Πηγή: Εφημερίδα Πριν 24/01/2016
«Η λογική της “ανάθεσης”, η έλλειψη εμπιστοσύνης του κινήματος στην δυνατότητά του να καταβάλει νίκες έναντι της καπιταλιστικής εξουσίας, ο κοινοβουλιοκεντρικός δρόμος, η αποδοχή της δήθεν μετρίανσης του σφαγιασμού των κοινωνικών δικαιωμάτων, η απροθυμία ρήξης με τους μηχανισμούς του αστικού κράτους και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων ενίσχυσαν την δεξιά τάση του ΣΥΡΙΖΑ», τονίζει στο Πριν ο Δημήτρης Μπελαντής, στέλεχος της Λαϊκής Ενότητας, δικηγόρος και Δρ Συνταγματικού Δικαίο
.
Συνέντευξη στο Γιάννη Ελαφρό
Κλείνει αύριο ένας χρόνος από την εκλογή ΣΥΡΙΖΑ. Τι έφερε η «πρώτη φορά Αριστερά»;
Για πολλοστή φορά στην διεθνή Ιστορία, μια κυβέρνηση που αυτοπροσδιορίσθηκε ως Αριστερά, ως κυβέρνηση του λαού, ανέλαβε την διαχείριση του καπιταλισμού και μάλιστα τώρα της πιο ακραίας νεοφιλελεύθερης και κοινωνικά καταστροφικής εκδοχής του. Η ιδιότητά της ως Αριστεράς ενίσχυσε την διαχειριστική και κοινωνική της ισχύ και νομιμοποίηση για ακόμη μια φορά.
Πρόκειται για προδοσία του επιτελείου Τσίπρα ή κάτι βαθύτερο;
Το γεγονός ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα προχωρούσε στην διαχείριση και όχι στην ανατροπή του μνημονιακού πλαισίου ήταν απολύτως ορατό σε όσους/ες συναποτελούσαμε την αριστερή αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ το αργότερο από το φθινόπωρο του 2013 και εξής. Το γιατί δεν το δημοσιοποιήσαμε έγκαιρα και κατά κάποιο τρόπο ηθικά και πολιτικά το συνδιαχειρισθήκαμε είναι θέμα μιας άλλης αναγκαίας συζήτησης, που κάποια στιγμή να είστε βέβαιοι ότι θα ανοίξει. Θα ήταν άστοχο να υποστηρίξει κανείς ότι αυτό οφειλόταν απλώς στην προδοτική ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και την «κλειστή» και σχετικά διεφθαρμένη ομάδα που διαμορφώθηκε γύρω από τον Αλέξη Τσίπρα μετά το καλοκαίρι του 2013 (πρώτο συνέδριο ΣΥΡΙΖΑ). Πέρα από την υποκειμενική «προδοσία» -που και αυτή, βεβαίως, υπήρξε σε μεγάλο βαθμό- η δεξιά ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αλληλοτροφοδοτήθηκε με μια βαθύτερη αστική κοινωνική κίνηση, η οποία διαπέρασε το πολιτικό κίνημα ΣΥΡΙΖΑ πολύ βαθιά από το 2012 και εξής: την λογική της «ανάθεσης», την έλλειψη εμπιστοσύνης του κινήματος στην δυνατότητά του να καταβάλει νίκες έναντι της καπιταλιστικής εξουσίας, τον κοινοβουλιοκεντρικό δρόμο, την αποδοχή της δήθεν μετρίανσης του σφαγιασμού των κοινωνικών δικαιωμάτων, την απροθυμία ρήξης με τους μηχανισμούς του αστικού κράτους και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων (ευρωζώνη, ΕΕ, ΔΝΤ, ΗΠΑ κλπ), την ύπαρξη μιας εσωκομματικής αντιπολίτευσης που δεν είχε βαθύτερα, δυστυχώς, ταξικά χαρακτηριστικά ή έστω καλά πολιτικά αντανακλαστικά. Αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά ότι η ρίζα του κυβερνητισμού, του αστικού κρατισμού και της αριστερής διαχείρισης δεν είναι απλώς μια «κακή ή ανεπαρκής ηγεσία που προδίδει τους αγώνες», αλλά ένας βαθύς ταξικός συσχετισμός αποδοχής της υποταγής, δήθεν «μετρίανσης» των πληγμάτων και ένταξης στην υλικότητα της κεφαλαιοκρατικής σχέσης από την μεριά μερίδων της εργατικής τάξης και του λαϊκού στρατοπέδου.
