«Η Μητέρα Τερέζα δεν είχε ανάγκη τις υπηρεσίες μας και δεν αναμέναμε να την έχουμε ποτέ πελάτη» έλεγε πριν από μερικά χρόνια ο Ίβο Ίλιτς Γκαμπάρα, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας δημοσίων σχέσεων BGR Gabara. Η αλήθεια είναι ότι αρκετοί πελάτες του Γκαμπάρα, όχι μόνο δεν οδεύουν προς την αγιοποίηση, όπως συμβαίνει με την διάσημη καλόγρια, αλλά κατηγορούνται για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Η BGR Gabara είναι μια από τις δεκάδες εταιρείες λόμπι που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη και κυρίως στις Βρυξέλλες αναλαμβάνοντας να «ξεπλύνουν» δικτάτορες αλλά και ολόκληρες χώρες στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης. Εκμεταλλευόμενες το διάτρητο νομικό πλαίσιο σχετικά με τις ομάδες που ασκούν πίεση στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, οι εταιρείες αυτές μετατρέπονται σε άτυπους διπλωμάτες των πιο αυταρχικών και αιμοσταγών κυβερνήσεων. Από τους περίπου 15-20.000 λομπίστες που δραστηριοποιούνται στην καρδιά της Ε.Ε, οι περισσότεροι προωθούν συμφέροντα ιδιωτικών εταιρειών, αρκετοί όμως περνούν σταδιακά και στην υπηρεσία πολιτικών προσώπων.
Προφανώς το φαινόμενο δεν είναι μόνο ευρωπαϊκό. Η Κίνα έχει μισθώσει τουλάχιστον δέκα εταιρείες δημοσίων σχέσεων στην Ουάσιγκτον, για την προώθηση των θέσεων του Πεκίνου. Ενώ όμως στις ΗΠΑ κάθε σχετική ενέργεια καταγράφεται, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τη δράση των λόμπι στην Ε.Ε.
Σε πρόσφατή έκθεσή της η ανεξάρτητη οργάνωση Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών (CEO), παρουσιάζει 18 περιπτώσεις καθεστώτων που προσέφυγαν στις Υπηρεσίες ιδιωτικών εταιρειών για να «καλλωπίσουν» τη διεθνή εικόνα τους.
Στους νεότερους αλλά και ισχυρότερους πελάτες των ευρωπαϊκών εταιρειών δημοσίων σχέσεων συναντάμε την κυβέρνηση της Νιγηρίας, η οποία επιχειρεί να συγκαλύψει την παταγώδη αποτυχία της να τερματίσει τη δράση της τρομοκρατικής οργάνωση Μπόκο Χαράμ, που κατηγορείται για τη σφαγή τουλάχιστον 5.000 ανθρώπων. Η εταιρεία Levick ανέλαβε το αμερικανικό σκέλος της προπαγάνδας έναντι 1.2 εκ δολαρίων ενώ στην Ευρώπη φέρεται να επιλέχθηκε η βρετανική Bell Pottinger.
Η ίδια εταιρεία έχει αναλάβει την εκπροσώπηση και του Μπαχρέιν το οποίο πιστεύεται ότι συνολικά έχει δαπανήσει περισσότερα από 30 εκατομμύρια δολάρια για να συγκαλύψει την αιματηρή καταστολή των αντικαθεστωτικών διαδηλώσεων που ξεκίνησαν το 2011. το Μπαχρέιν βέβαια δεν φοβάται τις πολιτικές πιέσεις για την τραγική κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αφού εξασφαλίζει τη σιωπή των συμμάχων του φιλοξενώντας τον αμερικανικό πέμπτο στόλο και διατηρώντας ισχυρούς εμπορικούς δεσμούς με την Ε.Ε, μέσω του Συμβουλίου Συνεργασίας των Κρατών του Κόλπου (GCC),. Οι ιδιωτικές εταιρείες όμως φροντίζουν και την εικόνα του στα διεθνή μέσα ενημέρωσης και το διαδίκτυο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και ο δημιουργός της ηλεκτρονικής εγκυκλοπαίδειας Wikipedia εξοργίστηκε από τις συνεχείς παρεμβάσεις της εταιρείας Bell Pottinger, η οποία έμπαινε και «διόρθωνε» το λήμμα για το Μπαχρέιν.
