Την ώρα που στην ευρύτερη περιοχή που έπληξε ο χθεσινός σεισμός οι νεκροί μετρούνταν κατά χιλιάδες, οι τουρκικές τσιμεντοβιομηχανίες στο χρηματιστήριο Borsa Istanbul έβλεπαν τις τιμές των μετοχών τους να ανεβαίνουν ραγδαία, αναμένοντας μεγάλα κέρδη από την ανακατασκευή των πληγεισών περιοχών. Σε μια από τις πιο σεισμογενείς περιοχές του κόσμου, ο καπιταλισμός και ο εθνικισμός συνδυάστηκαν για να κάνουν τις συνέπειες της φυσικής καταστροφής όσο το δυνατόν χειρότερες, με τον πόλεμο και το κέρδος να προσφέρουν ευνοϊκές για τον θάνατο συνθήκες.
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο τραγικός απολογισμός των θανάτων από τον σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου είχε ξεπεράσει τους 5.000 στην Τουρκία και τη Συρία, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να πραγματοποιεί δυσοίωνες προβλέψεις ότι οι νεκροί θα ξεπεράσουν τους 20.000. Στην ευρύτερη περιοχή ζουν περισσότεροι από 15 εκατ. άνθρωποι και η χρονική στιγμή του σεισμού λίγο μετά τις 4 τα ξημερώματα βρήκε τους περισσότερους από αυτούς να κοιμούνται στα κρεβάτια τους. Η σύμπτωση των πιο κρύων ημερών του φετινού χειμώνα, με παγετό και χιονοπτώσεις, κάνεις τις συνθήκες για τους επιζώντες ακόμα πιο δυσχερείς.
Οι περιοχές της βόρειας Συρίας που επλήγησαν από τον σεισμό βρίσκονται σε πόλεμο εδώ και 12 χρόνια, με την οργάνωση Διεθνής Επιτροπή Διάσωσης (International Rescue Committee – IRC) να προειδοποιεί πως οι δυνατότητες των συστημάτων υγείας της περιοχής βρίσκονταν «σε πίεση πέραν των ορίων τους ακόμα και πριν από αυτή την τραγωδία». Όπως τόνισε η ίδια οργάνωση, πολλοί από τους ανθρώπους που βρίσκονται σήμερα στη βόρεια Συρία έχουν εκτοπιστεί έως και 20 φορές κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 ετών. Επίσης, ο αμφιλεγόμενος έλεγχος των περιοχών αυτών — από τον Τουρκικό στρατό και συμμαχικές ισλαμιστικές οργανώσεις από τη μία, τους Κούρδους αντάρτες και αμερικανικές δυνάμεις από την άλλη και την κεντρική συριακή κυβέρνηση με στήριξη του ρωσικού στρατού από μια τρίτη πλευρά — δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο το έργο διάσωσης.
Με το πρώτο φως της ημέρας έπειτα από τον σεισμό, καταγράφηκαν στην Τουρκία περισσότερα από 6.000 κατεστραμμένα κτίρια, με τον αριθμό να μεγαλώνει σίγουρα έπειτα από τους ισχυρούς μετασεισμούς που ακολούθησαν. Μπορεί για όσους βρίσκονται παγιδευμένοι στα ερείπια, τους συγγενείς και τους διασώστες, η κατάσταση να θυμίζει μια κόλαση, όμως για την τουρκική καπιταλιστική τάξη η καταστροφή φάνηκε ως «ευλογία». Η εικόνα στο κύριο τουρκικό χρηματιστήριο τις πρώτες ώρες έπειτα από την καταστροφή έδειχνε μια ραγδαία άνοδο των τιμών των μετοχών εννέα μεγάλων τουρκικών εταιρειών παρασκευής τσιμέντου. Οι κερδοσκόποι «μυρίστηκαν» τις ευκαιρίες για την ανακατασκευή έπειτα από την καταστροφή.
Κέρδη, οικονομικά και πολεμικά
Σε τραγική ειρωνεία, τα ίδια συμφέροντα που ήδη κερδοσκοπούν πάνω στα συντρίμμια είναι που ευθύνονται ουσιαστικά και για το εύρος αυτών των συντριμμιών. Ο τομέας των κατασκευών είναι ένας από τους σημαντικότερους της τουρκικής οικονομίας, φτάνοντας μέσω των άμεσων και έμμεσων επιδράσεών του σε άλλους τομείς να έχει μερίδιο έως και 30% του τουρκικού ΑΕΠ.
Το τουρκικό κράτος έχει εδώ και δεκαετίες προσφέρει ευνοϊκές συνθήκες στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα των κατασκευών, «επιτρέποντάς» τους να κατασκευάζουν κτίρια χωρίς την απαραίτητη αντισεισμική ενίσχυση, παρακάμπτοντας ακόμα και τους πιο καινούριους κώδικες που το ίδιο το κράτος υιοθέτησε το 2019. Όπως τόνισε ο καθηγητής γεωλογίας Naci Görür μιλώντας μερικές ώρες μετά τον σεισμό στην τουρκική τηλεόραση, ένας τέτοιος σεισμός σε εκείνη την περιοχή ήταν αναμενόμενος και η προετοιμασία για αυτόν εξαιρετικά ελλιπής.
