της Δρ. Αμάλ Σάαντ
Η δρ. Αμάλ Σάαντ, λέκτορας της Σχολής Νομικών και Πολιτικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ, καταγράφει ορισμένες σκέψεις για την στρατηγική αναπορσαρμογή της Χεζμπολάχ μετά τη δολοφονία του ηγέτη της Χασάν Νασράλα, εκτιμώντας ότι η αντίληψη για κατάρρευση της Χεζμπολάχ είναι όχι μ΄όνο λανθασμ΄ενη, αλλά και ρατσιστική.
Είναι προφανές ότι το Ισραήλ, με την πλήρη υποστήριξη και σύμπραξη των ΗΠΑ, είχε ως στόχο να διαλύσει τη Χεζμπολάχ με ένα αποφασιστικό χτύπημα. Η προσπάθεια αυτή ξεκίνησε με τη δολοφονία του Φουάντ Σουκρ στα τέλη Ιουλίου, ακολουθούμενη από τις επιθέσεις με τους βομβητές, αλλά ήταν η δολοφονία του Νασράλα που λειτούργησε ως το βασικό έναυσμα που είχε ως στόχο να προκαλέσει την αναμενόμενη κατάρρευση της Χεζμπολάχ. Ενώ η επιδίωξη του Ισραήλ για έναν περιφερειακό πόλεμο φαίνεται προφανής, είναι ακόμη αβέβαιο αν οι ΗΠΑ είναι πλήρως προετοιμασμένες να δεσμευτούν σε μια τέτοια εξέλιξη.
Είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί το μέγεθος της απώλειας του Νασράλα για τη Χεζμπολάχ και τον Άξονα συνολικά. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η Χεζμπολάχ βρίσκεται κοντά στα πρόθυρα κατάρρευσης. Το Ισραήλ και οι ΗΠΑ παρερμηνεύουν τη φύση της ηγεσίας του – οι άνθρωποι δεν υποστήριξαν τον αγώνα εξαιτίας του- τον υποστήριξαν επειδή προσωποποιούσε τον αγώνα τους για δικαιοσύνη και απελευθέρωση, και ενώ ήταν μια σεβαστή φιγούρα, ο αγώνας που ενσάρκωνε τον ξεπερνάει. Ο Νασράλα θα συνεχίσει να ζει όχι μόνο ως πρότυπο αντίστασης ή πολιτικής συνείδησης, αλλά και ως λογική – ένα είδος «raison Νασράλα».
Το να πιστεύει κανείς ότι η οργάνωση θα καταρρεύσει χωρίς τον Νασράλα είναι μια θεμελιώδης παρερμηνεία και μια ρατσιστική υπόθεση που ανάγει τη Χεζμπολάχ -ένα πολύπλοκο και βαθιά ριζωμένο κίνημα- σε ένα μόνο άτομο, ενισχύοντας το στερεότυπο ότι τέτοιες ομάδες στη Μέση Ανατολή βασίζονται σε χαρισματικούς «ισχυρούς άνδρες» και όχι στη θεσμική δύναμη, την ανθεκτικότητα ή τη λαϊκή υποστήριξη από τη βάση. Αντανακλά μια ευρύτερη ανατολίτικη άποψη που υποτιμά την ικανότητα των μη δυτικών οργανώσεων να λειτουργούν ως εξελιγμένες πολιτικές ή στρατιωτικές οντότητες, ικανές να αντέξουν πέρα από την απώλεια ενός ηγέτη.
Παρομοίως, ενώ η εξάλειψη από το Ισραήλ ολόκληρης της στρατιωτικής διοίκησης της Χεζμπολάχ ήταν ένα καταστροφικό πλήγμα που θα είχε παραλύσει τα περισσότερα κράτη, η ικανότητα της Χεζμπολάχ να συνεχίζει να εξαπολύει συνεχή πλήγματα κατά του Ισραήλ αναδεικνύει την επιχειρησιακή της συνέχεια και την ανθεκτικότητα της δομής διοίκησης και ελέγχου της. Ο λόγος για τον οποίο η Χεζμπολάχ μπόρεσε να αντέξει τόσο σημαντικές απώλειες είναι η εξαιρετικά ισχυρή συνέχεια της διοίκησης, που επιτρέπει την απρόσκοπτη μετάβαση της ηγεσίας ακόμη και σε περιόδους σοβαρής κρίσης.
Είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε ότι η Χεζμπολάχ γεννήθηκε μέσα από τον πόλεμο και την εισβολή, διαμορφώνοντάς την σε μια οργάνωση με ενσωματωμένη ανθεκτικότητα. Είναι σχεδιασμένη να αναγεννά συνεχώς την ηγεσία της, παράγοντας νέες γενιές στρατιωτικών διοικητών. Αυτή η ανθεκτικότητα ήταν πιο εμφανής το 2008, όταν η Χεζμπολάχ έχασε τον ανώτερο στρατιωτικό διοικητή της, τον Ιμάντ Μουγνίγια, ο οποίος δεν ήταν απλώς μια ιδρυτική φυσιογνωμία αλλά ο πρωτοπόρος της «Νέας Σχολής [υβριδικού] πολέμου» της Αντίστασης. Μακριά από το να αποδυναμωθεί από τη δολοφονία του, και τη δολοφονία του διαδόχου του, Mustafa Badereddine το 2013, οι στρατιωτικές δυνατότητες της Χεζμπουλάχ έχουν έκτοτε αυξηθεί εκθετικά, με τις τακτικές της να υιοθετούνται από συμμάχους σε όλο τον άξονα της Αντίστασης.
Μετά τη δολοφονία του Μουγνίγια, η Χεζμπολάχ εφάρμοσε ένα εξελιγμένο σύστημα διανομής γνώσεων σε επιχειρησιακό επίπεδο. Αυτή η κατανεμημένη τεχνογνωσία διασφαλίζει ότι η απώλεια οποιουδήποτε μεμονωμένου ηγέτη, ακόμη και ενός σε υψηλόβαθμη θέση, δεν δημιουργεί κρίσιμο κενό στις επιχειρησιακές δυνατότητες της, επιτρέποντας την ταχεία αναδιοργάνωση και τη συνέχιση των επιχειρήσεων. Η Χεζμπολάχ έχει κάνει προβλέψεις για πολλαπλές γραμμές διοικητών, έτσι ώστε αν ο πρώτος σκοτωθεί και αντικατασταθεί, ο δεύτερος να μπορεί να αναλάβει αμέσως, και αν σκοτωθεί και αυτός, θα αναλάβει ένας τρίτος, και ούτω καθεξής. Σε αρκετούς διοικητές έχουν ανατεθεί επικαλυπτόμενοι ρόλοι και καθήκοντα, διασφαλίζοντας ότι οποιοδήποτε κενό αφήνει ένας πεσώντας να καλύπτεται γρήγορα, επιτρέποντας την ταχεία αναδιοργάνωση και την απρόσκοπτη συνέχεια των επιχειρήσεων.
Τίποτα από όλα αυτά βέβαια δεν υποδηλώνει ότι η Χεζμπολάχ δεν έχει υποστεί σοβαρές πληγές και δεν έχει αποδυναμωθεί στιγμιαία – περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία της. Πρόκειται αναμφισβήτητα για ένα σημείο καμπής. Η οργάνωση διανύει μια κρίσιμη μεταβατική φάση, απορροφώντας διαδοχικούς κλυδωνισμούς, ενώ προσπαθεί να ανακάμψει, να αναδιαμορφωθεί και να αναδιοργανωθεί. Είναι πιθανό να αναθεωρεί τόσο τη μεγάλη στρατηγική της όσο και τη στρατιωτική της προσέγγιση, να μετατοπίζεται από το προηγούμενο μέτωπο υποστήριξης με τη Γάζα στην ανάπτυξη μιας νέας αμυντικής στρατηγικής που πιθανότατα θα επικεντρωθεί στην απόκρουση της φαινομενικά επικείμενης χερσαίας εισβολής του Ισραήλ και στον εξαναγκασμό του να τερματίσει την εναέρια επιθετικότητά του. Ταυτόχρονα, η Χεζμπολάχ πιθανότατα καταρτίζει σχέδια έκτακτης ανάγκης για μια ευρύτερη στρατηγική «Μεγάλου Πολέμου» – μια στρατηγική που θα έχει επιθετική κατεύθυνση, σε περίπτωση που το Ισραήλ και οι ΗΠΑ επιδιώξουν να βυθίσουν σε πόλεμο ολόκληρη την περιοχή.