Στρατιές από λομπίστες σε όλα τα επίπεδα διαθέτει και το Ισραήλ, το οποίο επιχειρεί έτσι να διασκεδάσει τις εντυπώσεις απέναντι στις συνεχείς καταγγελίες περί εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα έχει αυξήσει τις δαπάνες σε λόμπι προκειμένου να συκοφαντεί το κίνημα BDS για το εμπορικό και καλλιτεχνικό μποϊκοτάζ της χώρας. Η καρδιά του μηχανισμού προπαγάνδας ακούει στο όνομα Ευρωπαίοι Φίλοι του Ισραήλ (EFI). Πρόκειται για τη μεγαλύτερη διακομματική ομάδα του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, η οποία αρνείται να παρουσιάσει τον προϋπολογισμό της ενώ δραστηριοποιείται κυρίως κατά τη διάρκεια ισραηλινών βομβαρδισμών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη αλλά και σε γύρω χώρες. Το EFI συνεργάζεται στενά με το αμερικανικό Ίδρυμα Συμμάχων του Ισραήλ (IAF) το οποίο στρέφεται ανοιχτά ακόμη και εναντίον του ΟΗΕ για την κριτική που ασκεί στα ισραηλινά εγκλήματα πολέμου.
Σύμφωνα με πηγές από το χώρο των εταιρειών δημοσίων σχέσεων, τα τελευταία χρόνια το Ισραήλ απευθύνθηκε σε τουλάχιστον δέκα εταιρείες στην Ευρώπη μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η Havas PR, η Kreab Gavin Anderson, η Burson Marsteller ή CNC κ.α.
Εξίσου δύσκολο έργο είχαν να αντιμετωπίσουν και οι εταιρείες και τα ιδρύματα που ανέλαβαν την προώθηση του Ουζμπεκιστάν – ένα από τα πιο αυταρχικά καθεστώτα στον κόσμο, το οποίο έχει κατηγορηθεί ακόμη και ότι έβρασε ζωντανό έναν αντιφρονούντα. Το Ουζμπεκιστάν ελέγχει την εικόνα του στην Ευρώπη μέσω του Συμβουλίου Εμπορίου και Βιομηχανίας Ουζμπεκιστάν- Βρετανίας (UBTIC). Στα μέλη του συμβουλίου συναντάμε εταιρείες όπως η BP, η Cargill Cotton, η Goldman Sachs, η Shell, αλλά ακόμη και το Βρετανικό υπουργείο Άμυνας. Παράλληλα με την UBTIC δραστηριοποιείται και η Βρετανο-ουζμπεκικη ένωση, η οποία ουσιαστικά ελέγχεται από την πρεσβεία της χώρας και συμπεριλαμβάνει στο καταστατικό μέλη όπως η Exxon Mobil, η British American Tobacco και άλλα επιχειρηματικά μεγαθήρια που δραστηριοποιούνται στο χώρο της ενέργειας και άλλων πρώτων υλών. Αρκετές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν καταγγείλει ότι μέσω αυτών των ενώσεων βρετανικές εταιρείες συνεργάζονται με βαμβακοκαλλιεργητές και βιομηχανίες υφασμάτων που χρησιμοποιούν ανήλικα παιδιά σε συνθήκες αληθινής σκλαβιάς.
Στους σημαντικότερους καλοπληρωτές των ευρωπαϊκών λόμπι, με κασέ που υπολογίζονται σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, περιλαμβάνονται και διαδοχικές κυβερνήσεις της Γεωργίας. Η χώρα, στην οποία παλαιότερα έφθαναν σύμβουλοι με διαπιστευτήρια του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, όπως ο ελληνικής καταγωγής Αλεξ Ρόντος, πιστεύεται ότι είχε φτάσει να πληρώνει σε λόμπι έως και τέσσερα εκατομμύρια δολάρια το μήνα – περισσότερα δηλαδή από όσα ξοδεύουν συνολικά οι βιομηχανίες φαρμάκων και τσιγάρων στις ΗΠΑ. Δεκάδες αν όχι εκατοντάδες λομπίστες στις Βρυξέλλες πίνουν νερό στο όνομα του Μπιτζίνα Ιβανισβίλι, του πλουσιότερου επιχειρηματία της χώρας, ο οποίος με προσωπική περιουσία που ξεπερνά τα έξι δισεκατομμύρια δολάρια δεν δυσκολεύτηκε να καταλάβει και τον πρωθυπουργικό θώκο από τον Οκτώβριο του 2012 μέχρι το Νοέμβριο του 2013.
Ή έκθεση του Παρατηρητηρίου της Ευρώπης των Πολυεθνικών αναφέρεται ακόμη στις περιπτώσεις της Αιθιοπίας, του Κατάρ, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, του Μπενίν, του Κονγκό, της Ακτής Ελεφαντοστού, του Καζακστάν, της Κένυας, της Ουκρανίας της Ρωσίας, της Ρουάντας, του Μπαγκλαντές και του Αζερμπαϊτζάν. Πακτωλοί χρημάτων που κατευθύνονται κάθε χρόνο στην καρδιά της ευρωπαϊκής ένωσης για να επηρεάσουν τις αποφάσεις των ευρωβουλευτών και της Κομισιόν αλλά και για να αποπροσανατολίσουν την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια κοινή γνώμη.