«(…) βλέπουμε ότι τα νέα κτίρια καταστρέφονται σαν το χαρτί. Αυτά τα κτίρια έπρεπε να χτιστούν με τους νέους κανονισμούς, πώς κατέρρευσαν έτσι; Είναι αδύνατο να το καταλάβεις. Ο ίδιος σεισμός δεν προκαλεί τέτοιες καταστροφές και απώλειες ζωών σε κοινωνίες που ενεργούν σύμφωνα με την επιστήμη και την τεχνολογία», είπε ο Görür και οι εικόνες που μεταδίδονταν από τις περιοχές του σεισμού των επιβεβαίωναν πλήρως.
Video shows a building collapse after a major earthquake of magnitude 7.8 struck central Turkey and northwest Syria https://t.co/fPQBcsA5Vc pic.twitter.com/wBc237UuPu
— Reuters (@Reuters) February 6, 2023
Ο καθηγητής προσέθεσε πως ο ίδιος και η ομάδα του είχαν ετοιμάσει ένα πλήρες σχέδιο αντισεισμικής θωράκισης των επισφαλών τουρκικών πόλεων έπειτα από τον σεισμό 2011 στην ανατολική επαρχία Βαν, όμως οι αρχές δεν το εφάρμοσαν.
Η άνθιση της κατασκευής φτηνών, ευάλωτων σε σεισμούς κτιρίων την τελευταία δεκαετία στην ευρύτερη περιοχή, όπου δεσπόζει το ρήγμα ανατολικής Ανατολίας, δείχνει και το πώς συνδυάζονται ο καπιταλισμός και ο εθνικισμός για να εκμεταλλευτούν τις κρίσεις και τον πόνο των ανθρώπων. Η οικιστική ενίσχυση της περιοχής ήρθε αφενός ως απάντηση του τουρκικού καπιταλισμού στον πόλεμο στη Συρία και στις εκατοντάδες χιλιάδες προσφύγων που εισέρρευσαν, και αφετέρου ως προετοιμασία για την τουρκική εισβολή στη βόρεια Συρία, που πραγματοποιήθηκε σε τρεις φάσεις το 2016, 2018 και 2019.
Τουρκικές εταιρείες ανέλαβαν την ανακατασκευή υποδομών στις υπό κατοχή περιοχές της βόρειας Συρίας, ενώ το κράτος ξόδευε πακτωλό χρημάτων σε εξοπλισμούς αγνοώντας τις ανάγκες των κατοίκων της περιοχής και τις προειδοποιήσεις των επιστημόνων.
Η πολιτική διάσταση των «φυσικών καταστροφών»
Όπως τονίζαμε και σε παλαιότερο κείμενο του INFO-WAR, κάθε «φυσική» καταστροφή είναι ένα πολιτικό γεγονός. Αναμφισβήτητα, ένας σεισμός μεγέθους σεισμικής ροπής τουλάχιστον 7,7 βαθμών είναι ένα γεγονός καταστροφικό — όμως οι συνθήκες που θα συναντήσει αυτός ο σεισμός και το εύρος της καταστροφής που θα προκαλέσει επαφίενται σε σημαντικό βαθμό στην πολιτική κατάσταση της περιοχής όπου θα «χτυπήσει». Η φτώχεια, η χωρίς σχέδιο ανάπτυξη και τα ιδιωτικά κέρδη των εκάστοτε βιομηχανιών (κατασκευαστικών και πολεμικών στη συγκεκριμένη περίπτωση), προσφέρουν ευνοϊκό έδαφος για τη μεγιστοποίηση του ανθρώπινου πόνου.
Φυσικά, η Τουρκία δεν είναι μοναδική σε αυτόν τον τομέα. Περίπου 1,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν στις πιο σεισμογενείς περιοχές του πλανήτη, κυρίως σε «αναπτυσσόμενες» χώρες της Μέσης Ανατολής, της Κεντρικής και Νότιας Ασίας. Η καπιταλιστική «ανάπτυξη» σε αυτές τις χώρες ακολουθεί τα ίδια βήματα του κέρδους έναντι των αναγκών των ανθρώπων, και οι εθνικισμοί που κυριαρχούν σιγουρεύουν ότι οι στρατιωτικοί προϋπολογισμοί θα είναι διαρκώς πολλές τάξεις μεγαλύτεροι από αυτούς της πολιτικής προστασίας.
Τι θα συνέβαινε άραγε και στην Ελλάδα, αν χτυπούσε ένας αντίστοιχου μεγέθους σεισμός σε αστική περιοχή; Ο σεισμός της Πάρνηθας το 1999, που σε συνδυασμό με τον σεισμό στο Ιζμίτ της Τουρκίας έναν μήνα νωρίτερα είχε προκαλέσει μια προσωρινή παύση των εθνικιστικών διαξιφισμών μεταξύ των δύο χωρών, ήταν έντασης 5,9 βαθμών Ρίχτερ, αρκετά χαμηλότερος από τον σημερινό στην Τουρκία. Πόσο «υπερήφανος» θα ήταν σήμερα ο ελληνικός εθνικισμός για τα Ραφάλ και τους λοιπούς του εξοπλισμούς, αν χτυπούσε ένας τέτοιος σεισμός σε μια χώρα που κλείνει τα πάντα ενόψει μιας μέτριας έντασης κακοκαιρίας;