του Άρη Χατζηστεφάνου | Εφημερίδα των Συντακτών
Αυτές τις ημέρες συμπληρώθηκε ένα τέταρτο του αιώνα από τη λήψη μιας εκ των σημαντικότερων φωτογραφιών στη σύγχρονη ιστορία της Μέσης Ανατολής. Η μάχη ενός παιδιού με ένα τανκ. Τα λεγόμενα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα, όπως το ChatGPT, εξακολουθούν να αγνοούν αυτή την ιστορία, δίνοντας προτεραιότητα στις αφηγήσεις με τις οποίες εκπαιδεύτηκαν. Αυτές των νικητών της Ιστορίας.
Στις 29 Οκτωβρίου ζήτησα από το ChatGPT να μου παρουσιάσει ιστορικά περιστατικά στα οποία άμαχοι πολίτες αντιπαρατέθηκαν με άρματα μάχης. Όπως ήταν αναμενόμενο, ξεκίνησε με την ιστορία του λεγόμενου Tank Man, του Κινέζου πολίτη που στάθηκε μπροστά σε μια ίλη τεθωρακισμένων στις 5 Ιουνίου 1989 – δύο 24ωρα μετά τη σφαγή της πλατείας Τιέν Αν Μεν στο Πεκίνο.
Έμαθα επίσης για τους πολίτες της Βουδαπέστης και της Πράγας που χρησιμοποιούσαν βόμβες μολότοφ για να ακινητοποιήσουν τα σοβιετικά άρματα μάχης στην εξέγερση της Ουγγαρίας του 1956 και στην Άνοιξη της Πράγας, το 1968. Κάθε ιστορία ήταν συγκλονιστική και οι περισσότερες συνοδεύονταν και από εξίσου εντυπωσιακές φωτογραφίες: ο άντρας με το λευκό πουκάμισο του Πεκίνου απαθανατίστηκε από κορυφαίους φωτορεπόρτερ και εικονολήπτες της εποχής, ενώ τους κατοίκους της Πράγας κατέγραψε ο θρυλικός φωτογράφος Γιόζεφ Κουντέλκα.
Από τη λίστα του ChatGPT, όμως έλειπε το μόνο περιστατικό που με ενδιέφερε. Την ημέρα που έκανα την ερώτηση συμπληρώνονταν 25 χρόνια από τη στιγμή που ο φωτογράφος του Associated Press, Λορέν Ρεμπούρ, κατέγραψε μια από τις διασημότερες φωτογραφίες στην ιστορία της Μέσης Ανατολής: ένα αγόρι πετούσε μια πέτρα σε ένα τανκ των ισραηλινών στρατευμάτων κατοχής κατά τη διάρκεια της δεύτερης παλαιστινιακής ιντιφάντα (εξέγερση).
Ο 14χρονος Φαρίς Οντέχ γλίτωσε τη ζωή του εκείνο το μεσημέρι της 29ης Οκτωβρίου του 2000, αλλά ο IDF δεν είχε πει την τελευταία του λέξη. Εννέα ημέρες αργότερα, ένας Ισραηλινός στρατιώτης τον εκτέλεσε με μια σφαίρα στον λαιμό, στο βορειοανατολικό τμήμα της Γάζας. Τα πυρά των Ισραηλινών ήταν τόσο σφοδρά, ώστε οι συμμαθητές του χρειάστηκαν μια ώρα για να μπορέσουν να πλησιάσουν το πτώμα του.
Σε περίπου ένα μήνα ο Φαρίς θα γιόρταζε τα 15α γενέθλιά του.
Από αισθητικής απόψεως (αν και αυτό είναι σίγουρα υποκειμενικό), πιστεύω ότι η φωτογραφία δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από τις εικόνες του Πεκίνου και της Πράγας. Η καθηγήτρια Κοινωνιολογίας και Πολιτικών Επιστημών Τζούντιθ Μπέσαντ σημείωνε ότι η συγκεκριμένη εικόνα «αποτελεί την επιτομή της παλαιστινιακής αντίστασης στην κατοχή», αναπαράγοντας «την ιστορία του Δαβίδ και του Γολιάθ» – την οποία οι Ισραηλινοί διεκδικούν πάντα και αποκλειστικά για τον εαυτό τους.
