Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου, αντικείμενο της τηλεφωνικής συνομιλίας που είχαν το Σάββατο οι Ντόναλντ Τραμπ και Ταγίπ Ερντογάν αποτέλεσε η επανεκκίνηση των οικονομιών του κόσμου στο φόντο της πανδημίας του κορονοϊού. Σύμφωνα με τον ίδιο εκπρόσωπο, «ο πρόεδρος Τραμπ εξέφρασε εκ νέου την ανησυχία του για την επιδεινούμενη ξένη ανάμιξη στη Λιβύη και την ανάγκη για ταχεία αποκλιμάκωση. Οι πρόεδροι Τραμπ και Ερντογάν επαναβεβαίωσαν επίσης την επείγουσα ανάγκη πολιτικής επίλυσης της σύγκρουσης στη Συρία και ανεμπόδιστης πρόσβασης στην ανθρωπιστική βοήθεια σε όλη τη χώρα».
Η αποκωδικοποίηση αυτών των δηλώσεων δεν είναι δύσκολη.
Για τον Ντόναλντ Τραμπ, «ξένη ανάμιξη» στη Λιβύη δεν είναι ασφαλώς αυτό που πραγματοποιεί ο συνομιλητής του, με την αποστολή στρατιωτικών συμβούλων και drones για την ενίσχυση της κυβέρνησης Σάρατζ, αλλά η παρουσία μισθοφόρων της ρωσικής εταιρείας Wagner στο πλευρό του Εθνικού Λιβυκού Στρατού του στρατάρχη Χαφτάρ, που μάλιστα δείχνει να εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από τη Μόσχα, λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν εν μέσω πανδημίας άλλοι μεγάλοι προστάτες του, όπως η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Οι νεοψυχροπολεμικές προτεραιότητες της Ουάσιγκτον επιβάλλουν την επαναξιολόγηση του ρόλου της Άγκυρας, που άλλωστε απέδειξε τη χρησιμότητά της ανατρέποντας εις βάρος του Χαφτάρ τον συσχετισμό. Αν το τίμημα για κάτι τέτοιο είναι η δημιουργία ενός μόνιμου τουρκικού αποτυπώματος στη βόρεια Αφρική για την εξυπηρέτηση των φιλοδοξιών της στην Ανατολική Μεσόγειο, τον έλεγχο και της δεύτερης μεγαλύτερης οδού μεταναστευτικών ροών προς την Ε.Ε., αλλά και τη στήριξη ισλαμιστών συμμάχων σε όλη την βόρεια Αφρική, αυτό είναι ένα πρόβλημα για ελάσσονες εταίρους των ΗΠΑ και όχι για τις ίδιες.
Άλλωστε, οι κρίσεις στη Λιβύη και τη Συρία αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία – όπως μαρτυρεί και η μεταφορά χιλιάδων ανταρτών φίλων της Τουρκίας από το ένα μέτωπο στο άλλο, εν μέσω «διεθνούς εμπάργκο». Και η Ουάσιγκτον δεν έχει παραιτηθεί από την επιδίωξη να παρεμποδίσει, παρά τις εξελίξεις των τελευταίων ετών στο πεδίο των μαχών, την επανασταθεροποίηση της Συρίας — το όραμα δημιουργίας ενός νέου «αφγανικού αδιεξόδου» για τη Ρωσία και οι ανησυχίες του Ισραήλ για τον ρόλο του Ιράν και της Χεζμπολάχ την επόμενη μέρα τροφοδοτούν διαρκώς την αμερικανική αυτή εμμονή.
Η δυνατότητα επαναπροσεταιρισμού του Ερντογάν από τις ΗΠΑ, απόσπασής του από τη ρωσική επιρροή και επανασυμφιλίωσής του με το Ισραήλ προβάλλει στην παρούσα φάση ως ισχυρότερη από ποτέ, για τον απλό λόγο ότι ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας πιέζεται από την κατάσταση της τουρκικής οικονομίας – και την «επανεκκίνηση» για την οποία έγινε λόγος στην συνδιάλεξη με τον Ντόναλντ Τραμπ δεν μπορούν να του την εξασφαλίσουν ούτε η Μόσχα, ούτε η βοήθεια του Κατάρ. Το άνοιγμα μιας πιστωτικής γραμμής από τη Fed είναι το τελευταίο πράγμα που μπορεί να σταθεί ανάμεσα στην προϊούσα εξάντληση των τουρκικών συναλλαγματικών διαθεσίμων και μία οδυνηρή προσφυγή στο ΔΝΤ.
Επιπλέον, ο Τούρκος πρόεδρος έδωσε ένα «δείγμα γραφής» στο εσωτερικό του, το οποίο σημαίνει πολλά. Η «καρατόμηση», εκτός στρατιωτικών κρίσεων και με αφορμή αλληλοκατηγορίες για προμήθειες, του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, ναυάρχου Γιαϊτζί, σηματοδοτεί την «επαναφορά στην τάξη» των κοσμικών, εθνικιστών, αντιδυτικών, «ευρασιατιστών» στρατιωτικών, οι οποίοι από το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 και μετά είχαν συνάψει με τον Ερντογάν μια συμμαχία, που ο ίδιος υπενθυμίζει τώρα ότι δεν ήταν παρά τακτική. Στο παιχνίδι των ισορροπιών που παίζει ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας, με ισχυρό βραχίονά του στο στράτευμα τον υπουργό Άμυνας Χουλουσί Ακάρ, η διαρκής ενδυνάμωση των «ευρασιατιστών» το προηγούμενο διάστημα αφενός υπονόμευε τον ρόλο του «Παλατιού» ως του υπέρτατου τελικού κριτή, αφετέρου δημιουργούσε δεσμεύσεις που περιόριζαν την δυνατότητα της Τουρκίας να ελίσσεται στην διεθνή σκηνή.
Ο Ερντογάν κρατά έτσι, με ολοένα και μεγαλύτερη ανοχή του διεθνούς παράγοντα, το πνευματικό τέκνο του Γιαϊτζί, δηλ. το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» στη Μεσόγειο, απαλλασσόμενος από τον εισηγητή του. Άλλωστε, σε αυτά τα θέματα δεν λειτουργούν οι κανόνες της πνευματικής ιδιοκτησίας. Και ο Γιαϊτζί ξεσήκωσε την ιδέα της «Γαλάζιας Πατρίδας», όπως μας θυμίζει ο Τούρκος αρθρογράφος Γιαβούζ Μπαϊντάρ, από τον ναύαρχο ε.α. Τζεμ Γκιούρντενιζ, εκ των συλληφθέντων (και μετέπειτα αθωωθέντων) για το δίκτυο «Εργκένεκον» που κατηγορούνταν ότι απεργαζόταν την πραξικοπηματική ανατροπή του Ερντογάν.
Κώστας Ράπτης
Πηγή: Capital