Άρης Χατζηστεφάνου | Η Εφημερίδα των Συντακτών 29/01/2022
Μετά την πρώτη μεταμόσχευση καρδιάς χοίρου σε άνθρωπο, αρκετοί οραματίστηκαν μια εποχή όπου δεν θα υπάρχουν ελλείψεις μοσχευμάτων. Για άλλη μια φορά λογαριάζουν χωρίς τον καπιταλιστή ξενοδόχο.
«Τα συστήματα υγείας μας οικοδομήθηκαν με την καπιταλιστική ιεράρχηση ανάμεσα στους έχοντες και τους μη έχοντες»
Μπράντι Σίλας, περιοδικό Wired
Λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση της πρώτης επιτυχημένης μεταμόσχευσης καρδιάς από χοίρο στον 57χρονο Ντέιβιντ Μπένετ, η Washington Post προκάλεσε έναν νέο γύρο ηθικών προβληματισμών, αποκαλύπτοντας ότι ο δέκτης του οργάνου είχε εκτίσει εξαετή ποινή φυλάκισης γιατί μαχαίρωσε έναν άνδρα σε ένα μπαρ. Μέχρι τότε τα περισσότερα ηθικά διλήμματα που ανέκυπταν αφορούσαν το αν έχουμε το δικαίωμα να τροποποιούμε γενετικά ορισμένα ζώα προκειμένου να εξασφαλίσουμε ότι τα όργανά τους θα είναι συμβατά και δεν θα αποβάλλονται από τον ανθρώπινο οργανισμό. Τώρα, όπως εξηγούσε το επιστημονικό περιοδικό The Conversation, «το ζήτημα δεν αφορούσε τον δωρητή αλλά αποκλειστικά και μόνο τον δέκτη».
Η συζήτηση βέβαια δεν θα έπρεπε καν να έχει ξεκινήσει, αφού η επιστημονική κοινότητα, τα οργανωμένα νομικά συστήματα και οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν δώσει εδώ και δεκαετίες απάντηση σε παρόμοιους προβληματισμούς: όταν υπάρχουν περιορισμένοι πόροι (όπως τα μοσχεύματα) ένας γιατρός αποφασίζει αν θα τους προσφέρει σε έναν ασθενή με βάση παράγοντες όπως η ηλικία του και οι πιθανότητες επιτυχίας της επέμβασης και όχι από το ποινικό του μητρώο.
Ο ΟΗΕ αλλά ακόμη και τα πολύ αυστηρά σωφρονιστικά συστήματα των ΗΠΑ και της Βρετανίας έχουν ξεκαθαρίσει ότι κάθε κρατούμενος έχει τα ίδια ακριβώς δικαιώματα στο σύστημα υγείας με οποιονδήποτε άλλο πολίτη. Πολύ περισσότερο το να τιμωρήσεις με αυτόν τον τρόπο έναν άνθρωπο που έχει ήδη εκτίσει την ποινή του σημαίνει ότι ακυρώνεις και σε θεωρητικό επίπεδο κάθε έννοια σωφρονισμού. Μπορούμε να συζητάμε για ώρες εάν ένα σύστημα αστικής Δικαιοσύνης λειτουργεί σωστά, αλλά συμφωνούμε (τουλάχιστον μέχρι πρότινος) ότι η τιμωρία δεν μπορεί και δεν πρέπει να επιβάλλεται από γιατρούς.
Το ίδιο σκεπτικό μάς επιτρέπει να καταλάβουμε γιατί είναι απάνθρωπες οι προτάσεις που ακούγονται κατά διαστήματα να μη δίνεται προτεραιότητα νοσηλείας ή να μην καλύπτουν οι ασφάλειες τα νοσήλια ανεμβολίαστων. Την αντικοινωνική συμπεριφορά κάποιου, που αποφασίζει να μην εμβολιαστεί εν μέσω πανδημίας και ύστερα στερεί μια ΜΕΘ από έναν συμπολίτη του, μπορεί να την κρίνει η κοινωνία και η συνείδησή του αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα την κρίνει ο εφημερεύων γιατρός στα επείγοντα περιστατικά.
