Τρομακτικές επιπτώσεις από την “ιδιωτικοποίηση” της ανθρωπιστικής βοήθειας και τις χιλιάδες ΜΚΟ
Δέκα ένοπλοι τζιχαντιστές εισβάλουν στις αρχές Αυγούστου σε ένα διαμέρισμα στο Αλέπο της Συρίας και απαγάγουν δυο νεαρές Ιταλίδες 20 και 21 ετών. Η διεθνής κοινή γνώμη συγκλονίζεται αλλά σχεδόν κανένας δεν θέτει το κρίσιμο ερώτημα: τι έκαναν δυο 20χρονες κοπέλες σε ένα από τα πιο θερμά θέατρα επιχειρήσεων του πλανήτη; Λίγες ημέρες αργότερα γίνεται γνωστό ότι ήταν τα μοναδικά μέλη μιας Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης την οποία είχαν ιδρύσει για να προσφέρουν, όπως έλεγαν, βοήθεια στο δοκιμαζόμενο λαό της Συρίας. Η Βανέσα Μαρτζούλο και η Γκρέτα Ραμέλι είχαν δημιουργήσει αυτό που στην ιδιόλεκτο των διεθνών οργανισμών αρωγής αποκαλείται Mongo (από τα αρχικά των λέξεων My Own NGO – Η δική μου ΜΚΟ).
Καθώς μέσα σε λίγες εβδομάδες πολλαπλασιάστηκαν τα κρούσματα απαγωγών σε βάρος μικρών και πολύ μικρών ανθρωπιστικών οργανώσεων και ενώ ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, Ντέιβιντ Κάμερον, απειλούσε να βομβαρδίσει τη Συρία ύστερα από τον αποκεφαλισμό ενός Βρετανού, που εργάζονταν σε μια γαλλική ΜΚΟ, αρκετοί άρχισαν να αναρωτιούνται ποιους εκπροσωπούν αυτές οι οργανώσεις.
Στο Ιντερνετ μπορείς πλέον να βρει κανείς ιστοσελίδες με συμβουλές για το πως να δημιουργήσεις τη δική σου ΜΚΟ σε πέντε ή δέκα απλά βήματα και να αρχίσει να διεκδικείς χρηματοδότηση από διάφορους φορείς. Αυτό όμως που φαντάζει εκ πρώτης όψεως σαν μια ανόητη μόδα, που συχνά μπορεί να έχει και τραγικές συνέπειες, είναι απλώς μια έκφανση στην παγκόσμια τάση που χαρακτηρίζει την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας. Σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό και συγγραφέα Ντέιβιντ Χάρβει ο πληθωρισμός των ΜΚΟ αποτελεί ένα είδος «ιδιωτικοποίησης» των δομών αρωγής, που πλήττει πρωτίστως τους διεθνείς οργανισμούς.
Οι καταστροφικές συνέπειες από την υποβάθμιση των διεθνών οργανισμών σε βάρος των μικρών και πολύ μικρών ΜΚΟ γίνεται ιδιαίτερα αισθητές σε περιπτώσεις υγειονομικών κρίσεων, που ξεπερνούν τα σύνορα του έθνους κράτους απαιτώντας συντονισμένη δράση σε πολλά μέτωπα. Η ταχύτητα εξάπλωσης του ιού έμπολα, ο οποίος απειλεί να λάβει χαρακτηριστικά πανδημίας στην Αφρική, αποδίδεται από αρκετούς επιστήμονες και στις περικοπές, ύψους ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων από τον προυπολογισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και κυρίως στις μαζικές απολύσεις του προσωπικού ταχείας επέμβασης. Οι συγκεκριμένες ομάδες που θα έπρεπε να αναπτύσσονται ταχύτατα στις εστίες εμφάνισης του ιού, είδαν το προσωπικό τους να «ψαλιδίζεται» κατά 35% τα τελευταία χρόνια ενώ αρκετές από τις αρμοδιότητές τους δόθηκαν σαν «υπεργολαβίες» σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Προς τιμή του, πρώτος ο εκπρόσωπος Τύπου των Γιατρών Χωρίς Σύνρορα, Τζέισον Κόουν, επεσήμανε ότι η εξάπλωση του έμπολα οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην «απουσία ηγεσίας και κεντρικού συντονισμού που θα έπρεπε να ασκεί ο ΠΟΥ».
Να σημειωθεί ότι αυτή η ιδιότυπη «ιδιωτικοποίηση», έχει καταστροφικές συνέπειες και στο εσωτερικό του οργανισμού καθώς ο προϋπολογισμός τους στηρίζεται πλέον κατά 80% σε ιδιωτικές δωρεές. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι μόλις την περασμένη εβδομάδα το ίδρυμα του δισεκατομμυριούχου Μπιλ Γκέιτς ανέφερε ότι θα προσφέρει πέντε εκατομμύρια δολάρια γι την αντιμετώπιση του έμπολα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η χρηματοδότηση συνδέεται άμεσα με την προβολή που λαμβάνουν ορισμένες κρίσεις στα διεθνή μέσα ενημέρωσης και όχι αναγκαστικά με τις πραγματικές ανάγκες, που μόνο οι ειδικοί επιστήμονες του ΠΟΥ μπορεούν να γνωρίζουν.
