Χρονιά ραγδαίων γεωπολιτικών εξελίξεων για τα συμφέροντα των ΗΠΑ σε αρκετά ανοιχτά μέτωπα αναμένεται να είναι το 2014.
Η Ουάσινγκτον εμφανίζεται αποφασισμένη να παίξει καθοριστικό ρόλο μετά την αλλαγή ισορροπιών στη Μέση Ανατολή αλλά και στη συνεχή κλιμάκωση της αντιπαράθεσης της Κίνας με την Ιαπωνία – πάντα με απώτερο στόχο να περιορίσει την οικονομική και πολιτική επιρροή του Πεκίνου και δευτερυόντως και της Μόσχας.
Οι πιο άμεσες εξελίξεις για το 2014 αφορούν φυσικά τη νέα ανίερη ανακωχή της Ουάσινγκτον με την Τεχεράνη, ύστερα από την απόφαση της τελευταίας να υποχωρήσει σε σειρά ζητημάτων που αφορούν το πυρηνικό της πρόγραμμα. Η ακύρωση, την τελευταία στιγμή, των σχεδίων επέμβασης στη Συρία, η μερική χαλάρωση του οικονομικού αποκλεισμού του Ιράν αλλά και οι μυστικές επαφές με την σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ του Λιβάνου δημιουργούν νέα δεδομένα σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. Η Σαουδική Αραβία, η οποία σήκωνε όλο αυτό το διάστημα το κόστος του εξοπλισμού των πιο ακραίων αντικαθεστωτικών δυνάμεων στη Συρία, δεν κρύβει πλέον την αγανάκτησή της για τη στάση της Ουάσινγκτον , που όπως όλα δείχνουν αποσύρει σταδιακά της στήριξή της προς τους αντάρτες που μάχονται το καθεστώς του Ασαντ. Παράλληλα το Ριάντ βρίσκεται σε συνεχείς επαφές με τις μυστικές υπηρεσίες και τους επικεφαλής του γενικού επιτελείου του Ισραήλ.
Όπως μετέδωσε το πρακτορείο Fars ο πρίγκηπας Μπαντάρ της Σαουδικής Αραβίας, ο οποίος έχει τεθεί επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας του βασιλείου και θεωρείται ο ιθύνων νους όλων των μυστικών επιχειρήσεων εναντίον της Συρίας, συναντήθηκε τον περασμένο μήνα με τον επικεφαλής της ισραηλινής Μοσάντ. Σύμφωνα πάντα με το Fars, οι δυο πλευρές «συζήτησαν τρόπους για την ανάσχεση της επιρροής του Ιράν με κάθε δυνατό τρόπο».
Σύμφωνα με τους Times του Λονδίνου οι δυο χώρες, κάθε άλλο παρά έχουν εγκαταλείψει τα σχέδια επί χάρτου για στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον του βασικού τους αντιπάλου στην περιοχή- δηλαδή της Τεχεράνης. Και οι δυο χώρες άλλωστε έχουν δείξει στο παρελθόν ότι δεν διστάζουν να πραγματοποιήσουν εκτεταμένες επιχειρήσεις αποσταθεροποίησης καθεστώτων στην περιοχή και αρκετοί αναλυτές φοβούνται επανάληψη αυτής της πρακτικής και για το 2014. Ήδη η πολιτική αστάθεια που προκλήθηκε στο Λίβανο από τη βομβιστική επίθεση της περασμένης Παρασκευής, την οποία τα δυτικά μέσα ενημέρωσης έσπευσαν να αποδώσουν στη Χεζμπολάχ, φαίνεται πως λειτουργεί προς όφελος της ισραηλινής και της σαουδαραβικής πολιτικής.
Η πορεία προς την Ευρασία
Παρά το γεγονός ότι η Μέση Ανατολή συνήθως μονοπωλεί το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης και των σημαντικότερων αναλυτών, το θερμότερο σημείο του πλανήτη για το 2014 ενδέχεται να είναι η θαλάσσια περιοχή μεταξύ της Κίνας και της Ιαπωνίας. Δεν είναι λίγοι άλλωστε οι αναλυτές στις ΗΠΑ που υποστηρίζουν ότι ο Λευκός Οίκος δεν έδωσε τελικά το πράσινο φως για μια επίθεση στη Συρία γιατί δεν ήθελε να διακόψει τη συγκέντρωση όλο και μεγαλύτερης δύναμης πυρός στον Ειρηνικό ωκεανό.
Οι συνεχείς ναυτικές ασκήσεις της Κίνας και της Ιαπωνίας, σε απόσταση αναπνοής από διαμφισβητούμενη νησιά αλλά και η πρόθεση της Κίνας να δημιουργήσει μια ζώνη ελέγχου εναέριων μεταφορών έχουν ανεβάσει επικίνδυνα το θερμόμετρο της έντασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο γνωστός αναλυτής των Financial Times Μάρτιν Γουλφ συνέκρινε τις σημερινές ισορροπίες με την κατάσταση που επικρατούσε στην Ευρώπη πριν από το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, όταν ακόμη και ένα φαινομενικά ασήμαντο γεγονός αρκούσε για να πυροδοτήσει μια στρατιωτική σύγκρουση τεραστίων διαστάσεων. Η Ουάσινγκτον έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στην κλιμάκωση της έντασης ρίχνοντας όλο το διπλωματικό αλλά και στρατιωτικό της βάρος στο πλευρό της Ιαπωνίας (και δευτερευόντως της Νότιας Κορέας) σε μια προσπάθεια να απομονώσει την Κίνα. Η συνεχής μεταφορά αμερικανικών δυνάμεων στη στρατιωτική βάση της Οκινάβα, στην Ιαπωνία αλλά και η ενίσχυση των ναυτικών δυνάμεων στην περιοχή έχει συμβάλει στην αύξηση της ιαπωνικής επιθετικότητας αναγκάζοντας και τον κινεζικό «δράκο» να σκληραίνει συνεχώς τη στάση του.
