του Δημήτρη Λένη
Πηγή: ΚΟΣΜΟΔΡΟΜΙΟ
Μολονότι ισχύει ότι η διαχείριση της εικόνας και η επικοινωνία γίνονται όσο περνούν τα χρόνια όλο και πιο σημαντικές πολιτικές πρακτικές, είναι όμως αλήθεια ότι η πολιτική εξακολουθεί να είναι πρωτίστως άλλα: τα πολιτικά είναι τα της πόλεως, δηλαδή ό,τι έχει να κάνει με τα της διαχείρισης του κράτους.
Από αυτή τη σκοπιά θα ακούσουμε συχνά αυτές τις μέρες στο έδαφος της συντριβής του ΣΥΡΙΖΑ αναλύσεις που να εξηγούν, σωστά, πώς η ΝΔ κατάφερε τα τελευταία τέσσερα χρόνια να χτίσει ηγεμονικές πολιτικές διαμορφώνοντας σχέσεις με τις σύμμαχές της κοινωνικές κατηγορίες (μεταξύ των οποίων και λαϊκά στρώματα ή συνταξιούχοι), κάτι που τα αριστερά κόμματα συστηματικά αποτυγχάνουν να κάνουν.
Από την άλλη μεριά έχει ίσως ένα ενδιαφέρον να δούμε τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα με τα νούμερά τους σε σύγκριση με τις προηγούμενες αναμετρήσεις. Οι εκλογές, μπορεί βέβαια να είναι μια αναγκαία τελετουργία αυτονομιμοποίησης του καθεστώτος, μια τελετουργία στην οποία έχουμε το ιερό καθήκον και την υποχρέωση να επιλέξουμε ποιος θα έχει το προνόμιο να μας εκπροσωπεί και να μας καταπιέζει, αλλά επίσης αποτυπώνουν και τις κινήσεις των μαζών που ψηφίζουν, καταγράφουν στα εκλογικά αποτελέσματα μακροπρόθεσμες κοινωνικές δυναμικές. Αυτός είναι ο λόγος που δεν θα ασχοληθούμε με ποσοστά, αλλά με απόλυτους αριθμούς ψήφων που δείχνουν όχι τόσο τη σχετική δύναμη των κομμάτων μεταξύ τους, αλλά περισσότερο την εξέλιξη του μέσου όρου των πολιτικών δυναμικών στη χώρα.
Μια πρώτη ματιά
Το τρέχον κοινοβουλευτικό υπόδειγμα είναι αποτέλεσμα της κατάρρευσης στις εκλογές του 2012 του κυρίαρχου ΠΑΣΟΚ και του σταθερού ως τότε δικομματισμού. Στο σχήμα 1 φαίνεται καθαρά αυτή η κίνηση: ΠΑΣΟΚ και ΝΔ βουτάνε από τις κορυφές που βρίσκονταν το 2009 σε ένα εκπληκτικό μίνιμουμ ψήφων το 2012, με τον ΣΥΡΙΖΑ να ξεκινά μια μετεωρική άνοδο.
Συγκεκριμένα, το ΠΑΣΟΚ από τα 3 εκατ. ψήφων του 2009, έφτασε τον Μάη του 2012 στις 830.000 ψήφους. Μάλιστα η πτώση δεν σταματάει εκεί, συνεχίζει και στις επόμενες εκλογές για να φτάσει στο απόλυτο μίνιμουμ τον Γενάρη του 2015 με 289.469 ψήφους, όπου πλέον είχε χάσει εννιά στους δέκα ψηφοφόρους του (!) μέσα σε αυτά τα τέσσερα και κάτι χρόνια. Πρόκειται για μια μοναδική κατάρρευση, όπου το ΠΑΣΟΚ έφτασε να έχει λιγότερους ψηφοφόρους από όσους είχε ο ΣΥΡΙΖΑ στην αρχή της περιόδου που εξετάζουμε. Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ είναι προφανώς η ακριβώς αντίστροφη. Από τις 315.665 ψήφους του Οκτώβρη του 2009, έχει μια διαρκή φρενιτιώδη άνοδο για τις επόμενες τρεις εκλογικές αναμετρήσεις μέχρι τον Γενάρη του 2015 που φτάνει στις 2,25 εκατ. ψήφους, επταπλασιάζοντας τον αριθμό των ψηφοφόρων του. Για μια στιγμή στις εκλογές του Γενάρη, δεδομένων και των ισχυρών απωλειών της ΝΔ, που από σχεδόν 2,5 εκατ. ψήφους το 2009 έπεσε στις μισές και παρακάτω τον Μάιο 2012 (για να ανακάμψει κάπως έναν μήνα αργότερα), φαινόταν ο δικομματισμός να έχει καταρρεύσει.
