Το πλήθος κόσμου που κατέκλυσε τον πολυχώρο ΠΛΥΦΑ για να παρακολουθήσει την παρουσίαση της έρευνας του Solomon για την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης αποδεικνύει περίτρανα την ανησυχία για την κατάσταση της ενημέρωσης στη χώρα.
Την τελευταία δεκαετία οι δείκτες για την Ελλ΄΄αδα καταγράφουν υψηλή επικινδυνότητα όσον αφορά τη συγκέντρωση ιδιοκτησίας στα μέσα ενημέρωσης και ο κύριος λόγος είναι η αδιαφάνεια του ιδιοκτησιακού καθεστώτος.
Η ερευνητική ομάδα του Solomon έβαλε ως στόχο να απαντήσει σε αυτό ακριβώς το
ερώτημα: «Ποιοι κατέχουν τα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα;». Τα ευρήματα της
έρευνας που διήρκησε 18 μήνες εστιάζουν στους μεγαλύτερους επιχειρηματικούς
ομίλους και συγκεκριμένα σε 12 μεγαλοεπιχειρηματίες: τους Γιάννη και Θεμιστοκλή
Αλαφούζο, τον Βαρδή Βαρδινογιάννη, το Δημήτρη Γιαννακόπουλο, το Δημήτρη
Μπάκο, το Γιάννη Καϋμενάκη και τον Αλέξανδρο Εξάρχου, το Θόδωρο Κυριακού, το
Βαγγέλη Μαρινάκη, το Δημήτρη Μελισσανίδη, το Βίκτωρα Ρέστη, και τον Ιβάν
Σαββίδη.
Από την έρευνα εντοπίστηκαν 800 εταιρείες με 30 δικαιοδοσίες από την Ελλάδα και
την Κύπρο μέχρι τα Νησιά Μάρσαλ και τον Παναμά. Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες που καταγράφονται είναι κατά κύριο λόγο σε σχέση με τη ναυτιλία, τον αθλητισμό, τα χρηματοοικονομικά και το real-estate.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για την έρευνα του καθεστώτος ιδιοκτησίας είναι σαφώς το λεγόμενο «φαινόμενο μπάμπουσκα», το φαινόμενο δηλαδή όπου μια σειρά ενδιάμεσων εταιρειών κρύβει τους πραγματικούς δικαιούχους. Το Solomon δίνει το παράδειγμα του σταθμού ALPHA, μέτοχος του οποίου είναι μεταξύ άλλων η εταιρεία Mediamax Holdings Limited, η οποία ανήκει κατά 100% στην Μότορ Όιλ ΕΛΛΑΣ, η οποία ανήκει στην οικογένεια Βαρδινογιάννη.
Φυσικά δεν κάνει σε κανέναν εντύπωση ότι ο δημόσιος φορέας που παρακολουθεί τα
στοιχεία περί ιδιοκτησίας των μέσων, το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, δεν έχει
ενημερώσει το καθεστώς ιδιοκτησίας του τηλεοπτικού σταθμού, το οποίο έχει αλλάξει
εδώ και δυο χρόνια.
Μετά την ΄έκθεση των Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα για την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα, που κατατάσσει φέτος την Ελλάδα στην 88η θέση και με τα γνωστά φαντάσματα κρυμμένα στην ντουλάπα (σκάνδαλο υποκλοπών, δολοφονία Καραϊβάζ, αγωγές SLAAP κατά δημοσιογράφων), κατακεραυνωτικό ήταν και το Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 7ης Φεβρουαρίου 2024 σχετικά με το κράτος δικαίου και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα. Στο κείμενο αυτό αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «απειλείται η πολυφωνία, καθώς η ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης στη χώρα κατανέμεται κυρίως σε μικρό αριθμό ολιγαρχών, με αποτέλεσμα τη δραματική υποβάθμιση ορισμένων θεμάτων, όπως οι ανησυχίες σχετικά με το σύστημα σιδηροδρομικής ασφάλειας πριν από το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη».
Ειδική μνεία γίνεται στο ψήφισμα για την αδιαφάνεια της ιδιοκτησίας των μέσων
ενημέρωσης, με το Κοινοβούλιο να καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί την
εφαρμογή του νόμου αριθ. 5005/2022 για την ενίσχυση της δημοσιότητας και
διαφάνειας στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο.
Με το νέο αυτό νόμο προβλεπόταν και η σύσταση ηλεκτρονικού μητρώου για την καταχώρηση μέσων και ιδιοκτητών. Το πρόβλημα με το μητρώο ωστόσο, όπως επισημάνθηκε και από την ομάδα του Solomon, είναι η εθελοντική καταχώρηση. Το κίνητρο που πρόσφερε η κυβέρνηση, ότι δηλαδή πρέπει ένα μέσο να καταχωρηθεί για να λαμβάνει κρατική διαφήμιση, σαφώς και δεν επαρκεί προκειμένου να υπάρχει η απαιτούμενη διαφάνεια για το καθεστώς ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης.
Αρκετοί ιδιοκτήτες προτιμούν να αποκρύπτουν αυτά τα στοιχεία, και η απόδειξη είναι
ότι μέχρι στιγμής στο μητρώο είναι καταχωρημένα περίπου 1.500 μέσα, όμως οι
εκτιμήσεις είναι ότι οι ενημερωτικές ιστοσελίδες και τα ιστολόγια είναι στην πραγματικότητα υπερδιπλάσιος αριθμός.
Τελικά μόλις ένας στους πέντε πολίτες απαντά ότι εμπιστεύεται τα μέσα ενημέρωσης στη χώρα, φέρνοντας την Ελλάδα τελευταία σε ένα δείγμα 46 χωρών. Μια ακόμα ελληνική ιδιαιτερότητα, ειδικά σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι ότι η πλειονότητα αποστρέφεται τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης (εφημερίδες, τηλεόραση, ραδιόφωνο). Αντίθετα, επιλέγει να ενημερώνεται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ωστόσο, η μονοπώληση του Ίντερνετ από μια χούφτα μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες οδηγεί και πάλι σε ζητήματα λογοκρισίας και ελέγχου της πληροφόρησης.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι ερευνητικές δημοσιογραφικές ομάδες καλούνται να
κάνουν τη δύσκολη δουλειά με ελάχιστους πόρους. Για αυτό και το μήνυμα που ξεχώρισε από την βραδιά ήταν ένα: «Στηρίξτε την ανεξάρτητη δημοσιογραφία».
Τα ευρήματα της έρευνας του Solomon εδώ.