Ο Βορίδης, ο Ηρακλής Πουαρό και η συγκάλυψη

tempi Η νέα προπαγανδιστική τεχνική της κυβέρνησης προσπαθεί να αποκρύψει ότι η συγκάλυψη ξεκίνησε τις πρώτες ώρες μετά το δυστύχημα - γράφει ο Ανδρέας Κοσιάρης
8 λεπτα

του Ανδρέα Κοσιάρη

Το έσχατο «επιχείρημα» για τα Τέμπη που κατατίθεται από διάφορους τσάτσους, ξεκίνησε από το «σπουδαίο νομικό μυαλό» του Μάκη Βορίδη («χουντικός, αλλά όχι ναζί», σύμφωνα με τον συνοδοιπόρο του Γεωργιάδη) κι εγώ το βλέπω συχνά από ένα δημόσιο υπάλληλο που παριστάνει τον κωμικό, αλλά κι αυτός συχνά το αναπαράγει από άλλους τσάτσους — έχει γίνει κάπως βάιραλ στον τσατσόκοσμο — διότι όλοι το άκουσαν από τον Βορίδη στο ραδιόφωνο, να το λέει (αν δεν απατώμαι) σε Χατζηνικολάου, Δελλατόλα και Μακρή. Κι επειδή οι τρεις «σπουδαίοι δημοσιογράφοι» δεν βρήκαν κάτι να πουν ως απάντηση, οι τσάτσοι νομίζουν πως βρήκαν το υπέρτατο uno reverse card, πουλώντας το ως «υπεράσπιση των θεσμών».

Το επιχείρημα έχει ως εξής (παραφράζω προσπαθώντας να μείνω όσο πιο πιστός γίνεται στο πνεύμα): «Όσοι θέλουν να ισχυριστούν συγκάλυψη στην υπόθεση των Τεμπών, θα πρέπει να πρώτα να μας πουν τι, πού, πόσο και ποιανού ήταν το “δήθεν παράνομο φορτίο”. Μέχρι να τα πουν αυτά, δεν δικαιούνται να μιλούν για συγκάλυψη και δεν υπήρξε συγκάλυψη».

Μέσες-άκρες αυτό είναι το επιχείρημα. Είναι βγαλμένο από τις πιο άθλιες τακτικές της «διαγωνιστικής ρητορικής», του κοινώς γνωστού debating, που διδάσκεται κατά κόρον στα ιδιωτικά σχολεία της χώρας.

Φυσικά, το επιχείρημα δεν στέκει σε λογική εξέταση. Προσπαθεί να θέσει ως δεδομένο, αφενός πως η ύπαρξη παράνομου φορτίου στην εμπορική αμαξοστοιχία είναι προαπαιτούμενο για την ύπαρξη συγκάλυψης, και αφετέρου πως η πραγματική ζωή είναι ένα μυθιστόρημα μυστηρίου, όπου όλοι παίζουμε τον ρόλο του Ηρακλή Πουαρό και πρέπει να διαλευκάνουμε με κάθε λεπτομέρεια το φόνο μέχρι να μπορέσουμε να δείξουμε με το δάχτυλο και να κατηγορήσουμε το δολοφόνο, στην τελευταία σελίδα.

Όμως κανένα από αυτά τα δύο δεν είναι δεδομένα. Η συγκάλυψη ξεκίνησε πριν ακόμα εκφραστεί η παραμικρή υποψία για «παράνομο φορτίο» και η πραγματική ζωή δεν είναι μυθιστόρημα. Το «επιχείρημα» υπερπηδά μια γιγαντιαία σειρά από πράξεις και παραλείψεις, τις οποίες δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε εμείς, αλλά οι πράξαντες και παραλείψαντες. Και οι οποίες δεν απαιτούν κανένα παράνομο φορτίο. Δεν χρειάζεται να τις πούμε όλες ξανά, φτάνει μονάχα μία για να καταρρεύσει αυτή η τόσο διαδεδομένη Βορίδεια μπαρούφα.

Την 1η Μαρτίου 2023, μία μόλις ημέρα μετά τη σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών, διοχετεύτηκαν στα (κυρίως φιλικά προς την κυβέρνηση) ΜΜΕ ηχητικά από τις καταγραφές των συνομιλιών μεταξύ του σταθμάρχη και του μηχανοδηγού της μιας εκ των μοιραίων αμαξοστοιχιών. Όπως όμως αποδείχτηκε αργότερα, τα ηχητικά αυτά ήταν μονταρισμένα, συρραφή τμήματος συνομιλίας του σταθμάρχη με τον μηχανοδηγό και τμήματος άλλης συνομιλίας του, με τρίτο πρόσωπο που δεν έχει σχέση με το συμβάν (μηχανοδηγό τοπικού τραίνου).

Τα μονταρισμένα ηχητικά διοχετεύτηκαν στα ΜΜΕ προτού καν παραλάβει επισήμως η αστυνομία τις πρωτότυπες καταγραφές, κάτι που έγινε στις 3 Μαρτίου — έχει σημασία να αναφέρουμε εδώ ότι η αστυνομία δεν πήγε, ως πρέπει σε τέτοιες υποθέσεις, να πάρει τις καταγραφές από την πηγή τους, αλλά περίμενε να της αποσταλούν με usb stick στις 2 Μαρτίου και να το παραλάβει την επόμενη. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως στη Βουλή είχε κατατεθεί διαφορετική εκδοχή του γεγονότος: πως εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ. παρέλαβε λίγες ώρες μετά τη σύγκρουση τις καταγραφές από τον σταθμό Λάρισας παρουσία ενός υπαλλήλου και ενός στελέχους του ΟΣΕ.