Και μετά την αποκάλυψη του 3ου μνημονίου;
Αν κάτι υπάρχει και κινεί τον «ρεφορμισμό» του σήμερα, δεν είναι ο Τσίπρας και η παρέα του, που δεν επαρκούν καθόλου για κάτι τέτοιο, είναι η σοβαρή υποκειμενική και πολιτισμική/κοινωνική αδυναμία του λαϊκού στρατοπέδου, λόγω ενός μακροχρόνιου αρνητικού ταξικού συσχετισμού (αυτού της μακράς «συναινετικής» Μεταπολίτευσης) και ο τρόπος που αυτός ο συσχετισμός αλληλοδιαμορφώνεται με την στρατηγική των ρεφορμιστικών -και ήδη σοσιαλφιλελεύθερων- αριστερών ηγεσιών. Εν τέλει, η αντίσταση στην «αριστερή διαχείριση» δεν μπορεί να εξαντλείται στην αναγκαία κινηματική εγρήγορση και υποτιθέμενη ετοιμότητα/εντιμότητα κάποιων.
Τι απαιτείται παραπέρα;
Η ταξική αντίσταση, για να γίνει τμήμα μιας κινηματικής και πολιτικής αντεπίθεσης των υποτελών τάξεων, χρειάζεται να αναμετρηθεί με την ιστορία, την θεωρία και την στρατηγική του κομμουνιστικού κινήματος διεθνώς και του κριτικού μαρξισμού και να προτείνει θεωρητικές και πρακτικές διεξόδους στην σχεδόν επιθανάτια κρίση του ΚΚ. Χρειάζεται να αναμετρηθεί ακόμη με τις λογικές του «πάντοτε εν δυνάμει επαναστατικού χαρακτήρα της μισθωτής εργασίας», αλλά και με την λογική ότι η Αριστερά είναι εν τέλει κάτι το οντολογικά και μεταφυσικά ανταγωνιστικό της Δεξιάς. Δεν είναι καθόλου έτσι!
Τι είναι λοιπόν η Αριστερά, στις κυρίαρχες εκδοχές της;
Η Αριστερά, συνήθως, πλην των ηρωϊκών εξαιρέσεων που ξέρουμε, υπήρξε ως σήμερα ένας τρόπος και μια μορφή για κάποια ταξικά και κοινωνικά στρώματα να επιβιώνουν, να ισορροπούν ψυχολογικά και να συνδιαχειρίζονται τον καπιταλισμό. Η έννοια που μπορεί να μας απελευθερώσει είναι αυτή του κομμουνισμού του σήμερα. Η Αριστερά είναι μια διεθνώς χρεοκοπημένη έννοια, που στηρίζει κάποια αφεντικά και κάποιες κρατικές εξουσίες στην θέση κάποιων άλλων. Ας της επιτρέψουμε να πεθάνει. Αν αυτό ισχύει για την μετριοπαθή Αριστερά, η «επαναστατική» δεν βγαίνει από την αδυναμία, το συνολικό ισολογισμό του ταξικού συσχετισμού. Γι’ αυτό, άλλωστε, δεν είναι καθόλου επαναστατική σήμερα αλλά μπορεί, ενδεχομένως, αν το προσπαθήσει σοβαρά, να γίνει. Σκεφθείτε, λόγου χάρη, το πόσο φοβισμένη είναι σήμερα ακόμη και η λεγόμενη «επαναστατική Αριστερά» μπρος στην διάρρηξη της αστικής νομιμότητας και το ενδεχόμενο της πολιτικής βίας ή αντιβίας.
Και η «υπεράσπιση της αριστερής κυβέρνησης;»
Η εμμονική διατήρηση της κυβερνησιμότητας από την Αριστερά άνευ όρων δείχνει κάτι που θα έπρεπε με βάση την ιστορική γνώση να μας είναι πια αυτονόητο: δεν υπάρχουν εσαεί αριστεροί αγωνιστές και αριστερές αγωνίστριες, δεν υπάρχουν εσαεί ηθικά και αξιακά πλεονεκτήματα, οι «ήρωες» έχουν πια πεθάνει, όπως έλεγε κάποτε ένα ροκ τραγούδι. Όποιος/α μπει στην λογική και την μυλόπετρα της συγκεκριμένης καπιταλιστικής διαχείρισης θα πρέπει να τα βρει με την «λογική του καπιταλιστικού κράτους», με τις «συνταγές του ΟΟΣΑ», της ΕΕ και άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων, με τις «βέλτιστες πρακτικές» των αφεντικών, με τις επιχειρηματικές συσσωματώσεις και τις κρατικές/καπιταλιστικές μαφίες. Μπορεί να αγαπά την μουσική και τα παιδιά, να στηρίζει τους πρόσφυγες ή τους σεξουαλικά «αποκλίνοντες» με ανθρωπιστικό πάθος, αλλά η ταξική του επιλογή θα τον οδηγεί όλο και πιο βαθιά στην «καρδιά του σκότους» του σύγχρονου καπιταλισμού μέχρις ότου ξεχάσει κάποτε ποιος ή ποια υπήρξε. Θα τον οδηγεί να συμμετάσχει σε αυτό το όργιο κοινωνικής βίας, παρά τις όποιες καλές ηθικές του προθέσεις.
