Spotify καπιταλισμός ιδιοκτησία

Spotify: Eννιά πληρωμένα τραγούδια

Νέες πλατφόρμες διαμοιρασμού μουσικής, όπως το Spotify, υποσχέθηκαν μια επανάσταση όχι μόνο στον τρόπο που καταναλώνουμε πολιτιστικά προϊόντα αλλά ακόμη και στην έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας. Μέχρι που ο καπιταλισμός ανέλαβε να ξαναβάλει τα πράγματα στη θέση τους.

Έχουν περάσει σχεδόν έξι δεκαετίες από τη στιγμή που ένας από τους διασημότερους ραδιοφωνικούς παραγωγούς στην αμερικανική ιστορία, ο Αλαν Φριντ, είδε την καριέρα του να μετατρέπεται σε στάχτες όταν αποκαλύφθηκε ότι έπαιρνε χρήματα για να προωθεί συγκεκριμένα τραγούδια. Αργότερα, μάλιστα, έγινε γνωστό ότι λάμβανε παρανόμως και πνευματικά δικαιώματα για συμμετοχή σε τραγούδια που ο ίδιος προωθούσε, όπως το «Maybellene» του Τσακ Μπέρι.

Η λεγόμενη πρακτική του payola, δηλαδή των πληρωμένων paylist, μπορεί να ήταν κατάπτυστη για τον καπιταλισμό του 1958, για δεκαετίες όμως αποτελούσε κοινή πρακτική για τις μεγαλύτερες δισκογραφικές εταιρείες. Μέχρι τη στιγμή που πλατφόρμες μετάδοσης μουσικής, όπως το Spotify, υποσχέθηκαν να αλλάξουν το σκηνικό. Με μια μηνιαία συνδρομή ο χρήστης είχε πρόσβαση σχεδόν σε όλα τα τραγούδια του κόσμου, τα οποία δεν χρειαζόταν να κατεβάσει στον υπολογιστή του, ενώ ένας αλγόριθμος αναλάμβανε να του προτείνει νέα κομμάτια στηριζόμενος αποκλειστικά σε προηγούμενες επιλογές του.

Η επιτυχία ήταν τόσο μεγάλη ώστε οι ερευνητές άρχισαν να παρατηρούν ότι και άλλοι κλάδοι της αγοράς θα μπορούσαν να υιοθετήσουν την ίδια λογική. Όπως εξηγούσε η δημοσιογράφος Τσέρι Χου στο περιοδικό Real Life, «o όρος Spotification χρησιμοποιείται πλέον ακόμη και στην αγορά ακινήτων και αυτοκινήτων, στην τραπεζική και στις εκδόσεις βιβλίων για να περιγράψει μια καταναλωτική λογική η οποία προτάσσει την πρόσβαση απέναντι στην ιδιοκτησία…».

Φιμώνω τοίχους
ταΐζω μηχανές
για την καρδιά ενός χτήνους
καταπίνω φωτιές
πληρώνω ερωμένες σιωπές εκβιαστές

«Ένα πληρωμένο τραγούδι», Τρύπες

Η συγκεκριμένη τάση, την οποία ο καθηγητής ανθρωπολογίας Λέιν Ντενίκολα παρουσιάζει σαν μια «μετατόπιση από την ιδιοκτησία προϊόντων στην εμπορευματοποιημένη εμπειρία», θα μπορούσε να αλλάξει για πάντα όχι μόνο τον τρόπο με τον οποίο καταναλώνουμε, αλλά ακόμη και την αντίληψή μας για την ατομική ιδιοκτησία. Ο χρήστης δεν αγοράζει πλέον ένα προϊόν (π.χ. τραγούδι), αλλά νοικιάζει προκαθορισμένο χρόνο, στη διάρκεια του οποίου έχει πρόσβαση σε όλα τα σχετικά προϊόντα.