Τα μονταρισμένα ηχητικά δεν έχουν μπει στη δικογραφία, φυσικά, δεν ήταν αυτός ο ρόλος τους. Όπως διδάσκουν σε όλες τις σχολές επικοινωνίας, οι πρώτες ώρες έπειτα από ένα συμβάν είναι εξαιρετικά κρίσιμες για την επικοινωνιακή του διαχείριση. Και η επικοινωνιακή διαχείριση εκείνες τις πρώτες ώρες έλεγε «ρίχνουμε όλο το φταίξιμο στο ανθρώπινο λάθος του σταθμάρχη». Το μοντάρισμα αυτή τη λειτουργία είχε — καθαρά στο επικοινωνιακό πεδίο, να πέσει όλη η προσοχή στον σταθμάρχη και να μην προσέξει κανείς τα υπόλοιπα, με κύριο και πρώτο το γεγονός ότι δεν υπήρχε καμία δικλείδα ασφαλείας για να αποφευχθεί το ανθρώπινο λάθος, ως όφειλε να υπάρχει.

Αυτή η επικοινωνιακή διαχείριση θα άλλαζε κάπως τις επόμενες ημέρες, πετώντας μελάνι από εδώ κι από εκεί σαν χεσμένη σουπιά — όλοι θυμάστε τις απεγνωσμένες προσπάθειες του υφυπουργού Μεταφορών Παπαδόπουλου να βαφτίσει «τηλεδιοίκηση» τον τοπικό πίνακα χειρισμού του σταθμού Λάρισας και το «τέλος» του συνδικαλιστή της ΝΔ (ΔΑΚΕ ΟΣΕ), Ζ. Στουρνάρα, στον υπάλληλο που απαντούσε στις ερωτήσεις δημοσιογράφων. Του ίδιου Στουρνάρα που αργότερα θα εμφανιζόταν ως «απλός επιβάτης» σε ρεπορτάζ καναλιών να εκφράζει την εμπιστοσύνη του στην ασφάλεια του σιδηρόδρομου. Συγγνώμη, παρέκκλινα, αλλά είχε κι η παρέκκλιση τη σημασία της.

Τα παραπάνω σημαίνουν πως κάποιος άγνωστος (είθισται να αναπαρίσταται από το παροιμιώδες ρακούν) αποφάσισε (μόνος του;) και πρόλαβε (χωρίς βοήθεια;) μέσα σε λιγότερες από 24 ώρες έπειτα από τη σύγκρουση, να πάρει τα ηχητικά πριν τα πάρει η αστυνομία και να τα μοντάρει, με μοναδικό σκοπό ένα πρόσκαιρο επικοινωνιακό πυροτέχνημα.

Προς όφελος ποιου; Μπορούμε μόνο να υποθέσουμε, υπέρ όσων έπαιζαν επικοινωνιακά παιχνίδια τις πρώτες μέρες μετά τη σύγκρουση — και αυτοί ήταν, πρώτα και κύρια, κυβερνητικά και κομματικά στελέχη της ΝΔ.

Ξέρουμε ποιος ήταν; Όχι φυσικά, το μοντάρισμα εκείνο έχει εξαφανιστεί πλήρως από την ελεγχόμενη δημόσια συζήτηση. Δεν κατάφερα να βρω καν αν για το γεγονός έχει σχηματιστεί κάποια δικογραφία και εάν αυτή έχει ενσωματωθεί στην κύρια των Τεμπών — ίσως κάποιος με εμπειρία και γνώση στο δικαστικό ρεπορτάζ να μπορεί να βοηθήσει. Αλλά, με εξαίρεση ένα ρεπορτάζ του Βήματος έναν χρόνο μετά τη σύγκρουση, κανείς σχεδόν δεν ανάφερε ξανά εκείνο το αίσχος.

Όμως δεν χρειάζεται συγκεκριμένα να ξέρουμε ποιος ήταν και με ποιου τις εντολές έδρασε, για να πούμε ότι αυτό ήταν το πρώτο βήμα μιας συγκάλυψης. Τι άλλο παρά συγκάλυψη είναι η διαρροή μονταρισμένου ηχητικού ώστε να θολωθούν τα αίτια της σύγκρουσης; Εάν αυτό το μοντάζ δεν έγινε από την κυβέρνηση ή έγινε εν πλήρη αγνοία της, τότε έγινε με γνώση και εντολή κάποιου άλλου, που επίσης είχε συμφέρον από τη θολούρα. Και πάλι, δεν χρειάζεται εμείς να βρούμε ποιος είναι αυτός, για να δούμε και να πούμε ότι έγινε συγκάλυψη.

Η συγκάλυψη είναι γεγονός — το μοντάζ ήταν μονάχα η πρώτη της πράξη. Όπως είναι γεγονός ότι σε επόμενες πράξεις αυτής της συγκάλυψης, εμπλέκονται άμεσα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη της ΝΔ: οι προαναφερθέντες Παπαδόπουλος και Στουρνάρας, ο Τριαντόπουλος, ο Γεραπετρίτης, ο Ξιφαράς, ο Γεωργιάδης, ο Πλεύρης, κ.ά.

Έχουμε κάθε δικαίωμα να βλέπουμε το μοτίβο σε αυτές τις πράξεις συγκάλυψης, και να λέμε ότι πιθανότατα το σύνολό της οργανώθηκε από την κυβέρνηση και το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Και άρα από τον επιτελικό πρωθυπουργό, που έχει παίξει και ο ίδιος ρόλο συγκάλυψης με δηλώσεις, διαβεβαιώσεις και στημένες συνεντεύξεις του.

Μοιράσου το