Πηγή: Eric Toussaint – cadtm.org
Μετάφραση/ Επιμέλεια: Δημήτρης Μακκός
Είμαστε μάρτυρες μιας μεγάλης κρίσης στις χρηματιστηριακές αγορές της Wall Street, της Ευρώπης, της Ιαπωνίας και της Σαγκάης, και πολλοί αναλυτές και μιντιακές περσόνες έσπευσαν να κατηγορήσουν τον κορονοϊό για αυτό. Την τελευταία εβδομάδα του Φεβρουαρίου του 2020, τη χειρότερη εβδομάδα από τον Οκτώβριο του 2008, ο Dow Jones υποχώρησε 12,4%, ο δείκτης S&P έπεσε κατά 11,5% και ο Nasdaq μειώθηκε κατά 10,5%.
Το σενάριο είναι παρόμοιο στην Ευρώπη για την αντίστοιχη περίοδο. Στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου, ο δείκτης FTSE-100 μειώθηκε κατά 11,32%, στο Παρίσι ο CAC 40 μειώθηκε κατά 12%, στη Φρανκφούρτη ο DAX έχασε 12,44%. Τη Δευτέρα 2 Μαρτίου, έπειτα από δημόσιες δηλώσεις περί μαζικών παρεμβάσεων των κεντρικών τραπεζών όπως της Federal Reserve για την υποστήριξη των χρηματιστηριακών αγορών, οι περισσότεροι δείκτες αυξήθηκαν και πάλι εκτός από το Λονδίνο. Ωστόσο, την Τρίτη 3 Μαρτίου, ο δείκτης S&P 500 υποχώρησε και πάλι κατά 2,81% και ο δείκτης Dow Jones μειώθηκε κατά 2,9%. Οι πτωτικές τάσεις στο μεταξύ συνεχίζονται μέχρι σήμερα με τις τιμές του χρυσού να ανεβαίνουν με ταχύτητα όσο η αβεβαιότητα παραμένει.
Τα κορυφαία αμερικανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης έβαλαν μεγάλες επικεφαλίδες για να περιγράψουν το φαινόμενο: «Η Federal Reserve μόλις πάτησε το κουμπί πανικού για τον κορονοϊό» . Ωστόσο, η κακή υγεία της αμερικανικής οικονομίας χρονολογείται πολύ πριν από τα πρώτα κρούσματα κορονοϊού στην Κίνα και τις συνέπειες τους στην παγκόσμια οικονομία. Τα βασικά μέσα ενημέρωσης, ισχυρίζονται ότι αυτή η παγκόσμια κατάρρευση της χρηματιστηριακής αγοράς προκλήθηκε από τον κορονoϊό και αυτή η εξήγηση είναι ευρέως διαδεδομένη και στα κοινωνικά δίκτυα. Ωστόσο, δεν είναι ο κορονοϊός και η επέκτασή του η αιτία της αυγής μιας νέας κρίσης, αλλά μονάχα το μέσο πυροδότησής της.
Όλα τα συστατικά για μια νέα οικονομική κρίση είναι παρόντα εδώ και αρκετά χρόνια, τουλάχιστον από το 2017-2018. Όταν ο αέρας είναι γεμάτος λοιπόν με εύφλεκτα υλικά, οποιαδήποτε δεδομένη σπίθα μπορεί να προκαλέσει οικονομική έκρηξη ανά πάσα στιγμή. Ήταν δύσκολο να προβλέψουμε από πού θα έρθει η σπίθα. Η σπίθα θέτει τη φωτιά, αλλά δεν είναι η αιτία της κρίσης. Δεν ξέρουμε ακόμη αν η απότομη συντριβή της χρηματιστηριακής αγοράς στα τέλη Φεβρουαρίου του 2020 θα «κλιμακωθεί» σε μια τεράστια οικονομική κρίση, αλλά υπάρχει μια πραγματική πιθανότητα. Το γεγονός ότι η συντριβή της χρηματιστηριακής αγοράς συμπίπτει με τις επιπτώσεις της επιδημίας του κορονοϊού στην παραγωγική οικονομία σίγουρα δεν είναι τυχαίο, αλλά το να πούμε ότι ο κορονοϊός είναι η αιτία της κρίσης μοιάζει εκτός πραγματικότητας.
Η άνοδος των τιμών των μετοχών και της τιμής των χρεογράφων (γνωστών και ως ομολόγων) έχουν ξεπεράσει σημαντικά την αύξηση της πραγματικής παραγωγής κατά τα τελευταία δέκα χρόνια, με σημαντική επιτάχυνση τα τελευταία τρία χρόνια. Ο πλούτος του πλουσιότερου 1% έχει επίσης αυξηθεί σημαντικά καθώς βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων.
