Του Ανδρέα Κοσιάρη
Αν πιστεύετε ότι ο Έλον Μασκ θα δώσει 44 δισ. δολάρια για να υπερασπιστεί την «ελευθερία του λόγου» στο Twitter, έχω κάτι περιουσίες Νιγηριανών πριγκήπων να σας πουλήσω σε εξευτελιστική τιμή.
Η είδηση της συμφωνίας για την εξαγορά του μέσου κοινωνικής δικτύωσης από τον Νοτιοαφρικανικής καταγωγής δισεκατομμυριούχο, έφερε ανάμικτες κραυγές ενθουσιασμού και τρόμου σε μεγάλο τμήμα του διαδικτύου. Ο ενθουσιασμός φάνηκε να πηγάζει κυρίως από την αμερικανική (και όχι μόνο) ακροδεξιά, που νιώθει ότι το Twitter έχει υπάρξει άδικο εναντίον της, ειδικά μετά τον αποκλεισμό του Ντόναλντ Τραμπ και την αφαίρεση πολυάριθμων λογαριασμών που προωθούσαν τη συνωμοσιολογία του QAnon.
Βασίζεται στην εικόνα που έχει επιχειρήσει να «πουλήσει» το τελευταίο διάστημα ο Μασκ, ενός υπέρμαχου της «απόλυτης ελευθερίας του λόγου». Και κάπου εδώ ξεκινάνε τα προβλήματα. Διότι αν κανείς πιστεύει ότι ο οποιοσδήποτε δισεκατομμυριούχος ενδιαφέρεται για την ελευθερία του λόγου οποιουδήποτε εκτός από του εαυτού του, έχει γενικότερα ζητήματα «πίστης» στα προτάγματα περί «ελευθερίας» που τείνει να πετά στα μούτρα μας η καπιταλιστική αγορά.
Είναι σαν να πιστεύει κανείς ότι ο Τζεφ Μπέζος αγόρασε την Washington Post (ή ο Ρουπερτ Μέρντοχ τα διάφορα ΜΜΕ του, ή ο Μεξικανός δισεκατομμυριούχος Κάρλος Σλιμ τους New York Times κ.ο.κ.) για να υπερασπιστεί την ελευθερία της δημοσιογραφίας. Τα παραδείγματα μπορεί εκ πρώτης όψεως να διαφέρουν, όμως στην πραγματικότητα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξαγοράζονται από τους πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη για να τους επιφέρουν κέρδος.
Το κέρδος αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη αποκλειστικά οικονομικό — αν και στην περίπτωση του Twitter φαίνεται πως υπάρχουν σχέδια για να είναι και τέτοιο. Ο Έλον Μασκ εξασφάλισε περισσότερο από το μισό ποσό της εξαγοράς με δανεισμό από μερικά από τα μεγαλύτερα τραπεζικά ιδρύματα του πλανήτη. Οι τράπεζες αυτές δεν δανείζουν δισεκατομμύρια για ψύλλου πήδημα, χωρίς εχέγγυα για την επιστροφή των χρημάτων και μάλιστα με τόκο.
Τα εχέγγυα που έχει δώσει ο Μασκ είναι μετοχές της φουσκωμένης χρηματιστηριακά εταιρείας του, Tesla, αλλά δευτερευόντως και πιο σημαντικά για το θέμα μας, φέρεται να έχει εγγυηθεί την αύξηση της κερδοφορίας του Twitter, με μείωση του εταιρικού του κόστους (ήτοι περικοπές μισθών και απολύσεις) και «χρηματικοποίηση» των αναρτήσεων των χρηστών του.
Κύρια πηγή των εσόδων του Twitter έχει υπάρξει μέχρι σήμερα η διαφήμιση. Όμως με τους χρήστες του να είναι αριθμητικά πολύ λιγότεροι από αυτούς του Facebook (περίπου 217 εκατομμύρια έναντι σχεδόν 2 δισεκατομμυρίων) και με την πλατφόρμα να είναι λιγότερο «διαποτισμένη» από διαφημίσεις σε σχέση με τον γιγαντιαίο ανταγωνιστή της, το Twitter σπάνια έκλεινε χρονιά με κέρδη. Από το 2013, μόλις δύο χρονιές κατάφερε να κλείσει χωρίς χασούρα — το 2018 και το 2019 κατέγραψε κέρδη περίπου ενός δισ. δολαρίων.
Ακόμα όμως κι αν αποτύχει ο Μασκ να κάνει το Twitter οικονομικά κερδοφόρο, θα μπορεί πάντα να αποσπάσει κέρδος ελέγχοντας το μήνυμα που μεταφέρεται στην πλατφόρμα. Ακόμα κι αν αγνοήσουμε τα περιστατικά όπου ο ίδιος ο Μασκ έχει υπάρξει δυσανεκτικός στην ελευθερία λόγου των άλλων (για παράδειγμα την ελευθερία λόγου των εργαζομένων στα εργοστάσιά του ή την ελευθερία των δημοσιογράφων να ερευνούν τα οικονομικά και εργοδοτικά του πεπραγμένα), οι δικές του πρόσφατες διευκρινίσεις για το τι εννοεί με την «ελευθερία του λόγου» θα έπρεπε να ανησυχήσουν οποιονδήποτε σκεπτόμενο.