Το σχήμα 1 όμως δείχνει ότι από το μέγιστο του Γενάρη του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ αρχίζει να έχει μιαν αδιάκοπα πτωτική πορεία, η οποία επιταχύνθηκε αρκετά στις τελευταίες εκλογές. Ταυτόχρονα με την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ έχει ανοδική πορεία, αν και με βραδύτερους ρυθμούς από την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ. Πάντως όταν ο ΣΥΡΙΖΑ πέφτει, τότε και το ΠΑΣΟΚ δείχνει να ανεβαίνει. Είναι πολύ καθαρό ότι ψηφοφόροι επιστρέφουν από τον ΣΥΡΙΖΑ στο ΠΑΣΟΚ, μια πορεία που δείχνει να είναι επιταχυνόμενη καθώς η νέα «κανονική» κατάσταση εμπεδώνεται στη χώρα και οι παραδοσιακοί χειριστές του κράτους ανακάμπτουν.
Ενδιαφέρον έχει και η κίνηση της ΝΔ, η οποία χάνει τους μισούς της ψηφοφόρους από το 2009 στον Μάιο του 2012 (για να ανακάμψει, όπως είπαμε, κατά τι έναν μήνα αργότερα στις επαναληπτικές του Ιούνη). Πάντως, στον εκλογικό της θρίαμβο της περασμένης Κυριακής δεν κατάφερε παρά να φτάσει (και να ξεπεράσει κατά 100.000) τον αριθμό ψήφων που είχε το 2009, όταν ήταν δεύτερο κόμμα, δείγμα και αυτό της κατάρρευσης του δικομματισμού που συντελέσθηκε ενδιαμέσως.
Όσο για το ΚΚΕ, και αυτό επηρεάζεται από όσα συμβαίνουν στην ελληνική κοινωνία, αν και όχι στον ίδιο βαθμό. Έτσι, στις πρώτες εκλογές του 2012 ανεβαίνει λίγο σε σχέση με το 2009, για να πέσει όμως στις επαναληπτικές εκλογές από το μισό εκατομμύριο ψηφοφόρων στις περίπου 300.000 (πτώση κατά σχεδόν 40%). Προφανώς οι ψήφοι αυτές πήγαν στον πρώτη-φορά-αριστερά ΣΥΡΙΖΑ. Πάντως στις επόμενες αναμετρήσεις το κομμουνιστικό κόμμα διακρίνεται από μια αξιοσημείωτη σταθερότητα και εν τέλει μια τάση επιστροφής στο παλιό καλό μισό του εκατομμύριο. Στις τελευταίες εκλογές έφτασε στις 425.000 ψήφους, επίδοση που δεν βρίσκεται μεν στο επίπεδο του 2009, αλλά δεν είναι καθόλου άσχημη, δεδομένης της κατάστασης. Μάζευε και ας είν’ και ρώγες.
Οι εκλογικές τομές του 2012 και του 2015
Αυτό που συνέβηκε το 2012 ήταν ακόμα βαθύτερο και σημαντικότερο από όσο φάνηκε στην προηγούμενη ενότητα. Επιφανειακά θα έλεγε κανείς ότι η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ, η πτώση της ΝΔ, οι «πλατείες», τα κινήματα και η ορατότητα της Αριστεράς σε όλο το προηγούμενο διάστημα, ήταν δείγματα μιας αριστερής στροφής στην ελληνική κοινωνία. Όμως η διάλυση του ΠΑΣΟΚ πυροδότησε μια υποκείμενη μεν, αλλά συνολική και διαρκή στροφή της ελληνικής κοινωνίας προς τα δεξιά όσο και την αναπόφευκτη πόλωση.
