Η κυκλοφορία για πρώτη φορά στα ελληνικά δεκάδων κειμένων του Καρόλου Μαρξ, από τις εκδόσεις ΚΨΜ, φέρνει μεταξύ άλλων στην επιφάνεια και τον ρόλο του ως ενός από τους σημαντικότερους και πιο συναρπαστικούς ανταποκριτές του 19ου αιώνα. Και δυστυχώς για εμάς τους δημοσιογράφους ο πήχης ανεβαίνει πλέον πολύ ψηλά.
Σε ποιον θα εμπιστευόσασταν την ενημέρωση της νεαρής αστικής τάξης των ΗΠΑ εάν ζούσατε στα μέσα του 19ου αιώνα και ήσασταν εκδότης της μεγαλύτερης εφημερίδας στον κόσμο; Ο Οράτιος Γκρίλι, πάντως, ιδρυτής της New York Tribune, επέλεξε τον Κάρολο Μαρξ ως ανταποκριτή για ολόκληρη την Ευρώπη.
Ο Γκρίλι, αν και αποτελούσε προοδευτικό πνεύμα και έδωσε μάχες για τα δικαιώματα των γυναικών και την κατάργηση της δουλείας, ήταν οπαδός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και όπως έγραψαν στη νεκρολογία του, πίστευε ότι έπρεπε να επιτευχθεί «αρμονία μεταξύ του κεφαλαίου και της εργασίας». Παρ’ όλα αυτά δεν δίστασε να προσλάβει τον άνθρωπο που κήρυξε επισήμως την έναρξη του πολέμου των τάξεων.
Από την πλευρά του ο Μαρξ όχι μόνο δεν είχε πρόβλημα να εργάζεται για ένα εκδοτικό μεγαθήριο, αλλά πίστευε ότι μόνο έτσι θα διεύρυνε το ακροατήριό του – ενώ με τον μισθό του θα μετρίαζε κάπως το διαρκώς διογκούμενο χρέος του προς τον Ενγκελς. Τη δεκαετία του 1850 η New York Tribune είχε φτάσει να πουλά 200.000 φύλλα, ενώ τα κείμενά της αναδημοσιεύονταν από δεκάδες τοπικές εφημερίδες, γεγονός που την καθιστούσε και ένα άτυπο ειδησεογραφικό πρακτορείο (το Associated Press συμπλήρωνε τότε μόλις δέκα χρόνια ζωής). O Μαρξ ήταν λοιπόν ένας σημαντικός… opinion maker στις ΗΠΑ. Οπως σημειώνει μάλιστα ο πανεπιστημιακός Θανάσης Γκιούρας στον πρόλογο της νέας έκδοσης του ΚΨΜ, το 44% των ανταποκρίσεων του Μαρξ γίνονταν πρωτοσέλιδα.
Αν και ο πατέρας του μαρξισμού διατήρησε τον τίτλο του δημοσιογράφου για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του και έγραφε σε αρκετές ευρωπαϊκές εφημερίδες (προκαλώντας την μήνιν των λογοκριτών της εποχής), τα κείμενά του για τη New York Tribune παραπέμπουν περισσότερο στην εικόνα που έχουμε σήμερα για έναν ανταποκριτή. Ας μη φανταστεί βέβαια κανείς ότι ο Μαρξ θα έπεφτε στην παγίδα της υποτιθέμενης «αντικειμενικότητας», την οποία πλασάρουν σήμερα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Τα κείμενά του αποτελούσαν αυτό που θα λέγαμε news analysis, η οποία όμως στηριζόταν σε εξαντλητική έρευνα αρχείων και άλλων πηγών.
Παρ’ όλα αυτά σε μία περίπτωση δεν απέφυγε να δημοσιεύσει τα δικά του «fake news». Προσπαθώντας να αποκαλύψει το δίκτυο πρακτόρων της τσαρικής Ρωσίας στην Ευρώπη, που είχε φτάσει να χρηματίζει δημοσιογράφους και να διώκει πολιτικούς αντιφρονούντες, χαρακτήρισε τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών Πάλμερστον «όργανο» του τσάρου – κατηγορία που όχι μόνο δεν επιβεβαιώθηκε αλλά δεν είχε και ιδιαίτερη λογική.