Εδώ τελειώνει όμως η ηθική πλευρά της συζήτησης και ξεκινά η οικονομική. Ο Ντέιβιντ Μπένετ δεν δικαιούνταν μεταμόσχευση ανθρώπινης καρδιάς όχι γιατί ήταν πρώην κρατούμενος, αλλά γιατί θεωρούνταν ότι είχε χαμηλές πιθανότητες επιβίωσης.
Ο λόγος για τον οποίο βρέθηκε σε αυτήν την κατάσταση ήταν ότι δεν ακολουθούσε επιμελώς τις οδηγίες των γιατρών του ύστερα από μια επέμβαση αλλαγής βαλβίδας που είχε πραγματοποιήσει πριν από δέκα χρόνια. Όπως εξηγούν όμως αρκετοί ερευνητές, αυτή η «αμέλεια» συνοδεύει συνήθως φτωχότερους ασθενείς, όπως ο Μπένετ, οι οποίοι δεν μπορούν να προσφέρουν στον εαυτό τους την υγιεινή ζωή και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που απολαμβάνουν οι πλουσιότεροι. Ο Μπένετ δεν είχε καν τα χρήματα για την επέμβαση, αφού δεν την κάλυπτε η ασφάλειά του, και το κόστος πλήρωσε το Ιατρικό Κέντρο του Μέριλαντ, προκειμένου να πραγματοποιήσει την πειραματική μεταμόσχευση σε άνθρωπο.
Πριν από μερικές ημέρες το περιοδικό Wired (το οποίο δεν φημίζεται για τις μαρξιστικές αναλύσεις του) επιχείρησε να εξηγήσει περαιτέρω το συγκεκριμένο πρόβλημα σε ένα κείμενο με τίτλο «Η καπιταλιστική παγίδα των μεταμοσχεύσεων οργάνων από γουρούνια». Όπως σημείωνε η συντάκτρια Μπράντι Σίλας, η παγίδα στηρίζεται «στον μύθο ότι θα εξασφαλίσουμε απεριόριστη προσφορά (μοσχευμάτων)». Το πρόβλημα όμως δεν εντοπίζεται τόσο στην προσφορά όσο στη διανομή. Όπως εξηγούσε η ίδια, επαρκή προσφορά έχουμε παραδείγματος χάριν και στην περίπτωση των εμβολίων για τον κορονοϊό, αλλά δεν καταφέραμε να εμβολιάσουμε όλους τους ανθρώπους που θα το επιθυμούσαν. «Τα συστήματα υγείας μας -έγραφε η Σίλας- οικοδομήθηκαν με την καπιταλιστική ιεράρχηση ανάμεσα στους έχοντες και τους μη έχοντες».
Το γεγονός ότι στις ΗΠΑ το προσδόκιμο ζωής των πλουσίων είναι μεγαλύτερο κατά 14 χρόνια σε σχέση με των φτωχών δεν οφείλεται σε έλλειψη πόρων, αλλά στη συνειδητή επιλογή ότι η περίθαλψη δεν πρέπει να αποτελεί δημόσιο αγαθό αλλά ακόμα ένα προϊόν που θα μπορούν να απολαμβάνουν μόνο λίγοι. Η δημιουργία, λοιπόν, συμβατών οργάνων από ζώα λύνει μόνο θεωρητικά το πρόβλημα. Προφανώς προσφέρει περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης σε ανθρώπους που δεν είχαν το κεφάλαιο να προστατεύουν τον οργανισμό τους ή να αναζητήσουν μοσχεύματα στην παγκόσμια αγορά. Το να πιστεύεις όμως ότι μια καρδιά γουρουνιού μπορεί να σώσει όσους ζουν στην καρδιά του κτήνους, απλώς αναπαράγει ακόμα έναν μύθο.