To 2009, η ακροδεξιά ήταν «μαντρωμένη» στη ΝΔ. Έξω από αυτήν, η Χρυσή Αυγή είχε το 2009 περί τις 20.000 ψήφους και η μετριοπαθέστερη Δημοκρατική Αναγέννηση (του Στέλιου Παπαθεμελή) είχε άλλες 30.000. Το σύνολο των δεξιών ψήφων ήταν κάτω από τα 2,4 εκατομμύρια. Στις εκλογές του 2012, είχαμε το ΛΑΟΣ, τη ΔΗΣΥ της Ντόρας Μπακογιάννη, τη Χ.Α. να συγκεντρώνει πάνω από 400.000 ψήφους, τη «Δημιουργία Ξανά» του φοβερού και τρομερού Τζήμερου που προσπαθούσε να παίξει το ρόλο μιας Χ.Α. του Κολωνακίου, τη «Δράση» του Στέφανου Μάνου, για να μην αναφέρουμε έναν γαλαξία μικρών κομματιδίων μιας χρήσης και καθαρά δεξιού χαρακτήρα (λ.χ. ο Βασίλης Λεβέντης με την «Ένωση Κεντρώων», η «Εθνική Ενότητα», οι «Φιλελεύθεροι» κ.ά.) που μάζεψαν και αυτά ένα σεβαστό αριθμό ψήφων.
Η σύνολη δεξιά ξεπέρασε το όριο των τριών εκατ. ψήφων το 2009, ενώ το άγγιξε ξανά το 2023, αν και αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν αναδιαρθρωμένα. Ενώ το 2012 οι διάφοροι νεοφιλελεύθεροι σχηματισμοί και οι φασίστες, είχαν όλοι μαζί περισσότερες ψήφους από τη ΝΔ, το 2023 η τελευταία κάνει πλέον κουμάντο στην «πολυκατοικία». Μεγάλο ρόλο έπαιξε εδώ και η δικαστική απαγόρευση της Χ.Α., που αποτέλεσε μια μεγάλη πολιτική νίκη της σύνολης δεξιάς. Από τη μία ο μέσος ψηφοφόρος του φασισμού μαντρώθηκε στο μεγάλο δημοκρατικότατο, φιλελεύθερο και φιλοευρωπαϊκό πολυσυλλεκτικό κόμμα, με μόνο λίγα τμήματά του να τα καρπώνονται μικρότερα κόμματα. Από την άλλη, η αυθαίρετη και ad hoc εφαρμογή του νόμου που αφορά το ποιες πολιτικές δραστηριότητες είναι νόμιμες και ποιες όχι, αποτελεί προηγούμενο που, αν παραστεί ανάγκη, θα εφαρμοστεί και κατά αριστερών δυνάμεων.
Πάντως, εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το τρέχον επίπεδο δεξιών ψήφων φαίνεται να είναι και το απόλυτο ταβάνι. Δεν είναι καθαρό από πού θα μπορούσε να αντλήσει περισσότερες ψήφους η ΝΔ, ειδικά αν συνυπολογίσει κανείς ότι η αύξηση των ψήφων της είναι παρόμοιας τάξης με την αύξηση της συμμετοχής στις τελευταίες εκλογές στις οποίες καταγράφηκαν 200.000 περισσότερες ψήφοι από τις προηγούμενες εκλογές, με τη συνολική δεξιά να αυξάνεται κατά λιγότερο από 300.000 ψήφους. Μπορούμε να υποθέσουμε ίσως ότι οι 100.000 που περισσεύουν είναι ίσως ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ που ψήφισαν Μωυσή για σιγουριά, μια στρόφιγγα που θα κλείσει αν διατηρηθεί η ανοδική δυναμική του κόμματος. Η ΝΔ (και η δεξιά εν γένει), αντίθετα με τον ΣΥΡΙΖΑ και την αριστερά (ό,τι και αν σημαίνει αυτό), στις τελευταίες εκλογές κατάφερε να φέρει όλες τις πιθανές ψηφοφόρους της στην κάλπη. Μόνη δεξαμενή που της μένει είναι η «Ελληνική Λύση», αλλά μακροπρόθεσμα δεν φαίνεται να υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης, αντίθετα με την αριστερά, που μπορούμε να υποθέσουμε ότι ένα σημαντικό τμήμα της οικουρεί.
