του Άρη Χατζηστεφάνου για το Sputnik
Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι να διαδεχθείς τον Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών;
Ό,τι και αν πεις, θα είναι περισσότερο έξυπνο και σοβαρό. Όποια απόφαση και αν λάβεις θα είναι, πιθανότατα, λιγότερο καταστροφική για τη χώρα σου και ολόκληρο τον πλανήτη. Ακόμη και αν απλώς σταματήσεις να καλείς τους πολίτες να πίνουν… απορρυπαντικά για να γλιτώσουν από τον κορονοϊό, θα έχεις συνεισφέρει κάτι στην ανθρωπότητα. Το να κρίνουμε λοιπόν τον Τζο Μπάιντεν από τις πρώτες 100 ημέρες της διακυβέρνησής του, συγκρίνοντάς τον με τον προκάτοχό του, είναι άσκοπο. Η προεδρία του ξεκινά την 101η ημέρα.
Παρόλα αυτά o θεσμός των «100 ημερών», που πρώτος εισήγαγε στην αμερικανική πολιτική σκηνή ο Φράνκλιν Ρούσβελτ πριν από σχεδόν έναν αιώνα, μας προσφέρει μερικές αμυδρές χαραμάδες μέσα από τις οποίες θα επιχειρήσουμε να δούμε τις πραγματικές προθέσεις του νέου Αμερικανού Προέδρου.
Θα πρέπει καταρχάς να αναγνωρίσουμε ότι στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όχι μόνο διόρθωσε ορισμένα από τα κακώς κείμενα του Τραμπ, αλλά ξεπέρασε και ορισμένες από τις (ομολογουμένως περιορισμένες) προσδοκίες των προοδευτικών τμημάτων του Δημοκρατικού Κόμματος. Τα σχεδόν δύο τρισεκατομμύρια δολάρια, που υποσχέθηκε να ρίξει στην αμερικανική οικονομία για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της πανδημίας, μπορούν να ενισχύσουν τα δοκιμαζόμενα μεσαία στρώματα. Ειδικά αν ακυρώσει στην πράξη -και όχι μόνο στα λόγια- την καταστροφική λογική του περίφημου trickle-down, την ψευδή πεποίθηση δηλαδή ότι αρκεί να δίνουμε χρήματα στους πλούσιους και αυτά θα «διαχυθούν» ως δια μαγείας σε ολόκληρη την οικονομία.
Στο μέτωπο της υγείας, o Μπάιντεν ανέκοψε την ολοκληρωτική καταστροφή επιταχύνοντας τον εμβολιασμό του πληθυσμού και ξεκινώντας προγράμματα ενημέρωσης ενάντια στους επικίνδυνους μύθους που διακινούσε το κίνημα των αντιεμβολιαστών και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ. Παρ’ όλα αυτά δεν φαίνεται διατεθειμένος να λάβει τη μοναδική απόφαση που μπορεί να ανακόψει την πανδημία: Να καταργήσει τις πατέντες των εμβολίων ώστε να επιτευχθεί το συντομότερο δυνατό η ανοσία αγέλης σε όλο τον πλανήτη. Όπως διαπιστώνουμε με τον χειρότερο τρόπο από την περίπτωση της Ινδίας, καμία χώρα δεν μπορεί να προστατευθεί από τις νέες μεταλλάξεις του ιού εάν δεν υπάρξει συντονισμένη δράση σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Και σκεφτείτε ότι ακόμη… είμαστε στα θετικά.
Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται
Αν η πολιτική στο εσωτερικό μπορεί να θεωρηθεί καλύτερη από αυτή του Τραμπ, δυστυχώς δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για την εξωτερική πολιτική. Σε ό,τι αφορά τη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ η κατάσταση παραμένει αδιαφοροποίητη. Η υπερδύναμη εξακολουθεί να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη (και να εξασφαλίζει την πρωτοκαθεδρία του δολαρίου) με περισσότερες από 700 στρατιωτικές βάσεις που διατηρεί σε όλο τον κόσμο και άγνωστο αριθμό μικρών εγκαταστάσεων όπου σταθμεύουν ειδικές δυνάμεις. Όπως έχουμε εξηγήσει ακόμη και αν ο Μπάιντεν απομακρύνει τις αμερικανικές δυνάμεις από το Αφγανιστάν (όπως υποσχέθηκαν ψευδώς οι δυο προκάτοχοί του) θα πρόκειται απλώς για ανακατανομή δυνάμεων με στόχο να πραγματοποιηθεί ακόμη πιο επιθετική προβολή ισχύος εναντίον της Κίνας και της Ρωσίας. Παράλληλα ο Λευκός Οίκος προωθεί με ταχύτατους ρυθμούς την επαναστρατιωτικοποίηση της Ευρώπης ξεκινώντας από τη Γερμανία και συνεχίζοντας σε αρκετές ακόμη περιοχές στα ανατολικά της γηραιάς ηπείρου και φυσικά στην Ελλάδα. Η κατάσταση είναι τόσο τραγική ώστε στα μάτια ορισμένων προκαλεί ανακούφιση ακόμη και η νεκρανάσταση του ΝΑΤΟ, το οποίο ο Τραμπ επιχειρούσε να θέσει στο περιθώριο προωθώντας ακόμη πιο επιθετικούς μηχανισμούς.
