σύνταγμα περιλαμβάνει περιορισμούς στην ιδιωτική ιδιοκτησία, όπως φάνηκε από τον ορισμό της που περιέχει το σχετικό άρθρο. Επιπλέον, υπάρχει το άρθρο 30 το οποίο επιτάσσει ότι το κράτος ρυθμίζει τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας σε φυσικά ή νομικά μη κρατικά πρόσωπα ώστε να επιτυγχάνεται η δικαιότερη αναδιανομή του πλούτου και να μην διαταράσσονται τα όρια των σοσιαλιστικών αξιών της κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας. Η συγκεκριμενοποίηση του άρθρου αυτού παραπέμπεται στο νόμο. Στην αρχική του διατύπωση το άρθρο όριζε ότι το κράτος ρυθμίζει τη μη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας στα ανωτέρω φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Η προσθήκη για την αναδιανομή του πλούτου έγινε μετά τη δημόσια συζήτηση[18]. Στις σχετικές αναλύσεις της Κουβανικής ηγεσίας τονίζεται αυτό που προκύπτει και από το γράμμα του Συντάγματος, ότι δηλαδή η ιδιωτική ιδιοκτησία δεν είναι η κυρίαρχη μορφή[19].
Στο άρθρο 28 προβλέπεται η συνεργασία του κράτους με τις ξένες επενδύσεις με σεβασμό στην εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία, στην προστασία και ορθολογική αξιοποίηση των φυσικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού.
Το εύρος του δημόσιου τομέα
Συνέπεια των ανωτέρω διαφοροποιήσεων είναι ο σχετικός αναπροσδιορισμός του δημόσιου τομέα της οικονομίας, όπως προκύπτει από την ανάλυση των συνταγματικών διατάξεων. Το Σύνταγμα του 2019 διακρίνει το δημόσιο τομέα σε δυο ειδικότερες κατηγορίες. Η μία ρυθμίζεται στο άρθρο 23 και η άλλη στο άρθρο 24.
Το άρθρο 23 ορίζει ότι στο δημόσιο ανήκουν η γη (εκτός της ιδιοκτησίας των συνεταιρισμών και των μικροϊδιοκτητών), το υπέδαφος, τα ορυχεία, τα δάση, οι παραλίες, τα ύδατα. Αυτή η κατηγορία δημόσιας ιδιοκτησίας δεν επιτρέπεται να μεταβιβαστεί για κανένα λόγο. Επιτρέπεται μόνο να παραχωρηθούν άλλα δικαιώματα (πχ. εκμετάλλευσης ή χρήσης), με την έγκριση του Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει ο νόμος και για λόγους οικονομικής ανάπτυξης, με την πρόσθετη προϋπόθεση ότι δεν θίγονται τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά θεμέλια του κράτους.
Με βάση το άρθρο 24 στο κράτος ανήκουν επίσης όλες οι υποδομές γενικού συμφέροντος, οι βασικές βιομηχανίες, οι οικονομικές και κοινωνικές εγκαταστάσεις και γενικά επιχειρήσεις που έχουν στρατηγικό χαρακτήρα για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Αγαθά που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία δημόσιας ιδιοκτησίας μπορεί να μεταβιβαστούν κατ’ ιδιοκτησία, μόνο κατ’ εξαίρεση, με την έγκριση του Συμβουλίου του Κράτους, για λόγους οικονομικής ανάπτυξης και με την προϋπόθεση ότι δεν θίγονται τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά θεμέλια του κράτους.
Το κράτος έχει τη δυνατότητα (άρθρα 25 και 26) να δημιουργεί κρατικές επιχειρήσεις και άλλους οικονομικού χαρακτήρα θεσμούς προκειμένου να αναπτύσσει παραπέρα τις παραγωγικές δραστηριότητες και τις υπηρεσίες. Οι κρατικές επιχειρήσεις αποτελούν με βάση το άρθρο 27 το βασικό υποκείμενο της εθνικής οικονομίας.
Το Σύνταγμα του 1992 στο άρθρο 15 καθόριζε με συγκεκριμένο τρόπο ότι οι επιχειρήσεις που εθνικοποιήθηκαν στην επανάσταση ή αυτές που δημιουργήθηκαν στη συνέχεια καθώς και το υπέδαφος, τα ορυχεία κλπ. ανήκουν στο δημόσιο. Πρακτικά δηλαδή περιελάμβανε το σύνολο των υπαρχόντων επιχειρήσεων, πλην των εκτάσεων που ανήκαν στους συνεταιρισμούς και των εκτάσεων των μικρών αγροτών. Επέτρεπε τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας τους, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου και με την προϋπόθεση ότι δεν θίγονται τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά θεμέλια του κράτους.
Στην εκδοχή του Συντάγματος του 1976, στο οικείο άρθρο 15 όχι μόνο οι παραπάνω κατηγορίες αλλά το σύνολο των επιχειρήσεων ανήκε στο κράτος. Δεν προβλεπόταν δυνατότητα παραχώρησης κυριότητας ή άλλων δικαιωμάτων επί αυτών.
Έχει σημασία πάντως να σημειωθεί ότι στην αρχική εκδοχή, που παρουσιάστηκε το καλοκαίρι του 2018 και τέθηκε σε συζήτηση, το Σύνταγμα δεν περιελάμβανε το άρθρο 24. Επιπλέον, η παραχώρηση δικαιωμάτων επί της κατηγορίας δημόσιας ιδιοκτησίας του άρθρου 23 δεν ήταν τόσο συγκεκριμένα και αυστηρά οριοθετημένη. Έπειτα από την παλλαϊκή συζήτηση και τις ανησυχίες που εκφράστηκαν, θεωρήθηκε αναγκαία η προσθήκη του άρθρου 24 και ο αυστηρότερος προσδιορισμός της μεταβίβασης δικαιωμάτων.
