«Από το 2005, χάρη στην παρέμβαση του ιδιωτικού τομέα, καταφέραμε να μειώσουμε το κόστος εξόρυξης από τα 140 δολάρια ανά τόνο στα 23,8» έγραφε πριν από μερικά χρόνια στην τουρκική εφημερίδα «Χουριέτ» ο ιδιοκτήτης του ορυχείου στη Σόμα, εκεί όπου βρήκαν τραγικό θάνατο τουλάχιστον 282 εργάτες.
Ο ίδιος παρέλειψε να σημειώσει ότι στα ιδιωτικοποιημένα ορυχεία της Τουρκίας ο αριθμός των θανάτων ανά εκατομμύριο τόνο εξόρυξης φτάνει τους 7,22, ενώ ακόμη και στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας στην Κίνα δεν ξεπερνά το 1,27.
Από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν οι Αμερικανοί πρόεδροι έστελναν την εθνοφρουρά για να διαλύει τις απεργίες στα ιδιωτικά ορυχεία της χώρας, μέχρι τη δεκαετία του ’80, όταν ο Πινοσέτ και η Θάτσερ χρησιμοποιούσαν στρατό και αστυνομία εναντίον των εργατών στα δημόσια ορυχεία, οι ανθρακωρύχοι αποτελούσαν τον δείκτη με τον οποίο το οικονομικό σύστημα αντιμετώπιζε τον παράγοντα εργασία.
Η συμβολικότερη ίσως μάχη με τις δυνάμεις της αγοράς θα δοθεί στα χρόνια της Μάργκαρετ Θάτσερ. Οι Βρετανοί ανθρακωρύχοι θα δώσουν την τελευταία μεγάλη μάχη απέναντι στα σχέδια αποβιομηχανοποίησης και χρηματιστικοποίησης της οικονομίας, τα οποία φυσικά προϋπέθεταν διάλυση των συνδικάτων και ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών εργασίας και των ημερομισθίων.
Τα ανθρακωρυχεία, που είχαν εθνικοποιηθεί το 1947 από την κυβέρνηση Εργατικών του Κλέμεντ Ατλι, αποτελούσαν κόκκινο πανί για τη Σιδηρά Κυρία, η οποία ήταν αποφασισμένη να οδηγήσει τη σύγκρουση στα άκρα. Υστερα από μήνες απεργίας, και ενώ αρκετοί ανθρακωρύχοι είχαν φτάσει να κυνηγούν ζώα στα δάση για να θρέψουν την οικογένειά τους, οι δύο πλευρές έδιναν μάχες σώμα με σώμα που θύμιζαν συγκρούσεις στρατών του Μεσαίωνα. Στην περίφημη «μάχη του Οργκριβ» περίπου 5.000 ανθρακωρύχοι συγκρούονταν επί ώρες με περίπου 8.000 αστυνομικούς που διέθεταν έφιππα τμήματα και ομάδες σκυλιών.
Πολεμήσαμε τον εχθρό στα Φόκλαντ, αλλά να μην ξεχνάμε και τον εσωτερικό εχθρό
– Η Μάργκαρετ Θάτσερ για τους απεργούς ανθρακωρύχους
Σε αντίθεση όμως με τις απεργιακές κινητοποιήσεις των Βρετανών ανθρακωρύχων του 1974, που σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς ήταν η βασική αιτία της ανατροπής της κυβέρνησης συντηρητικών του Εντουαρντ Χιθ, η Μάργκαρετ Θάτσερ θα κερδίσει τη μάχη κατατροπώνοντας όχι μόνο τους ανθρακωρύχους αλλά και το πανίσχυρο τότε συνδικαλιστικό κίνημα σε ολόκληρη τη Βρετανία. Μόνο ένα τραγούδι των Dire Straits, με τίτλο «Iron Hand», έμεινε έκτοτε να θυμίζει τη βαναυσότητα της βρετανικής αστυνομίας.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο ομοϊδεάτης της Μάργκαρετ Θάτσερ, δικτάτορας Πινοσέτ, δεν χρειάστηκε να απολογηθεί για το γεγονός ότι χρησιμοποίησε όχι την αστυνομία αλλά τον στρατό για να επιβάλει το νέο οικονομικό δόγμα που είχαν προετοιμάσει δεκαετίες νωρίτερα καθηγητές όπως ο Μίλτον Φρίντμαν στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου. Και για άλλη μια φορά οι «ερπύστριες» του νεοφιλελευθερισμού πέρασαν πάνω από τους εργάτες που δούλευαν δεκάδες μέτρα κάτω από τη γη στα ορυχεία της Χιλής. Για την ακρίβεια, το ίδιο το πραξικόπημα που ανέτρεψε την κυβέρνηση Αλιέντε πιστεύεται ότι έγινε (ή τουλάχιστον επιταχύνθηκε) από την απαίτηση του αμερικανικού κολοσσού των τηλεπικοινωνιών ΑΤΤ να πάρει και πάλι τον έλεγχο των ορυχείων χαλκού της Χιλής τα οποία είχαν εθνικοποιηθεί από τον Αλιέντε.
