μαύρη οχιά

Ο Mr. Bean πήρε το όπλο του

To να αποφασίσεις να τα βάλεις με τον Ρόαν Ατκινσον (Mr. Bean) και τον Χιου Λόρι (Dr. House) δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί επιτυχημένη επικοινωνιακή κίνηση. Πολύ περισσότερο αν είσαι υπουργός Παιδείας της Μεγάλης Βρετανίας και το βασικό σου επιχείρημα είναι ότι οι δύο ηθοποιοί έχουν πρωταγωνιστήσει σε μια τηλεοπτική σειρά που προωθεί στα σχολεία «αριστερή προπαγάνδα» εναντίον του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου!

Και όμως, αυτό ακριβώς σκέφτηκε να κάνει πριν από μερικές εβδομάδες ο Βρετανός υπουργός Μάικλ Γκόουβ, υποστηρίζοντας ότι ο τέταρτος κύκλος επεισοδίων της τηλεοπτικής σειράς «Μαύρη οχιά» προσβάλλει τη μνήμη των θυμάτων του πολέμου, καθώς παρουσιάζει τους Βρετανούς στρατηγούς σαν ένα τσούρμο κυνικών και ενίοτε ηλίθιων αξιωματούχων που έστελναν τους στρατιώτες τους στη σφαγή.

Οι δηλώσεις του Γκόουβ προκάλεσαν σάλο στο Ηνωμένο Βασίλειο, επιτρέποντας σε δύο εντελώς διαφορετικές σχολές ιστορικών να διασταυρώσουν και πάλι τα ξίφη τους σε ερωτήματα που βασανίζουν εδώ και χρόνια τη βρετανική ιστοριογραφία: Κατ’ αρχήν, έχουν όλοι οι εμπλεκόμενοι την ίδια ευθύνη ή θα πρέπει να αποδώσουμε τη σύγκρουση στη γερμανική επιθετικότητα; Η δεύτερη εκδοχή φαίνεται να ενοχλεί σφόδρα το Βερολίνο, καθώς επιτρέπει ενοχλητικούς συνειρμούς για τις σημερινές προσπάθειες οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Σκοτώθηκαν εκατομμύρια άνθρωποι και ο στρατός μας προωθήθηκε όσο ένα ασθματικό μυρμήγκι φορτωμένο με ψώνια»
Από τη σειρά «Μαύρη οχιά»

Ως συνέχεια αυτής της αντιπαράθεσης προκύπτει και το δεύτερο ερώτημα που απασχόλησε το τελευταίο διάστημα τη Βρετανία: Ηταν ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος μια «δίκαιη μάχη», στην οποία οι Βρετανοί και οι σύμμαχοί τους πολέμησαν για τα ιδανικά της φιλελεύθερης δημοκρατίας ή πρόκειται για ένα σφαγείο των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της εποχής, που επιχειρούσαν να ξαναμοιράσουν τις αποικίες και να εξέλθουν από τη δομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος;

Παραδόξως η «Μαύρη οχιά», η οποία ομολογουμένως φαίνεται να κλίνει προς τη δεύτερη εκδοχή, δεν ήταν η πρώτη καλλιτεχνική παραγωγή η οποία προκάλεσε τόσο έντονη συζήτηση. Σε αντίθεση με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος συνένωσε πολιτικά και ιδεολογικά ετερογενείς ομάδες κάτω από τη σημαία ενός παγκόσμιου αντιφασιστικού αγώνα, ο Α’ Παγκόσμιος δεν διέθετε τέτοια νομιμοποίηση. Οι φωνές λοιπόν που αμφισβητούσαν τα πραγματικά αίτια της σύγκρουσης και αναδείκνυαν τις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις και των δύο πλευρών έκαναν την εμφάνισή τους ενώ ακόμη οι μάχες βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη.

Οι Βρετανοί στρατιώτες, αφού βαρέθηκαν να τραγουδούν το It’s a long way to Tipperary (Είναι μακρύς ο δρόμος για το Τιπερέρι), άρχισαν να σιγομουρμουρίζουν και τραγούδια όπως το αντιπολεμικό Hanging On The Old Barbed Wire (Κρεμασμένος στα παλιά συρματοπλέγματα), το οποίο εξιστορεί το πώς οι στρατηγοί παρασημοφορούνταν μακριά από τα πεδία των μαχών, ενώ οι απλοί στρατιώτες πέθαιναν στα χαρακώματα.

