Του Γεράσιμου Λιβιτσάνου / prin.gr
Ως… μεγάλη παροχή προς του συνταξιούχους επιχειρεί –για προεκλογικούς λόγους– να παρουσιάσει η κυβέρνηση την έγκριση του προϋπολογισμού από το EuroworkingGroup, η οποία μάλλον θα ακολουθηθεί και από έγκριση στο Eurogroup.
Η ΕΕ «επιτρέπει» τη μη εφαρμογή του μέτρου της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις. Αποκρύπτοντας συνειδητά πως ο ίδιος προϋπολογισμός εγγυάται την καθήλωση των συντάξεων στα σημερινά επίπεδα για τα επόμενα χρόνια, ενώ δημιουργεί τις προϋποθέσεις για επερχόμενες μειώσεις.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι η κυβέρνηση ήταν απολύτως πρόθυμη να εφαρμόσει και την περικοπή της «προσωπικής διαφοράς», αφού την είχε ήδη προβλέψει νομοθετικά με τον νόμο Κατρούγκαλου, ειδική διάταξη του Γ. Χουλιαράκη, τον περασμένο Αύγουστο και την είχε συμπεριλάβει στο προσχέδιο προϋπολογισμού που κατέθεσε τον Οκτώβριο στη Βουλή. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι ουσιαστικά σήμερα προβάλλει τη μέθοδο της «καλύβας του Χότζα». Διατηρεί όλες τις μνημονιακές μειώσεις στις συντάξεις, τη νομοθεσία που προβλέπει αυτόματη προσαρμογή του ύψους τους στις μελέτες βιωσιμότητας και την αύξηση στα όρια ηλικίας.
Συγκεκριμένα: Εφάρμοσε τη νομοθεσία της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου, οδηγώντας σε μειώσεις 20% στις κατώτερες συντάξεις για τους κάτω των 67 ετών, κατάργησε το ΕΚΑΣ ύψους 2,9 δισ. ευρώ, περιέκοψε κατά 1,8 δισ. τις επικουρικές συντάξεις και τα μερίσματα του δημοσίου, εφαρμόζοντας και πρόσθετη εισφορά 1,2 δισ. για την επικούρηση. Επίσης, ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων, που παραμένει από τον νόμο Κατρούγκαλου, φέρνει περικοπές 1.058 δις. λόγω του νέου υπολογισμού συντάξεων και των περικοπών στις συντάξεις χηρείας.
Σε πολιτικό επίπεδο, όμως, έχει ιδιαίτερη σημασία ο τρόπος που αιτιολογεί η κυβέρνηση την αναγκαιότητα να μην περικοπεί η προσωπική διαφορά. Δεν αναφέρεται στο επίπεδο ζωής των συνταξιούχων και την αδικία των περικοπών αλλά στην επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων, που σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις μπορούν να φτάσουν και το 4,5% το 2018. Δηλαδή, ως αντίβαρο, προβάλλεται το φορολογικό ξεζούμισμα των λαϊκών στρωμάτων με άμεση και έμμεση φορολογία. Το δόγμα «αφού τους τα παίρνουμε αλλιώς, ας μην εφαρμόσουμε την περικοπή»! Συνολικά, δηλαδή, η κυβέρνηση αυτοπροβάλλεται ως εγγυητής της φτώχειας, κάτι που έκανε και στην περίπτωση της τροπολογίας παροχής των αναδρομικών την προηγούμενη εβδομάδα, φροντίζοντας να διατυμπανίσει στην εισηγητική έκθεση πως «ούτε αναπροσαρμόζονται ούτε αυξάνονται οι συντάξεις».
Στην ίδια λογική, άλλωστε, κινήθηκε και το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής, αναφέροντας στην τριμηνιαία έκθεσή του ότι οι δικαστικές αποφάσεις που ίσως δικαιώσουν συνταξιούχους που αξιώνουν αναδρομικά θεωρούνται «δημοσιονομική αβεβαιότητα». Χαρακτηριστικά, σημειώνει πως «σημαντική πηγή αβεβαιότητας αποτελεί και η κλιμάκωση των δημοσιονομικών πιέσεων υπό το βάρος δικαστικών αποφάσεων που ακυρώνουν εφαρμοσμένες μισθολογικές και συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις» και πώς υπάρχουν «δικαστικές διεκδικήσεις από άλλες κατηγορίες μισθωτών ή συνταξιούχων με σημαντικό δημοσιονομικό ρίσκο».
Ο προϋπολογισμός του 2019 που εγκρίθηκε από το EuroworkingGroup προβλέπει 6,4 δισ. πρωτογενές πλεόνασμα, με τα έσοδα να παρουσιάζουν αύξηση κατά 1,5 δισ. φτάνοντας στα 40,7 δισεκατομμύρια. Όσον αφορά την «καρδιά» του πλεονάσματος αυτού (από το οποίο η κυβέρνηση τάζει ένα μεγάλο «κοινωνικό πακέτο»), το ΔΝΤ έχει ήδη καταθέσει τις εκτιμήσεις του σχετικά με τη διάθεσή του. Ο εκπρόσωπός του Τζ. Ράις ζήτησε «να ελευθερώσει τον δημοσιονομικό χώρο για μέτρα φιλικότερα προς την ανάπτυξη» και κανείς δεν μπορεί να έχει αμφιβολία για το τι σημαίνει αυτό.