του Ανδρέα Κοσιάρη
Στοιχεία για την ανισότητα εκπομπών άνθρακα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς του πλανήτη, εμπεριέχονται μεταξύ πολλών άλλων στην έκθεση World Inequality Report 2022. Σύμφωνα με αυτήν, σχεδόν οι μισές εκπομπές άνθρακα προέρχονται από το πλουσιότερο 10% των κατοίκων του πλανήτη, ενώ το πλουσιότερο 1% των κατοίκων εκπέμπει περισσότερους ρύπους από τον μισό πληθυσμό της γης, το φτωχότερο 50%.
Η έκθεση, που αποτελεί σύνθεση και ανάλυση ερευνών και μελετών για την ανισότητα, φέρει τις υπογραφές των Lucas Chancel, Thomas Piketty, Emmanuel Saez και Gabriel Zucman. Είναι προϊόν του World Inequality Lab, ενός ερευνητικού εργαστηρίου που μελετά την ανισότητα παγκοσμίως και διατηρεί τη World Inequality Database, την πιο εκτεταμένη δημόσια βάση δεδομένων για τις δυναμικές της παγκόσμιας ανισότητας.
Στην έκθεση, πέρα από στοιχεία για την ανισότητα εισοδήματος και πλούτου, περιέχονται και στοιχεία για την ανισότητα των εκπομπών ρύπων, όπως αυτές προκύπτουν από το προσωπικό αποτύπωμα άνθρακα. Αυτό εμπεριέχει «τις εκπομπές της οικιακής κατανάλωσης, των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, όπως και των εισαγωγών και εξαγωγών άνθρακα που είναι ενσωματωμένες σε προϊόντα και υπηρεσίες που εμπορεύονται με τον υπόλοιπο κόσμο».
Με αυτά τα δεδομένα, η έκθεση επισημαίνει πως το 48% των παγκόσμιων εκπομπών ρύπων για το 2019 ήταν συνεισφορά του πλουσιότερου 10% των κατοίκων του πλανήτη. Το πλουσιότερο 1% συνεισέφερε στο 16,8% των παγκόσμιων εκπομπών άνθρακα, ποσοστό μεγαλύτερο αυτού (12%) που συνεισφέρει το φτωχότερο 50% του πλανήτη. Μεταφράζοντας τα ποσοστά αυτά στους αριθμούς του παγκόσμιου πληθυσμού — που το 2019 ήταν περίπου 7,7 δισεκατομμύρια — βρίσκουμε ότι περίπου 77 εκατομμύρια άνθρωποι είναι υπεύθυνοι για περισσότερες εκπομπές από ό,τι οι περίπου 3,8 δισεκατομμύρια φτωχότεροι του πλανήτη.
Αντίστοιχα και για την αύξηση των εκπομπών άνθρακα τα τελευταία 30 χρόνια, το φτωχότερο 50% των κατοίκων του πλανήτη ευθύνεται για το 16% της κατά κεφαλήν αύξησης εκπομπών από το 1990 έως το 2019. Και εδώ, το πλουσιότερο 1% ευθύνεται για μεγαλύτερο ποσοστό της κατά κεφαλήν αύξησης, 21%. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο της μελέτης είναι ότι οι μεσαίου και χαμηλότερου εισοδήματος τάξεις των πλούσιων χωρών προσφέρουν αρνητικά στην αύξηση εκπομπών σε αυτό το διάστημα.
Η μελέτη επίσης σημειώνει μία σημαντική αλλαγή που συντελέστηκε τα τελευταία 30 χρόνια. Ενώ το 1990 το 63% της παγκόσμια ανισότητας άνθρακα οφειλόταν στις υπαρκτές ανισότητες μεταξύ πλούσιων και φτωχών κρατών, το 2019 το ίδιο ποσοστό (63%) οφείλεται σε ενδοκρατικές ανισότητες, μεταξύ των τάξεων στα ίδια κράτη. Το στοιχείο αυτό υποδεικνύει πως η παγκόσμια εξάπλωση και επικράτηση του καπιταλιστικού μοντέλου οικονομίας προκάλεσε μεν μια κάποια άμβλυνση των διαφορών μεταξύ κρατών, αλλά όξυνε τις διαφορές μεταξύ των τάξεων εντός των κρατών παγκοσμίως.
Οι διαταξικές αυτές ανισότητες σημαίνουν πως, για να πετύχει κάθε χώρα τους στόχους εκπομπών άνθρακα μέχρι το 2030 που ορίστηκαν στη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, οι πλουσιότερες τάξεις οφείλουν να μειώσουν τις εκπομπές τους πολύ περισσότερο από ό,τι οι φτωχότερες. Σε χώρες μάλιστα όπως η Ινδία και η Κίνα, σε ένα σενάριο εξίσωσης των κατά κεφαλήν εκπομπών, το φτωχότερο 50% του πληθυσμού έχει τον «χώρο» να αυξήσει ραγδαία τις εκπομπές άνθρακα.
Ακόμα και στις ΗΠΑ, το φτωχότερο 50% μπορεί να αυξήσει τις εκπομπές του κατά 3% για φτάσει τις κατά κεφαλήν εκπομπές των 10 τόνων ισοδύναμου CO2, που είναι αρκετές για την επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού. Αντίστοιχα, το εισοδηματικά μεσαίο 40% του πληθυσμού πρέπει να μειώσει τις εκπομπές του κατά 54% και το πλουσιότερο 10% να τις μειώσει κατά 87%.
«Ο ακραίος πλούτος συνοδεύεται από ακραία ρύπανση», είναι ένα εκ των συμπερασμάτων της μελέτης. Κατά μέσο όρο, το πλουσιότερο 1% των ατόμων εκπέμπει περίπου 110 τόνους ετησίως κατά κεφαλήν, το πλουσιότερο 0,1% 467 τόνους και το ακραία πλούσιο 0,01% 2.530 τόνους ανά άτομο ετησίως. Στον αντίποδα, οι περίπου 1 δισεκατομμύριο φτωχότεροι άνθρωποι στον κόσμο εκπέμπουν λιγότερο από 1 τόνο κατά κεφαλήν ετησίως. Σε όλη τους τη ζωή, αυτά τα 1 δισεκατομμύριο άτομα θα εκπέμψουν λιγότερους από 75 τόνους κατά κεφαλήν, δηλαδή λιγότερο από όσο εκπέμπει κατά κεφαλήν το πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού σε έναν χρόνο.
Οι συνέπειες όμως αυτής της ρύπανσης θα πέσουν δυσανάλογα στις πλάτες των φτωχότερων κατοίκων του πλανήτη. Ήδη η διαδικασία ενεργειακής μετάβασης, που γίνεται με τρόπο ώστε να μην πλήξει τα κέρδη της καπιταλιστικής οικονομίας, αυξάνει δυσανάλογα το ενεργειακό κόστος για τα χαμηλότερα εισοδήματα. Ενώ και τα αποτελέσματα της κλιματικής αλλαγής, πλήττουν και θα πλήξουν δυσανάλογα τους φτωχούς του πλανήτη, την ώρα που οι πλούσιοι προετοιμάζονται για να αντέξουν.