Προφανώς δεν έχουμε εδώ τον χώρο να εξετάσουμε αν αυτή η συναλλαγή θα έπρεπε να γίνεται δωρεάν με ένα διαφορετικό μοντέλο αποζημίωσης των δημιουργών. Αρκούμαστε να σημειώσουμε ότι το φαινόμενο του Spotification, θεωρητικά τουλάχιστον, θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο σε μια ποιοτικά ανώτερη μορφή κοινοκτημοσύνης – όπως άλλωστε θα μπορούσε να συμβεί και (πάλι θεωρητικά) υπό μορφές της διαμοιραστικής οικονομίας σαν το Airbnb κ.ά. Για άλλη μια φορά, όμως, όπως θα έλεγαν και κάτι παλιοί μαρξιστές, οι παραγωγικοί συντελεστές αναπτύσσονται πέρα από τα όρια που μπορεί να διαχειριστεί το οικονομικό σύστημα, το οποίο προσπαθεί να τους καθυποτάξει σε παρωχημένους μηχανισμούς κερδοφορίας. Ο καπιταλισμός, σαν τον Κρόνο, τρώει τα παιδιά του.

Στην περίπτωσή μας το πρόβλημα ξεκίνησε από το ίδιο το Spotify και τις λίστες τραγουδιών που προσφέρει στους συνδρομητές του. Οι λίστες δημιουργούνται α) από αλγόριθμους, β) από υπαλλήλους της εταιρείας και γ) από χρήστες της υπηρεσίας. Πολύ σύντομα, όμως, οι ιδιώτες δημιουργοί μιας λίστας άρχισαν να χρεώνουν δυσθεώρητα ποσά, που μπορεί να κυμαίνονταν από 2.000 έως και 10.000 δολάρια, για να συμπεριλάβουν ένα τραγούδι. Καθώς ένας στους τρεις χρήστες της πλατφόρμας ακούει πλέον μουσική μόνο μέσα από λίστες, οι μικροί καλλιτέχνες που δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν το ξέφρενο παιχνίδι σε αυτή τη μαύρη αγορά έμεναν και πάλι εκτός συναγωνισμού. Αντίθετα, το σύστημα ωθούσε τα λόμπι των δισκογραφικών να προσεγγίζουν τους δημιουργούς των playlist είτε ήταν απλοί χρήστες είτε υπάλληλοι του Spotify.

Από τη στιγμή όμως που οι εταιρείες θα διεισδύσουν στις λίστες, στέλνοντας τα τραγούδια τους σε εκατομμύρια ακροατές, αυτό θα επηρεάσει και τους θεωρητικά «αδέκαστους» αλγόριθμους του Spotify, που αναπαράγουν τα κομμάτια που ακούει περισσότερο ο κόσμος.

Η εταιρεία, όμως, δεν είναι απλώς θύμα των συνθηκών, όπως θέλει να εμφανίζεται, καθώς με μια νέα απόφασή της απειλεί να δώσει τη χαριστική βολή στους μικρούς καλλιτέχνες. Από τις αρχές Νοεμβρίου η εταιρεία ανακοίνωσε ότι θα «προσφέρει» στους καλλιτέχνες νέες δυνατότητες να προωθούν τα τραγούδια τους σε λίστες εάν δεχτούν να μειώσουν τα πνευματικά δικαιώματα που λαμβάνουν για κάθε αναπαραγωγή του τραγουδιού.

Σε συνδυασμό με τις ήδη διαβρωμένες από τις εταιρείες λίστες, αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μόνο καλλιτέχνες και δισκογραφικές με μεγάλες τσέπες μπορούν να πετύχουν τη λεγόμενη οικονομία κλίμακας που θα τους αποφέρει έσοδα. Σήμερα, κάθε καλλιτέχνης λαμβάνει $0,004 για κάθε αναπαραγωγή του τραγουδιού του, το οποίο σημαίνει ότι κάθε κομμάτι πρέπει να ακουστεί 250 φορές για να του προσφέρει ένα δολάριο.

Η εταιρεία λοιπόν που υποσχόταν να απομακρύνει τις παρεμβάσεις των μεγάλων δισκογραφικών και να ακυρώσει έναν μηχανισμό που κυριαρχούσε σχεδόν από την ανακάλυψη του ραδιοφώνου, απλώς αναπαράγει τις ανισότητες ma non troppo.


Διαβάστε
Spotify’s Streaming Model Is Based on Exploitation
O συγγραφέας και ποιητής Αλεξάντερ Μπίλετ γράφει στο Jacobin για τους νέους μηχανισμούς εκμετάλλευσης των καλλιτεχνών που χρησιμοποιεί το Spotify.

Άρης Χατζηστεφάνου | Εφημερίδα των Συντακτών 12/12/2020

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