Του Άρη Χατζηστεφάνου για το Sputnik
Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της δολοφονίας του Ιρανού στρατηγού Σολεϊμανί από αμερικανικό drone, μπορούσες να αισθανθείς την αμηχανία στα κείμενα αρκετών αναλυτών που παρακολουθούν εδώ και δεκαετίες τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.
Η επίθεση είχε πάνω της τα δακτυλικά αποτυπώματα του Ισραήλ, κανένας, όμως, δεν είχε ακόμη επαρκή στοιχεία να αποδείξει την εμπλοκή του Τελ Αβίβ.
Οι επιθέσεις από απόσταση με πυραύλους και εκρηκτικούς μηχανισμούς απέναντι σε ηγετικά στελέχη εχθρικών χωρών αποτελούν σήμα κατατεθέν των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών. Αντίθετα οι ΗΠΑ προτιμούν συνήθως την αποστολή ειδικών δυνάμεων (όπως συνέβη με την εκτέλεση του Οσάμα μπιν Λάντεν) και πολύ σπάνια στοχεύουν τον ηγετικό πυρήνα του αντιπάλου. Η επιλογή τους δεν στηρίζεται αναγκαστικά σε κάποιου είδους «ηθικής» του πολέμου αλλά στο γεγονός ότι προτιμούν να αναθέτουν τέτοιου είδους εκτελέσεις σε τοπικούς συνεργάτες και πραξικοπηματίες. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγουν και τις συνέπειες ενώπιον του διεθνούς δικαίου (αν υποθέσουμε ότι κάποιος ασχολείται ακόμη με αυτό). Συνήθως μάλιστα, πριν ολοκληρωθεί μια σχετική επιχείρηση, προηγείται πολύμηνη προετοιμασία της κοινής γνώμης από δημοσιογραφικά φερέφωνα της Ουάσιγκτον που μας ενημερώνουν πόσο ασφαλέστερος θα είναι ο κόσμος εάν έλειπε από αυτόν ο τάδε ή ο δείνα αντίπαλος των ΗΠΑ. Τίποτα από αυτά δεν συνέβη στην περίπτωση Σολεϊμάνι.
Το σενάριο όμως περί εμπλοκής του Ισραήλ, που αποτελούσε απλώς μια διαίσθηση για δεκάδες αναλυτές, άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά όταν έγινε γνωστό ότι η αμερικανική επίθεση στηρίχθηκε σε πληροφορίες που προσέφεραν στη CIA οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ. Σχεδόν ταυτόχρονα πληροφορηθήκαμε ότι ο Βενιαμίν Νετανιάχου ήταν ο μόνος ηγέτης που είχε ενημερωθεί εκ των προτέρων για την επερχόμενη δολοφονία, από τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, μάλιστα, έδειξε να είναι ενήμερος για το τι θα ακολουθούσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε πριν από την αναχώρησή του για την Αθήνα, λίγες μόλις ώρες πριν από την επίθεση. «Οι ΗΠΑ έχουν το δικαίωμα να προστατεύσουν τον εαυτό τους και τους πολίτες τους» δήλωσε ο Νετανιάχου με μια φράση που λίγο αργότερα μετατράπηκε στο επαναλαμβανόμενο μοτίβο που χρησιμοποιούσαν τα αμερικανικά ΜΜΕ. Παρόλα αυτά ο ίδιος για ημέρες άφηνε να διαρρέει μέσω υπουργών του ότι «η δολοφονία Σολεϊμάνι δεν συνδέεται με το Ισραήλ».
Η πραγματικότητα είναι ότι το Ισραήλ σχεδίαζε εδώ και χρόνια την εκτέλεση του Ιρανού αξιωματούχου και δεν έκρυψε ποτέ τις προθέσεις του. Πριν από περίπου ένα χρόνο η εφημερίδα Al-Jarida, υποστήριξε ότι η Ουάσιγκτον έδωσε στο Ισραήλ το πράσινο φως που είχε ζητήσει για να εκτελέσει τον Σολεϊμάνι. Η Al-Jarida, η οποία εκδίδεται στο Κουβέιτ θεωρείται από πολλούς σαν ένα από τα όργανα που χρησιμοποιεί το ισραηλινό κατεστημένο για να προωθεί τις θέσεις του στον αραβικό και ισλαμικό κόσμο. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ το Ισραήλ είχε βρεθεί στα πρόθυρα να δολοφονήσει τον Ιρανό στρατηγό και πριν από τρία χρόνια αλλά δεν έλαβε την σχετική έγκριση από τον Μπαράκ Ομπάμα.
