To 20% της αξίας του μέσα σε περίπου τέσσερις ημέρες και το 70% από την ανώτερη τιμή του, το Δεκέμβριο του 2017, έχασε το κρυπτονόμισμα Bitcoin.
Η κατάρρευση άρχισε να λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις ύστερα από τη δημοσίευση έρευνας του πανεπιστημίου του Τέξας που υποστηρίζει ότι η τρομακτική άνοδος που παρατηρήθηκε το 2017 ήταν αποτέλεσμα χειραγώγησης της τιμής του.
Οι καθηγητές Τζον Γκρίφιθ και Αμίν Σαμς αναφέρουν ότι ένα άλλο κρυπτονόμισμα, το Tether, χρησιμοποιούνταν για να σταθεροποιεί και να προσαρμόζει τεχνητά την αξία του Bitcoin.
Όπως είχαμε αναφέρει πολλές φορές το ισχυρότερο κρυπτονόμισμα είχε μετατραπεί σε εργαλείο κερδοσκοπίας αλλά και ξεπλύματος μαύρου χρήματος ενώ δεν πληρούσε καμία από τις προϋποθέσεις της δημιουργίας ενός νομίσματος: δεν αποτελούσε μέτρο αξίας, μέσο συναλλαγής ή μέσο αποθησαυρισμού.
Παρόλα αυτά κατάφερνε να συναρπάσει ομάδες αυτοαποκαλούμενων αριστερών και λοιπών προοδευτικών δυνάμεων που πίστευαν ότι ένα νόμισμα χωρίς κράτος (το απόλυτο όνειρο κάθε νεοφιλελεύθερου) θα μπορούσε να αποτελέσει ανάχωμα στην ανεξέλεγκτη δράση των τραπεζών.
Άλλοι υποστήριζαν ότι παρά το κερδοσκοπικό χαρακτήρα του συγκεκριμένου νομίσματος, η τεχνολογία που χρησιμοποιούνταν για τη δημιουργία του, το λεγόμενο mining, θα αποτελούσε το μέλλον για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Και αυτό το επιχείρημα όμως ανατράπηκε από αναλυτές και οικονομολόγους όπως ο Νουριέλ Ρουμπινί που απέδειξαν ότι λόγω του τεράστιου ενεργειακού κόστους και άλλων αδυναμιών η τεχνολογία των κρυπτονομισμάτων δεν μπορεί να αντικαταστήσει το σημερινό σύστημα συναλλαγών.
Α.Χ