Όσο για το μέτωπο του Ιράν, το μοναδικό στο οποίο ο νέος πρόεδρος είχε υποσχεθεί αποκλιμάκωση, κάθε προσπάθεια ναρκοθετείται διαρκώς από τις συνεχείς διπλωματικές και στρατιωτικές επιθέσεις του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας. Οι πρόσφατες κυβερνοεπιθέσεις σε επιταχυντές του Iράν και οι πυραυλικές επιθέσεις εναντίον ιρανικών δεξαμενόπλοιων κοντά στις ακτές της Συρίας, είναι μόνο το τελευταίο επεισόδιο στο σήριαλ αυτών των προσπαθειών.
Μπορεί λοιπόν ο Μπάιντεν να καθυστέρησε να τηλεφωνήσει στον Ισραηλινό πρωθυπουργό Βενιαμίν Νετανιάχου, στέλνοντας ένα μήνυμα ότι δεν θα συνεχίσει την ολοκληρωτική παράδοση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στις διαθέσεις του Τελ Αβίβ, αλλά δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να αλλάξει ρότα. Η στρατηγική συμμαχία θα μείνει αναλλοίωτη δυναμιτίζοντας κάθε ειρηνευτική προσπάθεια στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Στις πρώτες 100 ημέρες ο Μπάιντεν επιβεβαίωσε όσους φοβούνταν μια επιστροφή του λεγόμενου «φιλελεύθερου παρεμβατισμού» Έδωσε μάλιστα και μια πρόγευση των προθέσεών του βομβαρδίζοντας περιοχές της Συρίας – μια χώρα όπου οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί έχουν αποκτήσει εθιμοτυπικά χαρακτηριστικά.
Περιβάλλον: Καλός αλλά λίγος
Πολύς λόγος έγινε για την περιβαλλοντική πολιτική του Μπάιντεν, ιδιαίτερα μετά την ανακοίνωσή του ότι μέχρι το 2030 θα περιορίσει τις εκπομπές ρύπων των ΗΠΑ κατά 50%, σε σχέση με τα επίπεδα του 2005. Αν και η απόφαση είναι πιο τολμηρή από τις υποσχέσεις του Μπαράκ Ομπάμα και προκάλεσε διθυραμβικούς τίτλους στα διεθνή ΜΜΕ, η πραγματικότητα απογοητεύει. Όπως αποκάλυψαν ερευνητές του Climate Action Tracker, μιας διεθνούς ομάδας επιστημόνων που μελετά την πορεία υπερθέρμανσης του πλανήτη, η μείωση που υποσχέθηκε ο Μπάιντεν υπολείπεται κατά 10% του στόχου, ο οποίος είναι να μην αυξηθεί η θερμοκρασία κατά 1.5 βαθμούς κελσίου. Επίσης, όπως εξηγούσαν ερευνητές του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για την Ανθρώπινη Ανάπτυξη, ο στόχος του 1.5 βαθμού αποτελεί τον μέσο όρο και προφανώς για την επίτευξή του απαιτούνται μεγαλύτερες θυσίες από τους χειρότερους ρυπαντές του πλανήτη. Οι ΗΠΑ, οι οποίες από το 1751 εκλύουν το 25% των παγκόσμιων ρύπων, έχουν ιστορικά μεγαλύτερη ευθύνη από κάθε άλλη χώρα και δεν μπορούν να κινούνται στο μέσο όρο των προσπαθειών ή κάτω από αυτόν.
Το περιβάλλον όμως είναι ένας μόνο από τους τομείς στους οποίους η κυβέρνηση Μπάιντεν κινείται θεωρητικά προς την σωστή κατεύθυνση αλλά με επικίνδυνα ανεπαρκείς ρυθμούς. Σε σειρά ανάλογων θεμάτων ο νέος πρόεδρος διόρθωσε λανθασμένες κινήσεις του Τραμπ αλλά εκμεταλλεύτηκε την ακραία πολιτική του προκατόχου του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, που αποκαλύπτει τη λογική του Λευκού Οίκου, είναι η οικονομική βοήθεια που προσφέρεται στους Παλαιστίνιους μέσω οργανώσεων του ΟΗΕ, η οποία ήταν ήδη ιδιαίτερα χαμηλή αν αναλογιστεί κανείς τις ευθύνες των ΗΠΑ για την κατάσταση στην περιοχή. Ο Τραμπ την έκοψε ολοκληρωτικά και ο Μπάιντεν την επανέφερε μόλις στο 50%, σε σχέση με την προεδρία Ομπάμα. Ακόμη χειρότερη ήταν η στάση του σχετικά με τις δολοφονικές κυρώσεις εναντίον ανίσχυρων χωρών όπως η Κούβα και η Βενεζουέλα. Ακόμη και εν μέσω πανδημίας ο Μπάιντεν στηρίζεται στις κυρώσεις του Τραμπ αδιαφορώντας για τις εκατόμβες νεκρών που μπορούν να προκαλέσουν.
Οι 100 ημέρες της προεδρίας Μπάιντεν αποκαλύπτουν το «μεγάλο κόλπο» που επιχείρησε το πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό κατεστημένο των ΗΠΑ με τον Ντόναλντ Τραμπ. Ακόμη και όσοι καταδίκαζαν με σφοδρότητα τις επιλογές του, αρνούνται να επαναφέρουν τη χώρα και τον κόσμο στο (ούτως η άλλως απαράδεκτο) status quo ante. Η ανθρωπότητα, αφού παρακολούθησε τον Ντόναλντ Τραμπ να αποψιλώνει τεράστιες εκτάσεις με βόμβες ναπάλμ, βλέπει τώρα τον Μπάιντεν να φυτεύει δεντράκια στο σεληνιακό τοπίο.