Στο Σύνταγμα του 2019 δεν υφίσταται διάταξη που να αναφέρεται στο εξωτερικό εμπόριο. Το Σύνταγμα του 1976 όριζε ρητά μέσω του άρθρου 18 ότι το εξωτερικό εμπόριο αποτελεί αποκλειστική λειτουργία του κράτους. Η αναθεώρηση του 1992, στο ίδιο άρθρο, όριζε ότι το κράτος διευθύνει και ελέγχει το εξωτερικό εμπόριο αλλά έδινε τη δυνατότητα στο κράτος να εξουσιοδοτήσει κρατικές επιχειρήσεις, φυσικά ή νομικά πρόσωπα στη διεξαγωγή του εξωτερικού εμπορίου.
Σύγκριση με το Κινεζικό Σύνταγμα
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διαφορές ανάμεσα στο νέο Κουβανικό Σύνταγμα και σε εκείνο της Κίνας. Η σύγκριση είναι χρήσιμη καθώς και οι δύο χώρες προέρχονται από επαναστατικές προσπάθειες οικοδόμησης του σοσιαλισμού κατά τον 20ό αιώνα. Επιπλέον, υπάρχει η αίσθηση ότι η Κούβα ακολουθεί κατά κάποιο τρόπο, με χρονική καθυστέρηση, τον κινεζικό δρόμο κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης.
Το Κινεζικό σοσιαλιστικό Σύνταγμα του 1982 αναθεωρήθηκε ριζικά το 1993[20]. Τότε τροποποιήθηκαν πολλές και σημαντικές διατάξεις του που αφορούσαν στην οικονομία. Οι διαφορές ανάμεσα στα δύο Συντάγματα (Κινεζικό μετά το 1993 και Κουβανικό του 2019) είναι αξιοπρόσεκτες. Ενώ το άρθρο 6 του Κινεζικού Συντάγματος αναφέρει ως θεμέλιο του οικονομικού συστήματος την σοσιαλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, όπως δηλαδή το Κουβανικό, στο άρθρο 15 του Κινεζικού έχει επέλθει μια ουσιαστική μεταβολή αφού ορίζεται ότι “το κράτος εφαρμόζει τη σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς”. Ο συγκεκριμένος όρος είναι ποιοτικά διαφορετικός από από το “οικονομικό σύστημα που βασίζεται στην παλλαϊκή σοσιαλιστική ιδιοκτησία των βασικών μέσων παραγωγής”, που υιοθετεί το Κουβανικό Σύνταγμα.
Αυτό μάλιστα υπογραμμίζεται από τους εισηγητές του νέου Συντάγματος της Κούβας, ότι δηλαδή δεν υιοθετείται η σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς. Σημειώνεται παράλληλα ότι η ιδιωτική ιδιοκτησία προϋπήρχε του σημερινού Συντάγματος και άρα δεν υφίσταται ποιοτική διαφοροποίηση στο ζήτημα αυτό[21].
Ακόμη περισσότερο, το Κινεζικό Σύνταγμα υιοθέτησε με την αναθεώρηση του 1999 τη διατύπωση του άρθρου 11 βάσει της οποίας οι μορφές μη δημόσιας οικονομίας “συγκροτούν ένα σημαντικό τμήμα της σοσιαλιστικής οικονομίας της αγοράς”. Αναβάθμισε έτσι τη θέση της ιδιωτικής οικονομίας. Στην αναθεώρηση μάλιστα του 2004 προστέθηκε εδάφιο στο άρθρο 11 που καθορίζει ότι «Το Κράτος ενθαρρύνει, υποστηρίζει και προσανατολίζει την ανάπτυξη της μη δημόσιας οικονομίας και διασφαλίζει τον έλεγχο και τη διαχείριση αυτού του τομέα σύμφωνα με το νόμο». Αυτό σημαίνει ότι το κράτος ελέγχει και προσανατολίζει την ιδιωτική οικονομία αλλά ενθαρρύνει και υποστηρίζει την ανάπτυξή της. Το Κουβανικό Σύνταγμα προβλέπει ρητά, όπως προαναφέρθηκε συμπληρωματικό ρόλο στην ιδιωτική οικονομία.
Η δεύτερη σημαντική διαφορά είναι ότι στο άρθρο 18 και 19 του Κουβανικού Συντάγματος ορίζεται ότι βασικό στοιχείο του οικονομικού συστήματος είναι ο σχεδιασμός της οικονομίας. Καθόλου τυχαία, όπως προαναφέρθηκε, τα δυο πρώτα άρθρα του σχετικού κεφαλαίου, θεμελιώνουν το σχεδιασμό της οικονομίας.
Αντίθετα, το Κινεζικό Σύνταγμα στη μετά την αναθεώρηση του 1993 εκδοχή του δεν αναφέρεται συγκεκριμένα στη σχεδιασμένη διεύθυνση της οικονομίας. Κάνει λόγο για μακροοικονομική παρέμβαση του κράτους μέσω της οικονομικής νομοθεσίας με στόχο τις αναγκαίες προσαρμογές. Αυτό είναι κάτι διαφορετικό από τον κεντρικό σχεδιασμό. Αποτελεί μόνο εργαλείο κρατικής παρέμβασης για να αμβλύνονται και να αποτρέπονται, στο βαθμό που είναι δυνατό, οι παρενέργειες της ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων. Συνιστά δηλαδή ένα ισχυρό εργαλείο για κεϋνσιανού τύπου κρατική παρέμβαση στην οικονομία[22].
