Η ανάληψη της υπεράσπισης του Δημήτρη Λιγνάδη, από τον δικηγόρο Αλέξη Κούγια προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, ιδιαίτερα ύστερα από την προσπάθεια του τελευταίου να μεταφέρει την ευθύνη των βιασμών στα ίδια τα θύματα.
Στην ουσία της παρέμβασής του, όμως, ο Κουγιας δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να επαναλάβει, σχεδόν αυτολεξεί, τη γραμμή που προωθούσε από το προηγούμενο βράδυ η Νέα Δημοκρατία μέσω του αντιπροέδρου της, Άδωνη Γεωργιάδη.
Σε διαφορετικά μηνύματά του ο Γεωργιάδης υποστήριζε ότι όλα γίνονται για να πληγεί η υπουργός που «ξεκόλλησε το Ελληνικό».
O Κούγιας μετέφερε τη συγκεκριμένη θεωρία συνωμοσίας στους δημοσιογράφους με δηλώσεις του, λέγοντας ότι «ο Λιγνάδης είναι στη μυλόπετρα αυτή τη στιγμή γιατί ο μοναδικός στόχος είναι η κ. Μενδώνη και η κυβέρνηση». Ο ίδιος σημείωσε ότι «(η Μενδώνη) απενέπλεξε πολύ σημαντικά εμπόδια τα οποία επί χρόνια δημιουργούσαν συγκεκριμένοι επιχειρηματικοί όμιλοι γιατί δεν ήταν της επιλογής των ανθρώπων που επέλεξαν το επιχειρηματικό fund το οποίο θα εκμεταλλευτεί το Ελληνικό, όπου υπάρχει ένας ανταγωνισμός δισεκατομμυρίων όχι μόνο για τις κατοικίες και την ανάπλασή του, αλλά κυρίως για το καζίνο και άλλα θέματα, όπου εμπλέκονται ντόπιοι μεγάλοι επιχειρηματίες αλλά και διεθνείς».
Ο Κούγιας με τη συγκεκριμένη υπερασπιστική γραμμή (και μάλιστα με τόσες λεπτομέρειες) ενδέχεται να στέλνει ένα μήνυμα στην κυβέρνηση ότι «αν βουλιάξουμε θα σας πάρουμε μαζί μας στον πάτο». Παράλληλα, όπως εξήγησε ο Γ. Βλάχος, δικηγόρος ενός εκ των καταγελλόντων, ο Κούγιας «επιχειρεί να τρομοκρατήσει και να αποθαρρύνει θύματα και μάρτυρες» εμπλέκοντάς τους σε πολιτικά και επιχειρηματικά παιχνίδια. Ο Κούγιας είναι κατανοητό γιατί το κάνει. Ο Γεωργιάδης, όμως, ως εμπνευστής αυτή της γραμμής, τι ακριβώς επιδιώκει;
Κρίνοντας από τη στάση των μεγαλύτερων μέσων ενημέρωσης, που αναμασούν τις θέσεις της κυβέρνησης, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια νέα προσπάθεια εξανθρωπισμού του Λιγνάδη. Αφού μάθαμε από τον ΣΚΑΪ ότι την ευθύνη για τους καταγγελόμενους βιασμούς έχουν… οι γονείς των θυμάτων ύστερα πληροφορηθήκαμε ότι ο Λιγνάδης «βίωνε βαθιά μέσα του αυτά που η αρχαία ελληνική γραμματεία μας έχει δώσει». Την ίδια ώρα μαθαίναμε λεπτομέρειες ακόμη και για την τελευταία μπουκιά που έβαζε στο στόμα του ο κατηγορούμενος παιδεραστής, όπως και για τα βιβλία που διάβαζε τις μοναχικές στιγμές του στη ΓΑΔΑ.
Οι συγκεκριμένες τεχνικές προπαγάνδας δεν χρησιμοποιούνται απλώς για να αυξήσουν την τηλεθέαση – ένα κανάλι μπορεί να κρατήσει το κοινό του είτε αποφασίσει να δαιμονοποιήσει ή να εξωραΐσει έναν κατηγορούμενο. Βασικός στόχος στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι να έρθει ο θεατής στη θέση του δράστη και να ταυτιστεί μαζί του. Να τον δει σαν άνθρωπο και όχι σαν κάποιον που κατέστρεφε ζωές μικρών παιδιών.
Οι συγκεκριμένες τεχνικές έφτασαν σε σημείο παροξυσμού από δημοσιογραφικούς ομίλους που είχαν αναλάβει το ξέπλυμα του Λιγνάδη και πριν από τη σύλληψή του – ο όμιλος Μαρινάκη παραδείγματος χάριν, που μας έλεγε (από το Βήμα) ότι «μόνο οι αναμάρτητοι» μπορούν να κατηγορούν τον Λιγνάδη, τώρα μας ενημέρωνε (από το Mega) για το μενού του κατηγορούμενου παιδεραστή. Ήταν ουσιαστικά η συνέχεια της προσπάθειας του ομίλου Βαρδινογιάννη να μας εξηγήσει μέσα από το STAR πως όλα αυτά γίνονται «για το τίποτα».
Ας μην έχουμε αυταπάτες. Αυτό που βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας δεν είναι η προσπάθεια διάσωσης μόνο της Μενδώνη, αλλά και του Λιγνάδη. Ακόμη και αν αφήσουμε στην άκρη τις θεωρίες για την ύπαρξη εκτεταμένου δικτύου μαστρωπίας ανηλίκων, που απευθυνόταν σε πολιτικούς και επιχειρηματίες, είναι βέβαιο ότι ο Λιγνάδης δεν θα μπορούσε να έχει επιβιώσει όλες αυτές τις δεκαετίες χωρίς ισχυρές πολιτικές και ίσως οικονομικές πλάτες. Ακόμη και στην πιο αθώα περίπτωση, λοιπόν, κρατά στο χέρι ανθρώπους εξουσίας.
Αυτοί που τον υπερασπίζονται δεν σημαίνει ότι εμπλέκονται και οι ίδιοι στη δράση του. Πρέπει όμως να προστατέψουν τους ανθρώπους τους και τις δομές εξουσίας από τις οποίες τρέφονται.
Δυστυχώς, για όλους αυτούς είναι πλέον πολύ αργά. Γιατί οι καταγγελίες θα συνεχιστούν και η οργή του κόσμου ξεχειλίζει.