του Ανδρέα Κοσιάρη
Η μάχη της Amazon ενάντια στην οργάνωση των εργαζόμενων της σε εργατικά συνδικάτα και στη διεκδίκηση καλύτερων συνθηκών εργασίας, περισσότερων δικαιωμάτων και αυξημένου μισθού, περνάει και μέσα από τη λογοκρισία της ενδοεταιρικής τους έκφρασης.
Η εταιρεία-κολοσσός, που έκανε τον Τζεφ Μπέζος έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον πλανήτη, σκοπεύει να λανσάρει το επόμενο διάστημα μία νέα εφαρμογή ενδοεταιρικής επικοινωνίας μεταξύ των υπαλλήλων της. Σκοπός της εφαρμογής, σύμφωνα με τον επικεφαλής παγκόσμιας καταναλωτικής επιχειρηματικότητας της εταιρείας, Ντέιβ Κλαρκ, είναι να μειωθεί η «υπαλληλική φθορά» μέσω της αύξησης της ευτυχίας των εργαζομένων, αλλά και της παραγωγικότητάς τους.
Η εφαρμογή σχεδιάζεται να προσφέρει «ψηφιακές επιβραβεύσεις», όπως αστέρια και κονκάρδες, στους υπαλλήλους που τη χρησιμοποιούν για δραστηριότητες που «προσθέτουν άμεση επιχειρηματική αξία». Όμως, όπως αποκαλύπτουν εσωτερικά έγγραφα της Amazon που δημοσίευσε το the Intercept, η εφαρμογή θα περιέχει και αυτόματο «κόφτη» για αναρτήσεις που περιέχουν λεξιλόγιο που η εταιρεία δεν εγκρίνει.
Ορισμένες απαγορευμένες λέξεις αφορούν βωμολοχίες, πράγμα λογικό καθώς η εφαρμογή πρόκειται να επιτρέπει την επικοινωνία μεταξύ υπαλλήλων. Όμως όπως δείχνουν τα έγγραφα που βρέθηκαν στην κατοχή του δημοσιογράφου Κεν Κλίπενσταϊν, ένα μεγάλο τμήμα του απαγορευμένου λεξιλογίου αφορά λέξεις και φράσεις που υποδεικνύουν τη δυσαρέσκεια των υπαλλήλων της Amazon με την εταιρεία, και τις προσπάθειές τους να οργανωθούν για διεκδικήσεις.
Η εφαρμογή, που πρόκειται να λανσαριστεί πιλοτικά στα τέλη Απριλίου, θα κόβει αυτόματα αναρτήσεις που περιέχουν λέξεις όπως: «συνδικάτο», «αύξηση μισθού», «παράπονο», «αποζημίωση», «σκλάβος», «αφέντης», «αδικία», «δικαιοσύνη», «ελευθερία» κ.α. Ενδεικτική του φόβου των ιθυνόντων ότι η εφαρμογή θα χρησιμοποιηθεί για την αλληλο-ενημέρωση των υπαλλήλων για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην εργασία τους, είναι η συμπερίληψη στη μαύρη λίστα λέξεων όπως «τουαλέτα» και της φράσης «Αυτό είναι ανησυχητικό». Πέρα από τον αυτόματο «κόφτη», η εφαρμογή θα επιτρέπει στους επιβλέποντες να επισημαίνουν και να κόβουν οι ίδιοι αναρτήσεις των υπαλλήλων που θα κρίνουν πως είναι «ακατάλληλες».
Η Amazon έχει διεξάγει έναν συνεχή και ασταμάτητο πόλεμο ενάντια στις διεκδικήσεις και την οργάνωση των εργαζομένων της. Την περασμένη Παρασκευή, μια αποθήκη της εταιρείας στο Στάτεν Άιλαντ της Νέας Υόρκης έγινε η πρώτη τοποθεσία όπου οι υπάλληλοι της εταιρείας ψήφισαν υπέρ της δημιουργίας συνδικάτου — και μάλιστα ενός ανεξάρτητου συνδικάτου που δεν συνδέεται με τις μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις των ΗΠΑ. Μόνο το 2021, η Amazon είχε ξοδέψει 4,3 εκατομμύρια δολάρια σε αντι-συνδικαλιστικές συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Σε απαντήσεις της προς το the Intercept, η Amazon προσπάθησε να τονίσει αφενός ότι η εφαρμογή ενδοεταιρικής επικοινωνίας βρίσκεται ακόμα σε στάδιο σχεδιασμού και αφετέρου ότι «πολλές» από τις λέξεις θα αφαιρεθούν από τη μαύρη λίστα. «Τα μόνα είδη λέξεων που μπορεί να ελέγχονται είναι αυτά που είναι προσβλητικά ή ενοχλητικά, κάτι που έχει σκοπό να προστατεύσει την ομάδα μας», ήταν τα λόγια ενός εκπροσώπου της εταιρείας. Όμως οι διαβεβαιώσεις αυτές έχουν ελάχιστη αξιοπιστία, δεδομένων των επαναλαμβανόμενων περιστατικών όπου η Amazon έχει αδιαφορήσει για την ποιότητα εργασίας των υπαλλήλων της.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, η εταιρεία είχε αρνηθεί να ακυρώσει βάρδιες σε αποθήκη διαλογής στο Έντουαρντσβιλ της πολιτείας Ιλλινόι, παρά τις σαφείς προειδοποιήσεις για τυφώνες στην περιοχή. Ένας τυφώνας χτύπησε την αποθήκη, σκοτώνοντας έξι εργαζόμενους.
Τον Μάρτιο του 2021, η είδηση ότι οι διανομείς της Amazon αναγκάζονται να ουρούν σε πλαστικά μπουκάλια για γλυτώσουν χρόνο για την εκπλήρωση των παραγγελιών είχε προκαλέσει σάλο, με την εταιρεία να αρνείται ότι οι συγκεκριμένες ιστορίες αληθεύουν. Όμως η διαρροή ενός εσωτερικού υπομνήματος της εταιρείας έδειξε πως η Amazon έλεγε ψέματα, καθώς γνώριζε επί μήνες για τις συνθήκες υπό τις οποίες εργάζονται οι διανομείς της, και δεν έκανε τίποτα για να τους ανακουφίσει.
Παρόμοιες ιστορίες, με περιορισμό των διαλειμμάτων για τουαλέτα, έχουν κατά καιρούς έρθει και από τις αποθήκες διαλογής της Amazon. Πιο σημαντικά όμως, η εταιρεία έχει διαχρονικά σταθεί ενάντια στις προσπάθειες των εργαζομένων της να οργανωθούν και να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο.
Απεργοσπάστες και επιθέσεις της αστυνομίας έχουν στρατολογηθεί για να διαλύσουν απεργίες. Η εταιρεία έχει προωθήσει τη ρουφιανιά, προτρέποντας τους υπαλλήλους της να καταδίδουν συναδέλφους τους που, μεταξύ άλλων, κάνουν «φιλοσυνδικαλιστικές» αναφορές. Και, με αξιοθαύμαστη συνέπεια και κόστος, η Amazon εφαρμόζει στους υπαλλήλους της αδιάλειπτη προπαγάνδα ενάντια στα συνδικάτα και την εργασιακή οργάνωση, ειδικά σε τοποθεσίες της όπου οι εργαζόμενοι εκφράζουν τις επιθυμίες τους για καλύτερες συνθήκες εργασίας.