Ταξική εργατική κεντρικότητα – Αντιιμπεριαλιστική και διεθνιστική οπτική
Τα πρόσωπα παίζουν κάποιο ρόλο;
Δεν παίζει κανένα ρόλο το ότι ο υπουργός Εργασίας ήταν κάποτε δημοφιλές στέλεχος της ΚΝΕ στην Νομική και ο νυν πρόεδρος της Βουλής αντιστάθηκε στη χούντα και συμμετείχε ηγετικά στην διάσπαση του ΚΚΕ Εσωτερικού το 1987 για κάποιο γράμμα της αλφαβήτου που λεγόταν «Κ». Οι κοινωνικοί όροι και οι ταξικές επιλογές της όλης διαδρομής εκ του αποτελέσματος καθορίζουν το κοινωνικό είναι του σήμερα και την «σατανική» του μορφή. Ακόμη και η παραίτηση είναι μια ηθική διέξοδος από το αδιέξοδο. Ποιος “ντράπηκε”, όμως στην Ελλάδα του 2016 ; Ποιος έχασε τη ντροπή, για να την βρουν τα στελέχη και οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ;
Που μπορούμε να αναζητήσουμε διέξοδο;
Σίγουρα, το να ωθήσουμε τα λαϊκά και εργατικά στρώματα που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ με ή χωρίς αυταπάτες, καθώς και όσους/ες πήγαν στην αποχή ή στα παλιά μνημονιακά κόμματα να αποσκιρτήσουν και να μετατοπισθούν προς την ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική Αριστερά -χρησιμοποιώ την παλιά έννοια ελλείψει άλλης ακόμη- είναι αναγκαίο μέρος του πολιτικού σχεδίου μας. Δεν είναι επαρκές. Ούτε και το να κλίνουμε το «κίνημα» ή τον «αντικαπιταλισμό» ή την «εθνική ανεξαρτησία» εμμονικά σε όλες τις πτώσεις είναι επαρκές. Ο ταυτοτισμός, όταν δεν συνδέεται πραγματικά με μια καθολική επαναστατική λύση και προοπτική, απλώς μας συντηρεί ως στελέχη και ως «αγωνιστές» στον σκληρό μετανεωτερικό καπιταλιστικό κόσμο, συντηρεί εμάς και τις αυταπάτες μας. Η ιστορική μοίρα του τροτσκισμού και της πολιτικής θεολογίας του είναι ένα καλό παράδειγμα.
Θέτεις ένα ζήτημα στρατηγικής ανασυγκρότησης…
Επανεξέταση της θεωρίας μας υπό τα παρόντα δεδομένα με έμφαση στους όρους που πιθανόν μετατρέπουν την ενδεχομενικότητα της ρήξης σε υλική πραγματικότητα, καλή κατανόηση της σύγχρονης ταξικής δομής και του πολιτισμικού διχτυού του σύγχρονου μετανεωτερικού καπιταλισμού, αντιιμπεριαλιστική και διεθνιστική οπτική, πάντρεμα του εργατικού – ταξικού στοιχείου με μια λογική αντιηγεμονικής και αντιαστικής συγκρότησης του «έθνους-κράτους», ως αναγκαίου και σχεδόν αποκλειστικού οχήματος της δημοκρατικής μορφής σε αντίθεση με τον ρηχό «αντιεθνικισμό» ή τον αστικό κοσμοπολιτισμό, απελευθέρωση από το πέλαγος των μικροαντιθέσεων και σύνθεσή τους σε μια ηγεμονική ολότητα υπό ταξική/εργατική κεντρικότητα, αμεσοδημοκρατική και αντιγραφειοκρατική δομή των ριζοσπαστικών πολιτικών οργανώσεων, κέντρα και όργανα κινηματικού αγώνα. Αυτά είναι τα υλικά και τα εργαλεία με τα οποία καλούμαστε σήμερα να δουλέψουμε, αν θέλουμε αποτελέσματα. Ας αφήσουμε τους νεκρούς να θάψουν τους δικούς τους νεκρούς (Μαρξ «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»).