Οι Θεσσαλοί είναι τόσο άψυχο και δειλό σώμα του πληθυσμού που δεν εξεγέρθηκαν ούτε το 1821 – Κάρολος Μαρξ
Στις περισσότερες ανταποκρίσεις του πάντως ο νεαρός ακόμη επιστήμονας και στοχαστής χρησιμοποιούσε όλα τα εργαλεία που έχει «δαμάσει» από τον χώρο της φιλοσοφίας και της πολιτικής οικονομάς για να παρουσιάσει και να εξηγήσει την τρέχουσα ειδησεογραφία της Ευρώπης. Οταν παρουσιάζει, παραδείγματος χάριν, τον ρόλο της Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών για τη βρετανική οικονομία γράφει για την «παλαιά γαιοκτητική αριστοκρατία που έχει ηττηθεί, ενώ η αστική τάξη δεν μπορεί (ακόμη) να πάρει τη θέση της παρά μόνο υπό την αιγίδα της χρηματοκρατίας». Βαθιά πολιτικές και ταξικές ήταν και οι αναλύσεις του για τις εκλογικές αναμετρήσεις στην Ευρώπη αλλά και τον πόλεμο του οπίου, όπου απέδειξε ότι το Λονδίνο προωθούσε το εμπόριο οπίου αλλά και την εξάρτηση του κινεζικού πληθυσμού, πάντα στο όνομα του ελεύθερου εμπορίου.
Αυτό που καθιστά όμως ακόμη πιο συναρπαστική την ανάγνωση των δημοσιογραφικών κειμένων του Μαρξ είναι ότι πολλά από τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται παραμένουν ακόμη και σήμερα άλυτα. Ανάμεσα σε άλλα γράφει για το μεταναστευτικό, τη θανατική ποινή αλλά και την αυτοκτονία στην Ευρώπη (τις οποίες εξετάζει υπό το πρίσμα της ενγκελιανής φιλοσοφίας και της γερμανικής ιδεολογίας).
Οταν ασχολείται με την Ελλάδα, με αφορμή την εξέγερση του 1854 (αναφέρεται στην Επανάσταση της Ηπείρου, την οποία πραγματοποίησαν οι ελληνόφωνοι χριστιανοί που παρέμεναν υπό τουρκικό ζυγό) η ανάλυσή του περνά γρήγορα στην ανάγκη διαχωρισμού του Κράτους από την Εκκλησία αλλά και τη συνεργασία του κλήρου με τους Οθωμανούς.
Προς μεγάλη απογοήτευση των σημερινών φονταμενταλιστών της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο Μαρξ εξηγεί ότι η σύνδεση Κράτους-Εκκλησίας δεν είναι απλώς κατάλοιπο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αλλά βασική επιλογή του οθωμανικού κράτους, η οποία μάλιστα πηγάζει απευθείας από το Κοράνι. Την ίδια απογοήτευση θα αισθανθούν ενδεχομένως και αρκετοί Ελληνες εθνικιστές αν διαβάσουν ότι στην Επανάσταση της Ηπείρου οι εξεγερμένοι «δεν εισέπραξαν συμπάθεια από κανένα άλλο τμήμα των χριστιανικών φυλών της Τουρκίας, παρά μόνο από τους ευσεβείς κλέφτες του Μαυροβουνίου». Οσο για τους κατοίκους της Θεσσαλίας, ο Μαρξ υποστηρίζει «ότι φοβούνται περισσότερο τους συμπατριώτες τους παρά τους ίδιους τους Τούρκους». Πρόκειται, όπως λέει, για ένα τόσο «άψυχο και δειλό σώμα του πληθυσμού το οποίο δεν τόλμησε να εξεγερθεί ούτε καν την περίοδο του πολέμου της ανεξαρτησίας (1821)».
Σχεδόν 170 χρόνια από την πρώτη δημοσίευσή τους τα δημοσιογραφικά κείμενα του Μαρξ παραμένουν δυστυχώς τραγικά επίκαιρα και μια (αγχωτική) διαπίστωση ότι η δημοσιογραφία κάποτε πατούσε στους ώμους γιγάντων.
INFO
Διαβάστε
Karl Marx: Κείμενα από τη δεκαετία 1850 – μια ανθολογία (εκδόσεις ΚΨΜ)
Ενα τιτάνιο, για τα ελληνικά δεδομένα, εκδοτικό εγχείρημα με δεκάδες κείμενα του Μαρξ που κυκλοφορούν για πρώτη φορά στα ελληνικά και ανάμεσά τους και οι ανταποκρίσεις του
Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα των Συντακτών – 1/12/2018