Οι ιδιωτικοποιήσεις των ορυχείων και τα ελλιπή μέτρα προστασίας οδήγησαν -και σ’ αυτήν την περίπτωση- σε έκρηξη των ατυχημάτων με αποτέλεσμα σήμερα να χάνουν τη ζωή τους περίπου 30 ανθρακωρύχοι κάθε χρόνο. Παρ’ όλα αυτά ακόμη και αυτά τα ατυχήματα αποτέλεσαν αφορμή για ακόμη μία ιδεολογική μάχη ανάμεσα στους υποστηρικτές του δημόσιου ελέγχου και στους θιασώτες των δυνάμεων της αγοράς.
Τον Οκτώβριο του 2010, καθώς η ανθρωπότητα παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα τις προσπάθειες διάσωσης 33 μεταλλωρύχων που είχαν εγκλωβιστεί σε ορυχείο στην έρημο Ατακάμα της Χιλής, ο δημοσιογράφος της «Wall Street Journal», Ντάνιελ Χένιγκερ, χαρακτήρισε την επιχείρηση «τρομακτική νίκη του καπιταλισμού». Ο Χένιγκερ υποστήριζε ότι «η διάσωση έγινε χάρη σε μια κάψουλα που κατασκευάστηκε από μια εταιρεία στην Πενσιλβάνια, χάρη σε ένα εύκαμπτο καλώδιο οπτικών ινών από την Ιαπωνία και χάρη σε ένα ισχυρό συρματόσχοινο. Δηλαδή σε προϊόντα που κατασκευάστηκαν από εταιρείες που είχαν μοναδικό στόχο να κερδίσουν χρήματα».
Δεν χρειάζεται προφανώς να έχεις θητεύσει επί μακρόν στη μαρξιστική θεώρηση των πραγμάτων ή έστω σε κεϊνσιανές θεωρίες για να καταλάβεις ότι η άποψη της «Wall Street Journal» αποτέλεσε την οικονομική… μπούρδα της δεκαετίας. Στην πραγματικότητα, οι μεταλλωρύχοι διασώθηκαν χάρη στα κρατικά σωστικά συνεργεία της Χιλής, με τη βοήθεια ειδικών της NASA που πληρώνονται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ – δηλαδή από τους Αμερικανούς φορολογούμενους. Οσο για το σύστημα οπτικών ινών της Ιαπωνίας, είναι γνωστό ότι η σχετική τεχνολογία αναπτύχθηκε από ερευνητικά προγράμματα δημόσιων, ως επί το πλείστον, πανεπιστημίων. Ουσιαστικά, δηλαδή, το μόνο που προσέφερε ο καπιταλισμός ήταν ένα μεταλλικό κλουβί στο οποίο έμπαιναν οι μεταλλωρύχοι κατά τη διάρκεια διάσωσης από το ιδιωτικό ορυχείο.
Για τη Χιλή όπως και την Τουρκία το δυστύχημα στα ορυχεία αποτελεί προδιαγεγραμμένο έγκλημα.
Info
Ακούστε:
Last day of the miners’ strike
Με καθυστέρηση μιας δεκαετίας οι Pulp τραγουδούν για τις μάχες των Βρετανών ανθρακωρύχων αλλά και τη διάλυση των βρετανικών πόλεων που ζούσαν από τα ορυχεία
Iron Hand
Οι Dire Straits, σαν σύγχρονοι τροβαδούροι, περιγράφουν τη μάχη του Οργκριβ σαν μια μεσαιωνική σύγκρουση αντίπαλων στρατευμάτων
Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα των Συντακτών – 18/05/2014