[Σημείωση: Για χάρη της συζήτησης και εντελώς συμβατικά, εφεξής θα τσουβαλιάζουμε υπό τον όρο «αριστερά» οτιδήποτε από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΚΚΕ μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΜέΡΑ25, την ΔΗΜΑΡ (περήφανη τότε ακόμα φορέα της λέξης «αριστερά» στον τίτλο της), αλλά και το ΠΑΣΟΚ, το οποίο για πάρα πολλά μπορεί να το κατηγορήσει κανείς, αλλά όχι και για σοσιαλιστικές τάσεις. Να σημειώσουμε επίσης και την τιμητική καταγραφή στον χώρο της «αριστεράς» και της ηρωικής ΟΑΚΚΕ με τις πιο καλτ εφημερίδες τοίχου όλων των εποχών].
Αν λοιπόν η συνολική δεξιά, με σκληρότερες από ποτέ θέσεις, σταθεροποιήθηκε μετά το 2012 περίπου στα τρία εκατομμύρια ψήφους, από την άλλη μεριά, της «αριστεράς» δεν είχαμε, όχι αύξηση αλλά ούτε καν σταθεροποίηση σε ένα χαμηλότερο επίπεδο. Βέβαια, οι αριθμοί του συνόλου του ΚΚΕ (μαζί με τα εκλογικά ψίχουλα των επαναστατικών, μη ρεφορμιστικών, συνεπών κλπ. κλπ. οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής) έμειναν σταθερά μικροί σε όλην αυτή την περίοδο. Οι όποιες αυξομειώσεις είναι φυσικά αποτέλεσμα των εξελίξεων στον δρόμο και στο κίνημα, στο οποίο ο ρόλος της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς είναι ασύμμετρα μεγάλος, αλλά πρόκειται για αυξομειώσεις μόνο για εσωτερική κατανάλωση. Από την πλευρά της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας που μιλάει με όρους βουλευτών και κυβερνήσεων όλα αυτά είναι αδιάφορα.
Αλλά βέβαια, το κύριο χτύπημα το 2012 το δέχτηκε ειδικότερα η σοσιαλδημοκρατία με την ευρεία έννοια, όπου βάζουμε μαζί το ΠΑΣΟΚ, τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΜέΡΑ25 και τη ΔΗΜΑΡ. Όπως είναι λοιπόν φανερό από το σχήμα 3, παρά την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το 2015, η συνολική σοσιαλδημοκρατία έπεσε από τα 3,3 εκατ. ψήφους το 2009 στα 2,8 εκατ. τον Γενάρη 2015. Ακριβώς δηλαδή τη στιγμή του θριάμβου του ΣΥΡΙΖΑ, η σοσιαλδημοκρατία έπεφτε, ενώ η διαρροή ψήφων συνεχίστηκε και στις κατοπινές εκλογές. Στις πρόσφατες εκλογές το σύνολο των «αριστερών» ψήφων ήταν 2,5 εκατ., ήτοι σχεδόν 1,5 εκατ. λιγότεροι ψηφοφόροι από το 2009, τη στιγμή που το σύνολο των δεξιών ψήφων είχε επανακάμψει πλήρως στα 3 εκατ. Ενώ το 2009 οι «αριστεροί» σχηματισμοί είχαν 1,5 εκατ. περισσότερες ψήφους από τους δεξιούς, το 2023, ύστερα από μια μακρά πορεία που ξεκινά ήδη το 2012, οι δεξιοί προηγούνται με πάνω από 400.000 ψήφους. Στο Σχήμα 4 φαίνεται καθαρά η διαχρονική αυτή πορεία του εκλογικού σώματος.