Αξίζει επίσης να επανεξετάσουμε αυτό που συμβαίνει τα τελευταία 30 χρόνια, δηλαδή, από την απαρχή της εφαρμογής του νεοφιλελεύθερου μοντέλου και της μαζικής απελευθέρωσης των χρηματοπιστωτικών αγορών: οι μεγάλες επιχειρήσεις (1%) έχουν μειώσει τις επενδύσεις τους στην παραγωγή και τις αυξάνουν στον χρηματοοικονομικό τομέα (αυτό περιλαμβάνει και την περίπτωση εικονικών “βιομηχανικών” επιχειρήσεων όπως η Apple, η Google, ή η οικονομική φούσκα του Βitcoin). Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε τη δεκαετία του 1980 και οδήγησε στην κρίση της αγοράς ομολόγων του 1987. Επαναλήφθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και οδήγησε στην κρίση dot-com και Enron το 2001. Εν τέλει επανεμφανίστηκε μεταξύ του 2004 και του 2007 οδηγώντας σε νέα κρίση και σε μια σειρά από πτωχεύσεις υψηλού προφίλ, συμπεριλαμβανομένης της πτώχευσης της Lehman Brothers το 2008.
Τα τελευταία δύο χρόνια σημειώθηκε σημαντική επιβράδυνση των αναπτυξιακών δεικτών στις ανεπτυγμένες χώρες. Παράλληλα, σε πολλές μεγάλες οικονομίες όπως η Γερμανία, η Ιαπωνία (τελευταίο τρίμηνο του 2019), η Γαλλία (τελευταίο τρίμηνο του 2019) και η Ιταλία, η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε ή επιβραδύνθηκε απότομα. Ορισμένοι βιομηχανικοί τομείς που είχαν ανακάμψει μετά την κρίση του 2007-2009, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, υπέστησαν πολύ έντονη κρίση κατά τα έτη 2018-2019 με πολύ σημαντική πτώση των πωλήσεων και της παραγωγής. Η παραγωγή στη Γερμανία, που αποτελεί τον μεγαλύτερο κατασκευαστή αυτοκινήτων στον κόσμο, μειώθηκε κατά 14% μεταξύ του Οκτωβρίου 2018 και του Οκτωβρίου 2019. Η παραγωγή αυτοκινήτων στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Κίνα μειώθηκε επίσης το 2019, όπως συνέβη στην Ινδία. Η παραγωγή αυτοκινήτων θα μειωθεί δραματικά και στη Γαλλία το 2020.
Το 2019, η ανάπτυξη επιβραδύνθηκε εκ νέου σε Κίνα και Ινδία, ενώ η στασιμότητα κατέλαβε μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Παράλληλα μείωση της παραγωγής άρχισε από το δεύτερο εξάμηνο του 2019 σε Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία και Γαλλία κυρίως λόγω της συρρίκνωσης της παγκόσμιας ζήτησης. Οι πολιτικές ήπιας λιτότητας στις προαναφερθείσες χώρες με περικοπές σε εισοδήματα, στις δημόσιες δαπάνες και στις δημόσιες επενδύσεις δημιούργησαν ένα εκρηκτικό υφεσιακό μείγμα. Ο συνδυασμός της πτώσης της αγοραστικής δύναμης του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού και της πτώσης των δημοσίων δαπανών οδήγησε σε μείωση της συνολικής ζήτησης και, κατά συνέπεια, μέρος της παραγωγής δεν βρίσκει επαρκείς θέσεις πώλησης, με αποτέλεσμα την πτώση της οικονομικής δραστηριότητας.
Τη διετία 2018-2019 λοιπόν, διάφορα προεόρτια μιας νέας οικονομικής κρίσης στην παραγωγή εκδηλώθηκαν με σαφήνεια, αλλά καθώς ο χρηματοπιστωτικός τομέας εξακολούθησε να λειτουργεί ανοδικά, τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης και οι κυβερνήσεις κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια για να επιβεβαιώσουν ότι η κατάσταση ήταν γενικά υπό έλεγχο και ότι όσοι ισχυρίζονταν πως οδεύουμε προς νέα κατάρρευση ήταν απλά καταστροφολόγοι.
Σήμερα, αντιμετωπίζουμε πλέον μια πολυδιάστατη κρίση του παγκόσμιου συστήματος: μια αναδυόμενη νέα παγκόσμια οικονομική κρίση, την εμπορική κρίση επηρεασμένη σαφώς από τον οικονομικό πόλεμο ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα, την οικολογική κρίση, την επικίνδυνη άνοδο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού σε έναν όλο και πιο πολυπολικό κόσμο, και εν τέλει την πολιτική κρίση σε μια σειρά σημαντικών χωρών κυρίως του δυτικού κόσμου.
Αν εξετάσουμε τα δεδομένα των τελευταίων ετών είναι σαφές ότι η «υγεία» δεν είναι βασικό χαρακτηριστικό του χρηματοπιστωτικού οικοδομήματος. Φαίνεται πως η θεαματική και συνάμα σοκαριστική κατάρρευση του 2008 πέρασε και δεν ακούμπησε. Ο κορονοϊός λειτουργεί λοιπόν ως ένα είδος «μαύρου κύκνου», ως δηλαδή ένα εφαλτήριο ώστε να ξεκινήσει το ντόμινο εξελίξεων ενός ήδη ευάλωτου συστήματος.