Παρόλα αυτά μόλις τον περασμένο Οκτώβριο ιρανικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας εξάρθρωσαν δίκτυο ξένων πρακτόρων που σχεδίαζαν για χρόνια να σκοτώσουν τον Σολεϊμάνι με εκρηκτικά κατά τη διάρκεια των θρησκευτικών εκδηλώσεων του μουσουλμανικού μήνα Μουχαρέμ. Σύμφωνα με τον Χουσεϊν Ταέμπ, επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας των Φρουρών της Επανάστασης, στόχος της επίθεσης θα ήταν η «πρόκληση θρησκευτικού πολέμου στο εσωτερικό του Ιράν».
Η επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής για τη δολοφονία εξυπηρετεί αρκετούς ακόμη στόχους πολιτικών και στρατιωτικών στο Ισραήλ. Καταρχήν η επίθεση διέκοψε απότομα την ειρηνευτική αποστολή που φέρεται να πραγματοποιούσε ο Σολεϊμάνι στην περιοχή και η οποία θα απομάκρυνε το ενδεχόμενο νέων συγκρούσεων στη Συρία ενώ θα ενίσχυε περαιτέρω το ρόλο της Τεχεράνης στο εσωτερικό του Ιράκ.
Ο Σολεϊμάνι ήταν επίσης ο βασικότερος παράγοντας στην ανάσχεση του ISIS, που σύμφωνα με το κορυφαίο ισραηλινό ίδρυμα στρατηγικών ερευνών Begin-Sadat θα αποτελούσε «στρατηγικό λάθος» για τα συμφέροντα του Ισραήλ.
Παράλληλα η ένταση που προκλήθηκε κατάφερε απομάκρυνε, έστω και προσωρινά, την προσοχή από τα σκάνδαλα που βαρύνουν τον πρωθυπουργό Βενιαμίν Νετανιάχου και από τη διαδικασία άρσης της ασυλίας του. Ο ίδιος και το περιβάλλον του εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο την ανησυχία που προκάλεσε η δολοφονία για να στείλουν το μήνυμα ότι η χώρα δεν μπορεί να βρίσκεται σε καθεστώς πολιτικής αστάθειας όταν ολόκληρη η περιοχή κινδυνεύει να βυθιστεί σε μια ακόμη πολεμική σύγκρουση.
Φυσικά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ ενδέχεται να «σύρθηκαν» σε μια μέθοδο δολοφονίας την οποία συνήθως αποφεύγουν δεν σημαίνει ότι διαφωνούσαν με αυτή. Όπως έχουμε εξηγήσει από αυτή τη στήλη οι χλιαρές διαμαρτυρίες των Δημοκρατικών στην Ουάσιγκτον και η ενορχηστρωμένη προσπάθεια των αμερικανικών ΜΜΕ να παρουσιάσουν τον Σολεϊμάνι, μετά θάνατον, σαν τον διάολο επί της γης, αποδεικνύουν ότι το βαθύ πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο συμφωνεί με την απόφαση. Σε βάθος χρόνου η δολοφονία εξυπηρετεί τα σχέδια της Ουάσιγκτον για επιστροφή αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ και την αποτροπή της δημιουργίας ενός σιιτικού τόξου, που θα συνδέει την Τεχεράνη, με τη Δαμασκό και τη Βηρυτό. Το ρίσκο όμως από τις μεθόδους που ακολουθήθηκαν είναι τεράστιο και μέχρι στιγμής μόνο η σχετική «αυτοσυγκράτηση» του Ιράν (που απέφυγε να σκοτώσει Αμερικανούς στρατιώτες στις επιθέσεις στο εσωτερικό του Ιράκ) έχουν αποτρέψει μια πολεμική σύρραξη.
Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ, με εντολή του Τραμπ, φαίνονται να εγκαταλείπουν πρακτικές δεκαετιών για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις του Ισραήλ αποτελεί ένα κομβικό σημείο στην εξωτερική πολιτική της υπερδύναμης. Η στιγμή που ο Λευκός Οίκος θα ακούει πρώτα τα καθεστώτα του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας και στη συνέχεια τους δικού του στρατηγούς και διπλωμάτες θα είναι η στιγμή που ο κόσμος ίσως βρεθεί στα πρόθυρα ενός ακόμη ολοκληρωτικού πολέμου.