του Ανδρέα Κοσιάρη
Τις τελευταίες ημέρες η πολιτική σκηνή των ΗΠΑ συνταράσσεται από ένα σκάνδαλο με αδήλωτα πλουσιοπάροχα δώρα μεγαλοεργολάβου ακινήτων σε εν ενεργεία Ανώτατο Δικαστή. Συμπτωματικά, ή και όχι, ο εν λόγω εργολάβος και διαχρονικός χρηματοδότης του Ρεπουμπλικανικού κόμματος διαθέτει και μια μάλλον εμμονική συλλογή με Ναζιστικά αντικείμενα. Οι παραλληλισμοί με την Ελλάδα, την υπεράσπιση από τη δικαιοσύνη των συμφερόντων του «επιχειρείν», αλλά και τη συμμετοχή πρώην ανώτατου δικαστικού ως «μπροστινού» στο κόμμα Κασιδιάρη, μάλλον κάτι λένε για τον ρόλο της δικαστικής εξουσίας στη σύγχρονη «δημοκρατία» ανεξαρτήτως γεωγραφικών περιορισμών.
Με ρεπορτάζ της που δημοσιεύτηκε την Πέμπτη 6 Απριλίου, η ProPublica αποκάλυπτε με λεπτομέρειες την έκταση των σχέσεων μεταξύ του Ανώτατου Δικαστή Κλάρενς Τόμας και του εργολάβου ακινήτων Χάρλαν Κρόου. Ο Τόμας, λέει το ρεπορτάζ, δεχόταν επί 20 έτη πλουσιοπάροχα δώρα από τον Κρόου, χωρίς να τα δηλώνει, εκμεταλλευόμενος παραθυράκια (αλλά παραβιάζοντας ουσιαστικά, σύμφωνα με νομικούς που επικαλείται η ProPublica) στον Νόμο περί Ηθική στην Κυβέρνηση, που ψηφίστηκε στις ΗΠΑ στον απόηχο του σκανδάλου Watergate to 1978.
Πέρα από τα διάφορα αντικείμενα, όπως μια Βίβλο αξίας 19.000 δολαρίων που ανήκε στον πολέμιο της δουλείας Φρέντερικ Ντάγκλας, αλλά και δωρεές σε σκοπούς που συνδέονται με τον Ανώτατο Δικαστή και τη σύζυγό του, ο Κρόου φέρεται να έχει προσφέρει σε αυτή την 20ετία μια παράλληλη πολυτελή ζωή στον Τόμας. Ο Δικαστής έκανε κάθε χρόνο διακοπές με το γιοτ του εργολάβου, πετούσε με το ιδιωτικό του τζετ, ταξίδευε μαζί του σε θέρετρα για πλούσιους και ισχυρούς, και φιλοξενούνταν στις επαύλεις και τα ράντσα του.
Σε μία από τις κατοικίες του εργολάβου, ο Δικαστής Τόμας σίγουρα δεν θα απέφυγε να ρίξει μια ματιά στη συλλογή με Ναζιστικά ενθύμια που διατηρεί ο Κρόου. Σύμφωνα με αναφορές ανθρώπων που την έχουν δει, περιλαμβάνει δύο πίνακες με έργα του Αδόλφου Χίτλερ, ένα υπογεγραμμένο από τον συγγραφέα αντίτυπο του «Μάιν Κάμπφ» και πολλά μικρότερα αντικείμενα, όπως λευκά είδη με το σύμβολο του Ναζιστικού κόμματος και γραμματόσημα με την προσωπογραφία του Χίτλερ.
Αναμφίβολα, το «ιδιωτικό μουσείο» του βαθύπλουτου Κρόου δεν περιλαμβάνει μόνο τέτοια οδυνηρά ενθύμια — στην κατοχή του υπάρχουν πολλά ακόμα που συνδέονται με ηγέτες όπως ο Τσόρτσιλ και διάφοροι ιστορικοί πρόεδροι των ΗΠΑ, αλλά και ένας κήπος με αγάλματα κομμουνιστικών προσωπικοτήτων όπως ο Στάλιν, ο Λένιν, ο Μάο και ο Τίτο, τα οποία σύμφωνα με τον ίδιο εξήχθησαν λαθραία από τις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ.