Ακόμη όμως και αν ο ψυχρός πόλεμος Κίνας – Ιαπωνίας δεν λάβει θερμά χαρακτηριστικά την επόμενη χρονιά η μάχη των στρατιωτικών εξοπλισμών θα αλλάξει και τα οικονομικά δεδομένα της περιοχής προς όφελος της αμερικανικής και της κινεζικής πολεμικής βιομηχανίας. Ήδη το ιαπωνικό κοινοβούλιο ενέκρινε δαπάνες 240 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τα επόμενα πέντε χρόνια στις οποίες οποίες περιλαμβάνεται και η αγορά έξι υποβρυχίων, 28 αεροσκαφών F-35 και δεκάδες αμφίβιων οχήματα με τα οποία θα δημιουργηθεί μια νέα ταξιαρχία. Θεωρητικά η πολιτική εξοπλισμών αποτελεί παραβίαση του περίφημου άρθρου 9 του ιαπωνικού συντάγματος που απαγορεύει τη δημιουργία ενόπλων δυνάμεων που θα μπορούσαν να επιχειρήσουν και εκτός του ιαπωνικού εδάφους. Πρακτικά όμως το Τόκιο γνωρίζει ότι έχει το πράσινο φως να αγοράζει όσα οπλικά συστήματα επιθυμεί – αρκεί φυσικά να «ψωνίζει» από την αμερικανική πολεμική βιομηχανία.
Η κίτρινη Αφρική
Η προσπάθεια της Ουάσινγκτον να απομονώσει γεωπολιτικά την κινεζική οικονομία θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό τις αποφάσεις της υπερδύναμης και σε αρκετά ακόμη μέτωπα με σημαντικότερο αυτό της Αφρικής. Οι πρόσφατες μετακινήσεις Αμερικανών πεζοναυτών από στρατιωτικές βάσεις της Ισπανίας, στην Αμερικανική Διοίκηση Αφρικής (AFRICOM) στο Τζιμπουτί δείχνει το ενδιαφέρον του Πενταγώνου να εμπλακεί και πάλι στην περιοχή και συγκεκριμένα στις συγκρούσεις που σημειώνονται στο Νότιο Σουδάν. Απώτερος στόχος των αμερικανικών κινήσεων δεν είναι προφανώς η ειρήνευση στην περιοχή αλλά η εκμετάλλευση των πλούσιων πλουτοπαραγωγικών πηγών της αφρικανικής ηπείρου αλλά και ο περιορισμός της κινεζικής οικονομικής δραστηριότητας. Προς αυτή την κατεύθυνση φαίνεται ότι ο Λευκός οίκος βρίσκεται σε αγαστή συνεργασία με το Παρίσι, το οποίο μόνο το 2013 πραγματοποίησε στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Μάλι και στην Κεντοαφρικανική δημοκρατία. Η Αμερικανική πολεμική μηχανή όμως δεν είναι διατεθειμένη να αφήσει τη διαχείριση των ζωνών επιρροής στην Αφρική μόνο στο γαλλικό στρατό.
Ο ήσυχος (λατινο)Αμερικανός
Αν και με μια πρώτη ματιά η Λατινική Αμερική δείχνει να απομακρύνεται από τις προτεραιότητες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ιδιαίτερα μετά το θάνατο του, ενοχλητικού για τα αμερικανικά συμφέροντα προέδρου της Βενεζουέλας, Ούγκο Τσάβες, τα φαινόμενα απατούν. Όπως αποκάλυψε πρόσφατα η Washington Post, οι αμερικανικε΄ς μυστικε΄ς υπηρεσίες και το Πεντάγωνο εξακολουθούν να παίζουν καθοριστικό ρόλο στο συνεχιζόμενο πόλεμο της κυβέρνησης της Κολομβίας με τους αντάρτες του FARC. Θεωρούν μάλιστα ότι η συγκεκριμένη οργάνωση βρίσκεται πολύ κοντά στη διάλυσή της και δεν αποκλείεται να ενισχύσουν τις επιχειρήσεις τους προς αυτή την κατεύθυνση.
Την ίδια ώρα οι κυβερνήσεις της Βενεζουέλας, της Βολιβίας του Ισημερινού και φυσικά της Κούβας εξακολουθούν να θεωρούνται «αγκάθια» για την Ουάσινγκτον και για συγκεκριμένες πετρελαϊκές εταιρείες των ΗΠΑ που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, παρά το γεγονός ότι η απουσία του Τσάβες μείωσε αισθητά τις καθημερινές αντιπαραθέσεις.
Σε κάθε περίπτωση η ατζέντα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είναι περισσότερο από γεμάτη και για την επόμενη χρονιά. Με την Κίνα να αποτελεί τον νέο αντίπαλο που πρέπει να ανασχεθεί σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα δεν αποκλείεται το 2014 να αποτελέσει χρονιά ορόσημο στον ακήρυχτο Ψυχρό Πόλεμο στις αναδυόμενες οικονομίες της Ανατολής.
Άρης Χατζηστεφάνου
ΕΠΙΚΑΙΡΑ Δεκέμβριος 2013
Σχετικά θέματα:
Ναρκοθετημένη η προσέγγιση ΗΠΑ-Ιράν
Ιράν: πορεία προς δυσμάς
Το σκοτεινό παιχνίδι της Σ. Αραβίας
Παιχνίδια πολέμου με Κίνα – Ιαπωνία