Η ιστορία που συνόδευε τη φωτογραφία ήταν εξίσου συναρπαστική. Κάθε μεσημέρι, όταν σχολούσε ο Φαρίς έκρυβε σε μια σακούλα τη στολή του σχολείου του και κατέβαινε στις οδομαχίες για να αντιμετωπίσει με πέτρες έναν από τους ισχυρότερους στρατούς στον κόσμο.
Η μητέρα του έμπαινε συχνά σε πραγματικά πεδία μάχης για να τον τραβήξει από το χέρι και να τον φέρει στο σπίτι. Ο πατέρας του, για να τον προστατεύσει, τον κλείδωνε στο δωμάτιό του και σε τουλάχιστον μια περίπτωση του έδεσε τα χέρια και τα πόδια. Δεν υπήρχε όμως τίποτα που θα μπορούσε να σταματήσει τον Φαρίς – ιδιαίτερα από τη στιγμή που πληροφορήθηκε ότι Ισραηλινοί στρατιώτες δολοφόνησαν έναν ξάδερφό του που εργαζόταν στην παλαιστινιακή αστυνομία.
Ακόμη και με καθαρά εμπορικούς όρους, η ιστορία έπρεπε να «πουλάει». Σε αντίθεση με τον ανώνυμο Κινέζο, ο οποίος ανέβηκε σε ένα άρμα μάχης και συνομίλησε φιλικά με τον οδηγό του (αποκλιμάκωση), η ιστορία του Φαρίς είχε μυθιστορηματική πλοκή, την τραγικότητα αρχαίου δράματος και έναν κεντρικό ήρωα με τον οποίο θα μπορούσαν να ταυτιστούν εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο. Γιατί λοιπόν απουσιάζει από τις απαντήσεις μιας εφαρμογής τεχνητής νοημοσύνης;
Την απάντηση την είχε δώσει κάποτε το ίδιο το ChatGPT σε σχετική ερώτηση της ερευνήτριας του Reuters Institute, Ραμάα Σάρμα: «εκπαιδεύτηκα στο ίντερνετ» της είπε, «εκεί δηλαδή όπου κυριαρχεί ο λόγος των Δυτικών, λευκών, αγγλόφωνων ανδρών. Ακόμη και η κατανόηση της συμπερίληψης που διαθέτω σχηματίστηκε σε ιδρύματα των ελίτ».
Στο βιβλίο μου «Προπαγάνδα και Παραπληροφόρηση στο ίντερνετ», που κυκλοφορεί τη Δευτέρα 3 Νοεμβρίου από τις εκδόσεις «Τόπος», εξηγώ τους μηχανισμούς με τους οποίους οι αλγόριθμοι και οι εφαρμογές παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης αναπαράγουν τις αφηγήσεις αυτών των «Δυτικών, λευκών, αντρών». Εξηγώ επίσης, πώς εταιρείες και κράτη μπορούν να επηρεάσουν τις απαντήσεις τους, ακόμη και μετά το στάδιο της αρχικής εκπαίδευσης, κατά την οποία τα νευρωνικά δίκτυα μαθαίνουν να εντοπίζουν επαναλαμβανόμενα στατιστικά μοτίβα.
Σε τελική ανάλυση όμως, η τεχνολογία έρχεται απλώς να επαναλάβει την αφήγηση που μας έχει εντυπωθεί σαν συλλογικό υποσυνείδητο. Κάθε άνθρωπος που στέκεται μπροστά σε ένα άρμα μάχης ενός αυταρχικού καθεστώτος είναι ήρωας. Ένας πολίτης όμως, που μάχεται τη Σοβιετική Ενωση και την «κομμουνιστική» Κίνα έχει μεγαλύτερη αξία χρήσης για τα διεθνή ΜΜΕ, από ένα παιδί που τα βάζει με τα άρματα μάχης του «στρατηγικού μας συμμάχου».
«Όταν βλέπω τη φωτογραφία», έλεγε η μητέρα του Φαρίς, «αισθάνομαι υπερήφανη που τον αποκαλούν ήρωα που στεκόταν μπροστά σε ένα τανκ και όλα αυτά. Όταν όμως βλέπω τους συμμαθητές του που επιστρέφουν από το σχολείο, μπορώ μόνο να κλαίω. Φοβάμαι μήπως ο θάνατος του Φαρίς έγινε για το τίποτα. Ότι όλα θα συνεχίζονται κανονικά και το μόνο που συνέβη είναι ότι έχασα τον γιο μου».