Η Εθνοσυνέλευση
Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή που επιφέρει το νέο Σύνταγμα αφορά στην οργάνωση των εξουσιών. Μέχρι τώρα η Κούβα διέθετε μια κεντρική Εθνική Συνέλευση Λαϊκής Εξουσίας με περίπου 600 μέλη, η οποία συνταγματικά ήταν το ανώτατο όργανο. Η Εθνοσυνέλευση αυτή όμως εκχωρούσε στην πραγματικότητα τις τρέχουσες λειτουργίες της στο εκλεγμένο από αυτήν Συμβούλιο του Κράτους, το οποίο από το Σύνταγμα είχε 31 μέλη. Επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας ήταν το υπουργικό συμβούλιο το οποίο εκλεγόταν από την Εθνοσυνέλευση, λογοδοτούσε ή και ανακαλούνταν από αυτήν. Ο πρόεδρος της κυβέρνησης ήταν, από το Σύνταγμα και πρόεδρος του Συμβουλίου του Κράτους, αρχηγός του κράτους και της κυβέρνησης ταυτόχρονα. Στη θέση αυτή εκλεγόταν ο Α’ γραμματέας του ΚΚ Κούβας.
Με το σημερινό Σύνταγμα η Εθνική Συνέλευση Λαϊκής Εξουσίας παραμένει, με βάση το γράμμα του Συντάγματος το ανώτατο όργανο εξουσίας. Η Εθνοσυνέλευση εκλέγεται για πέντε χρόνια και συνέρχεται σε σύνοδο δυο φορές το χρόνο. Στο ενδιάμεσο σχεδόν όλες τις αρμοδιότητες και λειτουργίες της αναλαμβάνει το Συμβούλιο του Κράτους.
Η Εθνοσυνέλευση ψηφίζει τους νόμους, ερμηνεύει το Σύνταγμα. Μπορεί να ακυρώνει τα νομοθετικά διατάγματα του Συμβουλίου του Κράτους, τα διατάγματα του Προέδρου της Δημοκρατίας, της κυβέρνησης, τις αποφάσεις των κατώτερων οργάνων εξουσίας όταν έρχονται σε αντίθεση με το νόμο ή το Σύνταγμα. Εκλέγει και ανακαλεί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρωθυπουργό, τα άλλα μέλη της κυβέρνησης.
Η διαφορά τώρα έγκειται στο ότι δεν ορίζεται από το Σύνταγμα ο αριθμός των μελών του Συμβουλίου του Κράτους. Επιπλέον, ορίζεται ρητά ότι τα μέλη του είναι βουλευτές της Εθνοσυνέλευσης αλλά δεν μπορούν παράλληλα να είναι μέλη του υπουργικού συμβουλίου ή άλλων οργάνων εξουσίας. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως σχετική αναβάθμιση του ρόλου του. Ο πρόεδρος και αντιπρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης είναι παράλληλα πρόεδρος και αντιπρόεδρος του Συμβουλίου του Κράτους. Το Συμβούλιο του Κράτους ψηφίζει νομοθετικά διατάγματα και έχει σχεδόν όλες τις αρμοδιότητες της Εθνοσυνέλευσης. Δεν μπορεί όμως να παύσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό.
Συνολικά η κατάστρωση των διατάξεων για την Εθνοσυνέλευση και το Συμβούλιο του Κράτους δεν φαίνεται να αντιμετωπίζουν δραστικά το χρόνιο πρόβλημα της σχετικής υποβάθμισης της Εθνοσυνέλευσης έναντι της εκτελεστικής εξουσίας. Πρόκειται για ζήτημα που απασχολεί τους επιστημονικούς και πολιτικούς κύκλους της χώρας[23].
Συζήτηση υπάρχει και για το εκλογικό σύστημα με το οποίο εκλέγονται και μπορούν να ανακληθούν οι βουλευτές. Στο πρωτοβάθμιο επίπεδο των εκλογών για τις δημοτικές συνελεύσεις λαϊκής εξουσίας (κάτι αντίστοιχο με τα δημοτικά συμβούλια) οι τοπικές συνελεύσεις των κατοίκων αναδεικνύουν τους υποψηφίους, οι οποίοι πρέπει από το νόμο να είναι περισσότεροι από τις εκλόγιμες θέσεις. Το ΚΚ Κούβας δεν παρουσιάζει ούτε στηρίζει υποψηφιότητες[24]. Οι τοπικές συνελεύσεις μπορούν να ανακαλέσουν τους αντιπροσώπους τους στις δημοτικές συνελεύσεις[25].
Με βάση τον εκλογικό νόμο οι δημοτικές συνελεύσεις λαϊκής εξουσίας έχουν αποφασιστικό ρόλο στην ανάδειξη υποψηφίων για την Εθνική Συνέλευση. Εγκρίνουν ή απορρίπτουν τις υποψηφιότητες για την Εθνική Συνέλευση έπειτα από πρόταση της Εθνικής επιτροπής υποψηφιοτήτων. Η τελευταία απαρτίζεται από εκπροσώπους της κεντρικής ένωσης των εργατικών συνδικάτων, των Επιτροπών Υπεράσπισης της Επανάστασης, της ομοσπονδίας των μικροκαλλιεργητών, της ομοσπονδίας γυναικών της Κούβας, της ομοσπονδίας των φοιτητικών συλλόγων και των συλλόγων μαθητών μέσης εκπαίδευσης. Μια αξιόλογη πρόταση είναι να προβλεφθεί από το νόμο η υποχρέωση των επιτροπών υποψηφιοτήτων να δημοσιοποιούν τις σχετικές συζητήσεις[26]. Ακόμη, έχει προταθεί η δυνατότητα περισσότερων υποψηφιοτήτων από τις εκλόγιμες θέσεις να ισχύσει σε όλα τα επίπεδα[27].