Η συλλογή αυτή καθεαυτή δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο, τουλάχιστον για την τάξη του Κρόου — οι λογιών-λογιών μεγιστάνες έχουν συνήθως και μια ιδιωτική συλλογή με διάφορα αντικείμενα αξίας, συχνά «αδιαφανώς» κτηθέντα. Όμως η ιδιαιτερότητα των Ναζιστικών ενθυμίων στη συλλογή του Κρόου δημιουργεί συνειρμούς, ειδικά αν ληφθεί υπόψη ότι ο εργολάβος είναι επί πολλά χρόνια χρηματοδότης του ολοένα και πιο ακροδεξιού Ρεπουμπλικανικού κόμματος.
Όταν οι προσωπικές σχέσεις γίνονται πολιτικές
Ακόμα κι αν δεν υπήρχαν τα αντικείμενα με την υπογραφή του Αδόλφου, η σχέση μεταξύ των δύο ανδρών θα ήταν από μόνη της ασύμφωνη με την υποτιθέμενη ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. Ένας δικαστής, πόσο μάλλον ένας Ανώτατος Δικαστής, θα κληθεί να αποφασίσει για θέματα που άπτονται των συμφερόντων του επιχειρηματία. Όταν όμως ο επιχειρηματίας φέρει και κάποια ιδεολογικά «μπαγκάζια», η υπόθεση γίνεται από απλά ύποπτη, έντονα δυσώδης. Και ο Κρόου δείχνει να έχει πολλά τέτοια «μπαγκάζια» — όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, ο Μαρξισμός είναι ο μεγαλύτερός του φόβος.
Ο εργολάβος έχει σχέσεις με μία σειρά από «άκρως συντηρητικά» θινκ-τανκ — ήταν από τους πρώτους δωρητές στο «Club for Growth» που πολεμά ενάντια, όχι γενικά στην έννοια της φορολογίας, αλλά συγκεκριμένα στη φορολογία μεγάλων επιχειρήσεων και περιουσιών. Διατηρεί θέση στο διοικητικό συμβούλιο του «American Enterprise Institute», που ιδρύθηκε το 1938 από φαρμακευτικές, τραπεζικές και άλλες μεγάλες βιομηχανίες ώστε να πολεμήσει ενάντια στο πρόγραμμα «New Deal» του προέδρου Φράνκλιν Ντ. Ρούζβελτ. Έκτοτε, το AEI αποτελεί έναν από τους κύριους διαδρόμους παραγωγής «μελετών» που απηχούν τις απόψεις του μεγάλου κεφαλαίου στις ΗΠΑ.
Ο Κρόου έχει επίσης δωρίσει επισήμως περισσότερα από 10 εκατ. δολάρια στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα — οι «ανεπίσημες» δωρεές, σε οργανώσεις που δεν είναι υποχρεωμένες να δηλώνουν τους χρηματοδότες τους και τα ποσά που δέχονται, δεν είναι δυνατόν να γίνουν γνωστές. Τα μαύρα πολιτικά χρήματα είναι σε μεγάλο βαθμό «νόμιμα» στις ΗΠΑ.
Ο Κρόου έχει σίγουρα δώσει χρήματα στην «Federalist Society», μία συντηρητική νομική οργάνωση που προωθεί την ανάγνωση του αμερικανικού Συντάγματος «με το αυθεντικό νόημα των συγγραφέων του» και από την οποία έχουν περάσει έξι από τους εννιά σημερινούς Ανώτατους Δικαστές των ΗΠΑ, μεταξύ αυτών και ο Δικαστής Τόμας. Αυτή η υπερσυντηρητική «αυθεντικίστικη» («originalist», αγγλιστί) νομική θεωρία, υπήρξε μεταξύ άλλων το υπόβαθρο για την πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που κατάργησε την προστασία του δικαιώματος στην άμβλωση. Όπως και προ δεκαετίας, στην απόφαση «Citizens United», που επέκτεινε την προστασία του δικαιώματος στην ελευθερία του λόγου σε επιχειρήσεις, ταυτίζοντάς την παράλληλα με το ξόδεμα χρημάτων, πραγματώνοντας έτσι τη νομιμοποίηση του μαύρου πολιτικού χρήματος που αναφέραμε πιο πάνω.
