Του Κώστα Ράπτη
Η επιχείρηση, αεροπορική αλλά και χερσαία, υπό το οργουελιανό όνομα “Κλάδος Ελαίας”, την οποία εξαπέλυσε το Σάββατο η Τουρκία εναντίον του αυτονομημένου κουρδικού “καντονιού” του Αφρίν στη βορειοδυτική Συρία, αποτελεί τομή στην εξελισσόμενη εδώ και επτά χρόνια συριακή κρίση. Και αυτό διότι κινδυνεύει να φέρει αντιμέτωπες, ακόμη και στο πεδίο των μαχών, τις δύο μεγαλύτερες χώρες της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Στην αφετηρία της συγκεκριμένης εξέλιξης βρίσκεται η εξαγγελία από αμερικανικής πλευράς στις 14 Ιανουαρίου της δημιουργίας στην βορειοανατολική Συρία μίας “μεθοριακής δύναμης” 30.000 ανδρών, η οποία προφανώς ως κορμό της θα έχει τους Κούρδους μαχητές του PYD (αδελφής οργάνωσης του ΡΚΚ) και θα συμπληρώνεται από τοπικές αραβικές δυνάμεις, που δεν είναι παρά φυλές που προηγουμένως συνεργάζονταν με το Ισλαμικό Κράτος και τώρα άλλαξαν στρατόπεδο.
Η απόφαση αυτή, η οποία προέκυψε από την εμμονή της CentCom (της διακλαδικής Κεντρικής Διοίκησης των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων) για τη δημιουργία ενός μόνιμου προγεφυρώματος στη βορειοανατολική Συρία, ελήφθη χωρίς συνεννόηση με την Τουρκία και προκάλεσε συναγερμό στην Άγκυρα, όσο και αν την επομένη ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών έσπευσε να δηλώσει ότι το επίμαχο στρατιωτικό σώμα δεν θα αποτελεί “μεθοριακή δύναμη”.
Η τουρκική αντίδραση, όμως, υπακούει στη λογική της “μετωνυμίας”: αλλού εκδηλώνεται και αλλού απευθύνει το μήνυμα. Το καντόνι του Αφρίν είναι απομονωμένο από την υπόλοιπη, συμπαγή κουρδοκρατούμενη περιοχή, στην οποία βρίσκονται πέντε αμερικανικές βάσεις. Μολονότι μάλιστα δεν συνορεύει καν με τουρκικές επαρχίες κουρδικού πληθυσμού, ώστε να βρίσκουν εφαρμογή οι φόβοι για κάποιου είδους “ντόμινο”, το Αφρίν αποτελεί δελεαστικό στόχο, αφενός διότι τονώνει το μιλιταριστικό αναθεωρητικό προφίλ της Τουρκίας του Erdogan, αφετέρου διότι αποδεικνύει στο PYD το μήνυμα ότι η αμερικανική προστασία δεν αρκεί.
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο, ωστόσο, είναι ότι η επιχείρηση “Κλάδος Ελαίας” κατέστη δυνατή λόγω της ανοχής, αν όχι συνενοχής, της Ρωσίας και των συμμάχων της, καθώς μέχρι τώρα λειτουργούσε προστατευτικά για το Αφρίν, η παρουσία ρωσικών στρατευμάτων.
Όμως ήδη στις 18 Ιανουαρίου επισκέφθηκαν τη Μόσχα ο αρχηγός του γενικού επιτελείου και ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας για συνεργασία με τους ομολόγους τους, σε μία κίνηση που μαρτυρεί προχωρημένο συντονισμό των δύο πλευρών. Λίγο μετά οι ρωσικές δυνάμεις αποσύρθηκαν από το Αφρίν, προκειμένου να προφυλαχθούν.
Είχε προηγηθεί, σύμφωνα με πληροφορίες, ρωσική μεσολαβητική προσπάθεια να αναλάβει την προστασία του Αφρίν ο συριακός κυβερνητικός στρατός, όμως αυτή απορρίφθηκε από την κουρδική πλευρά.
Τόσο η Συρία, όσο και η Ρωσία και το Ιράν ενοχλούνται και ανησυχούν από την νέα πρωτοβουλία της Άγκυρας να παραβιάσει την συριακή επικράτεια, χωρίς προφανώς συνεννόηση με τη Δαμασκό. Όμως τα όποια προβλήματα γεννά η τουρκική παρουσία στη βόρεια Συρία έρχονται σε δεύτερη μοίρα μπροστά στο ενδεχόμενο μακρόχρονης “αμερικανικής κατοχής” στα βορειοανατολικά, με αιχμή το κουρδικό στοιχείο. Μάλιστα ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Sergey Lavrov ανοιχτά κατήγγειλε την δημιουργία στην περιοχή “εναλλακτικών κρατικών δομών”.
Εξ ού και οι αντιδράσεις της Δαμασκού και της Τεχεράνης απέναντι στην (παράνομη, προφανώς) τουρκική εισβολή είναι προς το παρόν αποκλειστικά φραστικές, ενώ η Μόσχα δικαιολόγησε με έναν τρόπο τις ενέργειες της Άγκυρας ως αντίδραση στις αμερικανικές πρωτοβουλίες. Άλλωστε, η ανοχή προσφέρεται με αντάλλαγμα: την ολοκλήρωση από τον συριακό στρατό και τη ρωσική αεροπορία της εκκαθάρισης της επαρχίας της Ίντλιμπ από τα τζιχαντιστικά στοιχεία που είχαν μέχρι τώρα την στήριξη της Τουρκίας.
Είναι βέβαια πρόωρο να εκτιμήσει κανείς πόσο θα διαρκέσει, πόσο αιματηρή θα αποβεί και τι έκβαση θα έχει η επιχείρηση “Κλάδος Ελαίας”. Το Αφρίν αποτελεί περιοχή ορεινή με χιλιάδες μαχητές και η Τουρκία μετρά ήδη την απώλεια τεσσάρων τεθωρακισμένων της. Δεν είναι απίθανο η τουρκική πλευρά σύντομα να αναδιπλωθεί, αναγγέλλοντας μια πρόωρη “νίκη”.
Σε κάθε περίπτωση, το κουρδικό στοιχείο δείχνει και πάλι να συγκαταλέγεται στους χαμένους, εφόσον, υπερτιμώντας εξαιρετικά τις δυνάμεις του (όπως συνέβη πρόσφατα και το βόρειο Ιράκ), έκοψε τις γέφυρες με Δαμασκό και Μόσχα και προσχώρησε στο αμερικανικό σχέδιο απόσχισης της βορειοανατολικής Συρίας, το οποίο όμως δεν είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμο, εφόσον θα καταπολεμηθεί από όλα τα γειτονικά κράτη.