Ο έλεγχος και η δυνατότητα ανάκλησης των αντιπροσώπων είναι συνταγματικά κατοχυρωμένα. Με βάση τον εκλογικό νόμο όμως, η ανάκληση των βουλευτών της Εθνικής Συνέλευσης δεν μπορεί να γίνει από τα κάτω, ενώ αντίθετα μπορεί να γίνει η ανάκληση των αντιπροσώπων στα δημοτικά συμβούλια. Έχει προταθεί η αλλαγή του εκλογικού νόμου και η υιοθέτηση του μοντέλου της Βενεζουέλας, της Βολιβίας ή του Εκουαδόρ που προβλέπουν ότι αν ένα ποσοστό των εκλογέων της περιφέρειας (20, 30, ή 10%) το ζητήσει, κινείται η διαδικασία του ερωτήματος της ανάκλησης.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
Η σημαντικότερη καινοτομία που εισάγεται με το σημερινό Σύνταγμα είναι η δημιουργία του θεσμού του Προέδρου της Δημοκρατίας (ΠτΔ). Η Κούβα ήταν μέχρι τώρα η μοναδική χώρα της Λ. Αμερικής που δεν διέθετε ΠτΔ ούτε προεδρικό σύστημα. Ακόμη και τα προοδευτικά Συντάγματα της Βενεζουέλας και της Βολιβίας διατήρησαν την προεδρική μορφή του πολιτεύματος η οποία υπάρχει στα κράτη της περιοχής ήδη από την ίδρυσή τους για μια σειρά ιστορικούς λόγους.
Το σημερινό Κουβανικό Σύνταγμα υιοθετεί κάποιες πλευρές του ημιπροεδρικού συστήματος του Γαλλικού Συντάγματος του 1958. Ο ΠτΔ εκλέγεται από την Εθνοσυνέλευση για 5ετή θητεία (όπως είναι και η θητεία της Εθνοσυνέλευσης), από τα μέλη της, και πρέπει να είναι άνω των 35 ετών και κάτω των 60. Για να εκλεγεί πρέπει να λάβει την απόλυτη πλειοψηφία. Κατά την παλλαϊκή συζήτηση που προηγήθηκε της ψήφισης του Συντάγματος, κατατέθηκαν σε διάφορες συνελεύσεις προτάσεις για εκλογή του ΠτΔ άμεσα από το λαό. Οι προτάσεις αυτές όμως δεν έγιναν αποδεκτές.
Ο ΠτΔ μπορεί να ανακληθεί από την Εθνοσυνέλευση, σε κάποια από τις δύο τακτικές ετήσιες συνόδους της ή σε κάποια έκτακτη, όχι όμως από το Συμβούλιο του Κράτους. Δεν μπορεί να θητεύσει στη θέση αυτή το ίδιο πρόσωπο για πάνω από δύο συνεχόμενες πενταετίες. Μαζί με τον ΠτΔ εκλέγεται και ο Αντιπρόεδρος για τον οποίο επίσης ισχύει ο περιορισμός των δύο θητειών.
Ο ΠτΔ έχει σημαντικές αρμοδιότητες, δεν είναι τυπικός μόνο αρχηγός του κράτους (άρθρο 128). Εκπροσωπεί το κράτος και διευθύνει τη γενική πολιτική του, εσωτερική, εξωτερική, αμυντική. Προτείνει στην Εθνοσυνέλευση τον διορισμό ή την παύση του προσώπου του πρωθυπουργού, των μελών του υπουργικού συμβουλίου, του προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου, της Γενικής Εισαγγελίας, του Εθνικού Εκλογικού Συμβουλίου, των κυβερνητών των επαρχιών.
Ακόμη, ο ΠτΔ συμμετέχει στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου του Κράτους και το συγκαλεί όποτε το κρίνει εύλογο. Προεδρεύει στις συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου και της εκτελεστικής του επιτροπής. Έχει το δικαίωμα να προτείνει στην Εθνοσυνέλευση και στο Συμβούλιο του Κράτους νομοσχέδια, ακόμη και προτάσεις για την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Σε περίπτωση στρατιωτικής επίθεσης, παρούσας ή επικείμενης, ο ΠτΔ μπορεί να κηρύξει την κατάσταση πολέμου, ή γενικής επιστράτευσης ή κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Για την ακρίβεια, κατάσταση πολέμου ή τον πόλεμο κηρύσσει η Εθνοσυνέλευση ή το Συμβούλιο του Κράτους μετά από πρόταση του ΠτΔ. Ο ΠτΔ κηρύσσει μόνος του γενική επιστράτευση ή κατάσταση έκτακτης ανάγκης και λογοδοτεί για την απόφασή του αυτή, όσο πιο άμεσα το επιτρέπουν οι συνθήκες, στην Εθνοσυνέλευση ή στο Συμβούλιο του Κράτους. Η επιστράτευση μπορεί να κηρυχθεί μόνο σε ένα μέρος της επικράτειας. Ο νόμος ορίζει ποια από τα συνταγματικά δικαιώματα και υποχρεώσεις ρυθμίζονται με διαφορετικό τρόπο. Κατά τη διάρκεια αυτή, το Συμβούλιο Άμυνας αναλαμβάνει όλες τις κρατικές εξουσίες με εξαίρεση τη συντακτική εξουσία. Ο ΠτΔ και το Συμβούλιο Άμυνας λογοδοτούν στην Εθνοσυνέλευση μετά το πέρας της κατάστασης αυτής.
Του Συμβουλίου Άμυνας προεδρεύει ο ΠτΔ, ο οποίος επιλέγει τον αντιπρόεδρό του και τα λοιπά μέλη. Το Συμβούλιο Άμυνας έχει υποχρέωση, από το Σύνταγμα να λαμβάνει, ήδη σε καιρό ειρήνης, όλα τα αναγκαία μέτρα για την προετοιμασία και διατήρηση της αμυντικής ικανότητας της χώρας. Στο Σύνταγμα του 1992 την αρμοδιότητα κήρυξης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης είχε ο πρόεδρος του Συμβουλίου του Κράτους που ήταν, όπως σημειώθηκε, παράλληλα και πρωθυπουργός.