Εκτός όμως από τη σταδιακή αποσάθρωση των διεθνών οργανισμών, οι οποίοι τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο εκφράζουν τη βούληση δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων, οι μικρές ΜΚΟ λειτουργούν συχνά και σαν δούρειος ίππος για στρατιωτικές επεμβάσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τον τυφώνα που έπληξε το 2013 τις Φιλιππίνες οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν ως πρόσχημα την ανάγκη στήριξης των ανθρωπιστικών οργανώσεων, για να στείλουν στην περιοχή το αεροπλανοφόρο USS George Washington με την τρίτη ταξιαρχία πεζοναυτών και ακόμη πενήντα σκάφη του πολεμικού ναυτικού που μετέφεραν 13.000 στρατιώτες. Αν και κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι μαζί με το στρατό έφτασε και πολύτιμη ανθρωπιστική βοήθεια, είναι προφανές ότι πίσω από την στήριξη των ΜΚΟ κρυβόταν η επιθυμία των ΗΠΑ να δημιουργήσουν ένα ακόμη προπύργιο για την προβολή ισχύος απέναντι στην Κίνα.
Από τον Ερίκο Ντινάν στον Ρίγκαν
Η διαμάχη σχετικά με το ρόλο των ΜΚΟ στην κλιμάκωση των πολεμικών συγκρούσεων είναι παλιά όσο και η δημιουργία του Ερυθρού Σταυρού από τον Ερίκο Ντινάν. Ήδη από το 1864 η μητέρα της σύγχρονης νοσηλευτικής, Φλόρενς Ναϊτινγκέιλ, προειδοποιούσε ότι η περίθαλψη των τραυματιών πολέμου πρέπει να γίνεται από τα κράτη και όχι από μια ανεξάρτητη διεθνή οργάνωση καθώς έτσι οι κυβερνήσεις έχουν μικρότερο οικονομικό και πολιτικό κόστος για να ξεκινούν πολεμικές συγκρούσεις.
Σύμφωνα πάντως με τον Ντέιβιντ Χάρβει οι σύγχρονες ΜΚΟ γεννιούνται με το νεοφιλελεύθερο άνοιγμα του Ρόναλντ Ρίγκαν και της Μάργκαρετ Θάτσερ μαζί με το ψαλίδισμα του κράτους πρόνοιας και κάθε είδους κυβερνητικών παρεμβάσεων για τη διάσωση ανθρώπινόν ζωών. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 μέχρι τη δεκαετία του ’90 ο αριθμός των διεθνών ΜΚΟ θα αυξηθεί κατά 500% δημιουργώντας μια νέα «βιομηχανία αρωγής» με τζίρο εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων. Από το 1996 το 15% της παγκόσμιας ανθρωπιστικής βοήθειας διακινούνταν μέσω ΜΚΟ παρακάμπτοντας τους ελέγχους των κυβερνήσεων αλλά και των διακρατικών οργανισμών.
Αρκετές από αυτές τις ΜΚΟ, αρχίζουν πολύ σύντομα να θυμίζουν πολυεθνικές επιχειρήσεις με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα την Oxfam με τζίρο 500 εκ. δολαρίων και παρουσία σε 119 χώρες και την World Vision με τζίρο 600 εκ. δολαρίων και παρουσία σε 92 χώρες. Μέχρι την αλλαγή του αιώνα οι επτά μεγαλύτερες διεθνείς ΜΚΟ είχαν συνολικά έσοδα 2.5 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Όσο αυξάνονταν όμως τα κεφάλαια που διακινούνταν μέσων των μη κυβερνητικών οργανώσεων τόσο πολλαπλασιάζονταν και ο αριθμός των ΜΚΟ που διεκδικούσαν ένα κομμάτι της πίτας. Σε αρκετές περιοχές της υποσαχάρειας Αφρικής παρατηρείται πλέον το κωμικοτραγικό φαινόμενο να συγκεντρώνονται εκατοντάδες ΜΚΟ οι οποίες σπαταλούν το μεγαλύτερο τμήμα του χρόνου τους για να κερδίσουν διεθνή αναγνωρισιμότητα, η οποία μεταφράζεται σε πιο γενναίες χορηγίες. Όπως εξηγούσε η ανθρωπολόγος Άντρια Τίμερ οι συγκεκριμένςς ΜΚΟ διαγωνίζονται για το ποιά θα προβάλλει τις περισσότερες εικόνες δυστυχίας δημιουργώντας ένα νέο είδος «οριενταλισμού», όπου ολόκληροι λαοί παρουσιάζονται σαν αιώνια θύματα που χρειάζονται την συμπόνοια και την ελεημοσύνη μας.
Ακόμη και όταν λειτουργούν με αγαθές προθέσεις οι δημιουργοί των συγκεκριμένων ΜΚΟ αρχίζουν να θυμίζουν όλο και περισσότερους τους ιεραπόστολους που συνόδευαν τις κατακτητικές επιδρομές των ευρωπαϊκών δυνάμεων του 15ου και του 16ου αιώνα. Ήταν ταυτόχρονα το άλλοθι αλλά και ο δούρειος ίππος μιας ακόμη επιδρομής.
Άρης Χατζηστεφάνου
ΕΠΙΚΑΙΡΑ Σεπτέμβριος 2014