Εδώ χρειάζεται μια ερμηνεία για την απότομη πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, πτώση που είναι ο κύριος λόγος για τη μείωση των «αριστερών» ψηφοδελτίων μετά το 2015: από τον Γενάρη του 2015 μέχρι τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε πάνω από 300.000 ψήφους. Και η εξήγηση είναι προφανώς η επαύριο του δημοψηφίσματος του καλοκαιριού. Συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με τις αποφάσεις της κυβέρνησης Τσίπρα εκείνο το καλοκαίρι, είναι σαφές ότι προκάλεσαν μείωση στα νούμερα ενός κόμματος που ανέβαινε όλη την προηγούμενη περίοδο. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αντί να διαμορφώσει την κρισιακή συγκυρία, αποδείχτηκε έρμαιό της. Η εκρηκτική του άνοδος το 2012 οφείλεται στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατάλαβε έγκαιρα πως τα στρώματα που ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ (αλλά και ΝΔ) εγκατέλειπαν τα κόμματά τους. Η πρόταση Τσίπρα για πρώτη-φορά-αριστερά κυβέρνηση που θα συγκρουστεί με την Ε.Ε. έπεσε σαν σπίθα σε ξερά χόρτα. Όπως είδαμε στο Σχήμα 1, αυτό οδήγησε στην πλήρη απορρόφηση των εκλογέων του ΠΑΣΟΚ, αλλά δευτερευόντως και τμημάτων της υπόλοιπης αριστεράς (λ.χ. αυτή ήταν η αιτία απώλειας περίπου 200.000 ψήφων του ΚΚΕ), ενδεχομένως και τμημάτων της καραμανλικής δεξιάς. Αντίστοιχη δήλωση ετοιμότητας για κυβέρνηση δεν υπήρξε και δεν μπορούσε να υπάρξει από τα κόμματα της δεξιάς ανταρσίας των ψηφοφόρων, δεδομένου ότι δεν είχαν και δεν μπορούσαν να έχουν ευρύτερη ανοχή όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Εντούτοις είναι ενδεικτικό των ακραίων συνθηκών, ότι παρά την έλλειψη συνεκτικής πολιτικής πρότασης, τα ακροδεξιά πολιτικά κόμματα πουλώντας ανταρσία κατά των παραδοσιακών δεξιών ηγεσιών, μαζί με τον κλασικό φασιστικού τύπου λόγο που χρησιμοποιούσαν, κατάφεραν να κρατήσουν τον κόσμο της δεξιάς κοντά στον υπόνομο της πολυκατοικίας.
Η ανοχή προς την πρώτη-φορά-αριστερά έφτασε λοιπόν στο τέλος της το 2015. Η σύγκρουση μετατράπηκε σε πανικόβλητη υποχώρηση μετά το δημοψήφισμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, μην έχοντας καταστρώσει οποιαδήποτε στρατηγική για τη συνέχεια, αναγκάστηκε να καταπιεί την ήττα του και μετατρέψει τη στρατηγική αμηχανία του σε «σχέδιο», το μοναδικό δυνατό που θα μπορούσε να καταστρωθεί: να γίνει αυτός ένα νέο, καλύτερο ΠΑΣΟΚ, να εφαρμόσει δηλαδή μια επιθετικά σοσιαλδημοκρατική πολιτική αναδιανομής σε καθεστώς μνημονίου. Πρόκειται φυσικά για αντίφαση εν τοις όροις, κάτι που γρήγορα έγινε αντιληπτό.
Δυστυχώς για τον ΣΥΡΙΖΑ, του είναι αδύνατο να υποκαταστήσει το ΠΑΣΟΚ. Το τελευταίο, μπορεί να μην έχει σχέση με σοσιαλισμούς και άλλα τέτοια, αλλά ακόμα και σήμερα κρατάει τους ιστορικούς του δεσμούς με τον εργατικό και συνδικαλιστικό χώρο, δεσμούς που ουδέποτε είχε ο ΣΥΡΙΖΑ και που ουδέποτε έδειξε ότι θα ήθελε σοβαρά να αναπτύξει. Το μόνο που έκανε ήταν να προσπαθεί να στρατολογεί στελεχιακό δυναμικό από τους πράσινους, όπως λ.χ. ο Κατρούγκαλος. Το ΠΑΣΟΚ, για κακή τύχη του ελληνικού λαού, ήταν ένα λαϊκό κόμμα με βαθιές ρίζες στην κοινωνία.