Το νέο Σύνταγμα προβλέπει την ύπαρξη πρωθυπουργού. Ως πρωθυπουργός εκλέγεται μέλος της Εθνοσυνέλευσης, με την ψήφο της απόλυτης πλειοψηφίας των βουλευτών κατόπιν πρότασης του ΠτΔ. Είναι υπεύθυνος έναντι της Εθνοσυνέλευσης αλλά και έναντι του ΠτΔ. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι στο υπουργικό συμβούλιο συμμετέχει από το Σύνταγμα (άρθρο 134) ο γενικός γραμματέας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών.
Η συνολική εικόνα των αλλαγών στα κεντρικά όργανα εξουσίας δείχνει μια τάση συγκέντρωσης της εξουσίας που εκφράζεται πρωτίστως με την εισαγωγή του θεσμού του ΠτΔ και τις ευρείες αρμοδιότητές του. Αυτό έρχεται ίσως σε αντίφαση με την ενίσχυση των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων, όπως φαίνεται στην ενότητα που ακολουθεί.
Τα δικαιώματα
Το νέο Κουβανικό Σύνταγμα επιφέρει αξιοσημείωτες καινοτομίες στα δικαιώματα. Ενσωματώνονται με αξιοπρόσεκτη πληρότητα μια σειρά ατομικά δικαιώματα που προασπίζουν τον πολίτη έναντι των κρατικών οργάνων. Το νέο Κουβανικό Σύνταγμα πραγματοποιεί στον τομέα αυτό ένα πολύ σημαντικό βήμα, όχι μόνο σε σύγκριση με το προϊσχύσαν αλλά και σε σύγκριση με τα σύγχρονα Συντάγματα γενικά.
Κατοχυρώνονται η αξιοπρέπεια του ανθρώπου, η ισότητα έναντι του νόμου ανεξαρτήτως φύλου, χρώματος, εθνικότητας, ταυτότητας φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού. Το τεκμήριο αθωότητας, η μη αναδρομικότητα των ποινικών νόμων, η αρχή της δίκαιης δίκης, του φυσικού δικαστή, η αρχή της μη αυτοενοχοποίησης, η προστασία των προσωπικών δεδομένων, η προστασία της εικόνας και της φωνής του προσώπου (άρθρα 92-100), κατοχυρώνονται επίσης ρητά. Πολλά από αυτά τα δικαιώματα υπήρχαν στην ποινική νομοθεσία της χώρας αλλά τώρα αναβαθμίζονται σε συνταγματικές αρχές[28]. Κάποια άλλα υπήρχαν ήδη στο προηγούμενο Σύνταγμα και κάποια εμφανίζονται για πρώτη φορά.
Ένα από τα θέματα που συζητήθηκε πολύ στις λαϊκές συνελεύσεις, ήταν το άρθρο 68 του σχεδίου Συντάγματος που, με βάση την πρόταση της κυβέρνησης, έδινε τη δυνατότητα γάμου και ανάμεσα σε πρόσωπα του ίδιου φύλου. Κατά τις συζητήσεις η πλειοψηφία όσων τοποθετήθηκαν σχετικά διατύπωσε αρνητική γνώμη για την πρόταση. Κατόπιν τούτου, η κυβέρνηση τροποποίησε τη σχετική διάταξη για να εναρμονιστεί με τη διαφαινόμενη κοινή γνώμη. Επειδή το θέμα απασχολεί την κοινωνία, θα το θέσει σε ξεχωριστή συζήτηση αργότερα, στο πλαίσιο της αναθεώρησης του οικογενειακού κώδικα. Σημειωτέο ότι ο κώδικας αυτός, μετά τη συζήτηση στις συνελεύσεις, θα τεθεί επίσης σε δημοψήφισμα για έγκριση ή απόρριψη.
Αναλυτική είναι η κατοχύρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Ανάμεσα σε αυτά υπάρχουν η προστασία της μητρότητας και της πατρότητας, της οικογένειας ανεξάρτητα από τη μορφή της, το δικαίωμα στην κατοικία, στον αθλητισμό, στο νερό, στο καθαρό περιβάλλον, στα ποιοτικά τρόφιμα και άλλα. Επαναβεβαιώνεται η δωρεάν υγεία και παιδεία. Τα σχετικά άρθρα αφήνουν όμως στο νόμο τη δυνατότητα να παρέχονται κατ’ εξαίρεση κάποιες υπηρεσίες υγείας ή κάποια συμπληρωματικά μεταπτυχιακά προγράμματα επί πληρωμή (άρθρα 72 και 73), μάλλον σε μια προσπάθεια άντλησης εσόδων από τους αλλοδαπούς που προσφεύγουν σε αυτές τις υπηρεσίες.
Το Σύνταγμα κατοχυρώνει πιο αναλυτικά τα εργασιακά δικαιώματα σε σύγκριση με το Σύνταγμα του 1992. Αυτό κρίθηκε αναγκαίο καθώς το κράτος δεν είναι πλέον ο μόνος εργοδότης. Κατοχυρώνεται συνταγματικά το οκτάωρο. Επιπλέον, κατοχυρώνονται και άλλα δικαιώματα αλλά, όπως είναι λογικό, το επίπεδο υλοποίησής τους επαφίεται στο νόμο ανάλογα με τις δυνατότητες του κράτους.