«Λέγοντας “ελεύθερο λόγο”, απλά εννοώ αυτόν που αντιστοιχεί στον νόμο. Είμαι κατά της λογοκρισίας που υπερβαίνει κατά πολύ τον νόμο», έγραψε κάτω από ανάρτησή του όπου κορόιδευε όσους «φοβούνται τον ελεύθερο λόγο». Και συμπλήρωσε, «Αν οι άνθρωποι θέλουν λιγότερο ελεύθερο λόγο, θα ζητήσουν από την κυβέρνηση να περάσει νόμους με αυτόν τον σκοπό. Συνεπώς, η υπέρβαση του νόμου είναι αντίθετη στη θέληση του λαού».
Η ανάρτησή του φανερώνει μία μάλλον νηπιακή αντίληψη, όχι μόνο της ίδιας της έννοιας της ελευθερίας του λόγου, αλλά και της πολυπλοκότητας ενός μέσου που λειτουργεί σε παγκόσμιο επίπεδο εφαπτόμενο σε πολύ διαφορετικές νομοθεσίες πολύ διαφορετικών κρατών. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, η αμερικανική νομοθεσία περί ελευθερίας του λόγου είναι πολύ διαφορετική, όχι μόνο από αυτήν της Τουρκίας, όπου άνθρωποι διώκονται για «προσβολή» του Ερντογάν, αλλά και από αυτήν της Γερμανίας, όπου είναι απαγορευμένη η έκφραση φιλοναζιστικών απόψεων.
Σε ποιου κράτους τους νόμους θα υπακούει το «ελεύθερο» Twitter που οραματίζεται ο Μασκ; Θα υπακούει σε όλους τους νόμους, όλων των κρατών; Θα δίνει στοιχεία για τους χρήστες του όταν τα ζητάνε («νομίμως») οι κρατικές υπηρεσίες;
Δεν υπάρχει απάντηση σε καμία από αυτές τις ερωτήσεις και σε άλλες τόσες. Και δεν υπάρχει, διότι ο Μασκ δεν τις έχει σκεφτεί — και δεν τις έχει σκεφτεί διότι τα περί «ελευθερίας του λόγου» είναι απλά το μάρκετινγκ του όλου εγχειρήματος.
Τη νηπιακή του πολιτική αντίληψη, απέδειξε και με μετέπειτα αναρτήσεις του πάνω στο ίδιο θέμα. «Για να αξίζει το Twitter τη δημόσια εμπιστοσύνη, πρέπει να είναι πολιτικά ουδέτερο, που ουσιαστικά σημαίνει να συγχύζει εξίσου την άκρα δεξιά και την άκρα αριστερά», έγραψε.
Η «ακροκεντρώα» αυτή εξίσωση των «δύο άκρων» είναι χαρακτηριστική ενός ανθρώπου που αδυνατεί να αντιληφθεί ότι δεν υπάρχει ισοτιμία μεταξύ, για παράδειγμα, της άποψης ότι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες πρέπει να απολαμβάνουν ανθρώπινα δικαιώματα στις χώρες όπου φτάνουν και της άποψης ότι πρέπει να τους πυροβολούμε στα σύνορα.
Και σαν πιστός ακροκεντρώος, ο Μασκ έπειτα δημοσίευσε και ένα meme πλήρους αντιστροφής της πραγματικότητας, όπου η μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού τα τελευταία χρόνια προς την άκρα δεξιά παρουσιάζεται ως ευθύνη της «τρελής αριστεράς».
Ο ίδιος έχει παραμείνει σταθερός, λέει η εικόνα, και δεν ευθύνεται που το «κέντρο» έχει μετατοπιστεί στα αριστερά — ενώ στην πραγματικότητα έχει συμβεί το ακριβώς αντίθετο. Το «πολιτικό κέντρο» κινείται σταθερά προς τα δεξιά την τελευταία δεκαετία, και οι λεγόμενοι «κεντρώοι» ταξιδεύουν μαζί του.
Τι σημαίνουν όμως όλα αυτά; Βασικά, ότι ο Μασκ νοιάζεται μονάχα για τη δική του «ελευθερία του λόγου» και ότι το Twitter δεν πρόκειται να γίνει «πιο ελεύθερο» από ό,τι ήταν πριν. Άλλωστε και πριν, ιδιωτική ιδιοκτησία ήταν, με τη μόνη διαφορά ότι οι μετοχές του μοιράζονταν σε λογιών-λογιών δισεκατομμυριούχους και επενδυτικές εταιρείες. Τώρα, με μοναδικό ιδιοκτήτη τον Μασκ, το μήνυμα που θα προωθεί το μέσο θα υπηρετεί τα συμφέροντα του μοναδικού ιδιοκτήτη.
Αν η επαναφορά των όσων ακροδεξιών έχουν λογοκριθεί από το Twitter συμφέρει τον Μασκ, τότε αυτή θα γίνει πραγματικότητα. Άλλωστε, η αντίληψη της άκρας δεξιάς ότι «στοχοποιείται» από το Twitter δεν είναι τίποτε άλλο παρά φούμαρα αυτοθυματοποίησης. Πολλοί προπαγανδιστές της παραμένουν ενεργότατοι στο μέσο, πολλές φορές ακόμα κι αν παραβιάζουν εμφανώς «την πολιτική και τους κανόνες» του. Και πρόσφατη έρευνα είχε αποδείξει ότι ο αλγόριθμος της πλατφόρμας προωθεί συστηματικά τις δεξιές πολιτικές απόψεις περισσότερο από τις αριστερές.
Όπως και στην περίπτωση του Facebook, έτσι και το Twitter θα είναι πάντοτε τόσο «ελεύθερο» όσο συμφέρει τους ιδιοκτήτες του. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα γίνουν άξια του ονόματός τους μονάχα όταν όντως κοινωνικοποιηθούν.