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο στιχουργός Αλφρεντ Μπράιν γράφει το I Didn’t Raise My Boy To Be A Soldier (Δεν μεγάλωσα το παιδί μου για να γίνει στρατιώτης), το οποίο περιγράφει την οργή μιας μάνας που στέλνει τον γιο της να πεθάνει στη μάχη. «Ποιος είσαι εσύ που δίνεις στο παιδί μου ένα όπλο για να σκοτώσει το παιδί μιας άλλης μητέρας;» τραγουδούσε ο Morton Harvey, εκφράζοντας όχι μόνο το αντιπολεμικό κίνημα που γεννιόταν στις ΗΠΑ αλλά και τις σουφραζέτες που μάχονταν για τα δικαιώματα των γυναικών. Ηταν μάλιστα τέτοια η απήχηση του τραγουδιού ώστε προκάλεσε την παρέμβαση του προέδρου Θίοντορ Ρούσβελτ, ο οποίος (συνεπικουρούμενος από τα «παπαγαλάκια» των μεγάλων εφημερίδων της εποχής) χαρακτήριζε «ηλίθιους» όσους το τραγουδούσαν.

Η καταδίκη του πρώτου «ολοκληρωτικού» πολέμου, όπως τον αποκαλούσε ο Βρετανός ιστορικός Ερικ Χομπσμπάουμ, θα συνεχιστεί και την περίοδο του Μεσοπολέμου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα από τα πρώτα βιβλία που έκαψε το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ, μαζί με το «Κεφάλαιο» του Μαρξ και τα έργα του Μπέρτολτ Μπρεχτ, ήταν το «Ουδέν νεότερο από το δυτικό μέτωπο» – ένας αντιπολεμικός ύμνος για τη χαμένη γενιά των Γερμανών στρατιωτών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Χωρίς να αναφέρει το όνομα ούτε μιας μάχης, τις οποίες θεωρούσε ανόητες αιματοχυσίες όπου οι στρατοί «αντάλλασσαν» μεταξύ τους μερικά στρέμματα γης, το βιβλίο έσκιζε το ηρωικό πέπλο που προσπαθούσε να οικοδομήσει ο Χίτλερ. Η τραγική ειρωνεία ήταν ότι αρκετά από τα μέλη του ναζιστικού κόμματος, που έκαιγαν τα αντίτυπα, ήταν βετεράνοι του Α” Παγκοσμίου Πολέμου που είχαν επιστρέψει στην πατρίδα τους για να γνωρίσουν την απαξίωση, τη φτώχεια και την ανεργία στα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.

Οι ΗΠΑ γνώρισαν τη δική τους «Μαύρη οχιά» με το βιβλίο «Ο Τζόνι πήρε το όπλο του» – την ιστορία ενός πολυτραυματία του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος έχει χάσει όλα τα άκρα αλλά και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του και μπορεί να επικοινωνεί στέλνοντας σήματα μορς με κινήσεις του κεφαλιού του. Το βιβλίο, από το οποίο θα εμπνευστούν και οι Metallica το τραγούδι τους «One», θα κερδίσει το αμερικανικό βραβείο λογοτεχνίας το 1939, πριν οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ των ΗΠΑ κληθούν να αποφασίσουν την εμπλοκή των ΗΠΑ σε ακόμη έναν Παγκόσμιο Πόλεμο – αμέσως μετά όμως θα περάσει κι αυτό στα αζήτητα της λογοτεχνίας. Ο τίτλος του βιβλίου απαντούσε στο πατριωτικό κάλεσμα «Johnny get your gun» (Τζόνι πάρε το όπλο σου), που απηύθυναν τα στρατολογικά γραφεία στον Α” αλλά και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Καθώς όλο και περισσότεροι ιστορικοί λοιπόν εντοπίζουν ομοιότητες ανάμεσα στη σημερινή οικονομική κρίση και τις συνθήκες πριν από το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα αντιπολεμικά μηνύματα του παρελθόντος αποκτούν νέα σημασία αλλά και νέους εχθρούς.

Info

Ακούστε
«Hanging On The Old Barbed Wire»

Το συγκρότημα Chumbawamba τραγουδά α καπέλα τον αντιπολεμικό ύμνο του Α” Παγκοσμίου Πολέμου

Δείτε
Ο Τζόνι πήρε το όπλο του (1971)

Η κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου του Ντάλτον Τράμπο, σε σκηνοθεσία του ίδιου του συγγραφέα – για χρόνια στις μαύρες λίστες του αμερικανικού μακαρθισμού.

Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα των Συντακτών 02/02/2014

inffowar logo

Βοήθησε το INFO-WAR να συνεχίσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία

Για περισσότερες επιλογές πατήστε εδώ