Το νέο Σύνταγμα κατοχυρώνει εκ νέου τις αρχές της αιρετότητας και της ανακλητότητας των βουλευτών και των άλλων αντιπροσώπων. Δίνει τη δυνατότητα της νομοθετικής πρωτοβουλίας στα κεντρικά όργανα της Συνομοσπονδίας Εργατών και των άλλων μαζικών οργανώσεων. Νομοθετική πρωτοβουλία μπορούν να αναλάβουν 10 χιλιάδες πολίτες. Αντίστοιχα, πρωτοβουλία αναθεώρησης του Συντάγματος μπορούν να αναλάβουν, εκτός των κρατικών οργάνων (Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κυβέρνηση, το ένα τρίτο των βουλευτών της Εθνοσυνέλευσης) τα κεντρικά όργανα της Συνομοσπονδίας Εργατών και των άλλων μαζικών οργανώσεων ή και 50 χιλιάδες πολίτες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το άρθρο για την ελευθερία του τύπου. Στο άρθρο 55 ορίζεται ότι τα μέσα κοινωνικής ενημέρωσης αποτελούν σοσιαλιστική ιδιοκτησία όλου του λαού ή των πολιτικών, κοινωνικών και άλλων μαζικών οργανώσεων. Ρητά αναφέρεται στην ίδια παράγραφο ότι δεν μπορούν να είναι άλλης μορφής ιδιοκτησίας. Κατοχυρώνεται στο άρθρο 56 το δικαίωμα στη συνάθροιση, στη διαδήλωση και στη συνένωση με τον όρο ότι ασκούνται ειρηνικά και με σεβασμό στη νομιμότητα και τη δημόσια τάξη.
Οι προκλήσεις του μέλλοντος
Οι νέες οικονομικές κατευθύνσεις, όπως καταγράφονται στο Σύνταγμα του 2019 ενέχουν δίχως άλλο κινδύνους για την κουβανική επανάσταση και την ανεξαρτησία της Κούβας. Μέχρι το 1990 η χώρα διακρινόταν για την μικρή ψαλίδα στην κατανομή του εισοδήματος, η οποία δεν ξεπερνούσε το 1:4. Σήμερα η κατάσταση έχει διαφοροποιηθεί. Τμήματα του πληθυσμού που ασχολούνται με τον τουρισμό και το μικροεμπόριο διαθέτουν εισοδήματα πολλαπλάσια του μέσου εργαζόμενου. Η αναλογία μπορεί να φτάνει το 1:20, 1:30, 1:40[29].
Η κοινωνική διαφοροποίηση θα προκαλέσει εντάσεις και πιέσεις για αναπροσανατολισμό συνολικά της κουβανικής οικονομίας και κοινωνίας. Τα στρώματα εκείνα που συγκεντρώνουν τα υψηλότερα εισοδήματα είναι πιθανό να πιέσουν για μια ευρύτερη αλλαγή προς τον καπιταλισμό. Ωστόσο, η πλειοψηφία της κουβανικής κοινωνίας (εργάτες και υπάλληλοι, αγρότες, η πλειονότητα των μικροεπιχειρηματιών) δεν φαίνεται διατεθειμένη να απωλέσει τα κοινωνικά πλεονεκτήματα της επανάστασης, μαζί και το αίσθημα εθνικής αξιοπρέπειας που έχει κατακτήσει.
Η ανατροπή του επαναστατικού καθεστώτος μπορεί να προκύψει μόνο αν η διαφθορά κυριαρχήσει στο ηγετικά κλιμάκια του κράτους και του ΚΚ Κούβας[30]. Μόνο αν υπάρξει μια τέτοια άτυπη συμμαχία των υψηλότερων εισοδημάτων με την κομματική και κρατική ηγεσία μπορεί να οδηγήσει στην παλινόρθωση του καπιταλισμού, πιθανότατα -αρχικά τουλάχιστον- μέσω μιας σοσιαλδημοκρατικής εκδοχής[31]. Όπως έχει δείξει η εμπειρία της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, της Κίνας και των πρώην σοσιαλιστικών κρατών στην ανατολική Ευρώπη η καπιταλιστική παλινόρθωση δρομολογήθηκε εκεί με πρωτοβουλία της ηγετικής γραφειοκρατίας και όχι ως ανάγκη της ίδιας της κοινωνίας και της οικονομίας[32].
Η ηγεσία του ΚΚ Κούβας δεν φαίνεται να προσανατολίζεται σε ένα τέτοιο δρόμο. Παρά το περαιτέρω άνοιγμα στις εμπορευματικές σχέσεις, το νέο Σύνταγμα δεν υιοθετεί το μοντέλο της “σοσιαλιστικής οικονομίας της αγοράς”. Παράλληλα, η Κούβα προσπαθεί πάντοτε να δημιουργήσει ρήγματα στον οικονομικό αποκλεισμό. Οικοδομεί, όσο το επιτρέπει ο διεθνής συσχετισμός, οικονομικές σχέσεις με άλλες χώρες της Λ. Αμερικής. Σημαντικό μέρος αυτού του σχεδίου είναι η ALBA (Μπολιβαριανή Εναλλακτική για την Αμερική), όπου συμμετέχουν η Βενεζουέλα και η Νικαράγουα. Οικοδομεί ισορροπημένες σχέσεις με την Κίνα και τη Ρωσία, σε ισότιμη βάση, αν και αυτές δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις σχέσεις οικονομικής αλληλεγγύης που είχε η Κούβα με τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες.
Επιχειρεί να σταθεροποιεί την οικονομία της, κρατώντας τον έλεγχο των βασικών πυλώνων, βελτιώνοντας το βιοτικό επίπεδο του λαού, διαρρηγνύοντας τον αποκλεισμό και κερδίζοντας χρόνο μέχρι να προκύψουν προοδευτικές ή και επαναστατικές κυβερνήσεις που θα της δώσουν τη δυνατότητα να αναπτυχθεί πιο ελεύθερα και δυναμικά.