Εκτός από όλα αυτά, ο Κρόου έχει δωρίσει και μισό εκατ. δολάρια στην οργάνωση «Liberty Central», που ίδρυσε η σύζυγος του Δικαστή Τόμας — η Τζίνι Τόμας είναι, σύμφωνα με αναφορές, μία άκρως συνωμοσιολόγος ακροδεξιά, που πίεζε στελέχη της κυβέρνησης Τραμπ και αξιωματούχους Πολιτειών να αμφισβητήσουν ή και να ανατρέψουν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου 2020.
Μερικές χρήσιμες γενικεύσεις για τις σχέσεις βαθέως κράτους, επιχειρήσεων και ακροδεξιάς
Η ιστορία αυτή, που μας έρχεται από την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, μπορεί λόγω μεγεθών και οργανωτικών λεπτομερειών να μοιάζει πως δεν έχει σχέση με όσα συμβαίνουν σε αυτή τη μικρή γωνιά των Βαλκανίων. Όμως μια προσεκτική ανάγνωση μπορεί να προσφέρει μερικούς παραλληλισμούς, χρήσιμους για γενικά πολιτικά συμπεράσματα.
Δεν πάνε πολλές μέρες από τότε που, στην Ελλάδα, ένας πρώην ανώτερος δικαστικός ανακοίνωσε την πρόθεσή του να γίνει ο «μπροστινός» του κόμματος ενός καταδικασμένου Νεοναζί εγκληματία — εκείνου ντε, με τη σβάστικα σε τατουάζ στο μπράτσο του. Το γεγονός από μόνο του ίσως να μην είναι ικανό για γενικεύσεις — δεν είναι όμως «μόνο του». Αν προστεθεί η «αόρατη» για τη δικαστική εξουσία πολυετής δράση της Χρυσής Αυγής, όπως και η εξίσου «αόρατη» δράση του δικηγόρου και θεωρητικού του ελληνικού νεοναζισμού Κωνσταντίνου Πλεύρη, οι ευνοϊκές για τους κατηγορούμενους προτάσεις της εισαγγελέως Οικονόμου στη δίκη της ΧΑ, και οι φιλοναζιστικές απόψεις πρόσφατα διορισμένης αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, σχηματίζεται μια μάλλον σαφής εικόνα για τις διασυνδέσεις της δικαστικής εξουσίας με το «αυγό του φιδιού» που συνεχώς αναζητούμε πώς εκκολάπτεται.
Ούτε όμως και η υπεράσπιση των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου αποτελεί αποκλειστικότητα του αμερικανικού συστήματος δικαιοσύνης. Μπορεί εδώ να μην έχουμε αποκαλύψεις για δωράκια επιχειρηματιών σε δικαστές, όμως ειδικά από την υιοθέτηση των μνημονίων κι έπειτα υπάρχει μεγάλο εύρος αποφάσεων που τάσσονταν υπέρ των δικαιωμάτων των μεγάλων επιχειρήσεων — είτε να εκμεταλλεύονται δημόσια αγαθά, είτε να μολύνουν ανεξέλεγκτα, εσχάτως και να απαιτούν σιωπή από δημοσιογράφους.
Το «κάτι σάπιο» του περίφημου σεξπιρικού ρητού δεν αφορά, λοιπόν, μονάχα «το βασίλειο της Δανιμαρκίας» — δείχνει να αποτελεί συστατικό στοιχείο του συστήματος, που παρά τις επιμέρους διαφορές του είναι κοινό σχεδόν σε όλο τον πλανήτη. Η καπιταλιστική δημοκρατία τείνει να επιτρέπει, αν όχι να ενθαρρύνει, τέτοιου είδους συναντήσεις μεταξύ κεφαλαίου, ακροδεξιάς και εξουσίας. Και ίσως, αντί να αντιδράμε σπασμωδικά σε κάθε μία περίπτωση αποκάλυψης αυτών των συναντήσεων, να ήταν πιο αποτελεσματική μια συνολική αναθεώρηση της γενεσιουργού τους αιτίας.