του Ανδρέα Κοσιάρη
Οι συναπτές αποτυχίες της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης στην υπόθεση της επίθεσης στο Μετρό της πόλης το πρωί της Τρίτης 12 Απριλίου, επαναφέρουν στο προσκήνιο τη συζήτηση για τη χρησιμότητα της Αστυνομίας, τον ρόλο της και τα υπέρογκα ποσά που δαπανώνται για αυτήν.
Την Τρίτη το πρωί, στην επιβατικά πιο πυκνή ώρα, ένας άνδρας φορώντας μάσκα αερίων άνοιξε πυρ καθώς ο συρμός του Μετρό έφτανε στη στάση της 36ης Οδού στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, τραυματίζοντας περισσότερους από 20 ανθρώπους — τουλάχιστον δέκα από τις σφαίρες του, με τους υπόλοιπους να αντιμετωπίζουν αναπνευστικά προβλήματα από ένα καπνογόνο που χρησιμοποίησε ο δράστης. Το όπλο του δράστη φαίνεται πως κόλλησε κατά τη διάρκεια της επίθεσης, γεγονός που αποσόβησε μια χειρότερη έκβαση.
Η Αστυνομία της Νέας Υόρκης (NYPD), που αποτελεί το μεγαλύτερο αστυνομικό σώμα της χώρας, όχι μόνο απέτυχε να προλάβει ή να σταματήσει την επίθεση, αλλά κατηγορείται ότι από λάθος της επέτρεψε στον δράστη να διαφύγει. Μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχει καταφέρει να τον βρει, παρά το γεγονός ότι φέρεται να τον έχει ταυτοποιήσει.
Τα ερωτηματικά για τη στάση και τη λειτουργία της NYPD εντείνονται, αν σκεφτεί κανείς ότι το αμέσως προηγούμενο διάστημα, η Μονάδα Στρατηγικής Αντιμετώπισης (Strategic Response Unit), δηλαδή η «αντιτρομοκρατική» μονάδα του σώματος, ήταν απασχολημένη να διαλύει καταυλισμούς αστέγων, συλλαμβάνοντας όσους από τους μη έχοντες στον ήλιο μοίρα αντιδρούσαν και τους ακτιβιστές που τους στήριζαν.
Τα προηγούμενα χρόνια στις ΗΠΑ είχε αναπτυχθεί ένα δυναμικό κίνημα αμφισβήτησης της χρησιμότητας της αστυνομίας, που άνθισε ιδίως έπειτα από τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ από την αστυνομία της Μινεάπολης. Πολλοί ακτιβιστές πρότειναν την «αποχρηματοδότηση» της αστυνομίας, ισχυριζόμενοι ότι τα υπέρογκα χρηματικά ποσά που δαπανώνται για αυτήν από τους δήμους και τις πολιτείες στερούν πολύτιμους πόρους από προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας. Η έλλειψη πόρων από αυτά τα προγράμματα, σημαίνει πως ολοένα και περισσότερο η αμερικανική αστυνομία καλείται να αντιμετωπίσει μη βίαια ή μειωμένης βιαιότητας ζητήματα, όπως ανθρώπους με ψυχολογικά προβλήματα, αστέγους και χρήστες ναρκωτικών, με τον μόνο τρόπο που ξέρει — τη βία.
Το πρόταγμα της «αποχρηματοδότησης» της αστυνομίας, δέχτηκε οξύ πόλεμο από την κατεστημένο στις ΗΠΑ, που συμπεριλαμβάνει τα κυρίαρχα κόμματα των Ρεπουμπλικανών και των Δημοκρατικών, αλλά και τη συντριπτική πλειοψηφία των διαμορφωτών γνώμης στα αμερικανικά ΜΜΕ. Αν και ορισμένοι από τους πιο αριστερίζοντες πολιτικούς των Δημοκρατικών φάνηκαν να συμμερίζονται την ανάγκη για μια συνολική αναμόρφωση τους πώς σκέφτεται η Αμερική για την αστυνόμευση, εντούτοις η επιλογή του Τζο Μπάιντεν ως υποψηφίου προέδρου και η εκλογή του στο αξίωμα εξανέμισαν κάθε ελπίδα να γίνει η «αποχρηματοδότηση» μέρος της κεντρικής πλατφόρμας του κόμματος.
Ο Μπάιντεν άλλωστε έχει ένα πλούσιο παρελθόν ως σκληρός υποστηρικτής της αστυνομίας, με ίσως μεγαλύτερή του στιγμή τη συγγραφή μαζί με τις αστυνομικές ενώσεις του Νόμου Ελέγχου Βίαιου Εγκλήματος και Επιβολής Νόμου που ψηφίστηκε το 1994. Στο νομοσχέδιο αυτό οφείλεται η ραγδαία αύξηση του μεγέθους και της χρηματοδότησης της αμερικανικής αστυνομίας, όπως και η γιγάντωση του αριθμού των εγκλείστων στις αμερικανικές φυλακές. Ο νόμος του Μπάιντεν επιβράβευε τις πολιτείες που αντιμετώπιζαν σκληρότερα το έγκλημα, προσφέροντας περισσότερη χρηματοδότηση για περισσότερες φυλακίσεις. Επίσης, μεταξύ πολλών άλλων, εισήγαγε τον αποκλεισμό των φυλακισμένων από την ανώτατη εκπαίδευση και διεύρυνε την εφαρμογή του «κανόνα τριών χτυπημάτων» — η τρίτη καταδίκη για κακούργημα, επιφέρει υποχρεωτική ποινή ισόβιας κάθειρξης.