Πάντως, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν να καταλογίσουν στην ηγεσία Τσίπρα ως σφάλμα αυτό το (ας το πούμε) σχέδιο μετατροπής σε ΠΑΣΟΚ. Δεν ήταν επιλογή της ηγεσίας, αλλά αναγκαστική κίνηση. Το κόμμα εξακολουθεί και σήμερα να είναι παγιδευμένο από μια πραγματικότητα την οποία δεν μπορεί να υπερβεί: από τη στιγμή που δεν αρνείται να λάβει μέρος σε ένα παιχνίδι που τους κανόνες δεν τους έγραψε το ίδιο, πρέπει είτε να καταφέρει να γίνει ΠΑΣΟΚ στη θέση του ΠΑΣΟΚ, είτε να γυρίσει στον ρόλο ενός μικρού κόμματος διαμαρτυρίας με χαρακτηριστικά ενός ξεπερασμένου πλέον αριστερού εκσυγχρονισμού που στηρίζεται από τα στρώματα διανοητικής εργασίας του ευρύτερου δημόσιου τομέα – για όσο καιρό εξακολουθεί και αυτός ο τελευταίος να υπάρχει (Spoiler alert: όχι για πολύ).
Αν μπορούμε να κάνουμε μια πρόβλεψη, ακόμα και μια πιθανή μικρή ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ στις δεύτερες εκλογές που θα γίνουν σύντομα δεν πρόκειται να σταματήσει την προφανή μακροπρόθεσμη πτωτική του πορεία που είδαμε στο Σχήμα 1, αν δεν υπάρξουν πρώτα σαρωτικές αλλαγές, όχι στην ηγεσία του κόμματος, γιατί αυτές απλώς κοσμητικές μπορούν να είναι, αλλά στο κοινωνικό πεδίο. Σε αυτό το τελευταίο, παρά την εικόνα νέας κανονικότητας που προσπαθεί να επιβάλει η κυβέρνηση (και το ΠΑΣΟΚ), οι συστημικές αστάθειες συνεχίζουν να σωρεύονται και θα ξαναεκραγούν, πιθανόν σύντομα. Σε αυτήν όμως την περίπτωση, η ανάταξη των εκλογικών ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι το τελευταίο που θα μας απασχολεί και εμάς και τους οπαδούς του κόμματος.
Δυστυχώς η κριτική αυτή ισχύει τηρουμένων των αναλογιών και για την υπόλοιπη αριστερά, συνεπή ή οπορτουνιστική, διαλέγετε. Μια πολιτική που βασίζεται στις μάζες και δεν έχει τα εργαλεία του κράτους στο χέρι της (νόμιμη βία, μηχανισμοί του βαθέος κράτους, δημιουργία συμμαχιών με βάση το κέρδος κλπ.) μπορεί να διεξαχθεί μόνο με βάση τη γείωση στα λαϊκά στρώματα και την επιλογή της σωστής στιγμής, της σωστής συγκυρίας όταν ο εχθρός (το ευρύτερο κράτος και το κεφάλαιο) είναι αδύναμος ή μπορεί να αιφνιδιαστεί. Η ιστορία δείχνει ότι τέτοιες στιγμές έρχονται μεν σε εποχές κρίσης του συστήματος, αλλά είναι δίκοπα μαχαίρια. Η αδυναμία λήψης μιας απόφασης είτε από ατολμία είτε επειδή «δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες» είναι, όπως λέει το κλισέ, χειρότερη από έγκλημα: είναι λάθος που τιμωρείται σε μεγάλο βάθος χρόνου και με μεγάλη χαιρεκακία. Αλλά από την άλλη μεριά, μέσα στη μεγαλοθυμία της επικράτησής του, το σύστημα μπορεί να επιτρέψει (για την ώρα) στο ΚΚΕ (ή, γιατί όχι, και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή όποια άλλη οργάνωση θέλει) να χαρεί για την άνοδο κατά λίγες δεκάδες χιλιάδες ψήφους στις τελευταίες εκλογές, η οποία πάντως δεν ισοφαρίζει τις απώλειες του 2015. Δεν βαριέσαι, ας υπάρχει και μια αγωνιστική φωνή που να τα λέει σωστά μέσα στη Βουλή, μια φωνή που θα συνεχίσει στο διηνεκές να αναμένει την ωρίμανση των αιωνίως άγουρων συνθηκών.
Σημείωση
Τα αποτελέσματα των εκλογών 2023 που χρησιμοποιήθηκαν για το άρθρο δεν είναι τα τελικά, αλλά οι διαφορές τους από αυτά θα είναι απειροελάχιστες.