Κρίσιμο ζήτημα είναι η λαϊκή συμμετοχή στις μεγάλες αποφάσεις οικονομικού και πολιτικού χαρακτήρα. Το κουβανικό πολιτικό και συνταγματικό σύστημα στηρίζεται στις λαϊκές συνελεύσεις στις γειτονιές και στους εργασιακούς χώρους. Κατά κανόνα, ειδικά στις δύσκολες περιστάσεις, η συμμετοχή στη δημόσια συζήτηση έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Συνέβαλε στην αποδοχή των όποιων αποφάσεων της κυβέρνησης και στην υπέρβαση των δυσκολιών. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1990, όταν η προσφυγή στη δημοκρατία και στη λαϊκή συμμετοχή βοήθησε στο ξεπέρασμα των μεγάλων δυσκολιών.
Παρόλα αυτά πρέπει να αντιμετωπιστούν μια σειρά προβλήματα ώστε να δοθεί νέα πνοή και ορμή στην επαναστατική δημοκρατία. Οι θεσμοί της αιρετότητας και της ανακλητότητας διασφαλίζονται συνταγματικά, όπως και στα προηγούμενα Συντάγματα. Το κρίσιμο ζήτημα είναι η ουσιαστική εφαρμογή και χρήση των συνταγματικών δυνατοτήτων από το λαό. Στο παρελθόν παρουσιάστηκαν σημάδια γραφειοκρατικοποίησης, ειδικά τη δεκαετία του 1970. Η αιρετότητα και η ανακλητότητα κατέστησαν σε ένα βαθμό τυπικές[33]. Η επαναστατική ηγεσία είχε λάβει πρωτοβουλίες στα μέσα της δεκαετίας του 1980[34] και ιδίως την κρίσιμη δεκαετία του 1990 για να ζωντανέψουν και πάλι οι θεσμοί[35].
Αν το σύστημα των λαϊκών συνελεύσεων διατηρήσει τη ζωτικότητά του, τότε η λήψη των όποιων αποφάσεων θα έχει τη σύμφωνη γνώμη του λαού. Επιπλέον, θα είναι δυνατός, σε ένα βαθμό τουλάχιστον, ο έλεγχος του λαού στην κρατική ηγεσία ώστε να αποτρέπονται φαινόμενα διαφθοράς. Μόνο έτσι το άνοιγμα στις καπιταλιστικές σχέσεις θα μπορεί να είναι ελεγχόμενο και ιστορικά προσωρινό.
Διαφορετικά, αν δεν γίνουν κατορθωτά τα παραπάνω και η Κούβα ακολουθήσει το δρόμο της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, ένα βαθύ χάσμα κοινωνικής ανισότητας θα εμφανιστεί με τη συσσώρευση πλούτου στα χέρια λίγων και τη βαθιά φτωχοποίηση της μεγάλης πλειοψηφίας με την κατάργηση των σημαντικών εργασιακών και κοινωνικών κατακτήσεων της επανάστασης. Παράλληλα, το πιθανότερο είναι ότι η Κούβα θα μετατραπεί και πάλι σε χώρα υποτελή των ΗΠΑ, μαστιζόμενη από τη φτώχεια, την υπανάπτυξη και την εγκληματικότητα όπως οι γειτονικές χώρες πχ. η Αϊτή, η Δομινικανή Δημοκρατία ή το Πουέρτο Ρίκο.
*Ο Δημήτρης Καλτσώνης είναι αν. καθηγητής θεωρίας κράτους και δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο περ. Μαρξιστική Σκέψη, τ. 28, 2019, σελ. 408-424.
Σημειώσεις
[1] Βλ. Τ. Κάννον, Η επαναστατική Κούβα, Αθήνα, εκδ. Χοσέ Μαρτί, 1987, σελ. 191 επ., 202 επ. και Arnaldo Silva Leon, Breve Historia de la revolucion cubana, La Habana, editorial de ciencias sociales, 2003, σελ. 25-28, 43 επ., 70 επ.
[2] Βλ. Φ. Κάστρο, Στην υπεράσπιση του σοσιαλισμού, Αθήνα, εκδ. Διεθνές βήμα, 2008, σελ. 226.
[3] Βλ. τα σχετικά στοιχεία της CEPAL στο http://prensa-rebelde.blogspot.com/2016/12/h-cepal-2017.html
[4] Βλ. Δ. Καλτσώνης, “Το μέλλον της λαϊκής εξουσίας στην Κούβα”, Ουτοπία, τευχ. 123, 2018, σελ. 43 επ.
[5] Βλ. Ρ. Κάστρο, Θα συνεχίσουμε να προχωράμε με σταθερό βήμα. Κεντρική εισήγηση στο 7ο συνέδριο του ΚΚ Κούβας, Αθήνα, εκδ. Πολιτιστικός σύλλογος Χοσέ Μαρτί, 2016 και Conceptualizacion del modelo economico y social cubano del desarollo socialista, 2017
[6] Βλ. R. Hernandez, J. Dominguez (coord.), Cuba, la actualizacion del modelo, La Habana-Washington, ed. Temas y Harvard University, 2013
[7] Βλ. H. Acosta, “La futura Constitucion se construye con el aporte de todo el pueblo”, Cubadebate, 18/10/2018, www.cubadebate.cu
[8] Για το Σύνταγμα του 1976 βλ. F. Alvarez Tabio, Comentarios a la Constitucion socialista, La Habana, Editorial de ciencias sociales, 1985. Για το Σύνταγμα του 1992 βλ. Το Σύνταγμα και το πολιτικό σύστημα της Δημοκρατίας της Κούβας, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2004.