Ο Μπάιντεν, ως πρόεδρος πλέον, επιβεβαίωσε την ιστορία του, μιλώντας προσφάτως για αύξηση της χρηματοδότησης της αστυνομίας, που το 2019 έφτανε τα 123 δισ. δολάρια. Η NYPD μόνο, έχει για το 2022 προϋπολογισμό άνω των 10 δισ. δολαρίων — αν ήταν στρατός, θα είχε το 23ο μεγαλύτερο στρατιωτικό κόστος στον κόσμο, με ποσό μεγαλύτερο από όσο ξοδεύει συνολικά για την άμυνά της μια χώρα όπως η Τουρκία.
Το Δημοκρατικό κόμμα, επέλεξε για υποψήφιό του στις τελευταίες εκλογές για τον Δήμο της Νέας Υόρκης έναν πρώην αστυνομικό, τον Έρικ Άνταμς. Οι πολίτες της Νέας Υόρκης τον εξέλεξαν και ο Άνταμς ξεκίνησε από την πρώτη ημέρα την ένταση της αστυνόμευσης στην πόλη, επαναφέροντας μια καταργημένη μονάδα αστυνομικών με πολιτικά και στοχοποιώντας τους άστεγους της πόλης. Από την έναρξη της θητείας του τον Ιανουάριο του 2022, η NYPD έχει διαλύσει περισσότερους από 300 καταυλισμούς αστέγων — όπως είδαμε προηγουμένως, στις επιχειρήσεις αυτές δρα η «αντιτρομοκρατική» της NYPD.
Στο φως των τελευταίων γεγονότων, η χρησιμότητα της αστυνομίας για την ασφάλεια των πολιτών έρχεται ξανά σε – λογική – αμφισβήτηση. Η NYPD έχει πάνω από 35.000 μέλη, τουλάχιστον 3.500 εκ των οποίων περιπολούν στο Μετρό της πόλης — κι όμως δεν κατάφεραν ούτε να σταματήσουν, ούτε να πιάσουν τον δράστη μιας επίθεσης που μόνο ελέω τύχης δεν ήταν πολύνεκρη.
Οι Αμερικανοί γίνονται ξανά και ξανά μάρτυρες του αδιαμφισβήτητου γεγονότος ότι η αστυνομία δεν «προστατεύει και υπηρετεί» (όπως είναι το σύνθημα πολλών αστυνομικών τμημάτων στις ΗΠΑ) παρά μόνο τα αφεντικά της — τις ταξικές ελίτ. Πολλά μέλη αυτών των ελίτ άλλωστε, χρηματοδοτούν με τη σειρά τους την προπαγάνδιση της «καλής εικόνας» της αστυνομίας.
Μάρτυρες αυτού του γεγονότος γινόμαστε κι εμείς, εδώ στη φτωχή Ελλάδα, όπου η εκ νέου γιγάντωση της αστυνομίας εν μέσω πανδημίας, με πολύτιμους πόρους να δαπανώνται για προσλήψεις προσωπικού και χιλιάδες νέα οχήματα την ώρα που το ΕΣΥ συνεχίζει να παραπαίει, δεν έχει κανέναν αντίκτυπο στην ασφάλεια.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο άνθρωπος που κλήθηκε να φέρει εις πέρας το δόγμα «Νόμος και Τάξη», ο πρώην υπουργός Προ.Πο. Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, εμπνεύστηκε από τις ΗΠΑ το «όραμά» του για την αστυνόμευση στην Ελλάδα. Όπως φυσικά δεν είναι τυχαίο ότι τίποτα δεν άλλαξε στην ΕΛ.ΑΣ. με την απομάκρυνση του Χρυσοχοΐδη.
Η ενίσχυση της αστυνομίας — στην Ελλάδα, την Αμερική ή οπουδήποτε — είχε και έχει στόχο όχι την προστασία των πολιτών, αλλά τους ίδιους τους πολίτες, τις αντιδράσεις τους και την αντίστασή τους, με βλέμμα στο μέλλον. Όσο οι πόροι που μας ανήκουν ξεπουλιούνται και οδηγούμαστε ολοένα και περισσότερο στη φτώχεια και την ανέχεια, τόσο οι πάνοπλοι αστυνομικοί και τα λαμπερά τους νέα «παιχνίδια» θα αυξάνονται γύρω μας.