[9] Βλ. το κείμενο του σχεδίου Proyecto de Constitucion de la Republica de Cuba, www.cubadebate.cu
[10] Βλ. “Parlamento cubano analiza Proyecto de Constitucion”, Cubadebate, 22/12/2018, www.cubadebate.cu
[11] Βλ. O. Figueredo Reinaldo, “Cuales son los principales cambios en el Proyecto de Constitucion?”, Cubadebate, 21/12/2018, www.cubadebate.cu
[12] Βλ. O. Figueredo Reinaldo, “Cuales son los principales cambios en el Proyecto de Constitucion?”, Cubadebate, 21/12/2018, www.cubadebate.cu
[13] Βλ. C. Garcia Valdés, “La propiedad en la economia y en su modelo de funcionamiento”, Cuba Socialista, 2018, www.cubasocialista.cu
[14] Βλ. Τo Σύvταγμα (Θεμελιώδης vόμoς) της Έvωσης Σoβιετικώv Σoσιαλιστικώv Δημoκρατιώv, Αθήvα, εκδ. Σύγχρovη Επoχή, 1985
[15] Βλ. Σύvταγμα της Έvωσης Σoβιετικώv Σoσιαλιστικώv Δημoκρατιώv, Αθήvα, εκδ. Ειρήvη, χ.χρ.
[16] Βλ. Σύνταγμα της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, Αθήνα-Κομοτηνή, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 1979
[17] Βλ. C. Garcia Valdés, “La propiedad en la economia y en su modelo de funcionamiento”, Cuba Socialista, 2018, www.cubasocialista.cu
[18] Βλ. O. Figueredo Reinaldo, “Cuales son los principales cambios en el Proyecto de Constitucion?”, Cubadebate, 21/12/2018, www.cubadebate.cu
[19] Βλ. H. Acosta, “La futura Constitucion se construye con el aporte de todo el pueblo”, Cubadebate, 18/10/2018, www.cubadebate.cu
[20] Βλ. Δ. Καλτσώνης, “Το Σύνταγμα του 1982/1988/1993/1999/2004 και η δημοκρατία στη σύγχρονη Κίνα”, Το Σύνταγμα, τευχ. 3-4/2013, σελ. 489 επ.
[21] Βλ. H. Acosta, “La futura Constitucion se construye con el aporte de todo el pueblo”, Cubadebate, 18/10/2018, www.cubadebate.cu
[22] Βλ. ενδεικτικά M. Roberts, China’s “Keynesian” policies, https://thenextrecession.wordpress.com/2018/08/06/chinas-keynesian-policies/
[23] Βλ. U. Aquino, O. Cruz, J.C.Guanche, R. Hernandez, “Veinte anos: la reforma constitucional (1992-2012)”, Temas, n.81-82, 2015, σελ. 111 επ.
[24] Βλ. G.M. Duarte Vazquez, “Como lograr que el Parlamento se parezca al pais?”, Cubadebate, 24/10/2017, www.cubadebate.cu
[25] Βλ. τα άρθρα 78 επ. του εκλογικού νόμου του 1992 στoν τόμο Το Σύνταγμα και το πολιτικό σύστημα της Δημοκρατίας της Κούβας, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2004, σελ. 151 επ.
[26] Βλ. D. Ralfus Pineda, “El sistema electoral cubano: de la representación formal a la participación real”, Temas, n. 78, 2014, σελ. 64 επ., 67 και D. Ralfus Pineda, “Cuba’s electoral system and the dilemmas of the twenty-first century:Between the liberal-democratic tradition and true participation”, Socialism and Democracy, 30:1, σελ. 91 επ.
[27] Βλ. J.C. Guanche, Estado, participación y representación politicas en Cuba: diseño institucional y práctica politica tras la reforma constitucional de 1992, Buenos Aires, CLASCO, 2011, σελ. 39, 58 επ.
[28] Βλ. J.R. Conception, “Reforma constitucional en Cuba: mis derechos”, Cubadebate, 3/12/2018, www.cubadebate.cu
[29] Βλ. Φ. Κάστρο, “Άξιζε τον κόπο που ζήσαμε”, Ελληνοκουβανικά Νέα, τευχ. 82, 2006, www.kordatos.org
[30] Βλ. σχετικά J.L. Guasch Estévez, “Εl burocratismo a la luz del socialismo en el siglo XXI», Temas, n. 60, 2009, σελ. 48 επ. και P. Prada, “Por que cayo el socialismo en Europa? Por que no cayo Cuba?”, 9/9/2015, Cubadebate, www.cubadebate.cu και J.L. Rodriguez, “La desaparicion de la URSS 25 anos despues: Algunas reflexiones”, Cubadebate, www.cubadebate.cu και J.L. Rodriguez, “La revolucion de Octubre y los primeros pasos de la economia socialista en la URSS” I, II, III, 5/1/2017, 10/11/2017, 5/12/2017, Cubadebate, www.cubadebate.cu
[31] Βλ. I. Sanchez, “La hoja de ruta y la tercera via”, στον τόμο, Centrismo en Cuba: otra vuelta de tuerca hacia el capitalismo”, ed. Cubasi, 2017, σελ. 53 επ.
[32] Βλ. D. Kotz, “Socialism and capitalism: Lessons from the demise of state socialism in the Soviet Union and China”, in R. Pollin (edit.), Socialism and radical political economy: Essays in honor of Howard Sherman, Cheltenham and Northampton, Edward Elgar, 2000, σελ. 300 επ.
[33] Βλ. U. Aquino, O. Cruz, J.C.Guanche, R. Hernandez, “Veinte anos: la reforma constitucional (1992-2012)”, Temas, n.81-82, 2015, σελ. 111 επ.
[34] Βλ. την περίφημη ομιλία του Φ. Κάστρο, “Πολλές από τις ιδέες του Τσε παραμένουν επίκαιρες στο ακέραιο”, 8/10/1987, όπως περιλαμβάνεται στον τόμο Κ. Ταμπλάδα, Τσε Γκεβάρα: η πολιτική οικονομία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, Αθήνα, εκδ. Διεθνές βήμα, 2014, σελ. 74 επ.
[35] Βλ. M. Perez-Stable, The Cuban revolution, New York- Oxford, Oxford University Press, 1999, σελ. 174 επ., 176